Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Ο Μάριος Ιωάννου είναι μια σαρωτική και αφοπλιστικά γοητευτική προσωπικότητα, ένας ηθοποιός, σκηνοθέτης και συγγραφέας που με πρωτοφανές χιούμορ και οξυδέρκεια κατακεραυνώνει κάθε σύστημα εξουσίας. Ένα σύμβολο της διαφορετικότητας. Ένας καλλιτέχνης που δίνει γη και ύδωρ σε ό,τι αγαπά και ό,τι ονειρεύεται.
Μοναδικός, μοναχικός, ιδιοσυγκρασιακός, ασκητικός, ο Μάριος Ιωάννου (SRSL Yyours) παρουσιάζει τον μονόλογο «Η τελετή του τσαγιού», που έγραψε μαζί με τον εκλιπόντα σύντροφό του Achim Wieland. Ταξιδεύει μαζί του εδώ και έξι χρόνια σε πολλά θέατρα στην Ευρώπη γνωρίζοντας αξιοσημείωτη επιτυχία από όπου κι αν περάσει.
Φέτος επέστρεψε στην Αθήνα μεταφρασμένος στα ελληνικά απ’ τον ίδιο και τον Κωστή Μεγάλη και εξακολουθεί να μας μεταφέρει στην Άπω Ανατολή, όπου τελείται μια παραδοσιακή ιαπωνική Τελετή του Τσαγιού.
Εκεί ο Μάριος Ιωάννου γίνεται η γκέισα Κικουνοχάνα ή αλλιώς «Ανθισμένο Χρυσάνθεμο» και δημιουργεί ένα μεταξένιο τοπίο για το πνεύμα και τις αισθήσεις. Όλα αρμονικά και ιδανικά σε μια τελετή, όπου οι πάντες είναι προσκεκλημένοι. Δεν μένουν, όμως, εκεί τα πράγματα.
Ως ποιητής της αγάπης, ως «μόνιμος συνομιλητής με το φως», ως ασυμβίβαστος δημιουργός, μοιάζει να ονειρεύεται διαρκώς και διακαώς έναν κόσμο, όπου ο άνθρωπος θα ‘χει κατορθώσει από το σκοτάδι της αβύσσου να υψωθεί στο φως το λαμπερό του ήλιου.
Έναν κόσμο, στον οποίο ο άνθρωπος με τον αγώνα του θα ‘χει κερδίσει τον εξανθρωπισμό του. Με τη συνειδητή του πάλη θα ‘χει αφήσει πίσω του όλα τα μικρά και ταπεινά, θα έχει κάνει παρελθόν την καταπίεση, την κακοποίηση, την αδικία, τη φτώχεια, την ανισότητα, την εκμετάλλευση.
Παρακολουθώντας την «Τελετή του Τσαγιού» ο θεατής θα ανακαλύψει μερικές από τις πλέον διεισδυτικές και ενορατικές παρατηρήσεις στον τομέα της καλλιτεχνικής και θεατρικής δημιουργίας. Βασική παράμετρος της τέχνης του Μάριου Ιωάννου είναι το βιωματικό φορτίο της, ο τρόπος με τον οποίο μεταστοιχειώνονται θεατρικά οι εμπειρίες του από τα μέρη όπου έζησε στην Ελλάδα, στην Κύπρο και στο εξωτερικό και το κοινωνικό και ιστορικό του περιβάλλον.
«Η μεγάλη τέχνη του ηθοποιού είναι να μαγεύει το χώρο και το χρόνο», λέει στη συνέντευξή του στο catisart.gr.
«Κοιτώντας πίσω διαπιστώνω πως κέρδισα πολλά προσωπικά στοιχήματα. Έχουν μείνει αυτά που η ζωή έχει φυλαγμένα για μένα. Οι επόμενοι ρόλοι που θα με καλέσουν να ενσαρκώσω», συμπληρώνει, προκαλώντας μας να ακούμε τον εαυτό μας να μιλά, να διαλέγεται, να αφηγείται, να νιώθει, να σκέφτεται.
***
Μάριε, πού γεννήθηκες και από πού κατάγεσαι;
*Στην Πάφο γεννήθηκα. Είμαι Κύπριος. Μια υπέροχη κυρία που γνώριζα και που έζησε 100 χρόνια, ισχυριζόταν πως η ονομασία της πόλης, βγαίνει από τον Παν Φως.
Κάνε μου, αν θέλεις, σε μία παράγραφο μια σύνοψη της ζωής σου από τότε που γεννήθηκες μέχρι την τυπική ενηλικίωσή σου.
*Γεννημένος Μάρτη. Τρίτη και δεκατρείς στην καρδιά της Πάφου. Παιδική ηλικία, θα έλεγα μελαγχολική. Η ομοφυλοφιλία, σε συνδυασμό με μια ποιητική διάθεση που κουβαλούσε η παιδική ψυχή (παραμένουν και τα δύο στοιχεία) μου προκαλούσαν σύννεφα στην καρδιά.
Δεν είχα τα εργαλεία να επεξεργαστώ τα δώρα μου. Με φόβιζαν. Στην εφηβεία ανακάλυπτα τον Καββαδία, τον Καζαντζάκη, τον Μιχάλη Κακογιάννη, τη Λαμπέτη. Είχα ελάχιστους φίλους. Κυρίως κορίτσια. Η πιο αγαπημένη μου φίλη είναι τώρα η Ηγουμένη στο μοναστήρι του Αγίου Ηρακλειδίου στο Πολιτικό της Λευκωσίας, στην Κύπρο.
Κλεισμένος ώρες στο δωμάτιο και δούλευα όπως καταλάβαινα, διάφορους μονολόγους από θεατρικά έργα που ανακάλυπτα. Λάτρευα τη μάνα μου που τραγουδούσε Βέμπο και απάγγελνε δεκάδες ποιήματα. Τη λέγανε Πηνελόπη. Τα Μαθηματικά τα μισούσα. Το ίδιο και το ποδόσφαιρο. Αναγκάστηκα μια φορά να παίξω ποδόσφαιρο στη ζωή μου για να μη δεχτώ μπούλινγκ και τα κατάφερα, γιατί το αντιμετώπισα σαν ρόλο.
Αποφοίτησα με πολύ χαμηλή βαθμολογία, μα δεν με ένοιαζε, αφού το μόνο που ήθελα ήταν να μπω στο Εθνικό, και μπήκα. Μέσα σε όλο αυτό είχα παρέα μια υπέροχη αδερφή, τη Σύλβια, μια υπέροχη ξαδέρφη, την Κατερίνα, που μου διηγιόταν την ιστορία του Ρωμαίου και Ιουλιέτας με ενθουσιασμό και τη μοναδική μου θεία Ισμήνη που μου διάβαζε τους μύθους του Αισώπου και που τώρα μου διαβάζει, Πάολο Κοέλιο.
Λατρεμένες γυναίκες γύρω τριγύρω. Η ενηλικίωση ήρθε απότομα και βίαια. Η αυτοκτονία του πατέρα μου. Ήμουν είκοσι δύο χρονών.
Ποια ανάμνηση διατηρείς από τα παιδικά σου χρόνια;
*Την κούνια στην αυλή και εγώ πέρα δώθε και τη μάνα μου να με καλεί για φαγητό. Η αυλή μας είχε λεμονιές, βιολέτες και τριανταφυλλιές.
Ποιος/ποια ηθοποιός ήταν η έμπνευση της ζωής σου και γιατί;
*Ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις. Ολοκληρωτικές μεταμορφώσεις, ποιητικές σιωπές, κάθε ανάσα και βλέμμα του ένα βαθύ νόημα.
Σε τι δίνεις προτεραιότητα αυτή την εποχή;
*Στο να με γνωρίζω από την αρχή και να με αγαπώ όλο και πιο πολύ.
Με τα πρόσωπα της καλλιτεχνικής ομάδας σου λειτουργείτε λίγο και ως συλλογικότητα;
*Οι «SRSLY yours», όραμα του Άχιμ και δικό μου. Η συλλογικότητα είναι η πρώτη λέξη στο μανιφέστο μας. Ο Άχιμ ειδικά, ως άνθρωπος των ταξιδιών και του κόσμου που ήταν, έδινε μεγάλη σημασία στο να προχωράμε τα έργα μας όλοι μαζί, βήμα, βήμα. Μια μεγάλη οικογένεια που μέλη της έπιαναν και πιάνουν όλες τις γωνιές της γης. Την Ιαπωνία, τη Σουηδία, την Ελβετία, τη Γερμανία, την Ιταλία και φυσικά την Ελλάδα και την Κύπρο.
Ποια είναι τα προσωπικά στοιχήματα και ποιες οι προκλήσεις που έχεις αντιμετωπίσει στη σταδιοδρομία σου ως ηθοποιός;
*Οι μεταμορφώσεις μου. Να κάνω χαρακτήρες διαφορετικούς μεταξύ τους σε μορφή και ενέργεια. Να μη γίνω προϊόν που κάνει συγκεκριμένα πράγματα και να βγάζει με αυτό τον τρόπο, τα χρήματά του. Αποτέλεσμα αυτού, είναι πως κατάφερα να είμαι τώρα στο σημείο να κάνω μιας γκέισα στο θέατρο, έναν άντρα με αυτισμό και επιλεκτική αλαλία στον κινηματογράφο (η πιο πρόσφατή μου ταινία με τίτλο «Το φάσμα»).
Το Βραβείο Α’ Αντρικού ρόλου στη Θεσσαλονίκη με το οποίο τιμήθηκα το 2004, ήταν για την ερμηνεία μου ως Άραβας λαθρομετανάστης στην ταινία «Kalabush» των Άδωνη Φλωρίδη και Θόδωρου Νικολαΐδη.
Ακολούθησαν τρανς γυναίκες, φασιστάκια, πρεζόνια, ευάλωτοι άντρες, ένας Ιταλός δημοσιογράφος στους «Φωτογράφους» του Νίκου Κούνδουρου και άλλοι και άλλοι.
Κοιτώντας πίσω διαπιστώνω πως κέρδισα πολλά προσωπικά στοιχήματα. Έχουν μείνει αυτά που η ζωή έχει φυλαγμένα για μένα. Οι επόμενοι ρόλοι που θα με καλέσουν να ενσαρκώσω.
Ποιο είναι το βασικό προσόν που θέλεις να έχει ένας θεατής σου;
*Να έχει ανοιχτή καρδιά θέλω. Αυτό δεν θέλουμε όλοι και για τις συναντήσεις μας στη ζωή;
Πώς βλέπεις να εξελίσσεται το θέατρο στην Ευρώπη σήμερα; Ποιες είναι οι κυρίαρχες τάσεις και αναζητήσεις;
*Σε μια εποχή που η Τεχνολογία προχωρά με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και που αντικαθιστά πολλά από τα έργα του ανθρώπου, το Θέατρο ανησυχεί, επεξεργάζεται φόρμες, φέρνει μέχρι και ρομπότ στη σκηνή. Είδα πολλά και θαύμασα άλλα τόσα στα φεστιβάλ και στις ευρωπαϊκές περιοδείες που έκανα με τον αγαπημένο μου Άχιμ.
Κάποια τα θαύμασα με επιφανειακή ματιά και άλλα με το βλέμμα της ψυχής. Αυτά που κράτησα είναι αυτά που πάντα αγαπούσα και τα είδα με τα μάτια της ψυχής μα και σε αυτά τα μάτια στόχευαν. Τη μεγάλη τέχνη του ηθοποιού να μαγεύει το χώρο και το χρόνο.
Τι αναπολείς περισσότερο από τα πρώτα σου χρόνια στον χώρο;
*Τις μοναχικές διαδρομές με τα πόδια από το θέατρο στο σπίτι, με τον απόηχο της παράστασης που μόλις είχα παίξει. Δεν υπήρχε φέισμουκ ή ίνσταγκραμ να ανοίξουμε για να δούμε σχόλια και «μπράβο» από γνωστούς και φίλους (πολλά από τα «μπράβο» είναι κοινωνικά ψέματα). Επεξεργαζόμουν κατά τη διάρκεια των συχνά μεγάλων αυτών διαδρομών, το βίωμα της παράστασης.
Αναγκαζόμουν να βρω μόνος τις απαντήσεις, αν συγκινήσαμε το κοινό ή όχι. Καλλιεργούσα δηλαδή το ένστικτο που είναι μαζί με τη φαντασία, πολύτιμα εργαλεία για τον ηθοποιό.
Γιατί ο μονόλογος «Η Τελετή του Τσαγιού», που με επιτυχία παρουσιάζεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, αποτελεί μια τελετή αυτοπροσδιορισμού;
*Τι σπουδαία ερώτηση και πόσο με τιμάτε με τη διατύπωσή της. Μου δίνετε την ευκαιρία να σκεφτώ και να διαπιστώσω πως, Ναι, είναι τελικά μια τελετή αυτοπροσδιορισμού. Είναι μια τελετή που με οδηγεί στο να απαντήσω στο πού στέκομαι σαν άνθρωπος, σε έναν κόσμο που το χρήμα αντικατέστησε το Θεό, που το προσωπικό κέρδος εις βάρους του ευάλωτου είναι ηθικά αποδεκτό, που η αξία των υπερσύγχρονων όπλων έχει εκατό φορές πιο μεγάλη αξία από τις ζωές των παιδιών.
Η Κικουνοχάνα, που είναι η γκέισα που ο Άχιμ και εγώ πλάσαμε με τη γραφή μας, είναι ευγενική, συμπονετική και βαθιά ανθρώπινη. Έχει πικρό χιούμορ και τρυφερότητα μεγάλη. Αυτός είμαι και αυτός ήταν και ο Άχιμ. Ευχή μας ήταν και είναι, μέσα από την «Τελετή» να οδηγείται και ο θεατής στον ευαίσθητο και αγαπησιάρη άνθρωπο που κρύβει μέσα του.
Κάθε έργο τέχνης έχει πολλαπλές ερμηνείες. Εσύ τι ερμηνεία θέλεις να δώσεις στο θεατή με το έργο σου;
*Ότι το μόνο που μας έμεινε είναι η ευγένεια της ψυχής μας και η ικανότητα να συμπονούμε.
Το θέατρο είναι μια πολύ σωματική εργασία. Το σώμα όμως έχει τα όριά του. Εσύ πώς διατηρείς τον πλήρη έλεγχο του σώματός σου, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί ανά πάσα στιγμή στις απαιτήσεις της σκηνής;
*Ασκούμαι πολύ. Αναπνοή και άσκηση σωματική. Πιστεύω πως λόγος και σώμα πάνε μαζί. Δουλεύοντας το λόγο δουλεύω και το σώμα και αντίστροφα. Κάθε μέρα εδώ και χρόνια, ασκούμαι.
Υπάρχει κάποια παράσταση που ονειρεύεσαι κάποτε να κάνεις;
*Από έφηβος θέλω να παίξω τον Άμλετ. Ονειρεύομαι να γνωρίσω ένα σπουδαίο σκηνοθέτη που να συνεργαστούμε με έμπνευση, ώστε να πούμε την ιστορία του Δανού πρίγκιπα.
Έχεις μια κινηματογραφική διάθεση όταν σκηνοθετείς ή γράφεις;
*Μπερδεύονται γλυκά οι δύο Τέχνες. Έπαιξα σε τριάντα ταινίες και έζησα δεκαοχτώ χρόνια με άνθρωπο της εικόνας καθώς ο Άχιμ υπήρξε και λαμπρός γραφίστας. Όταν σκηνοθετώ και όταν παίζω στο Θέατρο με ακολουθεί πάντα μια κινηματογραφική διάθεση.
Μέσα σ’ αυτή την παράνοια που ζούμε, υπάρχει κάτι που να μπορεί να σωθεί;
*Ο Θεός. Είναι μέσα μας. Στη σιωπή μπορεί κανείς να τον νιώσει. Σωσμένος είναι ο θεός ό,τι και να κάνουμε. Όταν φεύγουμε από τη ζωή, αναλαμβάνει πλήρως.
Ποιο ήταν το όραμα του Achim Wieland;
*Να δίνει την αγάπη του και να κάνει τον κόσμο καλύτερο.
Τα άμεσα σχέδιά σου ποια είναι;
*Να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό στους μαθητές μου. Θα τους συναντήσω όπως πάντα Παρασκευή για το εργαστήρι θεάτρου που διδάσκω.
Μια ευχή για το μέλλον…
*Θα δανειστώ στίχους από ένα ποίημα που αγαπώ πολύ. Είναι του Νικηφόρου Βρεττάκου.
«Να γίνει το όνειρο, να ανατείλουν δυό ήλιοι μαζί στο στερέωμα. Ο ένας μέσα από την άβυσσο του διαστήματος όπως πάντα, κι’ ο δεύτερος, μέσα από την ανθρώπινη άβυσσο».
Ποια σκέψη σε συνοδεύει τις περισσότερες ώρες της ημέρας;
*Είμαι ενέργεια από φως που ρέει ελεύθερα μέσα στο χωροχρόνο.
Τι σε απογοητεύει και τι σου δίνει χαρά;
*Με απογοητεύει ο άνθρωπος. Μου δίνει χαρά ο άνθρωπος.
Πώς ορίζεις την αγάπη;
*Η Γκέισα Κικουνοχάνα λέει στην «Τελετή Τσαγιού», «Η αγάπη είναι σα σύννεφο ατμού. Πετά ψηλά, ψηλά στον ουρανό μα κάποιες φορές τη φτάνουμε».
Τι σου έδωσαν τα ταξίδια;
*Σαν να άνοιξε ο μέσα κόσμος μου. Μαλάκωσε και φωτίστηκε λίγο περισσότερο.
Ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Υπάρχει κάποιο κατοικίδιο με το οποίο μοιράζεσαι τη ζωή;
*Χτες βράδυ κοιμήθηκα μαζί του. Ο Πίκλας. Είναι ο κοκεράκος της Στεφανής μου. Μερικές φορές τον προσέχω. Είμαι περιστασιακά ο γκουβερνάντος του! Είναι και η μαμά του που τη λένε Τρούφα και ο αδερφός του ο Πάρις, μα αυτούς τους χαίρομαι όποτε είμαι στην Κύπρο.
Ευχαριστώ πολύ, Μάριε.
∗Κι εγώ ευχαριστώ το catisart.gr.
***
«Η Τελετή του Τσαγιού» των Achim Wieland και Μάριου Ιωάννου: καθαρμός, εξαγνισμός κι εξιλασμός