Γράφει η θεατρολόγος Μαρία Μαρή
Η ανεργία, η ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, η ξαφνική περιθωριοποίηση προσώπων και ο εξευτελισμός του ανθρώπου από ένα σύστημα που τον πνίγει είναι το κεντρικό θέμα του έργου «Αποσύμπλεξη» του Ρεμί Ντε Βος, σε μετάφραση Έρσης Βασιλικιώτη και σκηνοθεσία Βασίλη Τριανταφύλλου.
Οι επιπτώσεις στις διαπροσωπικές και κοινωνικές σχέσεις είναι σοβαρές. Αυτή η γενικευμένη κρίση σε γενικές γραμμές συγκροτεί το βασικό νήμα που διαπερνά τους χαρακτήρες του συγγραφέα.
Πρόκειται για ένα σπονδυλωτό έργο που γράφτηκε μέσα στη δεκαετία του 1990 και αποτελείται από δεκατρία μικρά κομμάτια, τα οποία σκιαγραφούν με πικρό χιούμορ την αποκοπή του ατόμου από κεκτημένα δικαιώματα και σταθερές αξίες: «ένα σκοτεινό σύννεφο απλώνεται σε όλη την Ευρώπη», μια απειλή των βασικών και πρωταρχικών δικαιωμάτων του ανθρώπου, ένας ολοκληρωτισμός απλώνεται σαν ασθένεια.
«Ένα σύγχρονο σύστημα, βασισμένο στο Πανοπτικόν (τύπος κτηρίου-φυλακής που σχεδιάστηκε από τον Άγγλο φιλόσοφο και κοινωνιολόγο Τζέρεμι Μπένθαμ το 1785), που ελαχιστοποιεί τα περιθώρια ιδιωτικότητας και διαφυγής και έχει υιοθετηθεί στο έπακρο στον σύγχρονο κόσμο. Σε κτήρια κύρους και εξουσίας, είτε κρατικής – κρατικά κτήρια, σωφρονιστικά ιδρύματα, στρατόπεδα, μνημεία – είτε ιδιωτικής – κτήρια τραπεζών, πολυεθνικών, πολυκαταστημάτων – αλλά ακόμη και στους δρόμους και τις πλατείες των μεγαλουπόλεων, η φουκωική «πανοπτική κοινωνία» καταγράφεται στη σύγχρονη εκδοχή της».
Είναι ένα εφιαλτικό, δυσοίωνο περιβάλλον που αφαιρεί κάθε ελευθερία και έμπνευση.
Οι ηθοποιοί καλούν σε μίαν άχρονη παράσταση, σε μια χρονική απόδραση για να επιβεβαιωθεί η συνεχής επανάληψη, με τις ίδιες πάντα συνέπειες.
Κάποιο ζευγάρι ακυρώνει διακοπές για λόγους ανέλιξης στον εργασιακό χώρο. Άνθρωποι στην ανάγκη του χρήματος, φοβούνται να πάνε διακοπές μήπως και χάσουν τη δουλειά τους και μείνουν σε διακοπές διαρκείας. Η απειλή πραγματοποιείται στον συνάδελφο για παραδειγματισμό. Όποιος «τολμάει ας κινηθεί!».
Όλοι είναι συνδεδεμένοι σε κάποιον υπολογιστή. Έχουν γίνει και αυτοί ψηφιοποιημένα, απρόσωπα όντα, γρανάζια μιας μηχανής.
Ο Μαρξ πέθανε, όμως οι ιδέες του δεν έχουν χάσει την αξία τους. Αν ζούσε τα ίδια ακριβώς θα έγραφε. Και ο θεός έχει πεθάνει, αν και δεν το είπε κανένας. Η πάλη των τάξεων και οι άστεγοι στο δρόμο είναι μια σκληρή πραγματικότητα. Φαίνεται ότι ο κόσμος δεν είναι πλασμένος για τους αδύναμους.
Ωραίες οι ερμηνείες των ηθοποιών (Αλέξανδρος Δαβιλάς, Αλέξανδρος Θεοδωρόπουλος, Ευαγγελία Καλογιάννη, Εμμανουέλα Καρυτινού, Νίκη Κουτελιέρη, Μαρία Μπατή, Βασίλης Τριανταφύλλου), που παίζουν με ρεαλιστικό τρόπο δυστυχώς την αλήθεια του σύγχρονου ανθρώπου, άρα και τη δική τους. Είναι άμεσοι, είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, είναι ο αντικατοπτρισμός των θεατών.
Ο λόγος έχει αφαιρεθεί «Σώπα μη μιλάς!..»
Κάποιος φοβάται μη χάσει τη δουλειά του. Τον καθησυχάζει η φίλη του ότι είναι σε αυτούς που τα βγάζουν πέρα και δεν τον ζηλεύει κανείς. Στη διάδραση με το κοινό οι ηθοποιοί θέτουν ερωτήσεις στους θεατές, που μένουν αναπάντητες κυρίως γιατί είναι αποθαρρυντική η απάντησή τους.
Για παράδειγμα «Υπάρχουν νόμοι; Και αν υπάρχουν εφαρμόζονται;».
Άνθρωποι αυτοκτονούν από οικονομική και προσωπική απελπισία. Οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν γίνει ένας άθλος, έχουν υποβαθμιστεί. Η μοναξιά βασιλεύει μέσα στην πόλη. Άλλοι συρρέουν στο Παρίσι για να διασκεδάσουν, να κάνουν τις τρέλες τους στην πόλη των απαγορευμένων ηδονών. Δουλεύουν και ξεχνούν να ζήσουν.
Τους καταπίνει το σύστημα, τα άπειρα ντοσιέ, τα πληκτρολόγια και ο εργασιακός φόβος.
«Αν είσαι μέλος μιας μειοψηφίας, είσαι ένα βήμα πιο κοντά στην παράνοια».
Οι αρμόδιοι ωθούν τους ανθρώπους στα ψυχοτρόπα, στην αυτοκτονία.
Οι ηθοποιοί προκύπτουν μέσα από το κοινό, εμπλέκονται με αυτό ώστε να γίνει φανερό ότι αυτή η δυστοπική πραγματικότητα τους αφορά σε πρώτο βαθμό.
Απολαμβάνουμε μια φρέσκια, λειτουργική και δυναμική σκηνοθεσία του Βασίλη Τριανταφύλλου, με τη συμβολή νέων ανθρώπων, σχεδόν πανικόβλητων για την επικείμενη παγίδα.
Υπέροχη η κίνηση και ο συγχρονισμός, που έχει διδάξει η Χριστίνα Βασιλοπούλου.
Το δυστοπικό κλίμα υπηρετούν και οι φωτισμοί του Γιώργου Αγιαννίτη.
Ένας συναγερμός για όλους ή ακόμα χειρότερα μια επιδημία, που για να αποφευχθεί, για να γίνει αποσύμπλεξη, αν αυτό είναι εφικτό, δυστυχώς θα πρέπει να γίνει με ακραίο τρόπο, όσο την αφήνουμε να υποτροπιάζει.
***
«Αποσύμπλεξη» του Ρεμί Ντε Βος και οι σύγχρονες σχέσεις εργασίας στο Θέατρο Noūs