Ο Tierno Bokar (1875-1939) ήταν ένας σοφός Σούφι, μέλος μιας διακεκριμένης φυλής και πνευματικός ηγέτης στο χωριό του στο Μάλι.
*
“Οι άνθρωποι, στις σχέσεις μεταξύ τους, μπορούν να παρομοιαστούν με δυο αντικριστούς τοίχους. Κάθε τοίχος είναι διάτρητος από μικρές τρύπες στις οποίες φωλιάζουν άσπρα και μαύρα πουλιά. Τα μαύρα πουλιά είναι αρνητικές σκέψεις και μοχθηρές λέξεις. Τα άσπρα πουλιά είναι αγαθές σκέψεις και καλές λέξεις. Τα άσπρα πουλιά, εξαιτίας του σχήματος και του μεγέθους τους, μπορούν να μπαίνουν μόνο στις τρύπες που είναι για τα άσπρα πουλιά. Το ίδιο ισχύει και για τα μαύρα.
Τώρα, ας υποθέσουμε ότι υπάρχουν δύο άνδρες που πιστεύουν ότι είναι εχθροί. Ας ονομάσουμε τον έναν Γιουσούφ και τον άλλον Αλή. Ο Γιουσούφ, πεισμένος μια μέρα ότι ο Αλή θέλει το κακό του, κυριεύεται από θυμό και του στέλνει αρνητικές σκέψεις. Κάνοντας το αυτό, απελευθερώνει ένα μαύρο πουλί και την ίδια στιγμή μια τρύπα στον τοίχο του μένει κενή.
Το μαύρο πουλί του πετάει προς τον Αλή και ψάχνει μια άδεια τρύπα στο μέγεθος του για να φωλιάσει. Εάν ο Αλή δεν έχει στείλει ένα δικό του μαύρο πουλί στον Γιουσούφ αναγκαστικά επιστρέφει στη φωλιά του, κουβαλώντας το κακό με το οποίο είχε φορτιστεί, κακό το οποίο καταλήγει στον Γιουσούφ.
Όμως ας υποθέσουμε ότι και ο Αλή έχει στείλει μια κακή σκέψη. Κάνοντας κάτι τέτοιο, ελευθερώνει μια τρύπα στον τοίχο του όπου μπορεί να φωλιάσει πλέον το μαύρο πουλί του Γιουσούφ, εκπληρώνοντας την καταστροφική αποστολή του.
Την ίδια στιγμή το μαύρο πουλί του Αλή πετάει προς τον Γιουσούφ και βρίσκοντας την άδεια τρύπα φωλιάζει κάνοντας τα ίδια. Έτσι, τα δύο μαύρα πουλιά φέρνουν σε πέρας το έργο τους, που είναι η καταστροφή του στόχου τους.
Μόλις όμως η αποστολή τους ολοκληρωθεί, το καθένα επιστρέφει στη βάση του, γιατί όπως είναι γνωστό από τα πανάρχαια χρόνια, καθετί επιστρέφει στην πηγή του. Έτσι στο τέλος, ο δημιουργός μιας κακής σκέψης, πλήττεται ταυτόχρονα από το μαύρο πουλί του εχθρού του αλλά και το δικό του, που επιστρέφει στη φωλιά του.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα άσπρα πουλιά. Εάν στέλνουμε μόνο καλές σκέψεις στον εχθρό μας ενώ ο ίδιος απευθύνει αρνητικές σκέψεις σε εμάς, τότε τα μαύρα πουλιά μη βρίσκοντας μέρος σε μας να φωλιάσουν, θα επιστρέφουν σε κείνον που τα έστειλε.
Όσο για τα άσπρα πουλιά που κουβαλούν αγαθές σκέψεις και στέλνουμε στον εχθρό μας, εάν δεν βρίσκουν άδεια τρύπα εκεί να φωλιάσουν, θα επιστρέψουν σε μας φορτισμένα με όλη τη θετική ενέργεια που κουβαλούν. Έτσι, αν στέλνουμε μόνο καλές σκέψεις, αυτές θα επιστρέφουν δυναμωμένες σε μας και θα αγγίζουν βαθιά τον πυρήνα της ύπαρξής μας. Να γιατί πρέπει πάντα να ευλογείτε και να επιθυμείτε το καλύτερο τόσο για τους εχθρούς όσο και για τους φίλους σας.
Με αυτό τον τρόπο, η ευλογία όχι μόνο πηγαίνει στον απέναντι εκπληρώνοντας τον κατευναστικό της σκοπό, αλλά επίσης επιστρέφει σε σας, με όλο το καλό με το οποίο είχε φορτιστεί…”.
Την παραπάνω ιστορία αφηγήθηκε στους μαθητές του το 1933 ο σπουδαίος Σούφι δάσκαλος Τιέρνο Μποκάρ. Περιέχεται στο βιβλίο “Να σου πω μια ιστορία;” του Στέφανου Ελμάζη (Αρχέτυπο).
Ο Πίτερ Μπρουκ στο μικρό ξύλινο αμφιθέατρο του Θεάτρου της Πέτρας, παρουσίασε το καλοκαίρι του 2005 τη δημιουργία του, με τίτλο «Τιέρνο Μποκάρ», με πολυεθνικό καλλιτεχνικό σύνολο (οι βασικοί ερμηνευτές έπαιζαν και στο «Μαχατμπαράτα»). Επρόκειτο για μια ακόμη πειραματική δημιουργία, βασισμένη στο βιβλίο «Η ζωή και η διδασκαλία του Τιέρνο Μποκάρ – ο σοφός της Μπαντιαγκάρα», γραμμένο από τον «μαθητή» του, Αμαντού Χαμπατέ Μπα. Η παράσταση είχε παιχτεί με ελληνικούς υποτίτλους, σε μετάφραση Λουίζας Μητσάκου – Γιάννη Παπαδάκη).
Το κείμενο ήταν της Μαρί-Ελέν Εστιέν, η μουσική των Τόσι Τσουχιτόρι – Αντονέν Στάλι, οι φωτισμοί του Φιλίπ Βιαλάτ, τα σκηνογραφικά στοιχεία του Αμπντού Ουολόγκουεμ. Έπαιζαν οι Habib Dembele, Rachid Djaodani, Djiniba Kone, Sotigui Kouyati, Tony Mpoudja, Bruce Myers, Abdou Ouologuem, Helene Patarot, Dorcy Rugamba, Pitcho Womba Konga.
Στην τότε συνέντευξη Τύπου, ο Πίτερ Μπρουκ, αναφερόμενος στο θέμα του έργου, είπε ότι αναπαριστά το βίωμα του Αφρικανού συγγραφέα Αμαντού Χαμπατέ Μπα από τον, επίσης Αφρικανό, ταπεινό, ασκητή φιλόσοφο δάσκαλό του, Τιέρνο Μποκάρ. Ένα «θέμα που φωτίζει ένα πρόβλημα που σήμερα αφορά ολόκληρο τον κόσμο: τη βία και τη μισαλλοδοξία», τόνισε ο Πίτερ Μπρουκ, και συμπλήρωσε: «Το θέατρο οφείλει να είναι πολύ κοντά στον άνθρωπο, αλλά ταυτόχρονα και πολύ απρόβλεπτο ώστε να αφυπνίζει τη φαντασία του».
Η αφήγηση του Χαμπατέ Μπα ταξίδευσε τον θεατή στη σπαρασσόμενη από την αποικιοκρατία και τις – υποκινούμενες από αυτήν – εμφύλιες συγκρούσεις των ιθαγενών αφρικανικών φυλών, στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Τις τραγικές συνέπειες της αποικιοκρατίας, των εμφύλιων σπαραγμών και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αντανακλά και το μικρό αφρικανικό χωριό, όπου ζούσε ο Τιέρνο Μποκάρ.
«Η προσπάθεια του ανθρώπου να ζήσει σε κοινότητες, έφερε δομές που κατέληξαν θεσμοί αρτηριοσκληρωτικοί. Ποιος, λοιπόν, πρέπει να είναι ο ρόλος του θεάτρου;».
Θέτοντας αλλά και απαντώντας σ’ αυτό το ερώτημα, ο Π. Μπρουκ σχολίασε: «Όταν η κοινωνία ακινητοποιείται μέσα στις αρχές και στους κανόνες της, το θέατρο πρέπει να ταρακουνά το σταθερό και αμετακίνητο. Ο κλονισμός, ο χλευασμός, συχνά βίαιος, είναι απαραίτητα καλλιτεχνικά “όργανα” για να σπάσουμε τα ταμπού, για να δημιουργήσουμε ένα άνοιγμα. Η συγκεχυμένη κατάσταση, μέσα στην οποία βρισκόμαστε σήμερα, απαιτεί έναν καινούργιο στοχασμό. Και το θέατρο είναι ο καθρέφτης μέσα στον οποίο λάμπει, κάποιες φορές, το φέγγος του απολεσθέντος».
Η Μπαντιαγκάρα στο Μάλι των αρχών του 20ού αιώνα σπαράσσεται από θρησκευτικές έριδες και οι κάτοικοι αλληλοεξοντώνονται για λόγους απολύτως μη κατανοητούς από τον δυτικό ορθολογισμό (πόσες φορές ημερησίως πρέπει να λένε την προσευχή «Το μαργαριτάρι της τελειότητας», 11 ή 12;), υφιστάμενοι παράλληλα την ταπείνωση και την αλαζονεία της αποικιακής διοίκησης. Έναν αιώνα αργότερα, στα ίδια μέρη, οι άνθρωποι αφανίζονται από την πείνα και την ανέχεια. Οι αριθμοί, εδώ, δεν γίνονται αντικείμενο διαμάχης. Ποιος θα αμφισβητήσει τις στατιστικές; Κάθε χρόνο πεθαίνουν, μόνο στην Αιθιοπία, χιλιάδες παιδιά από υποσιτισμό και επιδημίες. Και οι άλλοτε αποικιοκράτες, που «εκπολίτιζαν» την Αφρική επί δεκαετίες, δαπανούν σήμερα γύρω στα 6 σεντς την ημέρα για τη σωτηρία της.
«Τι ξέρουμε σήμερα για την Αφρική πέρα από το AIDS και την πείνα;», αναρωτήθηκε ο Πίτερ Μπρουκ σε συνέντευξή του τότε στην «Kαθημερινή». «Τίποτε άλλο. Όμως ο αφρικανικός πολιτισμός είναι βαθύς και σύνθετος όσο και ο ασιατικός ή ο ευρωπαϊκός». O Βρετανός σκηνοθέτης παρουσίασε τον Τιέρνο Μποκάρ, μορφή γήινη και ταυτόχρονα συμβολική (σε αυτό βοηθούσε και η υποβλητική, ασκημένη φιγούρα του Σοτιγκί Κουγιατέ, που ερμήνευε τον ρόλο), δίνοντας τον αποφθεγματικό στοχασμό του με μέσα ελάχιστα, σε μια σκηνή σχεδόν γυμνή. Οδηγώντας το θέατρο στα όριά του, απογυμνώνοντας το θέαμα από τη θέαση, διευρύνει τους ορίζοντες του θεατή.
O Μπρουκ βρίσκει την ουσία στην απόλυτη απλότητα και ο θεατής τον αναστοχασμό πάνω σε έννοιες δεδομένες, σε βολικά στερεότυπα. H παράσταση αγκάλιαζε και κατανοούσε τον «άλλον», τον Αφρικανό, και προσκαλούσε τον θεατή σε μια ιστορική διαδρομή, πολύπλοκη, ιδιότυπη, πολιτικά φορτισμένη και κοινωνικά βεβαρυμένη. Και όμως· οι ηθοποιοί εκτελούσαν τις απαραίτητες κινήσεις, ελάχιστες μετατοπίσεις, σαν ανεπαίσθητα φτερουγίσματα. Και από κοντά η αφήγηση. Ένας λόγος τόσο απέριττος που χαρακτηρίστηκε και απλοϊκός. O Μπρουκ κλονίζει τις βεβαιότητες. Ό,τι εγγράφεται στο θέατρο ως πειραματικό ή ποιοτικό. Όπως κλονίζει και τις βεβαιότητες που ακολουθούν την εικόνα του Αφρικανού.
«Τι είναι Θεός;», ρωτάει ο μαθητής τον δάσκαλο. Και ο δάσκαλος Μποκάρ απαντάει: «Θεός είναι η αμηχανία των ανθρώπινων μυαλών».
H ζωή του Δάσκαλου Μποκάρ, που αφηγήθηκαν και ερμήνευσαν ξυπόλητοι, σε επαφή με τη γη, οι ηθοποιοί ήταν «διάφανη σαν κρύσταλλο και αγνή σαν προσευχή».
Οι προσευχές είναι και η αιτία των πολέμων που ξεκληρίζουν τους «σοφούς» ήρωες του έπους, στη γαλλόφωνη Δυτική Αφρική.
«Οι καταναγκασμοί δεν είναι θρησκεία», διδάσκει ο σοφός Μποκάρ. «Δίχως ευσπλαγχνία οι γνώσεις είναι άχρηστες αποσκευές», «H έλλειψη κατανόησης και η
μισαλλοδοξία δημιουργούν τις ανθρώπινες αντιθέσεις», προσθέτει παρακάτω.
Μικρές απλές σοφίες που βγαίνουν στην επιφάνεια και όταν ο Τιέρνο Μποκάρ συναντά έναν ακόμη σοφό, με ένθερμους οπαδούς – τον Χαμαλάχ. Και η ουσία:
«Υπάρχουν τρεις αλήθειες: η αλήθεια μου, η αλήθεια σου και η Αλήθεια, που δεν ανήκει σε κανέναν».
Ο αλαζόνας, καταπιεστικός λευκός (Γάλλος) καραδοκεί παντού. Στο σχολείο, στη φυλακή, στη «θρησκευτική» κρίση (με τις 11 ή 12 προσευχές με το
Κοράνι).
Τι είναι Θεός; – λίγο πριν από το τέλος στον αγαπημένο μαθητή. «H αμηχανία του ανθρώπινου μυαλού. Γιατί αν αποδεχθείς την ύπαρξή του, δεν μπορείς να τον εξηγήσεις φυσικά και επιστημονικά. Και αν δεν τον δεχθείς, δεν μπορείς ουσιαστικά να εξηγήσεις την ύπαρξή σου».
Και η ύστατη σοφία την ώρα που ο Μποκάρ ξεψυχούσε, είπε: «Παρακαλώ, την ώρα του θανάτου να έχω περισσότερους εχθρούς που δεν έχω βλάψει, παρά φίλους»!