Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Τον Αχιλλέα τον ανακάλυψε με το ακριβές του αισθητήριο ο «κυρ-Θόδωρος», όπως αποκαλεί ο ίδιος ο συμπαθέστατος ηθοποιός τον μεγάλο μας σκηνοθέτη -και μεγάλο απόντα, θα πρόσθετα- Θόδωρο Αγγελόπουλο. Το 1989 ο Θόδωρος Αγγελόπουλος σκηνοθέτησε το βραβευμένο με τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες, “Μία αιωνιότητα και μια μέρα”. Μεταξύ των πρωταγωνιστών ο σπουδαίος Ευρωπαίος ηθοποιός Μπρούνο Γκανζ, στο ρόλο του συγγραφέα, και ο Αχιλλέας Σκεύης στο ρόλο του παιδιού.
Η μεγάλη αποκάλυψη που, όπως έγραψε ο διεθνής Τύπος, έδωσε την πιο αναπάντεχα συγκλονιστική ερμηνεία. Ένα πανέξυπνο και χαριτωμένο μουτράκι, με θλιμμένα μάτια και την αλάνθαστη βεβαιότητα ότι θα ξεπεράσει όλα τα εμπόδια της απελπισμένης ζωής ενός άτυχου προσφυγόπουλου. Το συνεσταλμένο χαμόγελό του γέμιζε και φώτιζε όλη την οθόνη και κάθε φορά που κοιτούσε κατάματα την κάμερα, το κινηματογραφόφιλο κοινό ένιωθε πως αυτή ήταν η δική του, καταδική του νίκη. Η νίκη του αγοριού από την Αλβανία, του προσώπου της ξενιτιάς, του «ξένου», του εξορισμένου από τον τόπο του παιδιού, του μικρού των φαναριών ο οποίος καταδιώκεται από την αστυνομία και ο συγγραφέας τον προστατεύει και τον σώζει από κυκλώματα σωματέμπορων.
Ασφαλώς το κριτήριο του «κυρ-Θόδωρου» δεν τον διέψευσε. Σήμερα ο Αχιλλέας Σκεύης έχει εξελιχτεί σε έναν δυνατό ηθοποιό, αφοσιωμένο και ευσυνείδητο.
Μεταξύ άλλων μέχρι τώρα έχει παίξει στις παραστάσεις “Νίκη” (2017), “Ερωτευμένος Σαίξπηρ” (2018), “Το μανιφέστο του πολέμου” (2014), “Το σπάταλο τερατάκι” (2015), του Θόρντον Ουάιλντερ “Ντόλλυ, η προξενήτρα” σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη (2015), του Francis Veber “Είπα, μην ενοχλείτε” στο θέατρο Αποθήκη (2014).
Αυτό το καλοκαίρι τον απολαύσαμε στην παράσταση, που συνεχίζει ακάθεκτη την περιοδεία της και τον Σεπτέμβριο, “Μαρία Πενταγιώτισσα” του Μποστ σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη.
Με τέμπο, με ενέργεια, με ωριμότητα παρουσιάζει έναν απίστευτα ωραίο τύπο ερωτευμένου μεσήλικα τσέλιγκα που… φοροδιαφεύγει. Η ερμηνεία του δημιουργεί μια ασυγκράτητη ευθυμία, το μπρίο του δίνει πνοή, γεμίζοντας εύφορα τις σκηνές που συμμετέχει. Από μια αρχική άποψη η παρουσία του στο συγκεκριμένο ρόλο παραξενεύει. Είναι φανερά αταίριαστος ηλικιακά, ωστόσο κατορθώνει να μεταφέρει στη μορφή του τη μουσικότητα του τύπου, τον ρυθμό και την ανάσα του, αποδεικνύοντας ότι έχει μελετήσει τους κώδικες της κωμωδίας. Πραγματικά κύριος του ρόλου του, αληθινός και ολοζώντανος, τόσο στις φαιδρές όσο και στις οδυνηρές στιγμές του.
