Ζιλιέτ Γκρεκό. Η γυναίκα που υπήρξε μούσα ποιητών και γοήτευσε μεγάλες προσωπικότητες όπως οι Μάιλς Ντέιβις, Μισέλ Πικολί, Σερζ Γκενσμπούρ κ.α.
Μια εμβληματική φυσιογνωμία της γαλλικής τέχνης, που ενέπνευσε πολλούς μεγάλους ποιητές, ταυτίστηκε με την έννοια του υπαρξισμού και αποτέλεσε σύμβολο της Αριστεράς. Η μυθική τραγουδίστρια και ηθοποιός, είχε μια ζωή γεμάτη και πλούσια σε εμπειρίες.
Η προσωπική της ζωή υπήρξε τόσο φλογερή όσο και η προσωπικότητά της. Την ερωτεύτηκαν πολλοί αλλά εκείνη παντρεύτηκε τον Γάλλο σταρ Μισέλ Πικολί ενώ είχε επίσης σχέσεις με τον κορυφαίο Αμερικανό μουσικό Μάιλς Ντέιβις, τον γοητευτικό – άσχημο Γάλλο τραγουδοποιό Σερζ Γκενσμπούρ και άλλες σπουδαίες προσωπικότητες. Κάποιοι, μάλιστα, επέμεναν, πως στην απίστευτη γοητεία της είχε υποκύψει και ο κορυφαίος φιλόσοφος και συγγραφέας Αλμπέρ Καμί.
Φανατική και διαχρονική οπαδός της μποέμ κουλτούρας εξέφρασε, μέσα από την αισθησιακή φωνή της και κυρίως μέσα από τον τρόπο ζωής της, την ελευθερία, την ανεξαρτησία των γυναικών και τη διάλυση κάθε είδους ταμπού. Έτσι, ελεύθερα και με πάθος έζησε όλα της τα χρόνια, με μια φλόγα πρωτόγνωρη που παρέμενε αναμμένη μέχρι το τέλος της και την έκανε να ακτινοβολεί.
***
Ανάμεσα στις μεγαλύτερες επιτυχίες του προσωπικούς της ρεπερτορίου ήταν τα τραγούδια «Je jouais sous un banc», «Amsterdam», «Tard», «La javanaise», «J’arrive», «Les Feuilles Mortes», «Couvre-feu», ενώ ιδιαίτερα επιτυχημένες ήταν και οι εμφανίσεις της στον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
Η Ζιλιέτ Γκρεκό υπήρξε φανατική οπαδός και ταυτόχρονα σύμβολο της μποέμ κουλτούρας.
«Θέλω να φύγω όρθια, με τη μεγαλύτερη κομψότητα που υπάρχει» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά η ίδια πριν από περίπου μία πενταετία, με αφορμή την έναρξη μιας ακόμη παγκόσμιας περιοδείας. Και τελικά τα κατάφερε. Σήμερα περνά στην ιστορία ως μία από τις πιο κομψές και δυναμικές γυναίκες που «γέννησε» το παγκόσμιο καλλιτεχνικό στερέωμα.
Ο ζηλιάρης πιανίστας της Γκρεκό και η γνωριμία της με τον Γιάννη Σπανό
Υπήρξε η πλέον σημαντική συνεργασία του Γιάννη Σπανού, όταν ο συνθέτης διέπρεπε στο Παρίσι. Η Juliette Gréco ήταν μία από τις πιο κεντρικές φυσιογνωμίες του μεταπολεμικού γαλλικού chanson, η οποία διετέλεσε και μούσα της παρέας του φιλοσοφικού ρεύματος των -υπό τον Jean-Paul Sartre- υπαρξιστών.
Ας δούμε όμως πώς ο ίδιος ο Σπανός θυμόταν αυτή την περίοδο: «Η γνωριμία μου με την Juliette Gréco ήταν περιπετειώδης: είχα γράψει κάποια τραγούδια τα οποία πίστευα ότι ταιριάζουν στη φωνή της και προσπαθούσα να την πλησιάσω.
Πήγα λοιπόν στο σπίτι της, ένα φανταστικό σπίτι. Αυτό το πρώτο βράδυ φάγαμε μαζί με τον Michel Piccoli και την Françoise Sagan, οι οποίοι ήταν επίσης καλεσμένοι. Εγώ ήμουνα πολύ «ψαρωμένος» βέβαια, αν και η ομήγυρη με δέχτηκε πολύ φιλικά.
Εκείνη την εποχή κάπνιζα, όμως παντού γύρω μου έβλεπα τόσα κρύσταλλα που δεν μπορούσα να καταλάβω ποιο είναι τασάκι και ποιο βάζο πολυτελείας. Άσε που στο τραπέζι υπήρχαν ένα σωρό μαχαιροπήρουνα και δεν ήξερα ποιο να πάρω, περίμενα να δω τι θα κάνουν οι άλλοι.
Η Gréco μου είπε πως εκείνος που σήκωνε το τηλέφωνο ήταν ο πιανίστας της και πως μόλις έμαθε ότι δεν με έφερνε σε επαφή μαζί της τον έδιωξε. Είναι γραμμένο και στην αυτοβιογραφία της αυτό. Μου είπε ακόμα ότι της άρεσε ο μελωδικός μου τρόπος και ότι θα ήθελε να ερμηνεύσει τραγούδια μου».
Η συνεργασία του Γιάννη Σπανού με την Juliette Gréco απέφερε καταρχάς δύο τραγούδια (Frère Jacques και Sixsoldats) που κυκλοφόρησαν το 1968, αλλά και έναν ολόκληρο δίσκο LP που περιλάμβανε δώδεκα τραγούδια σε στίχους Γάλλων ποιητών (Paul Verlaine, Louis Aragon, Paul Eluard, Robert Desnos, Maurice Maeterlinck, Marie Noël, Pierre Seghers κ.ά.) και κυκλοφόρησε το 1969 με τον τίτλο Complainte amoureuse.
***
***
Πανέμορφη, υπερταλαντούχα, ασυμβίβαστη, διέγραψε μια τεράστια διεθνή καριέρα καταφέρνοντας να μαγέψει σπουδαίες προσωπικότητες όπως η Μαρία Κάλλας, ο Ζαν Κοκτό και η Σιμόν ντε Μπουβουάρ, οι οποίοι υπήρξαν αφοσιωμένοι θαυμαστές της.
Το 2015 η Γκρεκό είχε εμφανιστεί ζωντανά στην Αθήνα, στο «Παλλάς», πενήντα ολόκληρα χρόνια μετά την παρθενική της εμφάνιση στη χώρα μας, στην ιστορική «Αθηναία» το 1965.
***
Ντυμένη σχεδόν πάντα στα μαύρα, με μαύρα μαλλιά, λευκό μέικ-απ και μακριές ψεύτικες βλεφαρίδες, η ιέρεια του υπαρξισμού μαγνήτιζε το κοινό της. Επιτομή της κομψότητας και της ελευθερίας, η επαναστάτρια Ζιλιέτ Γκρεκό έγινε διάσημη στο μεταπολεμικό Παρίσι τραγουδώντας μερικά από τα χαρακτηριστικότερα τραγούδια του γαλλικού chanson. Έπειτα από μια σταδιοδρομία εξήντα χρόνων ηχογράφησε ένα άλμπουμ με μουσικούς του χιπ χοπ, ενώ τα τελευταία χρόνια παρουσίασε καινούργια τραγούδια που είναι όλα εμπνευσμένα από τις γέφυρες του Παρισιού.
«Είμαι πια μια πολυβραβευμένη γυναίκα και το απολαμβάνω. Το μόνο παράξενο είναι ότι εκλείπουν οι άνθρωποι της ηλικίας μου. Μερικοί φίλοι μου είναι 60αρηδες, άλλοι στα 70 αλλά κανένας δεν είναι τόσο μεγάλος όσο εγώ», είπε πρόσφατα στην εφημερίδα Ντι Τσάιτ με την ευκαιρία της γερμανικής έκδοσης της καινούργιας της βιογραφίας με τίτλο «Έτσι είμαι εγώ».
Γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου του 1927 στο Μονπελιέ. Ήταν κόρη ενός Κορσικανού αστυνομικού και μιας Γαλλίδας από το Μονπελιέ που δούλευε στην αντίσταση. Την περίοδο της γερμανικής κατοχής η Ζιλιέτ, η οποία θα κατακτούσε αργότερα τη μουσική σκηνή, το θέατρο και τον κινηματογράφο, έζησε για ένα διάστημα σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και στα δεκατέσσερα παράτησε το σχολείο για να «σπουδάσει» στα μπιστρό και τα καμπαρέ του Σεν Ζερμέν. Όταν διάβαζε Σαρτρ και Μποβουάρ δεν καταλάβαινε τίποτα, όλοι όμως οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι εκείνης της εποχής ήταν φίλοι της. Ο Σαρτρ μάλιστα ήταν αυτός που την έπεισε να ασχοληθεί με το τραγούδι.
Μανιώδης καπνίστρια, με ένα βιβλίο κάτω από τη μασχάλη και πάντα ντυμένη με ανδρόγυνα ρούχα έγινε το μοντέλο της μεταπολεμικής γενιάς για μια ζωή ενάντια στο κατεστημένο. «Η Μαρλέν Ντίτριχ φορούσε παντελόνια ήδη από τη δεκαετία του 1930, αλλά ήταν κομψά, ραμμένα από τη Σανέλ. Εγώ φορούσα από ανάγκη τα παντελόνια των συγκατοίκων μου στην πανσιόν που ζούσα μετά τον πόλεμο. Και αργότερα όταν έβγαλα λίγα λεφτά αγόρασα ένα μαύρο παντελόνι και ένα μαύρο πουλόβερ», είχε πει.
Όσο για το μικρό μαύρο φόρεμα με το οποίο έγινε διάσημη τραγουδώντας το χρωστάει στον σκηνοθέτη Νίκο Παπατάκη, που είχε το καμπαρέ «ροζ ρουζ» -στέκι υπαρξιστών φιλοσόφων και διανοουμένων όπως οι Σαρτρ, Μποβουάρ, Ζενέ, Κοκτό, Πρεβέρ κ.α. «Δεν μπορείς να τραγουδήσεις έτσι», της είπε ο Παπατάκης. Την πήγε, λοιπόν, στην μπουτίκ του Μπαλμέν που είχε εκπτώσεις και της αγόρασε ένα απλό μαύρο φόρεμα με μια τεράστια χρυσή τρέσα, την οποία η Ζιλιέτ ξήλωσε με το ψαλιδάκι των νυχιών.
Εκτός από τις διάσημες φιλίες της, η ερωτική ζωή της επίσης δεν πέρασε απαρατήρητη. Η σχέση της με τον κινηματογραφικό παραγωγό Ντάριλ Ζανούκ, οι γάμοι της με τους ηθοποιούς Φιλίπ Λεμέρ -το 1954 απέκτησαν μια κόρη- και Μισέλ Πικολί και ο πιο πρόσφατος με τον νεότερό της πιανίστα Ζεράρ Ζουανέ, και φυσικά η σχέση της με τον κορυφαίο της τζαζ Μάιλς Ντέιβις τράβηξαν πολλές φορές επάνω της τα φώτα της δημοσιότητας.
Τα τελευταία χρόνια η παρουσία της υπήρξε διακριτική. Πάλευε με τον καρκίνο και φυσικά τα κατάφερε γιατί μια γυναίκα με τη δική της ιδιοσυγκρασία δεν το βάζει κάτω. «Θεώρησα τον καρκίνο μου ως ένα δυσάρεστο εμπόδιο. Όχι σαν βέβαιο θάνατο», δήλωσε στη γαλλική “Ζουρνάλ ντι Ντιμάνς”.
Η μαγεία του έρωτα
Ο Ζαν Πολ Σαρτρ τον ρώτησε γιατί δεν την παντρεύτηκε. Κι εκείνος απάντησε πως την αγαπούσε πάρα πολύ για να θέλει να την κάνει δυστυχισμένη. «Πράγμα που όμως δεν είχε να κάνει με απιστίες και Δονζουανισμούς, ήταν απλά θέμα χρώματος», είπε η Ζιλιέτ Γκρεκό σε μια συνέντευξη στην Γκάρντιαν για τη γνωριμία της με τον Μάιλς Ντέιβις. Ήταν όμως κι εκείνος ρατσιστής. «Μια μέρα θα έχω μια λευκή Ρολς και έναν λευκό σοφέρ» της είχε πει κάποτε και ερωτεύτηκε μια λευκή.
Γνωρίστηκαν το 1948 στο Παρίσι, όταν ο 22χρονος Μάιλς έπαιξε για πρώτη φορά στην αίθουσα Πλεγιέλ. Δεν υπήρχαν θέσεις -αλλά και να υπήρχαν η Ζιλιέτ δεν είχε λεφτά να αγοράσει εισιτήριο. Έτσι παρακολούθησε τη συναυλία από το θεωρείο της Μισέλ Βιάν, της γυναίκας του Μπορίς, που την είχε πάρει υπό την προστασία της. «Έβλεπα το προφίλ του, πραγματικός Τζιακομέτι, ένα πρόσωπο μεγάλης ομορφιάς. Δεν μιλάω καν για την ιδιοφυΐα του: δεν χρειαζόταν να είναι κανείς ειδικός της τζαζ για να εντυπωσιαστεί. Υπήρχε μια ασυνήθιστη αρμονία ανάμεσα στον άνθρωπο, το όργανο και τον ήχο – ήταν συγκλονιστικό», είχε πει. Το ίδιο βράδυ έφαγαν μαζί με μια μεγάλη παρέα σε ένα ελληνικό εστιατόριο και ερωτεύτηκαν σφοδρά, αν και εκείνος δεν μιλούσε γαλλικά ούτε εκείνη αγγλικά. «Δεν έχω ιδέα πώς τα καταφέραμε να συνεννοηθούμε. Το θαύμα του έρωτα».
Το γιατί δεν την πήρε μαζί του στην Αμερική το κατάλαβε μερικά χρόνια αργότερα όταν έμενε σε μια σουίτα του Γουόλντορφ Αστόρια και τον κάλεσε για φαγητό. Η έκφραση στο πρόσωπο του μετρ ντ’ οτέλ τα έλεγε όλα. Τους σέρβιραν δύο ώρες αργότερα, σχεδόν τους πέταξαν τα πιάτα στα μούτρα. Στις 4 η ώρα το πρωί ο Μάιλς της τηλεφώνησε κλαίγοντας: «Δεν θέλω να σε ξαναδώ εδώ, σε μια χώρα όπου αυτό το είδος της σχέσης είναι αδύνατο». Παρ’ όλα αυτά δεν σταμάτησαν να επικοινωνούν. Για τελευταία φορά συναντήθηκαν το 1991 στο σπίτι της όπου ο Μάιλς την επισκέφθηκε λίγους μήνες πριν πεθάνει.
Ζιλιέτ Γκρεκό. [7 Φεβρουαρίου 1927, Μονπελιέ – 23 Σεπτεμβρίου 2020, Σαιν-Τροπέ]