Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
«Η ζωή είναι μια οριζόντια πτώση», Ζαν Κοκτώ
Ένας χωρισμός είναι μια «διαδικασία πένθους», καθώς τα συναισθηματικά στάδια τα οποία διαβαίνουν οι άνθρωποι που διακόπτουν τη σχέση τους, είναι παρόμοια με εκείνα που βιώνουμε όταν πενθούμε ένα αγαπημένο πρόσωπο, το οποίο δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή.
Στην περίπτωση δε που χωρίζουµε από έναν άνθρωπο µε τον οποίο εξακολουθούµε να είµαστε ερωτευµένοι ή τον αγαπάµε ακόµη, τότε η στενοχώρια, ο θυµός, η απογοήτευση και η απελπισία γίνονται οι νέοι συναισθηµατικοί µας σύντροφοι. Ο χωρισµός πονάει κυριολεκτικά και όχι µόνο µεταφορικά.
«Από τα πιο τραυματικά γεγονότα που μπορεί να βιώσει ένας άνθρωπος», ακούγεται να λέει για τον χωρισμό ο ηθοποιός Γιώργος Τσακίρης στην παράσταση «Ψυχές με Ανθρώπινη Φωνή». Μια παράσταση σε σκηνοθεσία Ελένης Δούναβη, βασισμένη στο έργο «Ανθρώπινη Φωνή» του Ζαν Κοκτώ.
Τις «Ψυχές με Ανθρώπινη Φωνή» παρουσίασε πρόσφατα η θεατρική ομάδα *(Σ)τροfή στην κεντρική σκηνή του θεάτρου “Επί Κολωνώ”, στο πλαίσιο του φεστιβάλ OFF-OFF Athens.
Η απώλεια
Η απώλεια, η μοναξιά, ο πόνος, η δυσκολία να ξεφύγεις από μια οδυνηρή στιγμή, να σβήσεις μια εικόνα, να ξεχάσεις μια λέξη, να αποδεκτείς μια κατάσταση, σε κάνουν να ζεις σε μια πόλη φαντασμάτων και να χάνεις την επαφή με την πραγματικότητα. Όπως γίνεται και με την ηρωίδα της συγκλονιστικής «Ανθρώπινης Φωνής». Τα πάντα κινούνται γύρω από τη σφαίρα των αναμνήσεων και των φαντασιώσεων, τίποτα όμως ζωντανό δεν συμβαίνει στη ζωή της.
Σήμερα ακόμη περισσότερο από ποτέ οι άνθρωποι βιώνουν σχεδόν καθημερινά χωρισμούς. Η παράσταση πραγματεύεται θέματα που έχουν να κάνουν με το τι συμβαίνει ύστερα από αυτούς, τι συμβαίνει μέσα μας, στο μυαλό μας, στην ψυχή μας, πού μπορεί να μας οδηγήσει μια παρόμοια κατάσταση, πού μπορεί να καταλήξουμε…
Μια νεαρή γυναίκα βρίσκεται στο δωμάτιό της, στην πολυθρόνα της, αφημένη, σχεδόν ασάλευτη. Τα συναισθήματα της θλίψης, της απόγνωσης, της ενοχής και της αναξιότητας δείχνουν να τη συνοδεύουν. Ζωντανεύει μόνο όταν χτυπάει το τηλέφωνο. Είναι ο αγαπημένος της που την εγκαταλείπει για να παντρευτεί μιαν άλλη. Η γυναίκα σταδιακά απελπίζεται και στο τέλος καταρρέει. Το κοινό παρακολουθεί το συνταρακτικό μονόλογο μιας απεγνωσμένης γυναίκας μπροστά στην εγκατάλειψη.
Συνύπαρξη
Η Ελένη Δούναβη ερμηνεύοντας την ηρωίδα καλείται να ζήσει τις τελευταίες στιγμές μιας σχέσης και ίσως μιας ζωής… Μέσα από ένα τηλεφώνημα διαρκείας με διακοπές και παύσεις, ζει τον οδυνηρό επίλογο της ερωτικής σχέσης με τον αγαπημένο της. Ένας μονόλογος, μια «εξομολόγηση», για τον προδομένο έρωτα και την απόλυτη μοναξιά πέρα από φύλο, ηλικία, εποχή. Κοντά της, καθισμένος σ’ ένα γραφείο στο βάθος της σκηνής, ημιφωτισμένος και παρεμβαίνοντας στο προσκήνιο σε μερικές μόνο σκηνές, ο ηθοποιός Γιώργος Τσακίρης υποδυόμενος τον ψυχολόγο, τον συμπαραστάτη, τον συμπαίχτη, τον σχολιαστή, το «δεύτερο βιολί», σε μια αρμονική και με τις απαραίτητες ισορροπίες συνύπαρξη. Η διασκευή έδωσε την ευκαιρία στους δύο ηθοποιούς να παρουσιάσουν ταυτόχρονα το ίδιο έργο, ο καθένας “με τον δικό του τρόπο”. Η μεν Ελένη Δούναβη με τη συγκινητική της ερμηνεία στο ρόλο της πάσχουσας ηρωίδας, ο δε Γιώργος Τσακίρης με την εντυπωσιακή παρουσία του στο ρόλο του παρατηρητή και -κατά κάποιον τρόπο- αφηγητή.
Διαχρονικό κείμενο
Μια γυναίκα μας μιλάει για τον έρωτα, τη μοναξιά, την εγκατάλειψη, την προδοσία, το ψέμα και την αλήθεια, την οδύνη, τη λατρεία, το πάθος, την απόρριψη, το αδιέξοδο των σχέσεων. Αισθήματα που φιλοξενούνται σ’ αυτό το διαχρονικό κείμενο του Ζαν Κοκτώ και δεν αλλάζουν, όσο κι αν αλλάζουν οι εποχές.
Το ύφος αυτού του έργου -σύμφωνα και με τον ίδιο τον συγγραφέα- αποκλείει κάθε ζωηρό, με μπρίο, παίξιμο. Ο συγγραφέας μάλιστα συνιστούσε στην ηθοποιό που θα το παίξει χωρίς την επίβλεψή του να μη βάλει στο παίξιμό της καμιά ειρωνεία πληγωμένης γυναίκας, καμιά σκληρότητα. Η ηρωίδα είναι μια συνηθισμένη, χωρίς κάτι το ιδιαίτερο γυναίκα, ερωτευμένη βαθιά, τρελή από έρωτα, που δεν θα προσπαθεί τίποτα άλλο παρά να παγιδέψει τον άντρα, ώστε αυτός να ομολογήσει το ψέμα του και να μην είναι το ψέμα η τελευταία της ανάμνηση από αυτόν.
Μονόπρακτα
Γενικώς τα μονόπρακτα του συγγραφέα («Η ψεύτρα», «Την έχασα», «Ανθρώπινη Φωνή») μας επιτρέπουν να διεισδύσουμε στην τόσο θελκτική προσωπικότητα του Ζαν Κοκτώ. Να θαυμάσουμε τον οίστρο του, το χιούμορ του, τη λεπτή καλλιγραφία του πορτρέτου, το κλείσιμο του ματιού, την ταχύτητα του ύφους, την τρυφερή αγαλλίαση που προσφέρει η πένα του.
Προϊστορία
Ένα από τα πιο διάσημα έργα του Ζαν Κοκτώ αλλά και από τα σημαντικότερα του σύγχρονου γαλλικού δραματολογίου, είναι η «Ανθρώπινη φωνή» (La Voix humaine). Πρωτοπαίχτηκε στην Comedie Francaise από την Berthe Bovy.
Μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1948 από τον Roberto Rossellini με την Anna Magnani. Πρόκειται για ένα σπονδυλωτό δίπτυχο με τον τίτλο «Ο έρωτας», που περιλαμβάνει, ως δεύτερο μέρος, «Το θαύμα», γραμμένο απ’ τον Φεντερίκο Φελίνι, επίσης με την Άνα Μανιάνι.
Το 1966 το ρόλο ερμήνευσε η Ίνγκριντ Μπέργκμαν σε μια εκδοχή για την τηλεόραση σκηνοθετημένη απ’ τον Τεντ Κότσεφ.
Η δε αειθαλής Ιταλίδα ηθοποιός Σοφία Λόρεν σε ηλικία 78 ετών (2013) ερμήνευσε την «Ανθρώπινη Φωνή» στη μικρού μήκους ταινία “La Voce Umana”. Η προσαρμογή του έργου μάλιστα ήταν οικογενειακή υπόθεση, καθώς προήλθε από τον σκηνοθέτη Εντουάρντο Πόντι, γιο της Σοφίας Λόρεν και του γνωστού Ιταλού παραγωγού Κάρλο Πόντι.
Μια ακόμη μεγάλη ηθοποιός που έπαιξε το έργο ήταν η Σιμόν Σινιορέ.
Και όπερα…
To 1958 ο Γάλλος συνθέτης Φρανσίς Πουλένκ συνέθεσε μια ομότιτλη μονόπρακτη όπερα για σοπράνο και ορχήστρα -«λυρική τραγωδία» τη χαρακτήρισε-, βασισμένη στην «Ανθρώπινη φωνή», που έκανε την πρεμιέρα της το 1959 στο Παρίσι, στην «Οπερά-Κομίκ», με την Ντενίζ Ντιβάλ, διευθυντή ορχήστρας τον Ζορζ Πρετρ και, επίσης, σε σκηνοθεσία του Ζαν Κοκτώ. Η όπερα έκτοτε ανεβαίνει τακτικά.
Η Έλλη Λαμπέτη
Στην Ελλάδα αλησμόνητη θα μείνει η ερμηνεία του έργου από την Έλλη Λαμπέτη. Το 1978 παρουσίασε τα μονόπρακτα του Κοκτώ “Η ψεύτρα”, “Η ανθρώπινη φωνή”, “Την έχασα”, μαζί με τα μονόπρακτα: “Η Εβραία” του Μπρεχτ, “Η πιο δυνατή” του Στρίντμπεργκ, “Μια ψυχούλα” του Τσέχωφ. Τη μετάφραση έκανε ο Μάριος Πλωρίτης, τη σκηνοθεσία ο Σωτήρης Μπασιάκος, τα σκηνικά και τα κοστούμια ο Πάνος Παπαδόπουλος. Με τόνο μιας απελπισίας που προσπαθεί ματαίως να κρυφτεί, με μια κατακτημένη άνεση, η Λαμπέτη έδωσε μια από τις καλύτερες ερμηνείες της σταδιοδρομίας της. Αξίζει να σημειωθεί πως το 1978 ήταν η πρώτη φορά που η καλλιτέχνις αντιμετώπιζε ολόκληρο το μονόπρακτο. Χωρίς να το γνωρίζει, σε παλιότερες της εμφανίσεις, η μετάφραση που της είχε δοθεί περιελάμβανε μόνο ένα τμήμα του έργου.
Το φάσμα της κατάθλιψης
Η ηρωίδα παρασυρμένη από τη δίνη του έρωτα, τον πόνο της εγκατάλειψης, το φόβο της μοναξιάς, το αίσθημα του αμετάκλητου, την απαισιοδοξία μέχρι θανάτου αποδίδει όλο το φάσμα των καταθλιπτικών συναισθημάτων της.
Επιστρατεύει τα ζωτικά ψεύδη που προστατεύουν από τον ψυχολογικό πόνο και την απόλυτη απελπισία που έρχεται από τη ματαιωμένη εμμονή.
