Είμαστε λογικοί άνθρωποι, ήρεμοι, απαθείς, ενάρετοι, στεκόμαστε, βλέπουμε και κατακρίνουμε. Άραγε είμαστε ικανοί εμείς οι αξιοπρεπείς και λογικοί να νιώσουμε το πάθος, τα πάθη; Τα πάθη δεν απέχουν από την τρέλα και τη μέθη. Από τη μανία. Όταν παρακολουθούμε τη Μήδεια, πόσο την καταλαβαίνουμε;
Στο μονόλογο του Ανδρέα Φλουράκη “Μήδειας Μπούρκα” με τη Μίνα Λαμπροπούλου ανιχνεύονται ιχνοστοιχεία από όλους τους μύθους της Μήδειας. Το δράμα της ερμηνεύεται, ζωγραφίζεται, αναπλάθεται και εμπνέει, διασκευάζεται, σχολιάζεται, ξαναγράφεται, ανατρέπεται, σατιρίζεται, παίζεται με εντελώς διαφορετική μορφή. Η Μήδεια είναι μια ξένη από την Ανατολή. Mια ξένη που κάνει τη δική της «βελούδινη επανάσταση». Η Μήδεια αυτοπροσδιορίζεται. Μια πολλά υποσχόμενη ηρωίδα, μια σατανικής εξυπνάδας προσωπικότητα που κλείνει το μάτι στο αίνιγμα. Μια μυστηριώδης γυναίκα η οποία ελέγχει όλα τα νήματα με απόλυτη αυτοπεποίθηση. Άπατρις, ανέστια, απαρνημένη.
Η ιστορία της Μήδειας συνοδεύεται πάντα από τις περιπέτειες της αργοναυτικής εκστρατείας, το μύθο του Φρίξου και της Έλλης, το βαρβαρικό παρελθόν, τον ανεπιτυχή έρωτα, την εξορία, τις μαγικές ιδιότητες, τις θρησκευτικές αρετές, τη νοσούσα επιθυμία και, βεβαίως, τον ανόσιο φόνο της: την παιδοκτονία.
Η Μήδεια είναι συγγενής της Κίρκης. Άλλη μια βάρβαρη που εγκαταλείπεται από έναν Έλληνα, τον καιροσκόπο και πολυμήχανο Οδυσσέα. Κόρη του βασιλιά της Κολχίδας, Αιήτη. Κατά συνέπεια εγγονή του Ήλιου κι ανιψιά της Κίρκης. Μητέρα της είναι η Ωκεανίδα Ιδυία (ή κατά τον Διόδωρο η Εκάτη, οπότε η Μήδεια και η Κίρκη είναι αδελφές). Χωρίς τη βοήθεια της Μήδειας ο Ιάσων δεν θα μπορούσε να πάρει το Χρυσόμαλλο Δέρας. Από τη θεία της διδάσκεται την τέχνη της μαγείας, την οποία χρησιμοποιεί με επιτυχία σε όλη της τη ζωή.
Η Μήδεια στην Ιωλκό πείθει τις αφελείς κόρες του Πελία, πως είναι ικανή να ξανανιώσει τον πατέρα τους. Τους το αποδεικνύει κάνοντας πείραμα με ένα γέρικο κριάρι. Η επίδειξη επιτυγχάνει κι έτσι εφαρμόζεται και στον Πελία, χωρίς όμως επιτυχία. Το συμβολικό κομμάτιασμα (όπως το κομμάτιασμα του Διόνυσου) ήταν μέσα στις τεχνικές της αθανασίας, ένας πανάρχαιος αιματηρός ίσως τρόπος απόρριψης του παλιού αίματος ενσωματωμένος στις τεχνικές της αθανασίας.
Το μύθο της «Μήδειας» πραγματεύτηκε και ο Αισχύλος στο έργο του «Διονύσου τροφοί», καθώς και ο Σοφοκλής στον «Αιγέα» και στις «Πελιάδες». Τα έργα αυτά δεν διασώθηκαν. Σώθηκε μόνο η «Μήδεια» του Ευριπίδη. Εξαφανίστηκαν επίσης τα άλλα δύο δράματα της τριλογίας, καθώς και το σατυρικό δράμα που τη συνόδευε. Η «Μήδεια» του Ευριπίδη (431 π.Χ.) είναι το μόνο ίσως κείμενο, όπου υπονοείται ο φόνος των παιδιών.
Στο αρχαίο ελληνικό δράμα καμία σκηνή φόνου δεν λαμβάνει χώρα ενώπιον των θεατών. Στην ορχήστρα βρίσκεται ο Χορός, ενώ ακούγονται οι φωνές των παιδιών, που λένε ότι η μητέρα τους πλησιάζει με ξίφος. Εμφανίζεται κατόπιν ο Ιάσων και ακούει από τον Χορό, ότι η Μήδεια σκότωσε εξαιτίας του τα παιδιά τους. Όταν παρουσιάζεται η ηρωίδα, λογομαχεί με τον Ιάσονα, ο οποίος της ζητάει να θάψει και να κλάψει τα παιδιά του. Αυτή αρνείται. Του αρνείται ακόμα και να τα χαϊδέψει, να τα φιλήσει ή να τα αγκαλιάσει και, χωρίς κανένας να διαβεβαιώσει ότι τα παιδιά είναι όντως σκοτωμένα, τελειώνει η τραγωδία «Μήδεια» του Ευριπίδη.
Όταν φεύγει από την Κόρινθο με το άρμα του Ήλιου, πηγαίνει στην Αθήνα, όπου ενώνεται με τον Αιγέα και αποκτά μαζί του τον Μήδο. Προσπαθεί όμως να δηλητηριάσει τον Θησέα κι έτσι ο Αιγέας τη διώχνει. Κατόπιν καταφεύγει κοντά στο γιο της, Μήδο, στην Ασία, στη χώρα που από για αυτήν ονομάστηκε Μηδία.
Προς το τέλος της ζωής της κατεβαίνει στα Ηλύσια Πεδία, όπου και γίνεται σύζυγος του Αχιλλέα, παραμένοντας αθάνατη.
Τι θα συνέβαινε όμως αν η Μήδεια ήταν μουσουλμάνα, φορούσε μπούρκα και αντί για γιους είχε θυγατέρες;
Πριν από τον Ευριπίδη, ακόμα, αλλά και έπειτα απ’ αυτόν, η Μήδεια δεν είναι ποτέ ίδια. Αλλάζει προσωπεία, γλώσσες, αποδόσεις, ιδιότητες και χαρακτηριστικά.
Στηριζόμενος πάνω σε αυτό το απλό σκεπτικό, ο Ανδρέας Φλουράκης δημιούργησε έναν άλλο μύθο για τη Μήδεια, απρόβλεπτο. Το έργο που έγραψε θα μπορούσες να το πεις εγκεφαλικό θρίλερ με υλικό τον έρωτα και τη μαγεία. Νομίζω όμως πως κυρίως είναι ένα παρηγορητικό παραμύθι, μια αφήγηση που γαληνεύει το θεατή. Στη γωνία υπάρχει πάντα το όνειρο, η μνήμη και μια θαυμάσια ηρεμία του νου.
Στο συγγραφέα αρκεί να τοποθετήσει την ιστορία στον 21ο αιώνα και να προσδιορίσει το σύμπαν των ηρώων μέσα από το ελάχιστο, για να φτιάξει ένα σπουδαίο έργο διάρκειας περίπου μίας ώρας. Προσδιορίζει τις καταστάσεις με τρόπο συναρπαστικό και καταθέτει μια σκωπτική πραγματεία για την πασίγνωστη ερωτική σχέση.
Με την είσοδό μας στο θέατρο, το πρώτο που αντικρίζουμε είναι δύο ξέγνοιαστα κοριτσάκια να παίζουν χαρούμενα, όπως όλα τα παιδιά της ηλικίας τους. Μια ξαπλώστρα από ξύλο τικ, μια ψάθινη χειροποίητη τσάντα από την οποία η Μήδεια δεν σταματά να αποκαλύπτει διάφορα χρήσιμα σκηνικά αντικείμενα, ως άλλη Γουίνι στις «Ευτυχισμένες Μέρες» του Μπέκετ. Στο βάθος πέλαγος, παραλία με καλαμιές, θαλασσοπούλια, οι δύο μοιραίες βάρκες. Τα γλυκά χρώματα, η αθωότητα των παιδιών, το όμορφο και ζεστό φως δίνουν μια εικόνα μεγάλης δύναμης.