Στη συνέντευξη που θα διαβάσετε παρακάτω ο σεμνότατος και φιλικότατος Αχιλλέας Σκεύης μιλά στο catisart.gr για το θέατρο και τη ζωή του ηθοποιού, για τους δασκάλους του, για τη γνωριμία του με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο αλλά και για τις πρώτες του ώρες στη χώρα μας, συγκλονίζοντας με μια φράση που μπορεί να σε σφραγίσει για πάντα: “Τι γλυκό ψωμί που έχει η Ελλάδα”.
-Γεννήθηκα στο Μεσοπόταμο της Βορείου Ηπείρου και σε ηλικία 6 ετών, το 1994, ήρθαμε οικογενειακώς στην Αθήνα και συγκεκριμένα στο Κρυονέρι, όπου ζω μέχρι σήμερα. Oπότε τα πρώτα παιδικά μου χρόνια τα πέρασα στο χωριό και τα μετέπειτα, όπως και τα εφηβικά μου, στο Κρυονέρι και στις γύρω γειτονιές.
*Ποιες είναι οι πιο αγαπημένες αναμνήσεις από την παιδική σου ηλικία;
-Οι αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια είναι οι καλοκαιρινές διακοπές στο χωριό, οι βουτιές στο ποτάμι, το ψάρεμα και το να… «κλέβουμε» φρούτα και καλαμπόκια από το χωράφι του θείου μου.
Στο Κρυονέρι θυμάμαι να παίζω μπάλα στις αλάνες και να αποκτώ καινούργιους φίλους. Να κάνω ποδήλατο από άκρη σε άκρη φτάνοντας μέχρι τα Βασιλικά κτήματα.
Μέσ’ στην αθωότητα των χρόνων αυτών μια μνήμη που με καθόρισε είναι η έξης: έκανα βόλτα με το ποδήλατο μου και κάποιος κύριος βλέποντάς με, με καλεί και μου προτείνει να παίξω σε ένα κινηματογραφικό έργο. Ήταν ο Θόδωρος Αγγελόπουλος και το «Μία αιωνιότητα και μία μέρα»… Τι να καταλάβω εγώ τότε, δέχτηκα αμέσως αν και οι γονείς μου ήταν λίγο διστακτικοί επειδή δεν γνώριζαν από αυτά. Αυτή η ανάμνηση διαχρονικά θα υπάρχει μέσα στην ψυχή και στη σκέψη μου.
*Ποια ήταν η πρώτη παράσταση που παρακολούθησες στη ζωή σου; Τι σου τη θυμίζει;
-Στο σχολείο ανεβάζαμε – παρακολουθούσαμε σχολικές παραστάσεις, οι οποίες τότε δεν μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση. Όταν ήμουν φοιτητής στο πρώτος έτος στη Δραματική Σχολή είδα την παράσταση του Λευτέρη Βογιατζή «Ύστατο Σήμερα». Εντυπωσιάστηκα από τις ερμηνείες των ηθοποιών και είδα για πρώτη φορά στην πράξη τι θα πει τέχνη και τεχνική του θεάτρου.
*Ποιο γεγονός σου έδωσε το έναυσμα να γίνεις ηθοποιός;
-Τώρα που το σκέφτομαι, με αυτήν την ερώτησή σας, η συνάντησή μου με τον κυρ-Θόδωρο, όπως τον έλεγα τότε. Με μύησε στην τέχνη του κινηματογράφου και έγινα συνοδοιπόρος αυτής. Σπουδάζοντας πάνω στο θείο δώρο του κυρ-Θόδωρου.
*Ποιοι δάσκαλοι θεωρείς ότι σου διεύρυναν τους ορίζοντες;
-Στη Σχολή που πήγα καθοριστικοί δάσκαλοι για μένα ήταν: Η Ρούλα Πατεράκη, με τον ιδιαίτερο κωδικό τρόπο υποκριτικής. Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος για τον τρόπο ανάλυσης ρόλων και εφαρμογής τους. Η Άντζελα Μπρούσκου, που με τον ανατρεπτικό της τρόπο μού δημιούργησε ιδιαίτερες ερμηνευτικές συμπεριφορές. Ο Σίμων Πάτροκλος για την κίνηση και τη σωματοποίηση των ρόλων. Ασφαλώς χωρίς να αγνοώ όλους τους άλλους.
*Στο ημερολόγιό σου ποια μέρα της ζωής σου θα μείνει ανεξίτηλη;
-Ανεξίτηλη ημέρα στη μνήμη μου θα μείνει όταν πρωτοήρθαμε στην Ελλάδα, όπου φθάσαμε αργά τη νύχτα, κοιμηθήκαμε σε ένα παγκάκι, περιμένοντας να ξημερώσει. Το πρωί ο πατέρας μου αγόρασε δυο φραντζόλες ψωμί για να φάμε και με το που το δοκίμασα είπα: Τι γλυκό ψωμί που έχει η Ελλάδα.
*Η ζωή του ηθοποιού έχει αγωνίες, έρευνα, ψάξιμο για ακροάσεις, απογοητεύσεις και συνεχές τρέξιμο. Το αντέχεις;
-Έμαθα να αντέχω. Όλα αυτά που αναφέρατε στην ερώτηση. Έχω αποφασίσει να ζω μαζί τους. Άλλοτε να απογοητεύομαι αλλά το πάθος μου δεν με αφήνει ποτέ να λυγίσω…
*Για ποιον μεγάλο ηθοποιό θα έλεγες «αχ και να μπορούσα να παίξω έτσι»;
-Για πολλούς ηθοποιούς, δεν αναφέρω ονόματα για να μην ξεχάσω κάποιον. Μέσα από το έργο τους, τούς θεωρώ φίλους μου, με ανακουφίζουν, με μαθαίνουν και θέλω να τους μοιάσω.
*Τι έμαθες από τις μέχρι τώρα συνεργασίες σου στο θέατρο και στον κινηματογράφο;
-Οι μέχρι τώρα συνεργασίες μου ήταν με καταξιωμένους δημιουργούς του χώρου οι οποίοι με έμαθαν τι θα πει υπομονή, επιμονή, λογική, σπουδή, ήθος, πάθος, απόγνωση, συναίσθημα, εργατικότητα και τέλος ομαδικότητα.
*Πόσο μας καθορίζει, κατά τη γνώμη σου, η εικόνα που έχουν οι άλλοι για μας;
-Δεν μας καθορίζει απαραίτητα. Μπορεί κάποιοι να έχουν μια διαφορετική εικόνα για μας, αλλά εμείς είμαστε αυτό που είμαστε. Από εκεί και πέρα κάνοντας ενδοσκόπηση διορθώνουμε τις αδυναμίες μας και κάθε κριτική είναι δεκτή ως μέσο βελτίωσης.
*Πιστεύεις ότι έχουμε ικανή θεατρική παιδεία στην Ελλάδα;
-Υπάρχει θεατρική παιδεία και σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια η παιδεία μας είναι καλύτερη. Δυστυχώς όμως στη χώρα που γέννησε το θέατρο όχι στο βαθμό που θα έπρεπε. Το ότι ο κόσμος παρακολουθεί όλο και περισσότερο θέατρο είναι ενθαρρυντικό. Θα πρέπει βέβαια ο δέκτης και ο αποδέκτης παιδείας να υπάρχει και να μην είναι απών.
*Υπάρχει καλλιτεχνική δημιουργικότητα σήμερα στη χώρα μας;
-Υπάρχει παρά πολύ μεγάλη. Είναι μια εποχή αναγέννησης που χαίρομαι που τη ζω.
*Το θέατρο είναι και μέσο θεραπείας;
-Φυσικά και είναι, όπως κάθε μορφή τέχνης.
