24.2 C
Athens
Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2024

Θεατρικές σχέσεις υποταγής και εξουσίας από την ομάδα Casus Belli

«Η ζωή μας ορίζεται από εμάς;». To ερώτημα αυτό πλανάται στην παράσταση “Περί Υποταγής”, που παρουσιάστηκε με επιτυχία στο θεατρικό φεστιβάλ Off Off Athens του “Επί Κολωνώ”. Πόσο ελεύθεροι είμαστε όταν δεν έχουμε επιλογές; Μέσα από τα γεγονότα της ζωής της μικρής Ελευθερίας με την οξύμωρη επιγραφή κρεμασμένη στο στήθος, άλλοτε κωμικά, άλλοτε τραγικά δοσμένα με γκροτέσκ ρεαλισμό, βλέπουμε την ατομική ελευθερία να συνθλίβεται από τις εξουσιαστικές δομές μιας παραδοσιακής μικροαστικής οικογένειας, που και γι’ αυτήν οι επιπτώσεις πιθανόν αργότερα να είναι καταλυτικές. Το κορίτσι πειθήνιο δέχεται αδιαμαρτύρητα αυτό που οι άλλοι της έχουν ορίσει, όμως όλοι οι στυγνοί αφέντες κατά βάθος έχουν τις ψυχές δούλων. Η παράσταση, βασισμένη στο βιβλίο της Ποθητής Χαντζαρούλα «Σμιλεύοντας την υποταγή»,  αντλεί υλικό από τα βιώματα εσωτερικών μεταναστριών κι έχει ανθρώπινες, ηθικές και κοινωνικές διαστάσεις.

