Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Αν υπήρχαν αληθινοί πρίγκιπες ετούτο τον παράξενο αιώνα, μάλλον θα είχανε, όχι μόνον την όψη του, αλλά και το στυλ του και τους τρόπους του. Είναι χρόνια τώρα που τον παρακολουθώ στο θέατρο. «Ματωμένος γάμος», «Κουρδιστό πορτοκάλι», «Πανηγύρι», «Σιρανό ντε Μπερζεράκ», «Βάτραχοι», «Αχαρνής», «Θα σε πάρω να φύγουμε»… Θα έλεγα πως κάθε φορά με αιφνιδιάζει, γιατί κάθε φορά είναι διαφορετικός. Πάντα έξοχος στο θεατρικό μιμητικό παιχνίδι, πάντα εξαντλητικά μελετημένος, πάντα με σωστό μέτρο και ρυθμό. Γνωρίζει τις κλιμακώσεις των ψυχικών κινήσεων, έχει μια απαστράπτουσα γοητεία και κινείται σε ένα θέατρο αξιώσεων, σεμνά αλλά ουσιαστικά. Ο Λάμπρος Κτεναβός γεννήθηκε στο Αγρίνιο και αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Έχει συμμετάσχει, μεταξύ άλλων, στην παράσταση «Rue Lepsius» σε σκηνοθεσία Μάρθας Φριντζήλα, στην παράσταση «Κρήτες» σε σκηνοθεσία Γιώργου Ζαμπουλάκη, στην παράσταση «Γενικός Γραμματέας» σε σκηνοθεσία Γιάννη Μαργαρίτη, στην «Αγία Ιωάννα των Σφαγείων» σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη. Έχει πάρει μέρος σε σημαντικές τηλεοπτικές δουλειές. Στον κινηματογράφο έχει κάνει το «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι» του Γιάννη Σμαραγδή και το «Electra» του Πέτρου Σεβαστίκογλου. Ηθοποιός µε έντονη παρουσία και σαφή στόχευση, σκηνικό κύρος, ωραία εμφάνιση και µεταµορφωτικό οίστρο δέχεται τους συνεχείς επαίνους στις κριτικές για την ωριµότητα της υποκριτικής του προίκας, το τέλειο γλωσσικό όργανο στην εκφορά του, την εξαίσια κίνηση και την απέριττη τεχνική, εξωτερική και εσωτερική. Δύσκολα πράγµατα που κατορθώνει να φτάνουν στην πλατεία ως αυτονόητα και απλά. Φέτος το χειμώνα έπαιξε στο «Πανηγύρι» του Δημήτρη Κεχαΐδη, ένα από τα πιο δημοφιλή έργα της σύγχρονης νεοελληνικής δραματουργίας, σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου. Ένα σπουδαίο έργο που κατορθώνει να αποτυπώσει γλαφυρά μια εποχή και παράλληλα να διατρέξει το χρόνο, ανατέμνοντας με τρυφερότητα και αυστηρότητα τις ανθρώπινες σχέσεις, και αναδεικνύοντας νοοτροπίες και στρεβλές αντιλήψεις του παρελθόντος, που παραμένουν αναλλοίωτες. Το «Πανηγύρι» το έχουμε ξαναδεί πολλές φορές. Κι όμως στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου ήταν σαν να το βλέπαμε και να το ακούμε πρώτη φορά. Μας συγκίνησε η αποτύπωση της νομαδικής ζωής, η έμφαση στην αμορφωσιά, τη φτώχεια, αλλά και την αδράνεια – εμπόδιο την προκοπή των ανθρώπων του Θεσσαλικού κάμπου, που εγκαταλείπονταν (και εγκαταλείπονται) στο έλεος της ανελέητης μοίρας τους. Βρήκα εξαιρετική πρόκληση την παράσταση και καθηλωτικές τις ερμηνείες. Ο