H μπούρκα είναι εξάρτημα γυναικείας ενδυμασίας που καλύπτει σχεδόν όλο το πρόσωπο με αδιαφανές υλικό εκτός από μια μικρή περιοχή γύρω από τα μάτια που καλύπτεται με ημιδιαφανές υλικό. Η συγκεκριμένη είναι ένα αριστούργημα επινόησης. Εξ ολοκλήρου κατασκευασμένη από κρόσσια.
Η μπούρκα έχει γίνει πλέον κομμάτι του δέρματος της Μήδειας και, λίγο πριν συλληφθεί για τα εγκλήματα που έκανε, ετοιμάζεται να αποχαιρετήσει το μυθικό της πρόσωπο.
«Αγάπησα που να μην έσωνα», αναφωνεί η Μήδεια. Πολλοί θα συμφωνήσουν μαζί της. Δόσεις λεπτής ειρωνείας, κυνικού χιούμορ, ταύτισης και αλήθειας. Όπλο της ο σαρκασμός. Τίποτα δεν μοιάζει με επίδειξη γνώσεων. Τίποτα δεν είναι περιττό. Μια Μήδεια μετανάστρια του έρωτα, που μακιγιάρει με έντονο κολ τα μάτια της και ταξιδεύει businnes class.
H εκπληκτική ηθοποιός Μίνα Λαμπροπούλου διανύει μεγάλη και έντιμη διαδρομή. Έχει πολλές αρετές ως ηθοποιός. Ασφαλώς, πολύ εντυπωσιακή η εμφάνισή της ως μάρτυρας του έρωτα.
Οι φωτισμοί του Πάνου Κουκουρουβλή προσδίδουν ακόμα περισσότερη θεατρικότητα στην παράσταση. Ωραιότατο το πορφυρό κοστούμι της Μήδειας από τη Μαρί Τραμπούλη.
Η ιδέα είναι πρωτότυπη και λυτρωτική. Η σκηνοθεσία του συγγραφέα Ανδρέα Φλουράκη αφαιρετική και διακριτική.
Τρισχαριτωμένες οι μικρές Αντιγόνη και Βέρα. Οι σκηνές τους με τη Μήδεια είναι ιδιαίτερα τρυφερές και συγκινητικές.
Η εικόνα του τέλους, λαμπερή, καλοκαιρινή, μου έφερε στο νου την τελική σκηνή από την «Έξαψη» του Λόρενς Κάσνταν.
Η «Μήδειας Μπούρκα», που παρακολούθησα στο Off Off Athens του θεάτρου «Επί Κολωνώ», είναι μια παράσταση που συνιστώ ανεπιφύλακτα και θα μπορούσα να ξαναδώ. Κλείνω με μια φράση του Ευριπίδη από τη “Μήδεια” (β’ στάσιμο): “Όχι όσον έρωτα ποθώ, μα όσον αντέχω”.
* Παρουσιάστηκε την Παρασκευή 30 Μαΐου στις 8.45 μ.μ. και το Σάββατο 31 Μαΐου στις 10 μ.μ.
Συντελεστές
Θεατρική Ομάδα Οι Μέρες Πριν Έρθεις
Κείμενο και Σκηνοθεσία: Ανδρέας Φλουράκης
Art Direction: Αλέξανδρος Μαυρόγιαννης
Σκηνικά/Βοηθός Σκηνοθέτη: Δήμητρα Κρητικού
Κοστούμια: Μαρί Τραμπούλη
Κίνηση: Μαργαρίτα Τρίκκα
Φωτισμοί: Πάνος Κουκουρουβλής
Video: Oltjon Lipe
Μουσική: Ηλίας Βαφειάδης
Παίζει η Μίνα Λαμπροπούλου
Έκτακτη συμμετοχή: Αντιγόνη και Βέρα
– Διάρκεια παράστασης: 45 λεπτά
Πληροφορίες
“Επί Κολωνώ”
Τηλ. 210 – 51.38.067
Ναυπλίου 12 και Λένορμαν 94
Κολωνός
Στάση μετρό Μεταξουργείο και μετά περίπου 8 λεπτά με τα πόδια.