Το βιβλίο έρχεται αντιμέτωπο με τη σιωπή – τη σιωπή της ιστοριογραφίας για την οικιακή εργασία αλλά και των ίδιων των υποκειμένων που είχαν αυτή την εμπειρία. Πώς και για ποιους λόγους περιθωριοποιήθηκε τόσο από τα αφηγήματα της Ιστορίας όσο και από τις ίδιες τις άμεσα εμπλεκόμενες γυναίκες μία εργασιακή εμπειρία η οποία ήταν τόσο σημαντική για την ελληνική κοινωνία σε ολόκληρο τον 20ο αιώνα;
H θεατρική ομάδα Casus Belli ξετυλίγει το νήμα της έμμισθης οικιακής εργασίας στο 2ο μισό του 20ου αιώνα στην Αθήνα, εξετάζοντάς τη μέσα από το πρίσμα της σχέσης οικογένειας και οικιακής εργάτριας.
Με τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους και την ανάδειξη της μεγαλοαστικής τάξης, γέμισαν σιγά σιγά οι λεγόμενες «καλές» περιοχές της Αθήνας από «δούλες», οι οποίες υπηρετούσαν για ένα κομμάτι ψωμί, ένα τσίτι και μια άθλια στέγη αλαζονικούς και μεγαλομανείς αφέντες.
Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο, αναπτύσσεται η μικροαστική τάξη ζητώντας κι αυτή μερίδιο στην ευμάρεια και την τρυφηλότητα. «Κανείς δεν είναι πιο επικίνδυνος από αυτά τα ήσυχα, μειλίχια ανθρωπάκια, τους μικροαστούς», θυμάμαι να λέει η Μαλβίνα Κάραλη.
Στη μετεμφυλιακή Ελλάδα ένα οκτάχρονο κορίτσι στέλνεται από την οικογένειά του σε ένα αθηναϊκό αστικό σπίτι ως υπηρέτρια, όπου και παραμένει μέχρι το γάμο της. Μόλις η θηλυκότητά της γίνεται εμφανής,  επιστρέφεται από την «κυρία» της στον τόπο προέλευσής της, ως ανακυκλώσιμο υλικό.
Υποσιτισμένες, ρακένδυτες και καταπιεσμένες οι περισσότερες υπηρεσίες εργάζονταν ακατάπαυστα με αντάλλαγμα την επιβίωσή τους και μόνο. Κορίτσια από τη Νάξο, την Τήνο και άλλες περιοχές ερχόταν στην Αθήνα ακτοπλοϊκώς και στο λιμάνι τα μεσιτικά γραφεία έκαναν την επιλογή και τη διανομή. Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι στην κοινωνική ιστορία αυτά τα κορίτσια καταγράφηκαν με τη φράση «οι δούλες των Αθηνών».
Η περίπτωση της 12χρονης Σπυριδούλας, που τα αφεντικά της τη σιδέρωσαν (Αύγουστος 1955), έφερε στο προσκήνιο το θέμα της παιδικής εργασίας, η οποία μέχρι μερικές δεκαετίες πριν, ήταν απενοχοποιημένη στη χώρα μας… Επρόκειτο για ένα πρώτης τάξεως σκλαβοπάζαρο και ήταν πολλά τα παιδιά από την ηπειρωτική και τη νησιωτική Ελλάδα που, στα πιο τρυφερά τους χρόνια, δούλεψαν ως υπηρέτριες σε αστικές οικογένειες. Παιδιά που προήρχοντο από τις Κυκλάδες, την Πελοπόννησο, την Κρήτη. Οι «δούλες» της εποχής εκείνης ήταν «εσωτερικές», δηλαδή έγκλειστες στα σπίτια των «κυριών» και των «κυρίων» τους.
Έκαναν όλες τις δουλειές του σπιτιού, από μαγείρεμα (όταν μάθαιναν) μέχρι μπουγάδα σε άθλια, ανήλιαγα και υγρά πλυσταριά. Κοιμόντουσαν λίγες ώρες στα υπόγεια των τότε σπιτιών, σε σοφίτες, σε αυλές ή σε ταράτσες. Σε κουζίνες ή κάτω από σκάλες. Τα δε δωμάτια υπηρεσίας των αστικών διαμερισμάτων ήταν τόσο μικρά που μετά βίας χωρούσαν ένα ράντζο κι ένα μπαουλάκι με τα λιγοστά τους υπάρχοντα. Περισσότερο έμοιαζαν με κελιά απομόνωσης φυλακισμένων.
Δεν έτρωγαν μαζί με την οικογένεια στο τραπέζι, αλλά χωριστά, μόνες στην κουζίνα. Συνήθως το φαγητό της προηγούμενης ημέρας που περίσσευε ή τα αποφάγια, αν δεν υπήρχε σκύλος στο σπίτι.
Αν δε η μικρή υπηρέτρια ήταν σχετικά όμορφη, γινόταν και αντικείμενο σεξουαλικής εκμετάλλευσης από τους «κυρίους» του σπιτιού. Παρακινείτο δε δολίως και εκβιαστικά από την «κυρία» της να γίνει το πεδίο των πρώτων σεξουαλικών πειραματισμών των νεαρών βλαστών της οικογενείας. Σε περίπτωση εγκυμοσύνης, η υπηρέτρια οδηγείτο για παράνομη έκτρωση, αφού πρώτα σπιλωνόταν η υπόληψή της.
