Διήγημα του Φίλιππου Φιλίππου
Η μαύρη γάτα βρισκόταν στο φορτηγό Olympus, πριν από μένα. Όταν μπαρκάρισα ως μηχανικός στην Τζέντα, την έβλεπα ν’ αλωνίζει στην κουβέρτα και να σκαρφαλώνει στα κατάρτια· ήταν Απρίλιος. Σύντομα διαπίστωσα τη φιλία που την έδενε με το Σπύρο, το μηχανικό. Την είχε στην καμπίνα του, τη φρόντιζε, την τάιζε, την εκπαίδευε σε διάφορα κόλπα κι εκείνη του ανταπέδιδε τη στοργή κουρνιάζοντας στον ώμο του.
Οι πιο καλοί φίλοι όμως στο καράβι ήταν ο Σπύρος κι ο Διονύσης.
*
Ο Σπύρος ήταν μηχανικός, όπως κι εγώ, ο Διονύσης ναύτης. Όταν δεν είχαν βάρδια, συζητούσαν για το μέλλον τους. Είχαν ταιριάξει και σχεδίαζαν να ξεμπαρκάρουν και ν’ ανοίξουν ένα μαγαζί στη στεριά. Το Olympus έκανε ταξίδια στον Ινδικό Ωκεανό, μεταφέροντας τσιμέντο από την Κορέα στη Σαουδική Αραβία. Στο Πουσάν γνωρίσανε την Κιμ, μια ωραία φοιτήτρια που εργαζόταν ως βοηθός σ’ ένα κομμωτήριο. Την κοπέλα την πρωτοείδε ο Σπύρος. Μια μέρα βγήκε στην πόλη, πήγε να κουρευτεί και συνδεθήκανε στενά. Στο γυρισμό, μιλούσε γι’ αυτήν τόσο φλογερά που ο Διονύσης του εξέφρασε την επιθυμία να τη γνωρίσει. Πράγματι, ένα βράδυ πήγαν μαζί στο κομμωτήριο και τη συνάντησαν.
*
Η έκρηξη στο Olympus έγινε λίγους μήνες αργότερα, τον Αύγουστο, στα στενά της Σιγκαπούρης. Ήμουν ακουμπισμένος στην κουπαστή και κοίταζα τα κύματα που έφταναν τα 7 μποφόρ. Κανένας δεν είχε ξαφνιαστεί, αφού τα ακραία καιρικά φαινόμενα ταλάνιζαν όλον τον κόσμο. Το καράβι κλυδωνιζόταν. Ξαφνικά, ακούστηκε ένα βροντερό μπαμ και κόπηκε στα δύο: το πλωριό κομμάτι βούλιαξε αμέσως· το πρυμνιό τυλίχτηκε στις φλόγες, μα άργησε να βυθιστεί. Αυτό μ’ έσωσε, αφού στεκόμουν εκεί ακριβώς.
Οι περισσότεροι άνδρες του πληρώματος πνίγηκαν· γλιτώσαμε μόνο ο Σπύρος, ο Διονύσης κι εγώ. Ο Σπύρος σώθηκε επειδή φορούσε σωσίβιο· η γάτα είχε κουρνιάσει στο σωσίβιό του. Εγώ σώθηκα από θαύμα· είχα πέσει στο νερό βιαστικά χωρίς σωσίβιο. Πριν από την έκρηξη, ο Σπύρος επέμενε με πείσμα να φορέσω σωσίβιο, μα είχα αντιρρήσεις, δεν υπήρχε λόγος. Με συμπαθούσε, χωρίς να είμαστε φίλοι. Πήρε ένα σωσίβιο και το πέταξε στη θάλασσα για να το χρησιμοποιήσω. Ο Διονύσης έπεσε επίσης χωρίς σωσίβιο, πράγμα που μου φάνηκε παράξενο· κολύμπησε μέχρι το άδειο σωσίβιο και το άρπαξε.
Παρακολουθούσα αδρανής το πρυμνιό κομμάτι του καραβιού να καίγεται και τον Σπύρο να κολυμπάει με τη γάτα γαντζωμένη πάνω του. Οι δυνάμεις μου με είχαν εγκαταλείψει. Όταν ο Διονύσης άρπαξε το άδειο σωσίβιο, ο Σπύρος τον εμπόδισε· το είχε ρίξει για μένα. Τότε εκείνος έβγαλε ένα μαχαίρι κι επιχείρησε να τον πλήξει, μα ο Σπύρος δεν ήταν εύκολος αντίπαλος. Πάλεψαν μερικά λεπτά, η μάχη ήταν άγρια. Η γάτα άρχισε να δαγκώνει τον Διονύση. Τελικά, ο Σπύρος κατάφερε να του πάρει το μαχαίρι και να το στρέψει πάνω του: η λάμα χώθηκε στη σάρκα μέχρι τη λαβή. Όταν τον είδε να ξεψυχάει, έβγαλε το μαχαίρι και το πέταξε στο νερό. Σε λίγο, ένας καρχαρίας εμφανίστηκε και ο Διονύσης έγινε τροφή για το στομάχι του θηρίου.
*
Τρομοκρατημένος από τη θέα του καρχαρία, περίμενα το τέλος μου. Βλέποντας την ανημποριά μου, ο Σπύρος έσπευσε και μου φόρεσε το σωσίβιο. Έπειτα, με τράβηξε μακριά από το φλεγόμενο ναυάγιο και βγάζοντας ένα μπουκάλι ουίσκι που είχε μαζί του μου έδωσε να πιω, να στανιάρω.
Ήδη θα έχετε αντιληφθεί πως εκείνος είχε προκαλέσει την έκρηξη. Τη σχεδίασε και την εκτέλεσε με απόλυτη επιτυχία χάρη στη βοήθεια της γάτας. Δεν ήταν δύσκολο. Αρκούσε μια βόμβα μολότοφ, φτιαγμένη από ένα μπουκάλι μπίρας, βενζίνη και αναμμένο στουπί. Την έδωσε στη γάτα και τη διέταξε ν’ ανεβεί στον αεραγωγό της δεξαμενής των καυσίμων που βρισκόταν στην πρύμη και να την πετάξει μέσα. Είχε φορέσει το σωσίβιό του.
Η γάτα εκτέλεσε την αποστολή της κι επέστρεψε κοντά του.
*
Τώρα θ’ αναρωτηθείτε: προς τι τόσο αίμα, τόση φρίκη, τόσες χαμένες ζωές; Ας το ξεκαθαρίσω: ο Διονύσης πρόδωσε τον Σπύρο· του έφαγε την Κιμ. Ένα βράδυ εκείνος τους έπιασε επ’ αυτοφώρω στο κουρείο κι η φιλία τους μετεξελίχτηκε σε μίσος. Ήταν τότε που ο Σπύρος είχε βάρδια και δεν μπορούσε να βγει· ο Διονύσης θα πήγαινε, όπως του είπε, να μεθύσει σ’ ένα μπαρ. Το Σπύρο κάτι τον έτρωγε εκείνο το βράδυ. Ίσως ήταν διαίσθηση για τον κίνδυνο που παραμόνευε. Με παρακάλεσε να του κάνω τη βάρδια και βγήκε στο λιμάνι. Πήρε ταξί, έφτασε στο κουρείο, άνοιξε με το κλειδί που του είχε δώσει η Κιμ, και μπήκε στο πίσω δωμάτιο.
Καταλαβαίνετε την έκπληξή του όταν τους είδε σε άσεμνη στάση. Ξανάκλεισε την πόρτα αθόρυβα και πήγε σ’ ένα μπαρ να πιει μπίρες, να γίνει λιώμα. Δεν μπορούσε ν’ αντέξει τη διπλή προδοσία.
Τους έπιασε στα πράσα χάρη σε μένα.
*
Εντάξει, θα πείτε, μα τι του έφταιγαν οι άλλοι, άνθρωποι αθώοι; Εδώ ισχύει το ρητό «μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά». Στόχος, νομίζω, του Σπύρου δεν ήταν μόνο ο Διονύσης, αλλά και μερικοί άλλοι που δεν συνδέονταν με την Κιμ. O καπετάνιος, ο οποίος δεν έχανε την ευκαιρία να τον προσβάλλει κι ο γραμματικός που του έκοβε τις δεδουλευμένες υπερωρίες.
*
Δεν ανέφερα τίποτα απ’ όλα αυτά στους ανακριτές της Ακτοφυλακής που ήρθαν και περισυνέλεξαν τον Σπύρο, τη μαύρη γάτα κι εμένα. Στο σκάφος τους, πίνοντας δυναμωτικά ποτά, τους εξηγήσαμε τι έγινε όταν ακούστηκε το μπαμ και το Olympus κόπηκε στα δύο. Εγώ τους τόνισα πως γλίτωσα χάρη στο Σπύρο. Τους αφηγήθηκα καταλεπτώς τα συμβάντα: πώς μου φόρεσε το σωσίβιο, κάνοντας υπεράνθρωπες προσπάθειες, πώς με πότισε ουίσκι για να πάρω δύναμη. Την επομένη μέρα οι τοπικές εφημερίδες είχαν τη φωτογραφία μας στην πρώτη σελίδα.
Εκείνος ήταν ο ήρωας, του χρωστούσα τη ζωή μου.
Η μαύρη γάτα δεν μνημονεύτηκε στα ρεπορτάζ. Είτε οι δημοσιογράφοι δεν την εντόπισαν είτε δεν θεώρησαν άξια λόγου την παρουσία της δίπλα μας. Κανένας άλλος δεν είχε επιζήσει από το ναυάγιο, τους κατάπιαν όλους τα κύματα κι οι φλόγες της έκρηξης –εκτός από τον Διονύση που τον καταβρόχθισε ο καρχαρίας.
- Ο Φίλιππος Φιλίππου γεννήθηκε στην Κέρκυρα τον Δεκέμβριο του 1948. Για ένα διάστημα εργάστηκε ως μηχανικός σε ποντοπόρα πλοία. Έχει εκδώσει μαρτυρίες, μελέτες, βιογραφίες, μυθιστορήματα. Τρία από τα μυθιστορήματά του έχουν ως ήρωες πραγματικά πρόσωπα (Καβάφης, Καζαντζάκης, Ελύτης). Έξι από αυτά ανήκουν στην αστυνομική λογοτεχνία, ενώ τα τέσσερα έχουν πρωταγωνιστή τον δημοσιογράφο Τηλέμαχο Λεοντάρη. Συμμετείχε με διηγήματα σε συλλογές (αστυνομικές και άλλες), κι έχει δημοσιεύσει σχετικά άρθρα στην εφημερίδα Το Βήμα και άλλα έντυπα. Το βιβλίο του Οι τελευταίες ημέρες του Κωνσταντίνου Καβάφη μεταφράστηκε στα καταλανικά και τα ρουμανικά, ενώ διηγήματά του έχουν περιληφθεί σε γερμανικές ανθολογίες. Τελευταία βιβλίο του είναι το παιδικό Οι περιπέτειες της Ελεάννας στη θάλασσα (2014) και το μυθιστόρημα «Η γυναίκα ως έργο τέχνης» (εκδ. Κλειδάριθμος). Ζει στην Αθήνα.
* Δημοσιεύθηκε στο “Έθνος της Κυριακής” με τον γενικό τίτλο «Οι ήρωες του Καλοκαιριού»
* Πηγή: fractalart.gr