Λάμπρος Κτεναβός κρατούσε το ρόλο του Γιου, ένα ρόλο πηγαίο και διαχρονικό. Ακολούθησε τον ιδιαίτερο δρόμο του χαρακτήρα, που είναι γεμάτος οκνηρία και ανευθυνότητα. Ωστόσο η υποκριτική του προσέγγιση ήταν σύγχρονη. Ο υποκριτικός ψυχισμός, η ωριμότητα στη σύνθεση, ο βιωμένος χρόνος των σιωπών, η απειλητική σιγή, οδηγούσαν σε μια συνωμοτική υποκριτική σκευωρία με τους θεατές, ένα χιουμοριστικό νεύμα στον συνάνθρωπο, συνοδοιπόρο της μοναξιάς των πόλεων και νοσταλγό της φυσικής ζωής αλλά και προδομένο και προδότη των νεανικών ονείρων. Ο Λάμπρος υπέγραψε ένα νεοελληνικό ρόλο τρομερό, από τους πιο αγαπημένους και τους πιο χαρακτηριστικούς του Έλληνα, που οδηγεί σε συνθηκολόγηση, παραίτηση, απομόνωση. Κατέγραψε µια ρεαλιστική εµπειρία µέσα σε µια θεατρικότατη ποιητική έξαψη, δημιούργησε ένα υποκριτικό διαμαντάκι. Τώρα, στην καλοκαιρινή περιοδεία του «Συρανό» (σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα) υποδύεται έναν ξέφρενο και μέθυσο ποιητή, έναν ποιητή χτυπημένο από το σύστημα της εποχής. Ο άνθρωπος αυτός γνωρίζει πολλά για πολλούς και σε συνδυασμό με τον εκρηκτικό καλλιτεχνικό χαρακτήρα του γίνεται βορά σε κάθε εκδικητική συμπεριφορά κάθε υψηλόβαθμου αξιωματούχου, που επιδιώκει να τον ξεφορτωθεί. Μια ιστορία για την ομορφιά της ψυχής, ένας ύμνος στον έρωτα, μια περιπέτεια σ’ έναν κόσμο γεμάτο πάθη, αγάπη και ευαισθησία. Κλείνοντας τον πρόλογο, κρατάω μια φράση του από τη συνέντευξη. Μια φράση με ξεχωριστή σημασία, δηλωτική του υψηλού επιπέδου ευσυνειδησίας που διαθέτει: «Όλοι χρειαζόμαστε το Θέατρο, αλλά το Θέατρο δεν μας χρειάζεται όλους». Ο ηθοποιός με το ήρεμο τοπίο των ματιών, που μοιάζει να ξέφυγε από το σελιλόιντ και να ζει ανάμεσά μας, μας μιλά με τερπνότητα, ειλικρίνεια, εμπιστοσύνη και ευγένεια για την τέχνη, τη ζωή και τη σταδιοδρομία του.
Διαβάστε τη συνέντευξη.
– Γεννήθηκα στο Αγρίνιο, μια πόλη που έχει κρατήσει τα ήθη και τα έθιμά της στο πέρασμα των χρόνων. Οι αναμνήσεις που έχω πολλές. Εικόνες από την παρέα ως μικροί εξερευνητές σε χωράφια και δασάκια, να προσπαθούμε να βρούμε θησαυρούς σε εγκαταλελειμμένες πολεμίστρες. Τα γέλια των παιδιών στο στενάκι κάτω από το φροντιστήριο, τα φλερτ και κανένα τσιγάρο στα κρυφά, τα φαγητά που έφτιαχνε το καλοκαίρι η μαμά και οι φωνές του μπαμπά για να τον βοηθήσουμε στις δουλειές.
* Πόσο αναπόφευκτο ήταν να ασχοληθείς με την υποκριτική;
– Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα κάνω κάτι τέτοιο, ώσπου μια μέρα βρέθηκα στο Θέατρο Τέχνης, είδα μία παράσταση και μαγεύτηκα, έτσι αποφάσισα να ασχοληθώ με το Θέατρο. Ύστερα από οκτώ χρόνια ενασχόλησής μου με αυτό, νιώθω ότι δεν θέλω να κάνω κάτι άλλο.
* Υπάρχουν δάσκαλοι που τους θυμάσαι με ευγνωμοσύνη;
– Οι δάσκαλοί μου έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη μύησή μου στην Τέχνη του Θεάτρου: Φιλαρέτη Κομνηνού, Νίκος Χατζόπουλος, Μάρθα Φριντζήλα, Ελένη Σκότη, Πέτρος Σεβαστίκογλου, Χαρά Κεφαλά, Φωκάς Ευαγγελινός, Αμάλια Μπένετ, δάσκαλοι που μας δίδαξαν με πάθος και πολλή αγάπη.
* Στο «Πανηγύρι» του Δημήτρη Κεχαΐδη, που παίχτηκε το χειμώνα στο Εθνικό Θέατρο, κρατούσες το ρόλο του Γιου. Ο κόσμος αγκάλιασε το έργο και το τοποθέτησε στην πρώτη γραμμή των επιλογών του. Τι δυσκολίες αντιμετώπισες στην ερμηνεία του ρόλου;
– Δεν αντιμετώπισα πολλές δυσκολίες, γιατί ήταν ένας χαρακτήρας που τον ήξερα, με καθαρούς άξονες, δράσεις και χωρίς πολλές σκέψεις και από κάτω κείμενα. Διαχρονικός, κατά τη δική μου ταπεινή άποψη.
* Από τότε που γράφτηκε το «Πανηγύρι» μέχρι σήμερα, έχει κυλήσει πολύ νερό στ’ αυλάκι. Ένα έργο που μας γυρίζει στους απλούς καιρούς και που φρεσκάρει την αφέλεια, τι κοινό έχει με το σήμερα;
– Το «Πανηγύρι» έχει πολλά κοινά με το σήμερα, η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Όσο για την αφέλεια σχετίζεται, σε ποιο πλαίσιο βρίσκεσαι. Είμαστε έξυπνοι σε πράγματα που μας είναι γνωστά, απέναντι σε άγνωστα μονοπάτια όλοι παρουσιάζουμε σημάδια αφέλειας. Χαρακτηριστικό που μας κρατά άρρηκτα συνδεδεμένους με το έργο.
* Γιατί ως κοινωνία δεν εκτιμάμε, όσο θα έπρεπε, τους πνευματικούς καρπούς της πατρίδας μας;
– Η μειωμένη εκτίμηση των ελληνικών πνευματικών καρπών, οφείλεται στη σφραγίδα Π.Ο.Π. (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης) που φέρουν και κάνει τον κόσμο να τα θεωρεί δεδομένα.
* Από την εμπειρία σου και ως απόφοιτος της δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου, πιστεύεις πως σε μια προοπτική συνεργασίας και αλληλεγγύης, το Εθνικό θα μπορούσε να είναι η ναυαρχίδα του ελληνικού θεάτρου;
– Και θα μπορούσε και πρέπει κάποια στιγμή. Αυτό για να συμβεί χρειάζεται χαρτί και μολύβι. Ελπίζω κάποιοι να καταλάβουν ότι καταγράφονται στα κιτάπια της Ιστορίας και θα λογοδοτήσουν, που εκμεταλλεύτηκαν τους καλλιτέχνες που το απαρτίζουν.
* Ποιο ρόλο ερμηνεύεις στο Σιρανό ντε Μπερζεράκ; Τι έχεις να πεις για την παραγωγή, την περιοδεία και τους συντελεστές της παράστασης;
– Ο ρόλος μου στον Συρανό είναι ενός μέθυσου ποιητή, ένας ποιητής χτυπημένος από το σύστημα της εποχής. Ξέρει πολλά για πολλούς και σε συνδυασμό με τον εκρηκτικό καλλιτεχνικό χαρακτήρα του γίνεται βορά σε κάθε εκδικητική συμπεριφορά του κάθε υψηλόβαθμου, που θέλει να τον ξεφορτωθεί. Όσο για την παραγωγή, ο Γιάννης Κακλέας και ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος μαζί με όλη την ομάδα αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Συμφωνήσαμε για την υποχρέωσή μας να δείξουμε στον κόσμο αυτόν τον «Ύμνο στον Έρωτα». Από την πρώτη στιγμή αυτή η προσπάθεια αγκαλιάστηκε από όλους άμεσα και έμμεσα εμπλεκόμενους αλλά και από τον απλό κόσμο. Όσο για την περιοδεία, τα μέρη και οι παραστάσεις πολλά. Πραγματοποιούμε ένα καλοκαιρινό ταξίδι στην Ελλάδα για να επικοινωνήσουμε την Τέχνη μας. Για τους συντελεστές, ό, τι και να πω λίγο. Ομάδα γεμάτη δύναμη, άξια όμορφα πλάσματα, σημαντικοί, αξιόλογοι καλλιτέχνες. Πάντρεμα ηθοποιών, χορευτών και performers, έτοιμοι να χαρίσουν συναισθήματα σε όλη την Ελλάδα.
* Πώς ένα έργο με τόσο ρομαντικό υπόστρωμα, όπως ο «Σιρανό» του Εντμόν Ροστάν, με μελαγχολική διάθεση, έναν ανέφικτο έρωτα, εσωτερίκευση, γνωρίζει πάντα επιτυχία, ακόμα και στην πεζή και δύσκολη εποχή μας; Ποια είναι τα μηνύματα που περνάει;
– Ο έρωτας είναι συνεχής πόλεμος, είναι μία λέξη που χαρακτηρίζεται από μάχες, ίντριγκες, ζήλιες, εγωισμούς, ψυχική ανάταση όσο και καταρράκωση. Το αποτέλεσμα όλων αυτών των στοιχείων κάνει τον έρωτα όχι απλά μια σταγόνα συναισθημάτων, αλλά πολιτική στάση. Γι’ αυτό πιστεύω πως πάντα θα μας αφορά και θα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, όσον αφορά την Τέχνη και την προτίμηση του κόσμου. Όντας αισιόδοξος, επισημαίνω πως ο έρωτας είναι η κινητήριος δύναμη των πάντων.
* Ποιες από τις παραστάσεις που έπαιξες θυμάσαι με αγάπη και ποιους ρόλους αγάπησες περισσότερο;
– Η κάθε παράσταση για μένα κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στη μέχρι τώρα πορεία μου. Η συναισθηματική εμπλοκή που δημιουργείς με το έργο και κατά συνέπεια με το ρόλο, σου δίνει τη δυνατότητα να οδηγηθείς σε δρόμους που δεν είχες φαντασθεί. Αγάπησα το κάθε έργο, ρόλο ξεχωριστά, με την ίδια ένταση.
* Η ποιότητα στο θέατρο είναι εμπορική;
– Τι εννοούμε εμπορικό; Αν μιλάμε για ολοκληρωμένες δουλειές σε όλα τα επίπεδα που απευθύνονται σε μεγάλη μερίδα κόσμου, είναι ζητούμενο. Η θεατρική ποιότητα είναι μία ή θα έπρεπε να είναι μία.
* Ποια είναι η άποψή σου για τα εφόδια, την προοπτική και το μέλλον των νέων ηθοποιών σήμερα;
– Τα εφόδια των ηθοποιών σήμερα είναι μακράν περισσότερα από άλλων συναδέλφων σε παρελθοντικούς χρόνους, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει και ποιοτικά. Όσον αφορά την προοπτική αρκεί να υπάρχει η επιθυμία για εξέλιξη.
* Το θέατρο πάντοτε αποτελούσε μια τέχνη από την οποία δεν κάνει κανείς χρήματα, μήπως τώρα πλέον αποτελεί και, κατά κάποιον τρόπο, χόμπι;
– Πέρα από την καλλιτεχνική αναζήτηση, το Θέατρο είναι επάγγελμα και οφείλουμε να το προστατέψουμε. Το σίγουρο είναι ότι όλοι χρειαζόμαστε το Θέατρο, αλλά το Θέατρο δεν μας χρειάζεται όλους.
* Σήμερα πλέον έχει αλλάξει το τοπίο στο θέατρο. Μιλάμε για «ανθρώπους του θεάτρου», που μπορούν να παίζουν, να σκηνοθετούν, να τραγουδούν, να αναλαμβάνουν φωτισμούς… Πώς θα το σχολίαζες αυτό;
– Η ευελιξία είναι προσόν σε όλους τους τομείς, αλλά κρύβει την πιθανότητα να μην εμβαθύνεις πραγματικά στο αντικείμενό σου, ώστε να λάβεις τους καρπούς του.
* Τι θα ήθελες να πεις για το θεατρικό κοινό του σήμερα, που -παρά την οικονομική δυσπραγία- δεν έχει βγάλει από τη ζωή του το θέατρο;
– Αυτή η στάση του κόσμου με συγκινεί βαθιά και με γεμίζει ελπίδα, αυτό συμβαίνει γιατί η αξία του θεάτρου δεν μεταβάλλεται στο πέρασμα του χρόνου. Ήταν, είναι και θα είναι μια σταθερά, που κάνει τον κόσμο να δείχνει εμπιστοσύνη.
* Ποιο λιθαράκι θα μπορούσε να βάλει η τέχνη του θεάτρου σε ένα συνολικό οικοδόμημα πολιτισμού και διαφωτισμού;
– Η αμεσότητα που υπάρχει στο θέατρο, ανάμεσα στους καλλιτέχνες και στο κοινό, είναι αυτή που μπορεί να προάγει κάθε τι ουσιαστικό και πολύπλευρο. Ο κορμός του Θεάτρου αποτελείται από τον συγκερασμό διαφορετικών Τεχνών, οι οποίες προωθούν όλες τις πολιτισμικές παραμέτρους μιας συγκεκριμένης ιστορικής στιγμής.
* Οι επιλογές είναι ένας τομέας που επίσης απαιτεί ταλέντο;
– Θεωρώ, πως ναι χρειάζεται ταλέντο. Υπάρχουν όμως παράγοντες που καθορίζουν τις επιλογές όσο και αν είναι το περίσσευμα ταλέντου. Βρισκόμαστε σε μία εποχή που τα θέλω μας με τα πρέπει είναι αντικρουόμενα.
* Ποιοι ρόλοι ασκούν έλξη επάνω σου;
– Κατά καιρούς μου αρέσουν ρόλοι στη σφαίρα του κακού, σκληρού, δυνατού, γιατί πιστεύω ότι είναι αυτοί που κρύβουν βαθιά μέσα τους μια ευαισθησία.
* Πιστεύεις ότι εξακολουθούν να υπάρχουν προκαταλήψεις στην κοινωνία μας σχετικά με τη φυλή, τη διαφορετικότητα, τα φύλα, τις κοινωνικές τάξεις; Οι προκαταλήψεις αυτές περνούν και στην παιδεία;
– Το μεσογειακό ταμπεραμέντο της κοινωνίας μας κρύβει πολλά αρνητικά και θετικά στοιχεία, είναι φανερή η μη αποδοχή της διαφορετικότητας. Βέβαια η δυναμική της κοινωνίας με πρωτεργάτες τους νέους προσπαθεί να τις εξαλείψει, αλλά υπάρχει ένα σαθρό σύστημα που κάνει το αντίθετο και ταΐζει πολύ συχνά τέρατα, όπως η προκατάληψη.
* Το κωμικό ενέχει τραγικότητα και το αντίθετο, κατά τη γνώμη σου;
– Κατά βάση συμβαίνει αυτό. Ποιος είναι αυτός που δεν γέλασε με τα παθήματα του Τσάπλιν και του Κίτον. Ποιος είναι αυτός που δεν γέλασε με τη γιαγιά που προπορευόμενη σκόνταψε και έπεσε στο δρόμο. Κάθε κωμωδία κρύβει το δράμα της και κάθε δράμα την κωμωδία του.
* Ποιο είναι το δικό σου σύνθημα που θα ήθελες να ακουστεί;
– «Εμείς γι’ αυτά τα λίγα και απλά πράγματα πολεμάμε…», απόσπασμα από ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη.
* Λειτουργείς με το συναίσθημα ή με τη λογική;
– Το συναίσθημα και η λογική είναι συστατικά που τα έχουμε όλοι μέσα μας. Ανάλογα βέβαια με τον άνθρωπο, κάποιο από τα δύο υπερτερεί. Εγώ είμαι από αυτούς που με τα χρόνια ανέπτυξαν το EQ τους. Το συναίσθημα με βοηθάει σε κάθε επιλογή μου και μέχρι τώρα με έχει βγάλει ασπροπρόσωπο.
* Πώς θα ήθελες να είσαι επαγγελματικά, καλλιτεχνικά και προσωπικά σε δέκα χρόνια από τώρα;
– Θα ήθελα να έχω τη δυνατότητα επιλογής, να έχω σταθερότητα σε όλους τους τομείς και να χαμογελάω.
* Πώς είναι η καθημερινότητά σου στην πόλη που ζεις;
– Πέρα από τη δουλειά μου και τις πρόβες, προσπαθώ να αξιοποιώ τον χρόνο μου, βλέποντας κινηματογράφο και θέατρο. Μου αρέσει να περνάω χρόνο με ανθρώπους που αγαπώ.
* Τι διαβάζεις αυτή την εποχή;
– Συνετό θα ήταν να γράψω πως διαβάζω το τάδε βιβλίο. Όχι, διαβάζω πράγματα που έχουν να κάνουν με την παράσταση που είμαι τώρα. Αργότερα θα χαρώ και θα επιδιώξω να διαβάσω κάτι, να έχω μια παρέα στην καλοκαιρινή μου περιοδεία.
* Τι απεχθάνεσαι;
– Αντί να γράψω εγώ τι απεχθάνομαι σας παραπέμπω το μονόλογο του Συρανό: «Θέλεις να πεις να πάω μπροστά, να κάνω εγώ καριέρα; Να βρω έναν ισχυρό προστάτη να με πάρει υπό την προστασία του, και εγώ, γεμάτος χάρη, να τυλιχτώ σαν τον κισσό που το φλοιό τον γλείφει και αντί να είμαι δυνατός θες να με λεν γαλίφη; Όχι ποτέ σ’ ευχαριστώ! Στίχους να αφιερώνω σε τραπεζίτες, υπουργούς και να γυρεύω μόνο ένα στραβό χαμόγελο στα αγέλαστα τους χείλη και να έχω έγνοια μοναχή μήπως κανείς μου στείλει τίποτα παλιοψίχουλα να φάω από ευσπλαχνία, να μου βρωμάν τα γόνατα από τη γονυκλισία και ευκαμψίας γυμνάσματα να κάνω με τη ράχη; Όχι ποτέ σ’ ευχαριστώ! Σε μια ψηλή βελανιδιά ποτέ μη σκαρφαλώσω σαν τον παράσιτο κισσό. Μόνο να κατορθώσω να στέκομαι ολομόναχος κι ας με ζώνει ο φθόνος κι ας μην ανέβω στα ψηλά, αλλά να ανέβω μόνος».
* Τι θαυμάζεις;
– Θαυμάζω την ακεραιότητα κάποιων ανθρώπων.
* Με τι διασκεδάζεις;
– Διασκέδαση για εμένα είναι το Θέατρο και ό, τι σχετίζεται με αυτό.
* Τι σε συγκινεί;
– Με συγκινούν οι άνθρωποι που περνούν δύσκολα και αντιμετωπίζουν τις καταστάσεις με χαμόγελο.
* Τι σε έχει κάνει (κάποτε) να… ντραπείς;
– Κάποτε κατέθεσα σε κάποιον κομμάτια της ψυχής μου και αυτός τα έκανε χαρτοπόλεμο μοιράζοντάς τα στον οποιονδήποτε. Ντροπή!
* Ποιους θαυμάζεις στη λογοτεχνία, στη ζωγραφική, στον κινηματογράφο αλλά και στο θέατρο;
– Θαυμάζω πολλούς καλλιτέχνες, ανάλογα με την περίοδο που διανύω εμβαθύνω σε αυτούς που με ενδιαφέρουν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
* Μίλησέ μας και για το κατοικίδιό σου αλλά και για τη σχέση σου με τα ζώα.
– Δεν έχω κάποιο κατοικίδιο στη ζωή μου αυτόν τον καιρό, ίσως γιατί γνωρίζω το μέγεθος της ευθύνης. Λατρεύω τα ζώα βαθιά, αλλά το γεγονός ότι δένεσαι μαζί τους και μετά έρχεται η ώρα της απώλειας είναι κάτι που δεν μπορώ εύκολα να διαχειριστώ.
“Συρανό”
Καλοκαιρινή περιοδεία σε όλη την Ελλάδα
Η μεγάλη επιτυχία που μονοπώλησε δύο θεατρικές περιόδους και γνώρισε την ανταπόκριση κοινού και κριτικών, η ηρωική κωμωδία του Εντμόν Ροστάν «Συρανό ντε Μπερζεράκ», σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα με τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο στον ομώνυμο ρόλο και τη Δήμητρα Ματσούκα στον ρόλο της Ρωξάνης, ταξιδεύει σε όλα τα μεγάλα φεστιβάλ της Ελλάδας για την καλοκαιρινή περίοδο του 2016.
Ένα από τα πιο συναρπαστικά και δημοφιλή έργα του παγκόσμιου δραματολογίου, που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για κινηματογραφικές ταινίες, έργα όπερας και μπαλέτου, μουσικές συνθέσεις, ακόμη και σειρές κόμικ, ζωντανεύει ξανά σε μια παράσταση που σημείωσε τεράστια επιτυχία με ρεκόρ εισιτηρίων στην Αθήνα.
Ο Συρανό γίνεται υπό τη σκηνοθετική μαεστρία του Γιάννη Κακλέα ένα σκηνικό θέαμα με 40 χαρακτήρες που ξεδιπλώνουν έρωτες και πάθη, σκαρώνουν ποιήματα και αστεία, τραγουδούν και πολεμούν μεταφέροντας μας από τις αίθουσες θεάτρου και τις μυρωμένες αυλές σπιτιών ως τα μοναστήρια καπουτσίνων και τα αιματοβαμμένα πεδία μαχών.
Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος ενσαρκώνει τον εκκεντρικό ήρωα με τη διάσημη μύτη και την πολυσχιδή προσωπικότητα, έναν ξεχωριστό, πολυτάλαντο άνθρωπο, τρυφερό, αστείο, ποιητή και δεινό ξιφομάχο και κατ’ εξοχήν τραγικό πρόσωπο, που θα παραδεχτεί τον μεγάλο του έρωτα για την εξαδέλφη του Ρωξάνη μόνο λίγο προτού ξεψυχήσει.
Η μουσική της Ευανθίας Ρεμπούτσικα δίνει τη δική της νότα μέσα από τις μελωδίες που έχει συνθέσει αποκλειστικά για την παράσταση, ενισχύοντας τον ηρωισμό και το χιούμορ που χαρακτηρίζει το έργο.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία – δραματουργική επεξεργασία: Γιάννης Κακλέας
Μετάφραση: Λουΐζα Μητσάκου
Σκηνικά: Μανόλης Παντελιδάκης
Κοστούμια: Εύα Νάθενα
Μουσική: Ευανθία Ρεμπούτσικα
Φωτισμοί: Χρήστος Τζιόγκας
Χορογραφίες: Χρήστος Παπαδόπουλος
Επιμέλεια κίνησης: Αγγελική Τρομπούκη
Σπαθογραφίες: Κωνσταντίνος Μπουμπούκης
Βοηθός σκηνοθέτη: Νουρμάλα Ήστυ
Ηθοποιοί:
Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Δήμητρα Ματσούκα, Γιώργος Παπαγεωργίου, Κώστας Μπερικόπουλος, Ιφιγένεια Αστεριάδη, Βαγγέλης Χατζηνικολάου, Στέλιος Ξανθουδάκης, Θάνος Κοντογιώργης, Αγγελική Τρομπούκη, Στράτος Τρογκάνης, Λάμπρος Κτεναβός, Θάνος Μπίρκος, Κωστής Μπούντας, Αλέξιος Φουσέκης
Βιολί παίζει η Βασιλική Μαζαράκη