*Ο σημερινός καλλιτέχνης οφείλει να είναι πολιτικοποιημένος, κατά τη γνώμη σου, ή όχι;
-Οποιοσδήποτε καλλιτέχνης μέσα από το έργο που συμμετέχει είναι εν δυνάμει πολιτικός…
*Σε ποια θεατρικά έργα θα ήθελες να παίξεις και ποιους ρόλους;
-Δεν ξέρω. Δεν είμαι έτοιμος να απαντήσω σε αυτήν την ερώτηση. Επειδή είναι θέμα τύχης και συγκυριών.
*Τι σημαίνουν για σένα οι λέξεις: Έκθεση, Ψέμα, Λάθος, Θυμός, Φόβος, Χαρά, Φιλία, Έρωτας, Αγάπη;
•Έκθεση: Απελευθέρωση
•Ψέμα: Ανατροπή ισορροπιών
•Λάθος: Πάντα επιτρέπεται
•Θυμός: Αμετροέπεια ισορροπιών
•Φόβος: Γνώθι σαυτόν
•Χαρά: Με κάνει παιδί
•Φιλία: Αρχέγονη – μοναδική
•Έρωτας: Ζωή και θάνατος
•Αγάπη: Τροφοδότης του Έρωτα.
*Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου συγγραφείς;
-Ξεκινώντας από την Αρχαία Ελλάδα μέχρι σήμερα: Ο Σοφοκλής, ο Αισχύλος, ο Ευριπίδης, ο Αριστοφάνης. Σύγχρονοι Έλληνες: Γιάννης Ρίτσος, Ιάκωβος Καμπανέλλης. Κλασικοί: Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, Αντόν Τσέχωφ, Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Και νεότεροι: Πιραντέλο και Μπέκετ.
*Τι θα ήθελες να πεις για την παράσταση «Μαρία Πενταγιώτισσα» στην οποία παίζεις;
-Να έρθει ο κόσμος να τη δει. Είναι Μποστ. Είμαι πολύ χαρούμενος που συμμετέχω σε αυτήν. Δίπλα σε εκπληκτικούς συναδέλφους τους οποίους εκτιμώ ιδιαίτερα: Τον Χρήστο Χατζηπαναγιώτη, τη Βίκυ Σταυροπουλου, τον Δημήτρη Μαυρόπουλο, τον Μελέτη Ηλία, τον Αργύρη Αγγέλου, τον Χάρη Γρηγορόπουλο, τη Δανάη Μπάρκα, τον Γιώργο Δεπάστα, τον Απόστολο Καμιτσάκη. Σε σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη. Μια παράσταση επίκαιρη που καταφέρνει να χαρίσει άφθονο γέλιο.
*Υποδύεσαι, και μάλιστα με επιτυχία, τον Τσέλιγκα. Τι σε δυσκόλεψε σ’ αυτό το ρόλο;
-Η δυσκολία ήταν να αποδώσει κάποιος τον δεκαπεντασύλλαβο με ανάλαφρο, καθημερινό λόγο.
*Τέλος, ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Συμβιώνεις με κάποιο κατοικίδιο;
-Η σχέση μου με τα ζώα είναι πολύ καλή. Είχα μια σκυλίτσα η οποία λόγω έλλειψης χρόνου τώρα είναι μαζί με τους γονείς μου.
*Ευχαριστώ πολύ, Αχιλλέα!
-Κι εγώ σας ευχαριστώ.
∼∼
Διαβάστε επίσης:
- Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης και η «Μαρία Πενταγιώτισσα» προσφέρουν χιούμορ και συγκίνηση
- “Μαρία Πενταγιώτισσα”: Άφθονο γέλιο, φρεσκοκομμένο από το “μποστάνι του Μποστ”
- Η απολαυστική Μαρία Πενταγιώτισσα του Μποστ περιοδεύει και θριαμβεύει…
- Ο Αχιλλέας Σκεύης – το παιδί της Αιωνιότητας – αποχαιρετά τον Bruno Ganz