Εμβληματική, επίσης, σχετικά με τα ήθη και τις συνήθειες της εποχής, αλλά και την «ιδιοσυγκρασία» του κοινωνικού σώματος, είναι και η κατοπινή ταινία (1972) «Το προξενιό της Άννας» του Παντελή Βούλγαρη.
Πώς παράγεται η ταξική υποτέλεια; Αυτό το μεγάλο ερώτημα θέτει η παράσταση. Τι μεθόδους εφάρμοζαν οι εργοδότες και κυρίως οι εργοδότριες ώστε να δημιουργήσουν ένα υποκείμενο στην υπηρεσία τους; Συνειδητοποίησε ποτέ η πλευρά των εργατριών τους μηχανισμούς μέσω των οποίων συγκροτήθηκαν ως υποτελείς; Συχνά το συναίσθημα της ντροπής τις εμπόδιζε να μιλήσουν για την εμπειρία της οικιακής εργασίας και να ρίξουν φως στις άθλιες συνθήκες ζωής τους. Τα νυχτερινά δάκρυα των φτωχών αυτών κοριτσιών μούσκευαν τα μαξιλάρια τους και τα μυστικά τους έμεναν κρυμμένα μέσα τους…
Οι Casus Belli διηγούνται την ιστορία από τη δική τους οπτική γωνία, της γενιάς του 21ου αιώνα.
Η παράστασή τους “Περί Υποταγής” φέρνει στην επιφάνεια ένα πυρακτωμένο θέμα που έχει σχέση με την ελληνική νοοτροπία και αποτελεί σημαντικό τεκμήριο ηθών της μικροαστικής τάξης. H κατάσταση αυτή, του ανηλίκου που δεν είχε επιλογή εξαρχής, συνεπαγόταν όχι μόνον τον κοινωνικό ακρωτηριασμό του, αλλά του αφαιρούσε αυτή καθαυτή την ανθρώπινη υπόσταση.
Θεατρικά η σκηνοθέτις Μαρίνα Νατιώτη έδωσε πολύ έξυπνες και ευρηματικές λύσεις. Μεταξύ άλλων κρατώ την αρχή και το τέλος της παράστασης, όπου αντηχεί το ίδιο όνομα, το κούνημα του καραβιού, τον παφλασμό των κυμάτων που σχεδόν σου δίνει την αλμυρή γεύση της θάλασσας στα χείλη, την επιγραφή με το όνομα Ελευθερία.
Οι αλλαγές κοστουμιών γίνονταν με ευφάνταστο τρόπο επί σκηνής. Το σκηνικό αποτελείτο από απλές παλέτες μεταφοράς εμπορευμάτων, οι οποίες στην έναρξη της παράστασης είναι τοποθετημένες όρθιες σαν πάσσαλοι μπηγμένοι στην αμμουδιά του νησιού, από το οποίο ξεκινά το κορίτσι. Οι απλές γραμμές του σκηνικού χώρου, πάνω στις οποίες πατούσαν οι ηθοποιοί και σχηματίζονταν τα δωμάτια του σπιτιού, μου θύμισαν το «Dogville» του Λαρς φον Τρίερ.
Άλλη εντυπωσιακή ιδέα ήταν το σινεμά που γινόταν από ένα σεντόνι κι ένα φακό. Επίσης, μου άρεσε η επινόηση του «μαγικού» παπλώματος από το οποίο ξεπρόβαλαν τα διάφορα αντικείμενα.
Βέβαια, καλό θα ήταν να χτενιστεί πάλι το κείμενο ώστε να εντοπιστούν κάποιες ιστορικές ανακρίβειες όπως η αναφορά στον Εθνικό Κήπο, που τότε λεγόταν «Βασιλικός».
Οι ηθοποιοί Ανδρονίκη Αβδελιώτη, Γεωργία Κούρτη, Μαρίνα Νατιώτη, Ελίζα Πιτσικώνη, Μάριος Πλιάτσικας ήταν χειμαρρώδεις. Νέοι, πλούσιοι σε ταλέντο, ενθουσιώδεις αλλά και πειθαρχημένοι. Οι ερμηνείες τους έδωσαν ανεμελιά και συγκίνηση.
Μια παράσταση επαγγελματική που αξίζει. Νεανική και προσεγμένη. Πλούσια και λιτή. Μια ιστορία για την οικιακή εργασία. Μια παράσταση για τραυματισμένες ψυχές και για τη σχέση υποταγής και εξουσίας.

* Παίχτηκε τη Δευτέρα 26 Μαΐου στις 8:45 μ.μ. και την Τρίτη 27 Μαΐου στις 10 μ.μ.

Συντελεστές

Θεατρική Ομάδα Casus Belli
Σκηνοθεσία: Μαρίνα Νατιώτη
Βοηθός σκηνοθέτη: Ανδρονίκη Αβδελιώτη
Φωτογραφία: Πάρης Χαβιάρας
Τrailer: Ελένη Κορακάκη
Mουσική trailer: Σίσσυ Βλαχογιάννη
Έπαιξαν: Ανδρονίκη Αβδελιώτη, Γεωργία Κούρτη, Μαρίνα Νατιώτη, Ελίζα Πιτσικώνη, Μάριος Πλιάτσικας
– Διάρκεια παράστασης: 45 λεπτά

Πληροφορίες

“Επί Κολωνώ”
Τηλ. 210 – 51.38.067
Ναυπλίου 12 και Λένορμαν 94
Κολωνός
Στάση μετρό Μεταξουργείο και μετά περίπου 8 λεπτά με τα πόδια.

 

 

 

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -