13.2 C
Athens
Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024

«Άννα και Μάργκοτ» της Κωνσταντίνας Ράικου. Κατάθεση διαμαρτυρίας, για τη βίαιη επικαιρότητα

Γράφει η θεατρολόγος Μαρία Μαρή

Η Άννα Φρανκ, όπως αναφέρει στο ημερολόγιό της, ήθελε να γίνει διάσημη. Σύμφωνα με έναν ισπανικό μύθο, οι πεθαμένοι εξαφανίζονται μόλις πάψει και ο τελευταίος άνθρωπος πάνω στη γη να τους θυμάται. Η Άννα κατορθώνει να μείνει ζωντανή στη μνήμη μας μέσα από το ημερολόγιό της, ενώ η αδελφή της Μάργκοτ πέφτει στη λήθη.

Είναι σημαντικό πάντως που το θεατρικό κείμενο της Κωνσταντίνας Ράικου, φέρνει στη θεατρική σκηνή τα τραγικά γεγονότα του ολοκαυτώματος των Εβραίων, δεδομένου ότι αυτός ο παράλογος, άρρωστος ρατσισμός, τις συνέπειες του οποίου ζούμε ακόμα και σήμερα, τείνει να εξαφανιστεί με μια κατασκευασμένη παραφιλολογία, περί εξαφάνισης- απομάκρυνσης των Εβραίων στη Μαδαγασκάρη.

«Εξομάλυνση» της εξολόθρευσης των Εβραίων από ακροδεξιές, φιλοναζιστικές προσεγγίσεις, που θέλουν να αποσιωπηθούν τα εγκλήματα του Γ’ Ράιχ, ώστε να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των αδυνάτων και βέβαια να επαναλάβουν αυτά και χειρότερα, προς οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα στοχεύσουν.
Ο ρατσισμός δεν έπαψε να υπάρχει στο σύγχρονο κόσμο, «πολυετείς πόλεμοι μαστίζουν την ανθρωπότητα, χιλιάδες πρόσφυγες θάβονται σε θαλάσσιους τάφους ή κάτω από τα συντρίμμια των σπιτιών τους, άνθρωποι ανεβαίνουν σε τρένα με προορισμό το θάνατο. Τα δυο κορίτσια θα μπορούσαν να είναι οποιεσδήποτε ψυχές βίωσαν ή βιώνουν ακόμη, την αθλιότητα του πολέμου και την τραγωδία της προσφυγιάς».

Έτσι το είδε τουλάχιστον ο σκηνοθέτης Γιώργος Δρίβας.

Γιατί δεν επαναστάτησε τότε κανείς; Το ίδιο γίνεται και τώρα. Ο φόβος παραλύει τον κόσμο και κλείνει τα στόματα.

Η Παράσταση

Στο έργο «Άννα και Μάργκοτ» της Κωνσταντίνας Ράικου, οι δυο αδελφές Άννα Φρανκ (Κωνσταντίνα Ράικου) και Μάργκοτ Φρανκ (Φιλία Κανελλοπούλου) βρίσκονται σε ένα υπόγειο. Δεν ξέρουν πού πάνε. Παίζουν ένα παιχνίδι. Κάνουν τους Γερμανούς. Η Μάργκοτ διαβεβαιώνει την Άννα ότι θα πάψει να είναι τόσο σπασίκλα και τελειομανής, ενώ κοιτάζει με τρόμο το υπόγειο και το φως που προέρχεται από εκεί.

Ο Διμίτρι, της έκανε δώρο ένα πράσινο φόρεμα και μετά απροσδόκητα εξαφανίστηκε. Η Άννα της λέει ότι πρέπει να παραδεχτεί ότι ήταν ερωτευμένη μαζί του, η Μάργκοτ όμως το αρνείται. Παίζουν και πειράζονται σαν παιδιά, σαν αδέλφια.

Οι Εβραίοι απαγορευόταν να κάνουν πάρα πολλά πράγματα, όπως να κυκλοφορούν μετά από κάποια ώρα, να ψωνίζουν μόνο συγκεκριμένη ώρα.

Σε αντίθεση σε όλους τους περιορισμούς, λένε ότι δεν υπάρχουν κλειδιά ικανά να σου περιορίσουν τη μνήμη. Αποφασίζουν να πηγαίνουν ως εκεί, που έχουν φανταστεί. Η Άννα της λέει να χορέψουν και ομολογεί ότι αγαπά τον φίλο της, τον Πέτρο, ενώ η Μάργκοτ της λέει ότι ο γάμος είναι μια καλοκουρδισμένη συμφωνία. Το κοροϊδεύει.

Εμείς δεν παντρευτήκαμε και εδώ που είμαστε δεν πρόκειται. Της δίνει ένα φόρεμα να υποδυθεί τη γυναίκα. Η σκηνή θυμίζει «Δούλες» του Ζενέ, ή το παιχνίδι στο La vita e bella, όπου ο Guido, ένας Εβραίος προσπαθεί με τη βοήθεια του χιούμορ του και της φαντασίας του να προστατέψει τον μικρό του γιο από τους Ναζί μέσα σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Τελικά η Μάργκοτ επιλέγει να κάνει τον άνδρα που σκοτώνεται και η Άννα τη γυναίκα του που θρηνεί.

Παίζουν μια ιστορία που η γυναίκα, η Άννα, ακολουθεί τον άνδρα της στο στρατόπεδο για να μην είναι μόνος του. Εκείνη θρηνεί τραγικά όταν αυτός πεθαίνει αλλά η Μάργκοτ της χαλά τη σκηνή της.

Χαρακτηριστικό της παράστασης η ωραία κίνηση και ο διάχυτος φόβος.

Αρνούνται και οι δυο ότι οι δικοί τους έχουν πεθάνει. Η Άννα λέει ότι αν τα καταφέρουν θα είναι από τους λίγους, καθώς έχουν αριθμό στο χέρι τους. Ωστόσο προσπαθούν να αναπλάσουν την πραγματικότητα και να απελευθερωθούν από τον φόβο.

Στις εκμυστηρεύσεις τους, η Άννα δηλώνει ερωτευμένη με τον Πέτρο και λέει ότι οι συνευρέσεις τους γίνονταν με τρυφερότητα και αγάπη, ενώ ο Διμίτρι κουρσεύει το σώμα της Μάργκοτ, χωρίς τρυφερότητα. Η Μάργκοτ καταλαβαίνει την αλλοίωση της επικοινωνίας και του έρωτα στα βίαια χρόνια του πολέμου και φαντάζεται ότι ίσως του άρεσε, αλλά δεν ήξερε πώς να το εκφράσει.

Παίζουν συνεχώς ρόλους. Η Μάργκοτ παίζει τον ρόλο της μητέρας τους, που όλο κάνει παρατηρήσεις στην Άννα για να γίνουν όλα τα πράγματα όπως τα θέλει εκείνη, για ασφάλεια. Η Άννα ένιωθε πάντα διαφορετική. Ρομαντική, ονειροπόλα, ιδεαλίστρια.

Η Μάργκοτ μπαίνει στο ρόλο της μητέρας και στη συμπεριφορά του πατέρα. Η Μάργκοτ είναι μεγαλύτερη και η Άννα έχει μόνη ενασχόληση, τα βιβλία της.

Στο στρατόπεδο η εργασία απελευθερώνει. Άνθρωποι με ριγέ στολές, ταλαιπωρημένοι, φυλακισμένοι, φοβισμένοι δούλοι, χωρισμένοι σε γυναίκες και παιδιά και σε άνδρες.

Πώς μπορεί να καταλάβει κάποιος το Γ’ Ράιχ και την Άρεια φυλή. Βρίσκουν τους πιο ευφάνταστους τρόπους για να εξοντώσουν τους Εβραίους. Μυρίζει καμένο, ο θεατής κάνει συνειρμό με τους φούρνους και την καμένη σάρκα. Η παράσταση απευθύνεται σε όλες τις αισθήσεις για να δημιουργήσει το σωστό πλαίσιο.
Αναρωτιούνται οι δυο κοπέλες πώς δεν επαναστάτησε κανείς. Αλλά τα κουρέλια δεν επαναστατούν. Κοιτούν τα σημάδια από την υγρασία στο ταβάνι και πλάθουν ιστορίες. Έχουν τόσο ανάγκη να διαφύγουν από την πραγματικότητα.

Η Άννα λέει ότι κάποιοι πιστεύουν στην έμφυτη καλοσύνη των ανθρώπων. Από την άλλη φοβάται ότι αυτό που συμβαίνει με αυτές θα συνεχιστεί και με άλλους. Από τύχη κάποιοι θα μείνουν ζωντανοί.

Μια σκοτεινή ατμόσφαιρα εγκλεισμού και φόβου επικρατεί. Δύο νέα κορίτσια μέσα στο φόβο προσπαθούν να επιβιώσουν, ξέροντας ότι είναι εντελώς αβέβαιο αν θα το καταφέρουν.

Στο κατάλληλο περιβάλλον συμβάλλουν οι ουσιαστικές ερμηνείες και των δυο ηθοποιών, της Κωνσταντίνα Ράικου και της Φιλίας Κανελλοπούλου, αποκάλυψαν το κλίμα του στρατοπέδου, την ψυχολογία, τα παιδικά χρόνια και τον χαρακτήρα των δύο κοριτσιών.

Σημαντικό ρόλο έχει η πρωτότυπη μουσική σύνθεση του Salvatore Bezzi (Σαλβατόρε Μπέτσι), που ενθάρρυνε την αγωνία, τον φόβο και τη νοσταλγία.

Εξαιρετική κίνηση των ηθοποιών που δίδαξε η Χριστίνα Βασιλοπούλου και στοχευμένη, μελετημένη και ουσιαστική σκηνοθεσία του Γιώργου Δρίβα, ο οποίος μαζί με τον Σάββα Σουρμελίδη επιμελήθηκε τους εξαιρετικούς φωτισμούς.

Μια παράσταση κατάθεση διαμαρτυρίας, για τη βίαιη επικαιρότητα, ένα όμορφο κείμενο με στοιχεία συγκλονιστικά και αποκαλυπτικά για δυο νέα κορίτσια γεμάτα σακατεμένα όνειρα.

***

«Άννα και Μάργκοτ» της Κωνσταντίνας Ράικου στο «Θέατρο Βαφείο – Λάκης Καραλής»

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -