Ο Egon Schiele γεννήθηκε σε μια φτωχή οικογένεια της Βιέννης, ο πατέρας του ήταν φύλακας στον σταθμό των τρένων. Ξεκίνησε να ζωγραφίζει από πολύ μικρός. Ο πρόωρος θάνατος του πατέρα του σκοτείνιασε τη νεότητά του και του έδωσε μια βασανισμένη οπτική του κόσμου. Σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βιέννης, αλλά την εγκατέλειψε γρήγορα, ως πολύ συντηρητική.
Σε ηλικία 17 ετών συνάντησε τον 45χρονο Gustav Klimt, και αναγνώρισε σε αυτόν το πρότυπό του και τον πνευματικό του πατέρα. Το έργο του παρεξηγήθηκε, τα γυμνά του καταδικάστηκαν και συνελήφθη με την κατηγορία της προτίμησής του για ανήλικα μοντέλα και γυναίκες του δρόμου. Τριάντα πίνακές του με γυμνά κατασχέθηκαν από την αστυνομία. Ένας από τους διασημότερους πίνακές του εκείνη την εποχή είναι «Ο Επίσκοπος και η Μοναχή», μια ειρωνική, βίαιη και καυστική παράφραση του «Φιλιού» του Gustav Klimt.
Ο Αυστριακός ζωγράφος στα 28 χρόνια ζωής του άφησε 300 πίνακες, 17 γκραβούρες και λιθογραφίες, πολλά γλυπτά και 3.000 σχέδια, ακουαρέλες και γκουάς. Οι γραμμές του είναι καθαρές, έντονες και βίαιες. Τα σώματα που σχεδιάζει είναι σχεδόν σκελετικά ή έντονα αισθησιακά και κινούνται σε τρεις διαστάσεις αντί για δύο, όπως κάνουν οι περισσότεροι ζωγράφοι.
Τα πορτρέτα και τα γυμνά του έχουν ασυνήθιστες πόζες, είναι σχεδόν καρικατούρες. Ο Egon Schiele μελέτησε τις στάσεις ορισμένων τρελών σε ψυχιατρικό άσυλο και εμπνεύστηκε από τις μαριονέτες για το έργο του. Ζωγράφισε περίπου 100 προσωπογραφίες του, κυρίως γυμνά, με πρόσωπο και σώμα σχεδόν αποστεωμένα, ή σημαδεμένα από εντυπωσιακό στραβισμό, σαν λογοπαίγνιο για το οικογενειακό του όνομα: πράγματι, το ρήμα «schielen» σημαίνει αλληθωρίζω στα γερμανικά και πολλοί κριτικοί στην εποχή του, εχθρικοί στο έργο του, τον αποκαλούσαν έτσι.
Τα έργα του εξακολουθούν να μαγεύουν, προκαλώντας πάντα ένα είδος αμφιβολίας στους θεατές, αφού ο έρωτας και ο θάνατος καραδοκούν στους πίνακές του, και επιτείνονται από τα πρασινωπά χρώματα της αποσύνθεσης που χρησιμοποιεί.
Ο Έγκον Σίλε πέθανε λίγες μόλις μέρες πριν από το τέλος του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου από ισπανική γρίπη. Μάλιστα κατά τραγική ειρωνεία της μοίρας λίγες μέρες νωρίτερα είχε πεθάνει από γρίπη και η αγαπημένη του Εντίθ Χαρμς, γόνος αστικής οικογένειας της Βιέννης, η οποία βρισκόταν μάλιστα σε προχωρημένη εγκυμοσύνη.
Ο Egon Schiele (12 Ιουνίου 1890 – 31 Οκτωβρίου 1918) ήταν προστατευόμενος του Γκούσταβ Κλιμτ και θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους ζωγράφους πορτρέτων του 20ου αιώνα. Οι πίνακές του χαρακτηρίζονται κυρίως από ένταση. Χαρακτηρίστηκε επίσης ως ζωγράφος του εξπρεσιονισμού, ωστόσο είχε και επιρροές από την Αρ Νουβό. Το Μουσείο Λέοπολντ της Βιέννης περιέχει τη μεγαλύτερη συλλογή έργων του, με πάνω από 200 εκθέματα. Άλλες σημαντικές συλλογές έργων του βρίσκονται στο Μουσείο Έγκον Σίλε στη γενέτειρά του Τουλν αν ντερ Ντόναου και στην Αυστριακή Πινακοθήκη Μπελβεντέρε στη Βιέννη.
Ο πατέρας του, Άντολφ, εργαζόταν στους Αυστριακούς Σιδηροδρόμους. Η μητέρα του, Μαρί Σουκούπ(οβα) ήταν γεννημένη στο Κρούμαου της Βοημίας. Όταν ο Σίλε ήταν 15 ετών, ο πατέρας του πέθανε από σύφιλη και κηδεμόνας του έγινε ο θείος του, Λέοπολντ Τσίχατσεκ, ο οποίος, αν και ήταν ενοχλημένος που ο Σίλε δεν ενδιαφερόταν για τις ακαδημαϊκές του επιδόσεις, αναγνώρισε το ταλέντο του στη ζωγραφική.
Το 1906 στάλθηκε να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών της Βιέννης, ωστόσο, την επόμενη χρονιά, ο Σίλε εγκατέλειψε τη σχολή, καθώς ήταν απογοητευμένος από την αυστηρότητα της σχολής. Το 1907, ο Σίλε αναζήτησε τον Γκούσταβ Κλιμτ, ο οποίος ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για το ταλέντο του νεαρού Σίλε και αγόρασε ορισμένους πίνακές του. Ο Κλιμτ εισήγαγε τον Σίλε στη Wiener Werkstätte, το εργαστήριο που ήταν συνδεδεμένο με τον Ζετσεσιονισμό. Πολλά από τα έργα του χαρακτηρίστηκαν ακόμα και ως πορνογραφικά, γι’ αυτό τον λόγο ο Σίλε δικάστηκε και τελικά φυλακίστηκε για τρεις μέρες επειδή ορισμένοι πίνακές του είχαν εκτεθεί σε χώρο που ήταν προσβάσιμος από παιδιά. Όσο ήταν στη φυλακή, ο Σίλε ζωγράφισε 12 πίνακες που απεικόνιζαν τις δυσκολίες της ζωής στη φυλακή.
Στις 17 Ιουνίου 1915, ο Σίλε παντρεύτηκε την Εντίθ Χαρμς. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Σίλε κλήθηκε να υπηρετήσει στην Πράγα. Πολλοί στρατιωτικοί αναγνώρισαν το ιδιαίτερο ταλέντο του στη ζωγραφική, γι’ αυτό τού συμπεριφέρθηκαν καλά. Κατά το φθινόπωρο του 1918, είχε ξεσπάσει η ισπανική γρίπη, που σκότωσε περίπου 20.000.000 άτομα στην Ευρώπη.
Η σύζυγός του, Εντίθ, που ήταν 6 μηνών έγκυος, πέθανε στις 28 Οκτωβρίου, ενώ εκείνος πέθανε τελικά στις 31 Οκτωβρίου 1918, τρεις μόλις μέρες μετά τον θάνατο της συζύγου του, μόλις στα 28 του χρόνια. Κατά το διάστημα των τριών ημερών μεταξύ του θανάτου της συζύγου του και του δικού του, ζωγράφισε ορισμένα σκίτσα της Εντίθ, τα οποία ήταν τα τελευταία του έργα.