Το σώμα της ασφυκτιά μέσα στις λέξεις που σημαίνουν το τέλος και το πένθος της κλονίζει τη λογική λειτουργία των πράξεών της. Μια ηρωίδα ασταθής και ευμετάβλητη μπροστά στη δίνη ενός πεθαμένου έρωτα.
Το κοινό παρακολουθεί μόνο το ήμισυ της συνομιλίας, ενώ υπονοούνται τα λόγια και η ψυχρότητα του συνομιλητή από την άλλη μεριά της τηλεφωνικής γραμμής.
Το τηλέφωνο
Ο Κοκτώ αξιοποιεί μια ιστορικά μοναδική συγκυρία, την ταχύτατη εξάπλωση των τηλεφωνικών συσκευών στην αστική ζωή τη δεκαετία του 1920, για να γράψει ένα δράμα για το χωρισμό και τον έρωτα.
Το τηλέφωνο σφετερίζεται την οικειότητα. Η δράση επικεντρώνεται σε μια ανώνυμη γυναίκα. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο στη σκηνή εκτός από τον πόνο της. Και όμως στο άλλο άκρο του τηλεφώνου υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος: ο κόσμος του εραστή της, που ύστερα από πέντε χρόνων σχέση την εγκαταλείπει.
Τυφλωμένη από την αγάπη της για τον άνδρα που μόλις την άφησε, φοβάται μήπως τον κάνει να θυμώσει, μήπως άθελά της κάνει κάτι που θα του δώσει την αφορμή να διακόψει τη συνομιλία. Κοντά της οι επιστολές του, η αλληλογραφία που υποτίθεται ότι πρέπει να επιστρέψει ή να καταστρέψει, επιτείνουν τη μελαγχολία της. Ενώ γνωρίζει την έκταση της προδοσίας του, την απόρριψή του, δεν τον προκαλεί, δεν τον καλεί να λογοδοτήσει.
***
Δίχως επιτήδευση
Σε ένα καλαίσθητο σκηνικό κλασικών αποχρώσεων η θεατρική ομάδα *(Σ)τροfή, σε σκηνοθεσία της Ελένης Δούναβη, παρουσίασε τη δική της διασκευή στο απαιτητικό κείμενο του μεγάλου Γάλλου συγγραφέα και καλλιτέχνη. Είδαμε μια παράσταση με θετικό πρόσημο, λελογισμένη, ευπρεπή, σκηνοθετημένη και ερμηνευμένη με φιλοτιμία, ειλικρίνεια, σεβασμό και απλότητα. Δίχως εκζήτηση, προσποίηση, περιπλοκότητα και επιτήδευση.
Οι Ελένη Δούναβη και Γιώργος Τσακίρης απέδειξαν ότι έχουν πολλά και ανεξάντλητα αποθέματα καλλιτεχνικών δυνατοτήτων.
Η προσπάθειά τους καταχειροκροτήθηκε από το κοινό που την παρακολούθησε.
Ο συγγραφέας
Ο Ζαν Κοκτώ (Jean Cocteau, 5 Ιουλίου 1889 – 11 Οκτωβρίου 1963) υπήρξε μια πολυσχιδής καλλιτεχνική προσωπικότητα του Μεσοπολέμου και της γαλλικής πρωτοπορίας. Ήταν Γάλλος ποιητής, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ζωγράφος και σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Επιδόθηκε στην ανάπλαση και υπερρεαλιστική ερμηνεία των ελληνικών μύθων (Ορφέας, Αντιγόνη, Οιδίποδας, Ολέθρια μηχανή), θήτευσε στο ψυχολογικό θέατρο και ασπάστηκε το νεορομαντισμό. Από τις γνωστότερες ταινίες του είναι: Η πεντάμορφη και το τέρας και οι Τρομεροί γονείς (από το θεατρικό του έργο).
Γεννήθηκε στο Μαιζόν-Λαφίτ, κοντά στο Παρίσι, το 1889 και πέθανε στο Μιλί-λα-Φορέ, κοντά στο Παρίσι, το 1963 σε ηλικία 74 ετών. Ήταν γιος εύπορου Παριζιάνου συμβολαιογράφου και μορφώθηκε στο Λύκειο Κοντορσέ.
Επιδεικνύοντας ταλέντο στην ποίηση, το μυθιστόρημα και το θέατρο, στη ζωγραφική, στο σενάριο και τη μουσική κίνηση της χώρας του, ο Κοκτώ δημοσίευσε την πρώτη συλλογή ποιημάτων του “Το λυχνάρι του Αλαντίν” (La Lampe d’ Aladin) το 1909, σε ηλικία μόλις 18 χρόνων. Στις ποιητικές συλλογές του που ακολούθησαν, “Ο άστατος πρίγκηπας” (1910), “Ο χορός του Σοφοκλέους” (1912) και το “Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας” (1919), διακρίνεται από μια αβρότητα και χάρη στο ύφος κι έναν πλούτο φαντασίας. Το ίδιο παρατηρείται και στα μυθιστορήματά του, όπως για παράδειγμα στο “Θωμά τον απατεώνα” (Thomas l’ imposteur, 1923), και στα “Τρομερά παιδιά” (Les Enfants terribles, 1929). Όλο το έργο του, ακόμα και τα φιλοσοφικά και κριτικά του δοκίμια, διαπνέεται από ένα αίσθημα παιδικής αφέλειας μαζί με μια αγωνία αναζήτησης.
Στο θέατρο άρχισε τη σταδιοδρομία του το 1923 με τους “Νεόνυμφους του Πύργου του Άιφελ” (Les Mariés de la Tour Eiffel), με μια τάση φυγής από το στυλ του ρεαλισμού που επικρατούσε και ανάπτυξης της αξίας του αυτοσκοπού στη θεατρική τέχνη. Στη συνέχεια με τον “Ρωμαίο και Ιουλιέτα” (1924), τον “Ορφέα” (1927), την “Αντιγόνη” (λιμπρέτο στην όπερα του Χόνεγκερ) και τον “Οιδίποδα τύραννο” (λιμπρέτο στην όπερα – ορατόριο του Ιγκόρ Στραβίνσκι) το 1928, την “Ανθρώπινη φωνή” (1930), την “Ολέθρια μηχανή” (La Machine infernale, 1934), τους “Ιππότες της στρογγυλής τραπέζης” (Les Chevaliers de la Table ronde, 1937), τους “Τρομερούς γονείς” (Les Parents terribles, 1939), τη “Γραφομηχανή” (La Machine à écrire, 1941) και το “Δικέφαλο αετό” (L’Aigle à deux têtes, 1946), κηρύσσεται υπέρ των νεωτεριστικών ιδεών, συνεργάζεται με Γάλλους της πρωτοπορίας κι εμφανίζεται διαδοχικά ως φουτουριστής, σουρεαλιστής, κυβιστής ή ντανταϊστής.
Επηρεασμένος από το σουρεαλιστικό κίνημα και τους πρωτοπόρους της αφηρημένης τέχνης στη ζωγραφική και τη γλυπτική, ο Κοκτώ πειραματίζεται και μεταφέρει τις τάσεις αυτές της εποχής του και στο θέατρο, όπως στην “Παρέλαση” (Parade, 1917) σε σκηνικά Πικάσο και μουσική του Ερίκ Σατί (Satie) και “Το Βόδι πάνω στη Στέγη” (Le Boeuf sur le Toit, 1920) σε σκηνικά Ντυφύ και μουσική του Νταριούς Μιλώ (Milhaud).
Από τους συγγραφείς που είχαν επιρροή στο έργο του είναι ο Εντμόν Ροστάν, ο Ραϊμόν Ραντιγκέ, ο Κατύλ Μαντές, η Κόμισσα ντε Νοάιγ, μα πιο πολύ ο Αντρέ Ζιντ. Ο Κοκτώ όμως δεν περιορίστηκε στη συγγραφή των έργων του. Έλαβε κι ο ίδιος ενεργό μέρος ως ηθοποιός, παραγωγός, σκηνογράφος. Έγραψε για χορόδραμα, μιούζικαλ, τσίρκο, κινηματογραφικές ταινίες (όπως π.χ. η σουρεαλιστική ταινία “Η ωραία και το κτήνος”, 1946). Συνεργάστηκε με ονόματα όπως ο Φρανσουά Κοπώ, ο Άρθουρ Χόνεγκερ, συνθέτης του μουσικού δράματος “Βασιλιάς Δαβίδ”, ο Πικάσο και ο Μοντιλιάνι, ο Σερζ Ντιαγκιλέφ, ο μεγάλος Ρώσος χορογράφος και σκηνοθέτης, ιδρυτής των περίφημων “Ρωσικών μπαλέτων” κ.ά.
Ο Ζαν Κοκτώ πέθανε στις 11 Οκτωβρίου του 1963, μία ημέρα μετά την Εντίθ Πιάφ. Ο Ζαν Κοκτώ και η Εντίθ Πιάφ, σε ένα από τα περίεργα παιχνίδια της μοίρας, διασταυρώθηκαν το 1940 όταν η Πιάφ ερμήνευσε αλησμόνητα τον Ωραίο αδιάφθορο, που ο Κοκτώ είχε γράψει ειδικά για εκείνη.
Προσωπική ζωή
Υπήρξε φίλος για δεκαετίες με τον Πάμπλο Πικάσο και ήταν ένας από τους κουμπάρους στον γάμο του Ισπανού ζωγράφου με την Ολγα Χοχλόβα. Επίσης, ήταν φίλος με τον Μαρσέλ Προυστ, τον Αντρέ Ζιντ και τον δισέγγονο του Βίκτωρος Ουγκώ, Ζαν. Από το 1937 ως τον θάνατό του είχε σχέση με τον ηθοποιό Ζαν Μαρέ.
- Η παράσταση “Ψυχές με Ανθρώπινη Φωνή“ παρουσιάστηκε τη Δευτέρα 10 Ιουνίου στις 20:15 και την Τρίτη 11 Ιουνίου 20119, στις 22:00.
***
Ταυτότητα παράστασης
Θεατρική ομάδα: *(Σ)τροfή
Κείμενο/Διασκευή: Ελένη Δούναβη
Σκηνοθεσία: Ελένη Δούναβη
Σκηνικά / Κοστούμια: Ομάδα *(Σ)τροfή
Μουσική/Φωτισμοί: επιμέλεια μουσικής Ελένη Δούναβη
Φωτογραφίες: Γεωργία Σιέττου, Στέλιος Δανιήλ
Εικονοληψία/Μοντάζ/Trailer: Σπύρος Γερούσης
Γραφιστικά: Γιάννης Γεωργιάδης
Ερμηνεία:
Ελένη Δούναβη, Γιώργος Τσακίρης
Διάρκεια παράστασης: 50 λεπτά
***
- Διαβάστε επίσης:
Ολοκληρώνεται το Off Off Athens 2019 στο Επί Κολωνώ: Τι θα δούμε την τέταρτη εβδομάδα
Είδαμε την «Καταδίωξη» («Hunted down») του Ντίκενς στο Off Off Athens Festival
Είδαμε «Χρωματιστές γυναίκες» και «Τίτα-Λου» σε ενιαία παράσταση στο φεστιβάλ OFF OFF Athens
Η κωμωδία του Τσέχωφ “Η Αρκούδα” από την ομάδα peach of art στο OFF-OFF ATHENS
Off Off Athens: Οι Peach of art μάς μιλούν για την “Αρκούδα” του Τσέχωφ
Η Ειρήνη Σταματίου μας μιλά για τη mēta – ΦΙΛΟΝΙΚΙΑ, που σκηνοθετεί στο Φεστιβάλ OFF-OFF Athens