13.9 C
Athens
Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2025

«Κουρδιστό πορτοκάλι», σύγχρονη «μεσαιωνική» πραγματικότητα στο θέατρο “Κιβωτός”

Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου

«Κουρδιστό πορτοκάλι»: Μανιφέστο – δυναμίτης. Ήταν ένα απ’ τα πιο επιδραστικά βιβλία για τη νεανική κουλτούρα του περασμένου αιώνα. Και παραμένει ακόμα επιδραστικό… Αποδεικνύεται περίτρανα στην παράσταση του Γιάννη Κακλέα, που παρουσιάζεται στο θέατρο «Κιβωτός», με πρωταγωνιστή τον Κωνσταντίνο Ασπιώτη και μια πλειάδα από τους πιο ταλαντούχους νέους ηθοποιούς που διαθέτουμε, τον Λάμπρο Κτεναβό, τη Μένη Κωνσταντινίδου, τον Γιώργο Στάμο, την Αγγελική Τρομπούκη, τον Φάνη Παυλόπουλο και τον Βαγγέλη Χατζηνικολάου. Η παράσταση, γρήγορη και σαρωτική, κυριολεκτικά «σκίζει». Οι θεατές ανατριχιάζουν με το έργο αλλά ταυτόχρονα το λατρεύουν. Στο τέλος καταχειροκροτούν με πάθος τους ηθοποιούς.
Μυθιστόρημα για μια «δυστοπία», το «Κουρδιστό πορτοκάλι» μας μεταφέρει σε έναν φανταστικό κόσμο απόλυτης δυστυχίας. Όπως οι ουτοπίες, έτσι και οι δυστοπίες αποτελούν προϊόντα φαντασίας και χρησιμοποιήθηκαν με την πάροδο του χρόνου εκτός λογοτεχνίας για να περιγράψουν ένα αρνητικά θεωρούμενο κοινωνικό ή πολιτικό σύστημα.
Έχοντας κοντά μου, συν-θεατή, ένα φίλο που είχε ζήσει στο πετσί του τον τρόμο της επιβίωσης σε μια συνοικία που λυμαίνονταν παρόμοιες συμμορίες τη δεκαετία του 1970, σε μια άλλη μεγαλούπολη, το New Jersey, νιώσαμε να μας αγγίζει ακόμα περισσότερο αυτό το συγκλονιστικά σκληρό έργο.

Λογοτεχνικό και φιλοσοφικό επίτευγμα

Ο έφηβος ακόμα Άλεξ απολαμβάνει τους βιασμούς, τα ναρκωτικά και την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν. Ως αρχηγός μιας συμμορίας συνομηλίκων του, περιπλανιέται στους δρόμους ενός παρακμιακού μέλλοντος αναζητώντας φρικτές και ένοχες συγκινήσεις. Όταν συλλαμβάνεται και φυλακίζεται για την αποκλίνουσα συμπεριφορά του, το κράτος αναλαμβάνει να τον αναμορφώσει… Αυτός συγκατατίθεται. Αλλά με ποιο κόστος; Η απαράμιλλη λογοτεχνική επιτυχία του Anthony Burgess, που ενέπνευσε την ομότιτλη ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ και συμπεριλήφθηκε στη λίστα του περιοδικού «Time» με τα εκατό κορυφαία μυθιστορήματα της αγγλικής γλώσσας που γράφτηκαν τον 20ό αιώνα, γίνεται στην Ελλάδα μια θαυμάσια παράσταση. Μια εκπληκτική θεατρική δουλειά, μια αλλόκοτα ανελέητη σάτιρα της διαστρέβλωσης του ατομικού και συλλογικού νου. Σε πρώτη ανάγνωση το θεωρείς ένα σοκαριστικό χτύπημα, αλλά στην πραγματικότητα είναι κάτι πολύ σπάνιο στην τέχνη: ένα φιλοσοφικό επίτευγμα.
Μετά την επιτυχία που είχε στην πρώτη παρουσίαση του έργου πριν από δύο χρόνια, στο θέατρο “Αποθήκη”, το ανατρεπτικό και προκλητικό έργο του Anthony Burgess «Κουρδιστό Πορτοκάλι» παρουσιάζεται ξανά στο θέατρο «Κιβωτός», στη σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα, με τον Κωνσταντίνο Ασπιώτη στον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ο Άλεξ

Αν μπορείς κατά τη διάρκεια της παράστασης να κάνεις μερικά επίμονα καδραρίσματα στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου Ασπιώτη – Άλεξ, που αποτελεί τον καμβά αποτύπωσης όλων των αποτρόπαιων συμβάντων, των οποίων γίνεται είτε φυσικός αυτουργός είτε μάρτυρας μα και των ελάχιστων στιγμών που είναι άνθρωπος ελεύθερος να βιώσει και να νιώσει κάποιου είδους συναίσθημα, πλην της απόγνωσης και του φόβου, θα δεις να ζωγραφίζεται πάνω του ό, τι πιο κοντινό στην περίπλοκη ανθρώπινη αντίληψη.
Η σύγχρονη «μεσαιωνική» πραγματικότητα, της οποίας η μετεξέλιξη οδεύει προς όλο και πιο δυσοίωνες δομές, μεταφέρεται με στοιχεία σβελτάδας, ακρίβειας αναπαράστασης, μαύρου χιούμορ και χορταστικής βίας.
Θέατρο σωματικότητας, που σε κάνει να πιστεύεις πως οι ήρωες ανασαίνουν σχεδόν στο πρόσωπό σου και μερικές στιγμές είναι σαν να εμπλέκεσαι κι εσύ στην εξέλιξη της δράσης.
Ασκητική και κωμική, άχρονη και διαχρονική, χωρίς συγκεκριμένη ηλικία, χωρίς διαχωρισμένη προσωπικότητα, μόνο συγκεντρωμένη, τραγική και με μια εμμονοληπτική αγωνία για πρόκληση η εικόνα του κεντρικού ήρωα παγιδεύει τον θεατή στη φρίκη του περιθωρίου. Τον εγκλωβίζει στην παραβατικότητα των ουσιών, στον νεανικό παρασιτισμό, στην πνιγμονή του εθισμού, κι όσο κι αν αντιστέκεσαι με πεισματική λογική, σε φέρνει κοντά στον πρωτόγονο τρόμο της ανθρώπινης τρέλας, που αναγνωρίζει το έγκλημα κι απλώς ζητά δικαίωμα στην επιβίωση. Χωρίς υπερβολή, το «Κουρδιστό πορτοκάλι» είναι μια από τις παραστάσεις που θα καθορίσουν θεατρικά τη χρονιά.

Γλωσσικό σοκ

«Δεν ξέρω κανέναν άλλο συγγραφέα που να έχει καταφέρει τόσα με τη γλώσσα… Το γεγονός ότι είναι επίσης ένα πολύ αστείο βιβλίο μπορεί να περάσει απαρατήρητο», είχε γράψει για τον Anthony Burgess ο μεγάλος William S. Burroughs (“Time”).

Όταν ρώτησαν κάποτε τον Άντονι Μπέρτζες γιατί έδωσε τον τίτλο «Κουρδιστό πορτοκάλι» στο διασημότερο μυθιστόρημά του, απάντησε ότι ήθελε να δημιουργήσει ένα οξύμωρο σχήμα συνδυάζοντας το ζωντανό και το οργανικό στοιχείο με το ψυχρό και το μηχανικό, να προκαλέσει δηλαδή ένα μικρό γλωσσικό σοκ. Το γλωσσικό σοκ όμως προκύπτει από το αφηγηματικό αντίστοιχο που κυριαρχεί σε όλο το δημιούργημα. Τόσο από το είδος της γραφής, όσο και από το θέμα του. Όπως όλα τα έργα που θέτουν ηθικά διλήμματα, είναι έργο μανιχαϊκό που αποδέχεται δύο ανταγωνιστικά στοιχεία, το φως και το σκοτάδι, το καλό και το κακό. Δεν υπάρχει μόνο το καλό ή το κακό. Επικρατεί η διαρκής σύγκρουση των αντιπάλων πλευρών.

Η βία

Ποια τα αρχέτυπα της βίας και της μη βίας; Πώς μεταφράζονται σε πράξη; Εδώ δεν πρέπει να αγνοεί κανείς την εποχή που γράφτηκε το μυθιστόρημα. Η δεκαετία του 1960 ήταν δεκαετία των νέων και της εξέγερσης. Ο Μπέρτζες, ωστόσο, δεν σταματά σ’ αυτό. Αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό το δίπολο καλού – κακού. Η άγνοια δεν συνιστά αρετή και η ανεξέλεγκτη βία δεν είναι εξέγερση, ενώ η θεραπεία της δεν αποτελεί αντίδοτο – αντίθετα είναι έκφραση της καθεστωτικής βίας.
Στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον μια ομάδα νεαρών προβαίνει σε βιαιότητες: βανδαλισμούς, κλοπές, βιασμούς χωρίς λόγο, ενώ δείχνει να το απολαμβάνει πολύ. Ύστερα από ένα ατυχές συμβάν, ο Άλεξ κλείνεται στη φυλακή. Όταν επιλέγει να ενταχθεί σε ένα νέο σωφρονιστικό πρόγραμμα που επινόησε η κυβέρνηση για την πάταξη της βίας, στην ουσία γίνεται πειραματόζωο σε ένα παβλοφικό πείραμα.
Έχοντας υιοθετήσει τη γλώσσα των εφήβων (νάντσατ) της εποχής του, το βιβλίο που εκδόθηκε το 1962, μεταφράστηκε στη γαλλική, ιταλική, ισπανική, καταλανική, ρωσική, εβραϊκή, ρουμανική και γερμανική γλώσσα. Όταν πέρασε στον κινηματογράφο, χάρη στον Στάνλεϊ Κιούμπρικ, η επιτυχία ήταν τεράστια και το πρόβλημα των εφήβων ήδη τέθηκε σε νέα βάση. Πράγματι, οι έφηβοι -τουλάχιστον στο μυθιστόρημα- ανακαλύφθηκαν κατά τον 19ο αιώνα. Τότε και τώρα οι παιδαγωγοί είχαν τη γνώμη ότι ο έφηβος -ο Άλεξ είναι 15 χρόνων- πηγαίνει στο σχολείο για να μορφωθεί και κυρίως ν’ ανακαλύψει το εγώ του, ανοίγοντας δρόμο προς την κοινωνία. Τι πιο συναρπαστικό, λοιπόν, απ’ το να περιγράψει κανείς πώς ο Άλεξ σπάζει το οικογενειακό περίβλημα; Ανήκει σε διαφορετικό κοινωνικό διάζωμα, σκέφτεται αλλιώς, υποφέρει αλλιώς μέσα στο ημίφως του εφηβικού κόσμου του.

Η ομάδα του Άλεξ -μια τέλεια «τσακαλοπαρέα», χωρίς φραγμούς και όρια- ανατρέπει το ενάρετο κοστούμι της κοινωνίας. Έχει γραμμένο στα απόκρυφα σημεία της το σχολείο, μισεί θανάσιμα τους μπάτσους, φτύνει κάθε μορφή καθεστηκυίας τάξης, εργασίας, υπακοής, σύνεσης, νομιμότητας.
Ξένος στην οικογένεια ο Άλεξ, περίπου σαν επικίνδυνος επισκέπτης, μετράει τον χρόνο του μόνο το βράδυ, αφού πίνει το «γάλα» του και μεταμορφώνεται σε πειρατή της νύχτας. Η μεγάλη αλάνα της πόλης θυμίζει λίγο τον φόβο των Λονδρέζων όταν το Σαββατοκύριακο έκλειναν τα κολέγια και οι φοιτητο-μαθητές κυριαρχούσαν στην πόλη σαν λυσσασμένοι μολοσσοί. Οι γονείς ήθελαν υπάκουα παιδιά που θα συνέχιζαν την ιστορία της οικογένειας – τα παιδιά μυούνταν στο κακό για ν’ απελευθερωθούν και κυρίως για ν’ αποκτήσουν νέο πρόσωπο. Το μολόκο (γάλα) της οικογένειας εμπλουτιζόταν με βελοσέτ (ναρκωτικό).

Αρχικά η πειρατεία προχωρά περίφημα. Αφού ο φόβος φυλάει τα έρημα, η αλητοπαρέα του Άλεξ, με το αρχηγιλίκι του ακλόνητο ακόμη, βρίσκεται σε τροχιά. Κλοπές, καβγάδες, ληστείες, έφοδοι σε σπίτια, κλεμμένα αυτοκίνητα, βιασμοί, περιφρόνηση προς κάθε αδύναμο. Η σκηνή με τον ηλικιωμένο άντρα, που βρίσκεται ανυπεράσπιστος εν μέση οδώ και του κάνουν φύλλο και φτερό το βιβλίο για την κρυσταλλογραφία, είναι αρχετυπική.
Χαρακτηριστική δε η θρασύτητα και δηλωτική η επιθετικότητα απέναντι στους ανυπεράσπιστους. «Αίμα, ω αδελφοί μου, όμορφο όμορφο και κατακόκκινο».

Ήρωες του κακού

Ο ερασιτεχνικός λυρισμός επίσης δεν λείπει από την ιδιότυπη συντροφιά και ένας κάποιος ψευδο-καθωσπρεπισμός στη διάλεκτο που ενισχύει το σαρκασμό και τον κυνισμό των νέων. Μιλάνε για «φεγγάρι» και «αστέρια» και σε αυτήν τη φάση «μίσους και φόνου» ο αφηγητής σκηνοθετεί δύο ανθρωποκτονίες που θα στείλουν τον Άλεξ κατευθείαν κι ολοταχώς πίσω από τα κάγκελα. Θ’ ακολουθήσουν φυσιολογικά όλα τα μέτρα αναμόρφωσης της προσωπικότητας του νεαρού φονιά. Ηλεκτροσόκ, φαρμακο-θεραπεία, στυγνή επίβλεψη, απομόνωση, καψώνια, σεξουαλική παρενόχληση, μέχρι τη στιγμή που επέρχεται η μεταλλαγή της προσωπικότητάς του. Ό, τι τον έτερπε στις νυχτερινές επιδρομές, τώρα του προκαλεί απέχθεια. Ο νόμος και η τάξη τον ευνούχισαν για να τον επαναφέρουν στον κόσμο των νομοταγών πολιτών.
Παρακολουθώντας τον Άλεξ στον κατήφορό του, διαπιστώνουμε ότι τα θύματά του επανεμφανίζονται πλέον σαν τιμωροί. Η κοινωνία τον έχει αποβάλει, τον έχει απομονώσει, τον έχει φθείρει. Η βία, που του ήταν τόσο διασκεδαστική και προσφιλής, τώρα του φαίνεται ανώριμη και βαρετή. Και μην ξεχνάμε την τεράστια λεπτομέρεια ότι την ουσία της φαντασίας του την ταυτίζει με τη μουσική του Μπετόβεν. Η τέχνη έχει να επιδείξει πολλούς ήρωες του κακού που αμαρτάνουν μεν αλλά πάντα με τη διάθεση να μετατρέψουν το κακό σε μέσο για την προσωπική τους ευτυχία.

Ο ίδιος ο Μπάρτζες ομολογεί: «Απόλαυσα τους βιασμούς και τις καταστροφές δι’ αντιπροσώπου. Είναι η εγγενής δειλία του συγγραφέα η οποία τον ωθεί να μεταβιβάσει στους φανταστικούς χαρακτήρες τις αμαρτίες που είναι πολύ επιφυλακτικός για να διαπράξει ο ίδιος. Αλλά το βιβλίο έχει ένα ηθικό δίδαγμα, το κουραστικό, παραδοσιακό δίδαγμα της θεμελιώδους σημασίας της ηθικής εκλογής».

Το ερώτημα

Μέσα από μια άκρως σουρεαλιστική διάσταση τίθεται στο κοινό το ερώτημα αν η ανθρωπότητα πρέπει να οδηγηθεί στην ανάγκη εξάλειψης της βίας ακόμα και αν αυτή επιφέρει δραματικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη προσωπικότητα κι αν καταπνίγει την ελευθερία της δημιουργικής έκφρασης.
Εν τούτοις διαφαίνεται μια κάποια υποψία ελπίδας μέσα σε μια τόσο σκοτεινή ιστορία. Μέσα στην πλήρη απώλεια της ηθικότητας, των αξιών και της θρησκείας, ο άνθρωπος ο οποίος ακούει μια φωνούλα μέσα του για να κάνει μια φαινομενικά μάταιη και άχρηστη πράξη, βρίσκει εκεί μέσα την ηθική και την επιβίωση.

Οι αυθεντικοί

Μαζί με τον «Ριχάρδο Γ’» του Σαίξπηρ ο Άλεξ ίσως είναι από τους πιο «πραγματικούς» χαρακτήρες, τις πιο αυθεντικές και γήινες προσωπικότητες του θεάματος. Ο ηθοποιός που αναλαμβάνει να υποδυθεί τον ρόλο του, όπως ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης και ο Άρης Σερβετάλης πριν από δύο χρόνια, πρέπει να έχει ψυχική δύναμη και σθένος για να ανταπεξέλθει σε έναν ήρωα που σε όλο το έργο δεν «αποχωρεί» ποτέ από τη σκηνή, πολεμώντας από την αρχή μέχρι το τέλος για να πετύχει τους σκοπούς του…
Ακαταπόνητος, κυνικός, ευθύς και πάνω απ’ όλα ειλικρινής με τον εαυτό του, είναι ένας χαρακτήρας που συναρπάζει, καθώς οι κινήσεις του είναι γεμάτες αλήθεια, ρομαντισμό και στιβαρότητα, σκληρές αλλά τέλεια σχεδιασμένες και εκτελεσμένες. Ένας αληθινός χαρακτήρας, ακλόνητος μπροστά σε κάθε «ηθικό» εμπόδιο. Μια καθαρή, μια διάφανη οντότητα.

Οι συντελεστές

Λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη και τις ιδιαίτερες απαιτήσεις των δύσκολων ρόλων, όλοι οι ηθοποιοί έπαιξαν ακούραστα, με ένταση, ψυχή και πάθος, σαν να ήθελαν πολύ να ζήσουν αυτούς τους ρόλους. Όλοι έδωσαν ουσία και βάρος στις ερμηνείες τους, με άψογη τεχνική, με μια υπέροχη άρθρωση και με μια ανεπανάληπτη σωματικότητα.
Ο Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος ήταν καθηλωτικός, ο Λάμπρος Κτεναβός αλώνιζε με χιούμορ και ένταση τη σκηνή, η Μένη Κωνσταντινίδου είχε ευαισθησία και δυναμισμό, ο Γιώργος Στάμος έδωσε ώριμες ερμηνείες στις πολλαπλές μεταμορφώσεις του, παρά τις επουσιώδεις ατυχίες την ημέρα που το παρακολούθησα.
Η Αγγελική Τρομπούκη -όπως πάντοτε- εκθαμβωτική, ο Φάνης Παυλόπουλος είναι σαν να μας κλείνει το μάτι επί σκηνής με το αστραφτερό του ταλέντο, ο Βαγγέλης Χατζηνικολάου εξαιρετικός ηθοποιός που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητος.
Βέβαια, εκτός από τον σκηνοθέτη Γιάννη Κακλέα, τα εύσημα ανήκουν και στην Αγγελική Τρομπούκη για το ρυθμό, την πρωτοτυπία και τη φρεσκάδα της κίνησης.
Πολύ επιτυχημένη η μετάφραση του Θοδωρή Πετρόπουλου, δεδομένου ότι το πρωτότυπο έργο γλωσσικά έχει μεγάλο βαθμό δυσκολίας.
Τα σκηνικά του Μανόλη Παντελιδάκη εντυπωσιακά και επιβλητικά, πρόσθεσαν δέος στην παράσταση.

Ωραιότατα και ταιριαστά στο κλίμα του έργου κοστούμια φιλοτέχνησε η Μαρία Καραπούλιου. Υποβλητικοί οι σκοτεινοί τόνοι στους φωτισμούς του Χρήστου Τζιόγκα.

Εν κατακλείδι το «Κουρδιστό πορτοκάλι» είναι μια παράσταση που μας άφησε τις καλύτερες των εντυπώσεων, με εκπληκτικούς πραγματικά ηθοποιούς που λάμπουν από γοητεία και ταλέντο.

Το βίντεο της παράστασης

Ο συγγραφέας

Ο Τζον Άντονι Γουίλσον Μπέρτζες, που έγραψε «Το Κουρδιστό Πορτοκάλι», είχε μια συγκλονιστικά ενδιαφέρουσα και ανατρεπτική ζωή.
Γεννήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου του 1917 σε ένα προάστιο του Μάντσεστερ της Αγγλίας. Η οικογένειά του ανήκε στη μικροαστική τάξη και είχε ανατραφεί με καθολικά πρότυπα.
Η μητέρα και η μεγαλύτερη αδερφή του Άντονι πέθαναν το 1919, από την επιδημία της ισπανικής γρίπης.
Ο θάνατος της μητέρας του στην τρυφερή ηλικία των δύο χρόνων, επηρέασε έντονα την ψυχοσύνθεση του Άντονι γεγονός που φαίνεται στα έργα που συνέγραψε τα επόμενα χρόνια.
Ο πατέρας του Μπέρτζες διατηρούσε μια παμπ και αφιέρωνε όλο του τον χρόνο στην επιχείρηση.
Ο Άντονι ανατράφηκε από τη θεία του και έπειτα από τη μητριά του, όταν ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε.
Η κλίση του στις τέχνες ήταν εμφανής από μικρή ηλικία με ιδιαίτερη προτίμηση στη μουσική και τη λογοτεχνία.
Γνώριζε ανάγνωση από μικρός και τα παιδιά στο σχολείο σύντομα τον έβαλαν στο περιθώριο, αντιμετωπίζοντας τον ως «σπασικλάκι».
Αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μουσική όταν άκουσε ένα ορχηστικό ποίημα του συνθέτη Κλωντ Ντεμπυσσύ.
Η οικογένειά του δεν είχε χρήματα για μαθήματα μουσικής και ο Μπέρτζες έμαθε αργότερα στα 14 του να παίζει πιάνο.
Αν και ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του σε μουσικό πανεπιστήμιο, η απόδοσή του στα θετικά μαθήματα ήταν απογοητευτική και δεν πέρασε τις εξετάσεις στο μουσικό τμήμα του πανεπιστημίου.
Έτσι, το 1940 αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο με πτυχίο Λογοτεχνίας και Αγγλικής Γλώσσας.

Μετά το πανεπιστήμιο, ο Μπέρτζες κατατάχθηκε στον στρατό και παρά την αποστροφή του προς την εξουσία και την πειθαρχία, γρήγορα

αναρριχήθηκε στα στρατιωτικά αξιώματα.
Το πανεπιστημιακό του υπόβαθρο, η γλωσσική ευφράδεια και η γνώση ξένων ιδιωμάτων, εννέα στο σύνολο, είχαν ως αποτέλεσμα να υπηρετήσει στο σώμα του βρετανικού στρατού που ήταν υπεύθυνο για την εκπαίδευση και την τεχνική κατάρτιση των στρατιωτών.

Ο βιασμός της γυναίκας του

Ο Μπέρτζες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βρισκόταν στο Γιβραλτάρ και εκπαίδευε στρατιώτες.
Η έγκυος γυναίκα του, Λιν Τζόουνς, με την οποία γνωρίστηκε όταν ήταν φοιτητής, έμεινε στο Λονδίνο.
Το 1942, κατά τη διάρκεια ενός μπλακ-άουτ στο Λονδίνο, εξαιτίας του πολέμου, τέσσερις λιποτάκτες Αμερικανοί στρατιώτες εισέβαλαν στο σπίτι της Λιν, την κακοποίησαν και τη βίασαν.
Η Λιν έχασε το παιδί και ο Μπέρτζες, επηρεασμένος από το τραγικό γεγονός, αργότερα στο «Κουρδιστό Πορτοκάλι» περιγράφει μια παρόμοια άγρια σκηνή βιασμού.
Το 1946 ο Μπέρτζες παραιτήθηκε από τον στρατό, γύρισε στην Αγγλία και έως το 1950 δίδασκε γλωσσολογία, αγγλική λογοτεχνία και δράμα σε πανεπιστήμια και σχολεία της Βρετανίας. Το πανεπιστήμιο του Μπέμπινχαμ και του Πρέστον ήταν ορισμένα από αυτά.
Το 1954 και για πέντε χρόνια, ο Μπέρτζες ταξίδεψε στο Μαλάι, τη σημερινή Μαλαισία και στο Μπρουνέι και εργάστηκε στην Υπηρεσία της Βρετανικής Αποικίας.
Επειδή οι περιοχές αυτές ανήκαν στη Βρετανική Αυτοκρατορία, ο Άντονι δίδασκε την αγγλική γλώσσα σε δημόσια σχολεία και κολέγια.
Στο Μαλάι, ο Μπέρτζες έγραψε τη λεγόμενη «Τριλογία του Μαλάι» και υπέγραψε πρώτη φορά ως Άντονι Μπέρτζες.
Μέχρι τότε, υπέγραφε ως Τζον Γουίλσον, αλλά στον φόβο ότι οι ανώτεροί του θα τον αποδοκιμάσουν, καθιέρωσε το ψευδώνυμο Άντονι Μπέρτζες.
Το 1959 και ενώ δίδασκε Ιστορία σε κολέγιο στο Μπρουνέι, κατέρρευσε μέσα στην τάξη.
Οι γιατροί διέγνωσαν όγκο στον εγκέφαλο και πληροφόρησαν τον Άντονι ότι είχε μόλις 12 μήνες ζωής.

Ο Άντονι Μπέρτζες επέστρεψε με τη γυναίκα του στην Αγγλία και επικεντρώθηκε στη συγγραφή βιβλίων.
Έθεσε ως στόχο να γράψει και να εκδώσει μέσα σε ένα χρόνο δέκα ολόκληρα βιβλία!
Επιθυμούσε με αυτό τον τρόπο να εξασφαλίσει οικονομικά την οικογένειά του.
Για καλή του τύχη, η διάγνωση ήταν λανθασμένη καθώς οι γιατροί στην Αγγλία δεν βρήκαν κανένα στοιχείο που να υποδεικνύει όγκο στο κεφάλι.
Τελικά, μέσα σε ένα χρόνο κατάφερε να ολοκληρώσει πέντε βιβλία.
Έκτοτε, η συγγραφή έγινε η αποκλειστική του απασχόληση.
Μέχρι τον θάνατό του είχε γράψει 33 βιβλία.

Η ταινία

Το 1962 έγραψε το βιβλίο που θα τον έκανε διάσημο και του χάρισε μια θέση ανάμεσα στους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ου αιώνα.
Το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» είναι το πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο από το κοινό του, αλλά και το λιγότερο αγαπημένο βιβλίο του ίδιου του Μπέρτζες.

Το 1971, το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ.
Η ταινία περιείχε σκληρές σκηνές βίας και την περίοδο που προβλήθηκε σε αρκετές χώρες ξέσπασε κύμα εγκληματικότητας με πολλούς παραβάτες-μιμητές των πρωταγωνιστών.
Η προβολή της ταινίας απαγορεύτηκε σε αρκετές χώρες.
Στη Μεγάλη Βρετανία, το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» δεν προβλήθηκε μέχρι τον θάνατο του Κιούμπρικ το 1999.
Ο σκηνοθέτης ήταν έξαλλος με την απόφαση και απαίτησε όσο είναι εν ζωή η ταινία να μην προβληθεί στην Αγγλία.
Το ίδιο ενοχλημένος ήταν τόσο με τον εκδότη της αμερικανικής έκδοσης όσο και με τον σκηνοθέτη, που παραποίησαν το περιεχόμενο του βιβλίου του.

Ο Μπέρτζες στο μυθιστόρημα με κεντρικούς χαρακτήρες τον νεαρό Άλεξ και την παρέα του, που παραβατούν ανεξέλεγκτα στους δρόμους της φουτουριστικής Αγγλίας, έγραψε 21 κεφάλαια. Τόσα ήταν και τα χρόνια έως την ενηλικίωση στη Βρετανία.
Ο εκδότης του Μπέρτζες, ο W.W. Norton, δεν συμπεριέλαβε στην αμερικανική έκδοση του βιβλίου το τελευταίο κεφάλαιο.
Αυτό όμως άλλαζε δραματικά την ουσία του μυθιστορήματος.
Ο Άλεξ συλλαμβάνεται και συμμετέχει εθελοντικά σε ένα κυβερνητικό πρόγραμμα που προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα της εγκληματικότητας, αλλά και να βρει τη ρίζα που προκαλεί το έγκλημα.
Μέσα από το αλληγορικό έργο του ο Μπέρτζες έθεσε το φιλοσοφικό ερώτημα σχετικά με το τι είναι προτιμότερο: ένας εγκληματίας με ελεύθερη βούληση που επιλέγει να αλλάξει η ζωή του ή ένας άβουλος καλός πολίτης;
Ο Μπέρτζες στο τέλος του βιβλίου παρουσιάζει τον Άλεξ αναμορφωμένο και συνειδητοποιημένο ότι η βία ήταν απλώς το καταφύγιο της νεανικής του πλήξης.
Αντίθετα, ο Κιούμπρικ στη μεταφορά του έργου στον κινηματογράφο επέλεξε να εμφανίσει τη νεανική βία εγγενές χαρακτηριστικό, αδύνατο να εξαλειφθεί από τα προγράμματα της πολιτείας.
Έτσι, στο κινηματογραφικό σενάριο ο Άλεξ λίγο μετά την αποφυλάκισή του επιστρέφει στο εγκληματικό παρελθόν του.
Το 1987, ο Μπέρτζες έπειτα από πολλές συνεντεύξεις και άρθρα γνώμης που εξέφραζε την αρνητική του άποψη για το τέλος της ταινίας, διασκεύασε ο ίδιος το βιβλίο του για θεατρική παράσταση, συμπεριλαμβανομένου και του 21ου κεφαλαίου.

Ο Μπέρτζες επέστρεψε στην Αγγλία το 1959.
Το 1968, η γυναίκα του, Λιν, πέθανε από κύρωση του ήπατος.
Ο Μπέρτζες λίγους μήνες αργότερα παντρεύτηκε την κατά δώδεκα χρόνια νεότερή του Λιάνα Ματσελάρι.
Η Λιάνα ήταν Ιταλή γλωσσολόγος και είχε παράνομη σχέση με τον Άντονι από το 1964.
Όταν το ζευγάρι παντρεύτηκε, έμεινε για λίγο καιρό στη Βρετανία.
Η φορολογία των υψηλών εισοδημάτων έκανε τη ζωή του απαγορευτική, καθώς ο Μπέρτζες έπρεπε να πληρώσει σε φόρους περίπου το 90% του συνολικού του εισοδήματος.
Αποφάσισε να φύγει από την Αγγλία και πριν εγκατασταθεί στη Μάλτα, πραγματοποίησε ταξίδι με τροχόσπιτο σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις.
Τη Μάλτα ακολούθησε η Ιταλία και έπειτα το Μονακό.
Έμεινε επίσης και στην Αμερική, όπου εργάστηκε σαν καθηγητής σε πολλά πανεπιστήμια των ΗΠΑ.

Ο Άντονι Μπέρτζες πέθανε στις 22 Νοεμβρίου του 1993 στο Λονδίνο ύστερα από μακροχρόνια μάχη με καρκίνο στον πνεύμονα.
Έγραψε 33 βιβλία, δύο αυτοβιογραφίες, τρεις συμφωνίες και παραπάνω από 250 μουσικά έργα.
Αρκετές μελέτες του ασχολήθηκαν με το ποιητικό έργο του Σαίξπηρ και το συνολικό έργο του Ιρλανδού συγγραφέα Τζέιμς Τζόις.
Έγραψε και σενάρια για την τηλεόραση που αφορούσαν τη ζωή του Ατίλλα, του Σίγκμουντ Φρόιντ και του Μιχαήλ Άγγελου.
Το περιεχόμενό τους όμως κρίθηκε δυσνόητο για τηλεοπτική χρήση και τα σενάρια δεν πήραν ποτέ το «πράσινο» φως.
Ο Μπέρτζες προβληματίστηκε αρκετά με τις αρνητικές συνέπειες που έφερνε η σύγχρονη ζωή και η επικείμενη παγκοσμιοποίηση, αλλά και με την αδυναμία της ανθρωπότητας να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Κατά την άποψή του, οι άνθρωποι ήταν καταδικασμένοι σε ένα φαύλο κύκλο αμαρτίας, βίας και απελπισίας που την τροφοδοτούσε και η διεφθαρμένη κυβερνητική εξουσία.
Τα βιβλία του Earthly Powers, The Right to an Answer, One Hand Clapping και Beard’s Roman Women αποτυπώνουν ξεκάθαρα τις φοβίες και την άποψη που ο Μπέρτζες είχε σχηματίσει για τη σύγχρονη κοινωνία που υποφέρει από το χάος, τη βία και τον εκφυλισμό.
Αν και η συμβολή του στη λογοτεχνία και το δυστοπικό μυθιστόρημα του 20ου αιώνα ήταν καταλυτική, ο Άντονι Μπέρτζες προτιμούσε ο κόσμος να τον θυμάται περισσότερο σαν συνθέτη και λιγότερο σαν συγγραφέα.
Το παράπονο του αποτύπωσε σε συνέντευξη του σε εφημερίδα: «Εύχομαι ο κόσμος να με θυμάται ως το μουσικό που συγγράφει και όχι ως τον συγγραφέα που συνθέτει μουσική».
Η ευχή του δεν έπιασε…

• Σε ένα από τα ταξίδια του ο Μπέρτζες βρίσκεται στο Λένιγκραντ το 1961. Πριν πάει εκεί αναγκάζεται να μάθει βασικά ρώσικα. Σε αυτήν του την εμπειρία οφείλεται η σημαντικότερη καινοτομία του βιβλίου: τα Nadsat, ρώσικα για εφήβους. Επινόησε μία ολόκληρη διάλεκτο αργκό, την οποία χρησιμοποιούν οι ήρωες του βιβλίου μεταξύ τους. Κάποιες λέξεις είναι υπαρκτές, κάποιες άλλες όχι. Κάποιες άλλες πάλι έχουν βάση τους τη γλώσσα των Ρομά. Σε κάθε περίπτωση και με τη χρήση ειδικού λεξικού ή όχι, η γλώσσα γίνεται κατανοητή από τα συμφραζόμενα. Πολλοί διαβάζοντας το βιβλίο βρέθηκαν να καταλαβαίνουν καθημερινές, εύκολες συζητήσεις στα ρώσικα. Η χροιά πάντως λέξεων και φράσεων θυμίζουν έντονα τις γειτονιές του Μάντσεστερ που μεγάλωσε ο συγγραφέας.

Εν τω μεταξύ, είχε αποκλειστεί από πολλές δημόσιες και σχολικές βιβλιοθήκες «λόγω θέματος» και «λόγω λεξιλογίου».

Ταυτότητα της παράστασης

“Κουρδιστό πορτοκάλι”

* Στον κεντρικό ρόλο ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης.

* Πρωταγωνιστούν:
Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, Λάμπρος Κτεναβός, Μένη Κωνσταντινίδου, Γιώργος Στάμος, Αγγελική Τρομπούκη, Φάνης Παυλόπουλος, Βαγγέλης Χατζηνικολάου

Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας

Μετάφραση: Θοδωρής Πετρόπουλος
Σκηνικά: Μανόλης Παντελιδάκης
Κοστούμια: Μαρία Καραπούλιου
Φωτισμοί: Χρήστος Τζιόγκας
Κινησιολογία: Αγγελική Τρομπούκη
Μουσική επιμέλεια: Γιώργος Μιχαλόπουλος
Φωτογραφίες παράστασης: Πάτροκλος Σκαφιδάς
Βίντεο: Άκης Πολύζος
Βοηθός σκηνοθέτη: Νουρμάλα Ήστυ
Βοηθοί σκηνογράφου: Ελίνα Δράκου
Παραγωγή: Παπανδρέου Α.Ε.
Προβολή-Επικοινωνία: Γκέλλυ Σαρηγιάννη

Πληροφορίες

ΘΕΑΤΡΟ ΚΙΒΩΤΟΣ
Ημέρες και Ώρες Παραστάσεων:
Τετάρτη 20:00
Πέμπτη 21:15
Παρασκευή 21:15
Σάββατο 18:00 και 21:15
Κυριακή 20:00
Τιμές Εισιτηρίων:
Γενική είσοδος: 15€, Φοιτητικό:12 €, Ανέργων: 10 € (απαραίτητη η προσκόμιση της ταυτότητας και του δελτίου ανεργίας).

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -