Του Παναγιώτη Μήλα
Ο Σταμάτης Κραουνάκης πίκρανε τη φιλόλογό του, στο Γυμνάσιο της Γλυφάδας, όταν εκείνη έμαθε ότι ο αγαπημένος της μαθητής προτίμησε την Πάντειο αντί για τη Φιλοσοφική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον ήθελε μάλιστα να ακολουθεί το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας.
Υπήρξε Απρόβλεπτος στην επιλογή του…
Αλήθεια, ποιο άλλο επίθετο που αρχίζει από «Α» θα ταίριαζε στον Κραουνάκη;
Με τα σημερινά δεδομένα σίγουρα το «Ανυπότακτος».
Και για το «Β»; Ασφαλώς το «Βαθυστόχαστος».
***
Ας συνεχίσω το παιχνίδι με τις λέξεις μέχρι να τον συναντήσω για τη συνέντευξη στο catisart.gr με αφορμή τις «Εκκλησιάζουσες» που θα παρουσιάσει σε Αθήνα, Ελευσίνα και Θεσσαλονίκη.
Προλαβαίνω… Έχω άλλα 22 γράμματα. Άλλα 22 επίθετα:
Γοητευτικός, Διορατικός, Επαναστάτης, Ζωογόνος, Ηγετικός, Θαρραλέος, Ιδεαλιστής, Καλόκαρδος, Λυρικός, Μάγκας, Νοικοκύρης, Ξάστερος, Ονειροπόλος, Παράτολμος, Ρωμαλέος, Συνεπής, Τελειομανής, Υμνογράφος, Φιλομαθής, Χρονογράφος (μιας και με την επιλογή των στίχων στα τραγούδια του, καταγράφει και σχολιάζει τη ζωή στην Ελλάδα τα τελευταία 40 χρόνια ), Ψυχοσώστης και τέλος Ωδικός (όπως έγραφε στα κείμενά του ο Αριστοφάνης, αναφερόμενος σ’ αυτόν που αγαπά το τραγούδι).
Ουφ! 24 επίθετα!
Αν είχαμε στο αλφάβητό μας 74 γράμματα, όπως έχουν στα Χμερ, στην επίσημη γλώσσα της Καμπότζης, εύκολα θα έβρισκα 74 επίθετα για να φιλοτεχνήσω το πολύχρωμο πορτρέτο του Σταμάτη Κραουνάκη.
Πριν έρθει, μόλις που προλαβαίνω να διορθώσω το επίθετο που αρχίζει από «Π». Αντί για το Παράτολμος προτιμώ το Παθιασμένος. Αυτό του ταιριάζει απόλυτα…
***
Η ώρα είναι λίγο μετά τις 9.30 και λίγο πριν από τις 10 το πρωί. Αμέσως μαζί με τον πρώτο καφέ και να που έρχεται με διάθεση καλή και ως πρωινός τύπος έτοιμος για δουλειά.
***
Καλημέρα σας. Ολοκλήρωσα τον πρόλογο, ετοίμασα τα μαγνητόφωνα και είμαι έτοιμος να πατήσω το «Rec». Πάμε; Θέμα μας και οι «Εκκλησιάζουσες» και ο Αριστοφάνης και η σημερινή κατάσταση. Ας κάνω λοιπόν την πρώτη ερώτηση:
*Από τότε που είσαστε φοιτητής στην Πάντειο «συνομιλούσατε» με τον Αριστοφάνη. Με ποιους μπορεί να επικοινωνήσει σήμερα ο μεγάλος συγγραφέας;
-Δεν ξέρω. Σήμερα μάλλον στο… Αθηναϊκό Πρακτορείο και σε ένα κεντρικό δελτίο ειδήσεων. Να κάνει καθημερινή εκπομπή, καθημερινή κάτοψη. Να μας λέει τι βλέπει αυτό το μάτι.
Το τεράστιο για μένα ζήτημα – όσα χρόνια ασχολούμαι με τα κείμενά του – και για μένα το πιο συγκινητικό απ’ όλα είναι ότι οι 11 κωμωδίες του συνιστούν τον δείκτη, το ιδεόγραμμα να το πω έτσι, τη μαρτυρία τη βασική της πτώσης της μεγάλης Δημοκρατίας των Αθηνών.
Δηλαδή, το ότι η Κωμωδία ανέλαβε την υποχρέωση να καταγράψει την πτώση για μένα είναι συγκινητικό, οδυνηρό και αυτό είναι που κάνει και τα έργα αυτά συγκλονιστικά διαχρονικά. Και αν παρατηρήσει κανείς και την εργογραφία, δηλαδή τα γεγονότα μαζί με τις χρονολογίες και το τι συνέβαινε ταυτόχρονα τότε, καταλαβαίνει κάποιος τι κάνει ο Αριστοφάνης. Από τους «Αχαρνής», που είναι το πρώτο του έργο, που είμαστε μέσα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, δηλαδή σε ένα καπιταλιστικό πόλεμο άγριο για την εποχή, με χοντρή αγριότητα, μέχρι τούτο εδώ, τις «Εκκλησιάζουσες» που είναι το προτελευταίο του.
Μάλιστα για μένα το έργο αυτό είναι κορυφαίο για όσα καταγράφει και είναι τρομερά παρεξηγημένο επίσης, διότι το θεωρούν φεμινιστικό.
Ε, λοιπόν δεν είναι ένα φεμινιστικό έργο. Είναι βλακεία αν το χαρακτηρίζουν έτσι. Όσοι άνθρωποι το αντιμετωπίζουν σαν έργο φεμινισμού είναι ανόητοι και όσοι το έχουν μεταγλωττίσει σκηνοθετικά και μεταφραστικά έτσι είναι επίσης ανόητοι…
Γιατί, τι κάνει εδώ πέρα; Εδώ είναι η τελευταία αναλαμπή. Υπάρχει κάποια ελπίδα, έχουν έρθει κάποια χρήματα στην Αθήνα και είναι η τελευταία ευκαιρία. Δηλαδή τους χτυπάει το κουδούνι ότι πρέπει άμεσα να συμμαζευτούν.
Αυτοί δεν πηγαίνανε να ψηφίσουν, δεν αφήνανε τις δουλειές τους. Μάλιστα το έχω κρατήσει αυτό το σημείο: Προτιμούσαν να μείνουν στις δουλειές τους αντί να πάνε να πάρουν το τάλιρο. Δεν πατάγανε λοιπόν στην Εκκλησία του Δήμου. Ο Αριστοφάνης τους βάζει τότε ως επιχείρημα απόλυτης ξεφτίλας το:
«Καθίστε καλά, γιατί θα πάρουν την κυβέρνηση οι γυναίκες»…
Να θυμίσω εδώ ότι τότε οι γυναίκες δεν ψηφίζουν και δεν έχουν καμία κοινωνική και πολιτική δράση. Τους κρούει λοιπόν τον κώδωνα… Βεβαίως, είναι υπέροχο – το έχει κάνει ήδη και στη «Λυσιστράτη» – αλλά εδώ είναι ακόμα πιο στραγγισμένο.
Οι γυναίκες προβάρουν το τι θα πούνε στη Βουλή. Κάνουν ένα εγχείρημα αρκετά σοβαρό. Μεταμφιέζονται σε άντρες. Φοράνε τα ρούχα των αντρών τους και πάνε έτσι στη Βουλή για να ψηφίσουν ώστε να δοθεί η κυβέρνηση στις γυναίκες.
Αυτό είναι ένα εύρημα του συγγραφέα το οποίο, κατά τη γνώμη μου, είναι συνταρακτικό. Το δεύτερο Επεισόδιο είναι μια απόλυτα απογειωμένη κατάσταση, καθώς φεύγουν αυτές ντυμένες άντρες και πάνε στη Βουλή.
Τι θέλω να πω, λοιπόν; Του Αριστοφάνη του δίνεται η ευκαιρία να τις υμνήσει. Αυτές λένε τα επιχειρήματά τους: Γιατί να δώσουμε την κυβέρνηση στις γυναίκες; Γιατί ξέρουν να μεγαλώνουν άντρες, γιατί ξέρουν να διοικούν το σπίτι, γιατί παίρνουν γρήγορα αποφάσεις. Ο Αριστοφάνης έχει γράψει υπέροχα πράγματα – τα οποία πιστεύω και αξιοποίησα – γιατί θέλει να τις ευχαριστήσει τις γυναίκες.
Απλώς θέτω τον κώδικα ότι το έργο δεν είναι φεμινιστικό.
Τι κάνει λοιπόν ο συγγραφέας; Για μένα αυτό είναι ένα μεγάλο σημάδι:
Την ώρα που η καινούργια εξουσία πηγαίνει στη Βουλή να πάρει την κυβέρνηση με τα ρούχα της παλιάς – έχει σημασία αυτό για μένα – η παλιά εξουσία με τα ρούχα της καινούργιας βγαίνει απελπισμένη στο δρόμο, γιατί έχει… φράξει ο ποπός της και ψάχνει απελπισμένα μέσα στο δημόσιο χώρο να χέσει. Αυτό τι σημαίνει; Ότι δύο εξουσίες είναι συγγενείς.
Το δεύτερο πράγμα που κάνει ο πρόγονος είναι το εξής:
Μας δίνει τη πιθανότητα – πόσο μπροστά αυτό το πράγμα – της κοινοκτημοσύνης. Δηλαδή μιλάει για καθαρό κομμουνισμό, ή όπως θα λέγαμε και εμείς τώρα, μιλάει για Πρώτη Φορά Αριστερά.
Και αφού το επιβάλει η Πραξαγόρα και «ψήνει» και την αντιπολίτευση βρίσκοντας και λύσεις, όλα θα είναι όλων. Δεν χρειάζεται να υπάρχουν δικαστήρια, γιατί ποιος να κλέψει ποιον και γιατί; Δηλαδή κάνει μία σειρά από σοφιστίες και πείθει την αντιπολίτευση ότι τη συμφέρει αυτό που προτείνει. Έχουμε λοιπόν στο δεύτερο μέρος την τραγική διαφθορά της νομοθεσίας της καινούργιας εξουσίας. Αυτό που λέμε με τη γλώσσα μας σήμερα: «Έτσι και πατήσεις την εξουσία σε πήρε ο διάολος».
*Ακριβώς, η εξουσία σε αλλάζει, σε μεταμορφώνει.
-Απόγειο αυτής της μεταμόρφωσης – αφού έχουμε κωμωδία – είναι αυτό το τρομερό φαγητό το οποίο είναι μία λέξη, μία ολόκληρη σελίδα η οποία λέγεται απνευστί…
*Μιλάμε για τη μεγαλύτερη λέξη στον κόσμο που αποτελείται από 172 γράμματα, 27 συνθετικά και 78 συλλαβές. Πρόκειται για μια συνταγή μαγειρικής, την οποία ο Αριστοφάνης παρουσίασε με αυτόν τον τρόπο, καταφέρνοντας να την περιγράψει μέσα σε 172 γράμματα. Η λέξη που έχει καταγραφεί και στο βιβλίο Guinness, είναι η εξής:
«Λαπαδοτεμαχοσελαχογαλεοκρανιολειψανοδριμυποτριμματοσιλφιολιπαρομελιτοκατακεχυμενο κιχλεπικοσσυφοφαττοπεριστεραλεκτρυονοπτοπιφαλλιδοκιγκλοπελειολαγωοσιραιοβαφητραγανοπτερυγών»…
-Σωστά! Πρόκειται για τη μεγαλύτερη λέξη της αρχαίας γραμματείας. Η λέξη που με απασχόλησε πάρα πολύ. Από ‘κει ξεκίνησα και έφτιαξα έναν σχεδόν αφρικάνικο κανιβαλικό ρυθμό πάνω στον οποίο λέγεται αυτή η λέξη… Διότι τι θέλει να πει ο Αριστοφάνης με αυτή τη λέξη; «Στουμπώστε τους να το βουλώσουν… Ταΐστε τους, ναι»…
Με τη Μαριάννα Κάλμπαρη ψάξαμε επιμελώς για τι φαγητά μιλάει. Μιλάει για πανδαισία από ψάρια, κρέατα, ψητά, περιχυμένα με σάλτσες γλυκές. Πρόκειται για γευστικά αριστουργήματα και είπαμε αυτό το τεράστιο φαγητό να το βάλουμε και στο πρόγραμμα.
Χαίρομαι επειδή σε αυτό το έργο είχα από μικρός ανακαλύψει τον πολιτικό του πυρήνα.
*Που σημαίνει ότι οι «Εκκλησιάζουσες» εξακολουθούν και σήμερα και είναι απόλυτα επίκαιρες. Έτσι δεν είναι;
-Τα πάντα είναι επίκαιρα. Τι κάνει ο γλυκός μου; Κατ’ αρχάς έχει Επεισόδια τα οποία δυστυχώς δεν είχαν παιχτεί σε άλλες παραστάσεις. Όπως είναι ο αποχαιρετισμός των αντικειμένων του σπιτιού. Ο πρώτος που πάει και δίνει τα πράγματά του, ο καημένος αυτός ο Χρέμης ο οποίος είναι… πονηρούλης, πιστεύει αμέσως την καινούργια ιστορία και είναι ο πρώτος που πάει να δώσει όλο του το βιος…
*Σε αντίθεση με τους άλλους…
-Ναι. Σε αντίθεση με τους άλλους δύο. Κρατήσαμε και εμείς έναν τελικά – τον άλλον τον κάνω εγώ – και λέω ένα πράγμα το οποίο επίσης «το τρώνε» οι σκηνοθέτες και οι διασκευαστές. Υπάρχει λοιπόν ένα σημείο που λέει: «Πού πας βρε να τα δώσεις; Πού πας; Δεν βλέπεις οι θεοί, στα αγάλματα που έχουν συνέχεια το χέρι τεταμένο στη ζητιανιά; Η ζητιανιά είναι θρησκεία και πλούτος και πενία… παλιά ιστορία»…
Τώρα γι’ αυτά μπορώ να μιλάω ώρες. Το ταξίδι για μένα ήταν πάρα πολύ μεγάλο.
*Μπορούμε να πούμε ότι είναι και δράμα και όχι μόνο κωμωδία;
-Εγώ θα πω το εξής: Είναι μία πολύ γερή κωμωδία, διότι όπως πάντα αυτός έχει γράψει τη συγκλονιστική σκηνή με τις γριές, που η κωμικότητά τους είναι τραγική. Ο νέος την ώρα που παραδίδεται στις τρεις αστυνομίες – το έχουμε κάνει ευκρινές ότι είναι τρεις αστυνομίες – λέει πράγματα συνταρακτικά: «Διαλύστε μας, πάρτε άλλη μια γιαγιά και στείλτε την στα κάτεργα».
*Η Πραξαγόρα και η Ουτοπία τι σχέση έχουν μεταξύ τους;
-Αυτό ακριβώς κάνει η Πραξαγόρα. Δίνει ένα ουτοπικό καθεστώς. Δηλαδή τους παρασέρνει.
*Εν γνώσει της…
-Και μάλιστα της έχω φτιάξει και ένα τραγούδι, για το ίδιο το όνομα που είναι η «Πράξη» στην «Αγορά». Όπως ο Χρέμης, είναι αυτός που αποχρέμπτει. Ο Βλέπυρος, είναι αυτός που έχει τη γούρλα το μάτι. Δηλαδή όλα τα ονόματα έχουν αντιστοιχία.
Αυτό που έκανα και πιστεύω ότι έχει πολύ ενδιαφέρον, είναι ότι ξεκινώντας να μεταφράζω – γιατί μετέφρασα όλο το έργο – πάταγα επάνω στους ρυθμούς του αρχαίου. Είχα την τύχη να μάθω πολύ καλά αρχαία (και) από τη φιλόλογο που έλεγες στον πρόλογο. Έκανα λοιπόν και πρώτα μία παρτιτούρα ρυθμού βασισμένη στο αρχαίο κείμενο. Κράτησα πολλές φορές και την αρχαία γλώσσα, όπου χρειάζεται, ή όπου είναι αντιληπτό το τι λέει και είναι αστείο φυσικά.
Έχει δύο – τρία πράγματα τα οποία είναι πάρα πολύ αστεία και τα οποία όσο δεινός μεταφραστής και να είσαι δεν μπορούν να έρθουν ρυθμιστικά στην ίδια φαντασία να το πω έτσι. Αυτό με βοήθησε πολύ και δούλεψα με ομοιοκαταληξία το οποίο είχε πάρα πολύ ενδιαφέρον.
Τώρα από αυτή τη μετάφραση – των 250 σελίδων αρχικά που ήταν το κατά γράμμα του αρχαίου – για την παράσταση, για το λιμπρέτο της οπερέτας κρατήσαμε 40 σελίδες, όπου εκεί κάναμε ένα χοντρό μπραφ με την Κάλμπαρη, αποφασίζοντας γενναία να φάμε τα αστειάκια.
*Σημαντικό αυτό…
-Κρατήσαμε έτσι ακραιφνές το πολιτικό φιλέτο, δεδομένου ότι η μουσική είναι αστεία σε πολλά σημεία, η σκηνοθεσία είναι αστεία, δηλαδή τα αστεία βγαίνουν και από την ίδια τη σκηνική δράση.
*Και από τη δική σας συμμετοχή; Η οποία τι είναι; Παράβαση, παραβίαση, παρέμβαση, παρέκβαση;
-Το έργο καταρχάς δεν έχει χορό. Έχει μόνο ένα χορικό, όταν πάνε προς τη Βουλή και άλλο ένα όταν επιστρέφουν. Δημιουργήσαμε λοιπόν ένα χορό ο οποίος πολλές φορές λέει και σημαντικά πράγματα.
Ας πούμε, υπάρχει ένα σημείο όπου τραγουδούν επιστρέφοντας από τη Βουλή οι γυναίκες. Μαζί τους υπάρχουν όμως και άνδρες. Υπάρχει ένα team τεσσάρων ανδρών το οποίο είναι «σύμπλεον» με την Πραξαγόρα. Είναι όπως θα λέγαμε σήμερα τα payrolling, που λένε ότι:
«Υπάρχουν κάτι βάσανα βαριά σαν την πατρίδα, που μες στην καταιγίδα ζητάν ανασασμό και έρχονται φίλοι και εχθροί εδώ να βρουν ασπίδα, λίγο φαΐ, λίγο κρασί, πριν απ’ το χαλασμό. Κράτα τρελή καρδιά μου κράτα, που όλοι σου λεν παράτα και εσύ βροντοχτυπάς. Κράτα, της ομορφιάς τη στράτα, ξύπνα τα πρώτα νιάτα για να σου πουν, πού πας»…
Αυτό είναι κάτι που με συγκινεί – και γι’ αυτό το απαγγέλλω εδώ – και όλοι μας, αυτή την ώρα που ξεσηκωνόμαστε να κάνουμε μια κίνηση ανατροπής, ανατρέχουμε στον τσαμπουκά που είχαμε πιτσιρίκια.
*Είπατε προηγουμένως ότι σας συγκινεί αυτό που απαγγείλατε. Το γέλιο, το δάκρυ, ή τι άλλο είναι η κινητήριος δύναμις για το Operetta restart, για να θυμηθούμε και την Εθνική Λυρική Σκηνή;
-Ο Γιώργος Κουμεντάκης, ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Λυρικής, μέσα στην πολύ γενναία του δράση φλασάρισε ότι αυτό το πράγμα, αυτή η παντρειά μου με το Θέατρο Τέχνης πάνω σε Αριστοφάνη θα μπορέσει να δώσει κάτι. Εγώ από τη μεριά μου έβαλα τα δυνατά μου, γιατί το έργο το αγαπούσα πολύ. Ήθελα αυτό που θα φτιάξω μουσικά και ως λιμπρέτο να είναι, να την πω τη φιλοδοξία, να την πω…
*Να είναι εξαγώγιμο…
-Το εξαγώγιμο είναι του Κουμεντάκη η επιθυμία και μάλιστα συγκλίνουν κάποιες πιθανότητες στο αν πραγματικά θα είναι εξαγώγιμο…
Εγώ αυτό που κοίταξα να κάνω είναι το εξής: Η μουσική – κείμενο που θ’ αφήσει πίσω του ο Κραουνάκης, στα 63 του χρόνια, άντε στα 64, στην πατρίδα του, να το πω έτσι; Να το πω: Να είναι κάτι που μπορεί να έχει αξία και μετά το θάνατό του.
Έβαλα τα δυνατά μου λοιπόν ν’ αφήσω μια κληρονομιά και είμαι πολύ τυχερός γιατί με στήριξαν και οι συνεργάτες μου οι οποίοι είναι όλοι, μα όλοι, ένας κι ένας.
*Έχετε πρώτα τις δύο αδελφές Κάλμπαρη.
-Καλά με τη Μαριάννα γίναμε πια οικογένεια. Η Χριστίνα η οποία έφτιαξε τα σκηνικά και τα υπέροχα μινιμαλιστικά κουστούμια, έδωσε μία λύση πολύ γεωμετρική η οποία βοήθησε πολύ. Είχε μία ιδέα πού μου θύμισε τον Ανδρέα Βουτσινά ο οποίος πάντα φώναζε και έλεγε:
«Πρώτα το σκηνικό, πρώτα το σκηνικό», αλλιώς δεν ξεκίναγε πρόβα. Πρέπει να πω ακόμη ότι είχαμε γύρω στους δυόμισι μήνες μουσική προετοιμασία, γιατί έκανα τη διδασκαλία και την προσαρμογή σε 4 όργανα. Είναι σπουδαίοι μουσικοί και έχουμε καταφέρει να έχουμε εκπληκτικό αποτέλεσμα…
Φυσικά για τη Σοφία Φιλιππίδου θα το πω όπως το νιώθω: Με τη Σοφία εκπληρώνεται μία υπόσχεση ετών. Δηλαδή είναι σαν να περίμενε η ζωή να μας ενώσει σε ένα πράγμα τόσο δυνατό και να βάλει και αυτή τον εαυτό της. Νομίζω ότι θ’ αφήσει σοβαρότατο ίχνος με την ερμηνεία της.
Από την άλλη ο τεράστιος αυτός καλλιτέχνης που έχουμε: Ο Χριστόφορος Σταμπόγλης, ο οποίος, εκτός της επικινδυνότητας του εγχειρήματος που υποδύεται, έχει βάλει όλη του την τέχνη. Μιλάμε για ένα βαθύφωνο ο οποίος είναι διεθνής. Έχει τραγουδήσει σε όλες τις όπερες του κόσμου και εδώ είχε την ταπεινότητα και τη χαρά και τη φιλία να είναι δοτικότατος. Με βοήθησε σε πάρα πολλά σημεία. Είναι υπέροχος. Ειδικά στην τρομερή άρια του σκατού.
*Στο ξεκίνημα του έργου;
-Όχι. Είναι στο δεύτερο Επεισόδιο. Είναι πάρα πολύ αστεία σκηνή, γιατί όλο αυτό το δράμα του ανθρώπου που «δεν μπορεί να τα κάνει» είναι τραγουδισμένο και αυτό από μόνο του, χωρίς να του κάνεις «τσικ» είναι τρελά αστείο.
*Υπάρχουν όμως θεατές που θεωρούν ότι ο σκηνοθέτης έχει εντάξει αυτή τη σκηνή με σκοπό να εκβιάσει το γέλιο.
-Μα, το γράφει ο Αριστοφάνης: Βγαίνει ο ηθοποιός στη σκηνή ντυμένος γυναικεία και λέει, λέξεις στο αρχαίο: «Τι; Τι το πράγμα;».
Το πράγμα, «τι είναι αυτό που βλέπετε;» το πράγμα, «τι τρέχει στην πολιτική;». Δηλαδή βάζει μία λέξη «Τι; Τι το πράγμα; Πού είναι η γυνή»; Και του το άφησα… έκανε «φρουτ» και έφυγε, «φρουτ» σαν πόρδα… «φρουτ»… μπρου… από τον εκπληκτικό Χριστόφορο.
Είναι όμως και ο γλυκός μου ο Χρήστος Γεροντίδης ο οποίος έφτιαξε ένα Χρέμη σπουδαίο. Η σκηνή του αποχαιρετισμού του σπιτιού «και ένα κοτέτσι έτσι όπως κατάντησε σαν την πατρίδα, για την πατρίδα που το θυσιάζω…»
Ο Σάκης μου ο Καραθανάσης, που παίζει τον νέο συνταρακτικά.
Αυτή η τρομερή ηθοποιός που έχουμε η οποία μου έφτιαξε μία «Θεράπαινα» κάνει και τη νέα, κάνει και χορό, η Κατερίνα η Λυπηρίδου. Σπουδαία…
Και φυσικά η Ιωάννα Μαυρέα η οποία κάνει την πρώτη γριά και κάνει και χορό. Νομίζω ότι έχει κάνει μεγάλη δημιουργία από μεριάς της.
Ο δικός μας ο Γιώργος Στιβανάκης κάνει την τρίτη γριά κι εγώ κάνω τη δεύτερη. Εντάξει, μικρά ρολάκια, αλλά η τρελή αυτή σκηνή με τις τρεις γριές, η οποία είναι πολύ αστεία, είναι και πάρα πολύ σκληρή.
Κάνω όμως και την παράβαση, μία παράβαση που φτιάξαμε εμείς, όπου λέω δύο – τρία πράγματα για τα τρέχοντα και ένα τραγούδι το οποίο παρασύρει τον κόσμο σε μία έτσι ευωχία συνουσιαστική ελεύθερη: «Η φυλή του καρναβάλου μέσα στη Στοά του Αττάλου».
*Και αυτό είναι στο φινάλε;
-Όχι, αυτό είναι ακριβώς στη μέση.
*Η παράβαση που είπατε, αναφέρεται στα σημερινά, στα σύγχρονα;
-Λέω τρεις ατάκες. Δεν λέω πολλά.
*Τρεις ατάκες σχόλιο;
-Ναι, και τώρα ό,τι άλλο μου κατέβει, γιατί έχω διεκδικήσει μία μικρή ελευθερία μέχρι τελευταίας. Δεν θα βάλω πολλά όμως… Τα λέει όλα το έργο…
*Μπορεί να τα λέει όλα το έργο, αλλά με τον τρόπο που φωτίσατε εσείς το κείμενο.
-Ναι, και μουσικά βοήθησε αυτό. Έχω κάνει τρελά πράγματα στη μουσική.
*Είπατε προηγουμένως ότι υπάρχουν κομμάτια τα οποία δεν είχαν τονιστεί, δεν είχαν παρουσιαστεί σε παλιότερες παραστάσεις.
-Πραγματικά υπάρχουν πολλά στοιχεία σε αυτό το έργο και γι’ αυτό και δεν προτιμάτο συνήθως. Πρώτον, ο Αριστοφάνης εξαφανίζει την πρωταγωνίστρια από τη μέση και μετά. Ποια πρωταγωνίστρια θα ήθελε να το παίξει αυτό; Καμία. Εγώ έχω κάνει ένα τρικ την ώρα που έρχεται ο Χρέμης και του διηγείται τι έγινε στη Βουλή, ξαναζωντανεύουμε τη σκηνή της Βουλής και το παίζει η Σοφία. Δεν έχω πειράξει καθόλου τα λόγια. Αυτό που έγινε δεν είναι μόνο δουλειά δική μου. Είναι και δουλειά της παράστασης. Φωτίσαμε πολλά πράγματα. Ας πούμε υπάρχει ένα σημείο – τώρα με παρασέρνεις – στο χορό, το οποίο δεν έχει μεταφράσει κανείς μέχρι σήμερα. Υπάρχουν τρεις φράσεις του χορού την ώρα που η Πραξαγόρα είναι έτοιμη να κάνει τις προγραμματικές δηλώσεις. Ο χορός τότε της λέει:
«Έλα τώρα Πραξαγόρα, πες ένα ψέμα, φτάνει να ‘ναι καινούργιο».
Και αναρωτιέμαι αυτές οι τρεις φράσεις, τι λένε;
«Πες ένα ψέμα καινούργιο, γιατί όλα τα άλλα τα έχουμε βαρεθεί».
Πιστεύω ότι το κοινό μας, οι θεατές μας στην εποχή αυτή, στη στιγμή τη συγκεκριμένη που ζούμε, θα πάρουν πολλές σοβαρότατες απαντήσεις και θα φύγουν με την καρδιά γλυκαμένη, γιατί φωνάζω στο τέλος – αυτό είναι μία προσθήκη δικιά μου – αντί για να κάνουμε κανένα χοροπηδηχτό φινάλε έκανα μια σαραμπάντα ας πούμε, ένα μπολέρο:
«Σηκωθείτε!… Σηκωθείτε! Η Αθήνα η κοσμοκράτειρα απόψε να μας φτιάξει. Ανοίξτε τα παράθυρα να μπει καλοκαιριά»…
* Αυτή η προστακτική το «Σηκωθείτε», είναι πάρα πολύ σημαντική, γιατί πιστεύω ότι ο άνθρωπος, πρέπει πάντα να βρίσκεται σε εγρήγορση, να μην εφησυχάζει με όσα του λένε.
-Εμείς οι καταναλωμένοι, όλοι ζούμε μέσα σε μία μοναχική διαδικτυακή συνομιλία, με πολύ λίγους χρόνους πια συνεύρεσης και μας λείπει αυτό το τρυφερό πράγμα, να πιούμε ένα κρασί, να πούμε μία κουβέντα, να τσακωθούμε. Έχουν γίνει όλα μία σχέση με μία οθόνη. Αυτό δεν ξέρω αν διορθώνεται, αλλά επειδή είμαστε σε αυτή την πάμπλουτη χώρα, πιστεύω ότι δεν θα τη φτιάξουν οι πολιτικοί. Θα της συμβεί κάτι που θα την τινάξει ψηλά ερήμην των πολιτικών, το νιώθω. Δηλαδή θα της συμβεί μια μοίρα.
*Αυτό που λέτε για την απογείωση της χώρας έχει κάποια σχέση και με «το κόμμα των ορφανών»; Το είδα που το είπατε πρόσφατα και μου άρεσε πάρα πολύ.
-Νομίζουν όλοι ότι είμαστε λίγοι. Όμως δεν είμαστε λίγοι… Αυτό το κόμμα των ορφανών προσφέρει στέγη σ’ αυτούς που κάνουν σχέδια για το αύριο. Μας απασχολεί, αλλά δυστυχώς οτιδήποτε νομιμοποιείται, γίνεται βλακεία.
*Σωστά… σωστά… όμως είναι πολύ δυνατή αυτή η προτροπή, αυτό το «Σηκωθείτε!».
-…«τα παλιά σας φιλιά θυμηθείτε! Σηκωθείτε! Στα αισθήματα παραδοθείτε!»
*Αυτές οι φράσεις, αυτές οι λέξεις ταιριάζουν απόλυτα για να γίνουν ο τίτλος της συνέντευξης.
-Συγκινούμαι τώρα αλλά πρέπει να το πω: Είμαι ένας άνθρωπος active, δουλεύω, εκτίθεμαι, φωνάζω, μιλάω στο ραδιόφωνο, βρίζω. Όπως λένε οι δεξιοί: «Μαζέψτε τον βρίζει», ή «Εδώ δεν κάνει συνέντευξη γιατί μιλάει πολύ»… Αυτά τα ακούω εδώ και χρόνια, αλλά δεν κουνιέμαι, επειδή προχωράω και εγώ σε μια ωριμότητα.
Αυτή τη στιγμή η πατρίδα μου με πληρώνει, για να φτιάξω αυτό το πράγμα και μία σπουδαία χορηγός που έχουμε, έκανε μία κίνηση πολύ δυνατή. Μπορέσαμε έτσι και το τελειώσαμε. Αυτό το χρωστάω στον φίλο μου τον Γιώργο Κουμεντάκη. Έτσι τώρα μπαίνω στη Φρυνίχου …και βλέπω τον Κουν και λέω: «Θεούλη μου τι γίνεται;».
Ήρθαν οι άνθρωποι από τη Σχολή, ήρθε η Γεωργία Σιδέρη η οποία έχει θητεύσει χρόνια εκεί και μου λέει: «Ζωντανέψατε τον Κουν, ξαναζεί, δεν ξέρεις τι έχεις κάνει».
Μ’ ενδιαφέρει όμως αυτό που θα δώσω στην κοινωνία. Αυτή τη στιγμή θέλω να σημάνει ένα αίσθημα που να μη χωράει σε κριτική και αυτό αναζητάω και εγώ μέσα από τη παράσταση. Το προσπάθησα πάρα πολύ, να είναι το αίσθημα τόσο δυνατό ώστε να μην μπορεί να σκεφτεί κανείς ακόμα και τα λάθη.
*Τα λάθη έτσι κι αλλιώς είναι μέσα στο παιχνίδι, δεν το συζητώ.
-Για ένα μπορώ να σου πω ότι είμαι σίγουρος: Αυτό που θέλουμε να δείξουμε είναι πεντακάθαρο. Μπορεί κάποιος να διαφωνεί, ή μπορεί σε κάποιον να μην του αρέσει. Αλλά εκεί τα πήγαμε τα πράγματα: Σε ένα έργο που έχει δικαιοσύνη και ένα τέτοιο έργο δεν μπορεί να το νικήσει κανείς.
*Άρα έχετε τη συνταγή για το επόμενο βήμα: Τις «Σφήκες».
-Λες, ε; Το ψιλοδιαβάζω αυτό τον καιρό. Δεν ξέρω. Με περιμένουν όμως πρώτα οι «Βάτραχοι».
*Σας περιμένει και η φρυγανίτσα. Ας κλείσω λοιπόν το μαγνητόφωνο. Η κουβέντα μας πήγε μια χαρά. Όλα πήγαν καταπληκτικά. Καλή σας μέρα, καλή δύναμη.
-Μου έφτιαξες τη μέρα σήμερα.
*Τιμή μου. Χίλια ευχαριστώ…
***
Η εικονογράφηση της συνέντευξης έγινε με φωτογραφίες του Πάνου Γιαννακόπουλου, του Γιάννη Πρίφτη, του Σταύρου Χαμπάκη και του Νικόλα Σερτ. Επίσης με δύο γελοιογραφικά πορτρέτα φτιαγμένα από τον Δημήτρη Γεωργοπάλη και από τον Ηλία Ταμπακέα, φίλο του Σταμάτη από την εποχή που συνεργάζονταν με τη δημοσιογράφο Σοφία Μαλτέζου, στο «Μπλοκάκι της Μελίντας» στο περιοδικό «Επίκαιρα».
***
ΜΕ ΕΝΑ ΚΛΙΚ ΘΑ ΜΑΘΕΤΕ…
ΕΔΩ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ «ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΟΥΣΕΣ» ΣΕ ΗΡΩΔΕΙΟ, ΕΛΕΥΣΙΝΑ ΚΑΙ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
- Διαβάστε επίσης:
Σοφία Φιλιππίδου: Είμαστε υλικά σε αλχημιστικό καζάνι που ανακατεύονται για να γίνουν χρυσάφι…