Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Ένα ζευγάρι Εβραίων ζει στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του ’30. Ο Φίλιπ, απορροφημένος από τη δουλειά του και την προσπάθειά του να αφομοιωθεί, δεν έχει πολύ χρόνο για τη γυναίκα του. Όταν όμως η Σίλβια μένει ξαφνικά παράλυτη, αφού έχει διαβάσει στην εφημερίδα για τη «Νύχτα των Κρυστάλλων» και την αντισημιτική εκστρατεία στη Γερμανία, καλείται σε βοήθεια ένας γιατρός, ο Δρ Χάρι Χάιμαν. Καθώς πλησιάζει στην πηγή της πάθησής της, αναπτύσσεται μια σχέση που μπορεί να έχει μοιραίες συνέπειες στην οικογένεια. Το «Σπασμένο Γυαλί» (1994) θίγει διαχρονικά θέματα προσωπικής ευθύνης, αφοσίωσης και ενοχής.
Το βραβευμένο με Olivier Award ψυχολογικό έργο του Arthur Miller παρουσιάζεται για τη σεζόν 2018-2019 στο θέατρο ΠΟΛΗ, σε σκηνοθεσία της Άσπας Καλλιάνη, από τις θεατρικές επιχειρήσεις Τάγαρη.
Αυτή τη φορά, ο πλέον Ευρωπαίος από τους Αμερικανούς συγγραφείς, επιστρέφει στο παρελθόν για να φωτίσει καλύτερα το παρόν.
Στο έργο αυτό, μια από τις πιο σημαντικές και ώριμες δουλειές του Μίλερ, ο συγγραφέας ψυχαναλύει ένα γάμο και μας δείχνει όλα αυτά που μας κρατούν ακίνητους τη στιγμή που θα έπρεπε να δράσουμε. Όλους τους φόβους, τις ενοχές και τα μυστικά που μας κρατούν καθηλωμένους σε μια πραγματικότητα, μια σχέση, μια δουλειά που δεν μας ταιριάζει. Πολλές φορές δεν αντιδρούμε επειδή φοβόμαστε το άγνωστο. Άγνωστο όμως είναι το μέλλον μας ακόμη και αν μείνουμε εκεί που είμαστε.
Ο Μίλερ καταφέρνει για άλλη μια φορά να συνδέσει με μαστορικό και γοητευτικό τρόπο το προσωπικό με το κοινωνικό και, όπως λέει ο ίδιος, “θέμα του έργου είναι ένα δημόσιο πρόβλημα και μια ατομική νεύρωση”.
Υπόθεση
Στη Νέα Υόρκη του 1938, τη Νύχτα των Κρυστάλλων που οι Ναζί έσπασαν όλα τα μαγαζιά των Εβραίων, η Σίλβια Γκέλμπεργκ ξαφνικά παραλύει. Χωρίς κανένα παθολογικό αίτιο, μένει ακίνητη από τη μέση και κάτω. Μπορεί ένα κοινωνικό γεγονός να επηρεάσει τόσο την υγεία κάποιου; Ή μήπως η αιτία βρίσκεται στον γάμο της με τον Φίλιπ; Ο Δόκτωρ Χάιμαν θα σκάψει όσο πιο βαθιά αντέχει στα μυστικά της οικογένειας προκειμένου να τη βοηθήσει. Αυτό όμως που θα βρει, μπορεί να μας βοηθήσει όλους.
Ο συγγραφέας
O Άρθουρ Άσερ Μίλερ, ένας από τους κορυφαίους Αμερικανούς θεατρικούς συγγραφείς, γεννήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 1915. Το έργο του υπήρξε ορόσημο για τη δραματουργική τέχνη. Μέσα από αυτό εξέθεσε τις παθογένειες του «αμερικανικού ονείρου», δεχόμενος ισχυρή κριτική στη χώρα του. Ο συγγραφέας του «Ο Θάνατος του Εμποράκου», του «Σπασμένου Γυαλιού» και τόσων άλλων αριστουργημάτων, αποτύπωσε στα έργα του τη δική του αμερικανική κοινωνία. Σ’ αυτά συχνά αντικατόπτριζε ή επανερμήνευε και τα δημόσια στοιχεία της ίδιας του της ζωής, μεταξύ των οποίων ο σύντομος γάμος του με τη Μέριλιν Μονρό, αλλά και η επιμονή του να μη συνεργαστεί με την Επιτροπή Αντι-Αμερικανικών Δραστηριοτήτων.
«Ο Θάνατος του Εμποράκου» πρωτοπαρουσιάστηκε στο Μπρόντγουεϊ το 1949, καθιερώνοντας τον Μίλερ ως έναν γίγαντα του αμερικανικού θεάτρου, σε ηλικία μόλις 33 ετών. Το ίδιο έτος, γίνεται ο πρώτος που κερδίζει τρία βραβεία, το Βραβείο Πούλιτζερ, το Βραβείο Τόνι και το βραβείο Κριτικών της Νέας Υόρκης.
Εξίσου τεράστιας αξίας είναι και το μετέπειτα έργο του. Τα «Ήταν όλοι τους παιδιά μου», «Μετά την πτώση», «Πάνω από τη γέφυρα», «Οι μάγισσες του Σάλεμ» γνώρισαν διεθνή επιτυχία και διασκευάστηκαν για τον κινηματογράφο. Μόνο τη δεκαετία του ’90, ο θεατρικός αυτός γίγαντας έγραψε τέσσερα θεατρικά έργα («Κατρακυλώντας από το όρος Μόργκαν», «Σπασμένο γυαλί», «Ο τελευταίος Γιάνκι», «Οι σχέσεις του κυρίου Πίτερς»), δύο σενάρια («Everybody wins» το 1990, με τον Νικ Νόλτε και την Ντέμπρα Γουίνγκερ και τις «Μάγισσες του Σάλεμ» το 1996, με τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις και τη Γουαϊόνα Ράιντερ) και μια νουβέλα («Plain Girl» – «Ένα κοινό κορίτσι», το 1995).
Ο Μίλερ αρθρογραφούσε και στους «New Υοrk Times», καταγγέλλοντας την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη λογοκρισία και υπερασπιζόμενος τους διωκόμενους καλλιτέχνες. Έγραφε για τον πόλεμο στο Βιετνάμ και την ισραηλινοπαλαιστινιακή διαμάχη, και πιο πρόσφατα για τον πόλεμο στο Ιράκ.
Το «κυνήγι μαγισσών»
Επί μακαρθισμού, επηρεασμένος από τον αντικομμουνισμό και το «κυνήγι μαγισσών» εναντίον εκπροσώπων του πνευματικού κόσμου, γράφει και παρουσιάζει το αλληγορικό έργο – κατηγορητήριο «The Crucible» (Δοκιμασία), για το οποίο βραβεύτηκε με Τόνι το 1953 και έμελλε να γίνει ένα από τα πιο πολυπαιγμένα έργα του, παρουσιαζόμενο, κατά το συγγραφέα, κάθε φορά που σε κάποια χώρα έμπαιναν σε κίνδυνο οι πολιτικές ελευθερίες ή διαφαινόταν η άνοδος ολοκληρωτικού καθεστώτος. «Εν μέρει ήταν πολιτικό θέμα και πολύς κόσμος το φοβόταν. Επίσης το κόστος του ανεβάσματος ήταν υψηλό γιατί είναι μεγάλη παραγωγή. Υπήρχαν και μερικοί που έλεγαν ότι η γλώσσα του έργου δεν θα γινόταν κατανοητή από όλους. Δεν υπήρξε όμως τέτοιο πρόβλημα. Όλοι κατάλαβαν τη γλώσσα που χρησιμοποίησα», είχε πει ο ίδιος για το έργο.
Το 1954, του αφαιρείται το διαβατήριο κι έτσι δεν καταφέρνει να παραστεί στην πρεμιέρα της «Δοκιμασίας» στις Βρυξέλλες. Οδηγείται για κατάθεση, κατηγορούμενος ότι είχε διασυνδέσεις με αριστερούς. Αρνείται να καταδώσει ονόματα υπόπτων για κομμουνιστική δράση, καταδικάζεται από το Κογκρέσο το 1957, αλλά αθωώνεται από το Ανώτατο Δικαστήριο το 1958. Οι συνθήκες στο Χόλιγουντ εκείνη την εποχή, λόγω της «Μαύρης Λίστας» και όσων είχαν καταδώσει ονόματα υπόπτων, οδήγησαν στην αποξένωση του Μίλερ από τον Ελία Καζάν, με τον οποίο ήταν συνεργάτες σε πολλά από τα έργα του και τους συνέδεε φιλία, καθώς ο Μίλερ είχε μιλήσει ανοιχτά εναντίον της κίνησης του Καζάν να κατονομάσει κατηγορούμενους συναδέρφους του. Σύμφωνα με το βιογράφο του, Μάρτιν Γκότφριντ, «σπάνια ένας καλλιτέχνης έχει δεχτεί τόσες πολλές επιθέσεις και συκοφαντίες στην πατρίδα του και ταυτόχρονα έχαιρε βαθιάς εκτίμησης σε όλον τον κόσμο».
Ο Άρθουρ Μίλερ έφυγε από τη ζωή στις 10 Φεβρουαρίου 2005, σε ηλικία 89 ετών. «Τι περιμένω πια από τη ζωή μου ύστερα από ένα βραβείο Πούλιτζερ; Μα, φυσικά, το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Δεν σκοπεύω να πεθάνω αν δεν το αποκτήσω!», είχε δηλώσει. Τελικά, δεν κατάφερε να το αποκτήσει…
Η ευθύνη του δραματουργού
Να πώς καθορίζει ο ίδιος ο Άρθουρ Μίλερ το πιστεύω του για τη μέγιστη ευθύνη του δραματουργού: «Το κοινωνικό δράμα της γενιάς μας πρέπει να κάνει κάτι περισσότερο απ’ το ν’ αναλύει και να δικάζει το περίγραμμα των κοινωνικών σχέσεων. Πρέπει να σκάψει μέσα στην ανθρώπινη φύση και ν’ αποκαλύψει ποιες ανάγκες υπάρχουν μ’ έναν τέτοιο τρόπο, που αυτές οι ανάγκες να πάρουν έκταση και προβολή κοινωνικής σημασίας».
Χάρη στην ειλικρινή προσέγγιση του Μίλερ, ο θεατής αναγνωρίζει διαχρονικά πάνω στη σκηνή δικές του σκέψεις που τον έχουν τυραννήσει. Καλείται, λοιπόν, μαζί με τους ήρωες να κρίνει το κατά πόσο αυτές πατούν στη γη και να ζυγίσει τις συνέπειες όταν το σύννεφο του ονείρου θα έχει πια εξαφανιστεί.
Αυτό είναι που μετατρέπει τον Μίλερ σε κάτι περισσότερο από δραματουργό μιας μόνο εποχής. Με το έργο του εκπροσωπεί κάθε κοινωνία που έχει βυθιστεί στις ψευδαισθήσεις και παλεύει να τη λυτρώσει. Εκπροσωπεί ακόμη κάθε άνθρωπο που έχει χάσει τον εαυτό του -μέσα στο χρήμα, την καταξίωση, τη φήμη και καθετί παροδικό και φευγαλέο.
Η Νύχτα των Κρυστάλλων
Ο τίτλος του έργου, «Σπασμένο Γυαλί» προέρχεται από το Kristallnacht, γεγονός που είναι επίσης γνωστό ως Night of Broken Glass.
Η Νύχτα των Κρυστάλλων σηματοδοτεί την απαρχή της φρικωδίας του Ολοκαυτώματος, το οποίο 10 χρόνια αργότερα θα σημάνει και τον τερματισμό της μακραίωνης εξορίας των Εβραίων, με την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ. Mια νύχτα, που σε ολόκληρο το Ράιχ σπάνε παράθυρα εβραϊκών σπιτιών και καταστημάτων. Συναγωγές λεηλατούνται σε ένα άνευ προηγουμένου πογκρόμ καταστροφής. Το μήνυμα για τους Εβραίους της χώρας είναι απόλυτα σαφές. Η μέρα που ξημερώνει φέρνει έναν καινούργιο κόσμο. Οι πολίτες αντιδρούν με απέχθεια αλλά δεν κάνουν τίποτα.
Έτσι αρχίζει το Ολοκαύτωμα.
Αντισημιτικές πολιτικές
Η νύχτα εκείνη αποτέλεσε την απαρχή των συστηματικών ενεργειών εξολόθρευσης των Εβραίων σε όλη την Ευρώπη, γνωστής ως «Ολοκαύτωμα». Μετά την εκλογή του κόμματος των Ναζί τον Ιανουάριο του 1933, εισήχθησαν αντισημιτικές πολιτικές υπό το καθεστώς του Χίτλερ. Στη Γερμανία ζούσαν περίπου 500.000 Εβραίοι οι οποίοι μετατράπηκαν από το καθεστώς σε αποδιοπομπαίους τράγους για όλα τα δεινά που αντιμετώπιζε η Γερμανία, άρχισαν να κατηγορούνται ως οι υπαίτιοι για την ήττα στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον υπερπληθωρισμό (1921-1923) και τη Μεγάλη Ύφεση του ’30. Έτσι, στις αρχές του 1933, η γερμανική κυβέρνηση, έθεσε σε ισχύ μία σειρά αντισημιτικών νόμων σαν αυτόν που απέκλειε τους Εβραίους από τις δημόσιες υπηρεσίες.
Το 1935, μπαίνουν σε εφαρμογή οι «νόμοι της Νυρεμβέργης» με τους οποίους οι Εβραίοι στερούνται την υπηκοότητά τους αλλά και το δικαίωμά τους να παντρεύονται Γερμανούς. Αυτά τα μέτρα οδήγησαν χιλιάδες Εβραίους από τη Γερμανία και την Αυστρία, να αναζητήσουν καταφύγιο σε άλλες χώρες χωρίς όμως να γίνονται δεκτοί. Ως το 1938, τα μέτρα κατά των Εβραίων συστηματοποιούνταν με τέτοια μεθοδικότητα που κάποιοι ιστορικοί πιστεύουν ότι οι Ναζί προσπαθούσαν να προκαλέσουν την αφορμή που θα σηματοδοτούσε την προγραμματισμένη εξόντωση των Εβραίων.
Τον Αύγουστο του 1938, οι γερμανικές αρχές ανακοίνωσαν την ακύρωση και την πλήρη ανάκληση των αδειών παραμονής για τους αλλοδαπούς. Αυτό περιελάμβανε και τους Εβραίους που είχαν γεννηθεί στη Γερμανία και είχαν άλλη καταγωγή. Συγκεκριμένα, ως τις 28 Οκτωβρίου του 1938, πάνω από 12.000 Εβραίοι που είχαν γεννηθεί στην Πολωνία απελάθηκαν μέσα σε μία νύχτα με διαταγές του Χίτλερ. Μόνο τετρακόσιοι έλαβαν άδεια εισόδου στην Πολωνία και οι υπόλοιποι 8.000 έμειναν στα σύνορα. Όσοι προσπάθησαν να γυρίσουν πίσω λόγω των συνθηκών που αντιμετώπιζαν, εκτελέσθηκαν. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, δόθηκε η αναμενόμενη αφορμή. Ο 17χρονος Εβραίος Χέρσελ Γκρίνσπαν του οποίου η οικογένεια είχε εκδιωχθεί από τη Γερμανία, την 7η Νοεμβρίου μπήκε στη Γερμανική πρεσβεία στο Παρίσι και πυροβόλησε έναν χαμηλόβαθμο διπλωμάτη, στο όνομα 12.000 κατατρεγμένων Εβραίων. Ο Γερμανός διπλωμάτης υπέκυψε στα τραύματά του δύο μέρες αργότερα.
Το πογκρόμ
Η απάντηση δεν αργεί. Για αυτή τη μεμονωμένη πράξη οι Εβραίοι θα αναγκαστούν να πληρώσουν ένα βαρύτατο τίμημα. Με τα σπίτια τους. Τις επιχειρήσεις τους. Την ελευθερία τους. Και, κυρίως, με τη ζωή τους. Στις 8 Νοεμβρίου ανακοινώνονται τα πρώτα τιμωρητικά μέτρα. Με στόχο να καταστραφεί κάθε ενωτικός δεσμός μεταξύ των Εβραίων, απαγορεύεται η κυκλοφορία όλων των εφημερίδων τους, η φοίτηση Εβραιόπουλων σε γερμανικά σχολεία και κάθε πολιτιστική εκδήλωση. Το βράδυ της 9ης Νοεμβρίου του 1938, ο Ράινχαρντ Χάιντριχ έστειλε ένα μυστικό τηλεγράφημα στην αστυνομία με οδηγίες για τις ταραχές. Ανάμεσα στις οδηγίες περιλαμβανόταν η κράτηση νέων και δυνατών Εβραίων για την ενδεχόμενη αποστολή τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ακολούθησε πογκρόμ κατά το οποίο προκλήθηκαν ζημιές και θύματα.
Το όνομά της – Kristallnacht (Crystal Night, Κρίσταλναχτ, που σημαίνει στα γερμανικά η «Νύχτα των Κρυστάλλων»), επίσης Reichskristallnacht (Ράιχσκρισταλναχτ, κατά λέξη, «Αυτοκρατορική Νύχτα των Κρυστάλλων»), Pogromnacht (Πογκρόμναχτ, δηλαδή η «Νύχτα του Πογκρόμ») – η νύχτα αυτή το πήρε από τα σπασμένα τζάμια πάνω από 7.000 καταστημάτων που ανήκαν σε Εβραίους. Σε αριθμούς, καταστράφηκαν 1.574 συναγωγές (σχεδόν όλες όσες υπήρχαν στη Γερμανία) και πολλά εβραϊκά κοιμητήρια. Κάποιοι Εβραίοι ξυλοκοπήθηκαν έως θανάτου, ενώ άλλοι εξαναγκάζονταν να παρακολουθούν. Περισσότεροι από 30.000 Εβραίοι συνελήφθησαν και στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά κύριο λόγο στο Νταχάου, στο Μπούχενβαλντ και στο Ζάξενχαουζεν. Οι περισσότεροι αφέθηκαν ελεύθεροι κατά τη διάρκεια των επόμενων τριών μηνών, υπό τον όρο ότι θα εγκατέλειπαν τη Γερμανία. Ο ακριβής αριθμός των Γερμανών Εβραίων που θανατώθηκαν δεν έχει προσδιοριστεί, αλλά υπολογίζεται ότι κυμαίνεται μεταξύ 36 και 200 ατόμων για τις δύο ημέρες που διήρκεσαν οι αναταραχές.
Το ίδιο συνέβη και στην Αυστρία, περισσότερες από τις 94 συναγωγές και τόποι προσευχής της Βιέννης υπέστησαν μερική ή ολική καταστροφή. Η τιμωρία δεν τελειώνει στο πογκρόμ αλλά συνεχίζει με την καταβολή συλλογικού προστίμου ενός δισεκατομμυρίου μάρκων προς τη ναζιστική κυβέρνηση για το θάνατο του Φομ Ρατ και έξι εκατομμυρίων μάρκων των ασφαλιστικών πληρωμών που θα έπαιρνε η εβραϊκή κοινότητα εξαιτίας των καταστροφών στις περιουσίες τους. Στις 12 Νοεμβρίου συναντήθηκαν ο ανώτερος αξιωματούχος των Ναζί Χέρμαν Γκέρινγκ με τα άλλα μέλη της ηγεσίας των Ναζί για τον σχεδιασμό των υπόλοιπων βημάτων προς τη μελανότερη περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας.
Το ερώτημα
Στο «Σπασμένο γυαλί» του Μίλερ τίθεται μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση: «Γιατί δεν μπορεί να περπατήσει η Σίλβια Γκέλμπεργκ;».
Η γυναίκα είναι μια νοικοκυρά του Μπρούκλιν με καλή υγεία. Δεν δεν δείχνει έχει τίποτα νευρωτικό πάνω της. Είναι έξυπνη, έχει έντονη προσωπικότητα και για όλους το συμβάν αυτό φαίνεται απίστευτο.
Είναι αλήθεια ότι την εποχή αυτή -το 1938- οι εφημερίδες είχαν δημοσιεύσει μια φωτογραφία ηλικιωμένων Εβραίων που αναγκάστηκαν από τους ναζί να τρίβουν έναν δρόμο με οδοντόβουρτσα. Αλλά τα γεγονότα που συνέβησαν 4.000 μίλια μακριά από τον τόπο που διέμενε δεν μπορούν να έχουν μεγάλη σχέση με την ξαφνική της αναπηρία που καθηλώνει την ίδια και θυμώνει τον σύζυγό της. Ή μήπως μπορούν;
Ένα είδος ιστορίας αγωνίας, το “Σπασμένο Γυαλί” αναδεύει και ανιχνεύει τις ταραγμένες ζωές και το γάμο των Γκέλμπεργκ και τελικά φτάνει στην πηγή του μυστηρίου. Ο Μίλερ, αυτή τη φορά περισσότερο από ποτέ, μας φανερώνει την ευαίσθητη συνείδησή του.
Ο τίτλος του έργου έχει διπλή σημασία. Από τη μία πλευρά, αναφέρεται στη Νύχτα των Κρυστάλλων και καταγγέλλει το ναζισμό, από την άλλη όμως υποδηλώνει τη βία που κρύβεται στη σχέση των δύο συζύγων και τα συντρίμμια του γάμου τους. Ο Μίλερ συνδέει τα τραύματα των Γκέλμπεργκ με τη ναζιστική υστερία που σαρώνει τη Γερμανία. Η παράλυση της Σίλβια έχει να κάνει με την άρνηση των γύρω της να αναγνωρίσουν τη ναζιστική απειλή. Η στάση του συζύγου της την εξουδετερώνει κυριολεκτικά. Ο Γκέλμπεργκ, αν και με εβραϊκές ρίζες ο ίδιος, μισεί τους Εβραίους και τρέφει ρατσιστικά συναισθήματα για τους ανθρώπους της καταγωγής του. Είναι ένας άνθρωπος άνανδρος, μυθομανής, ανασφαλής και εμπαθής.
Στην ουσία, πίσω από την ξαφνική αναπηρία της Σίλβια, κρύβεται η “ανάπηρη” σχέση που έχει με τον άνδρα της. Για τον ίδιο τον Μίλερ το “Σπασμένο Γυαλί”, είναι μια τραγωδία με “πολύ γέλιο”. Πιστεύει πως η ελπίδα υπάρχει πάντα και ότι όλοι οι άνθρωποι στα έργα του, αγωνίζονται “ν’ αλλάξουν”.
Κάθε σκηνή του έργου αποκαλύπτει και νέες πλευρές της προσωπικότητας των ηρώων ή μας βυθίζει περισσότερο στο λαβύρινθο ενός σκοτεινού μυστικού.
Η Σίλβια Γκέλμπεργκ δεν μπορεί να περπατήσει γιατί ο σύζυγός της είναι ένας φανατικός.
Το αριστούργημα του Άρθουρ Μίλερ έχει δύο δυνατά σκέλη, τον αντισημιτισμό και τη σεξουαλική νεύρωση και τα υφαίνει σε ένα λαμπρό, όλο αγωνία, έργο.
Ο τίτλος δηλώνει πολλά επίπεδα. Το γυαλί, αφού σπάσει, δεν μπορεί να επανασυγκολληθεί. Το ερώτημα είναι αν μπορεί να επισκευαστεί κάτι σπασμένο: ο γάμος, η ταυτότητα, η χώρα. Ο Μίλερ συνδέει την προσωπική ζωή με την πολιτική.
Μπορεί να έγραψε το έργο το 1994, όταν ήταν σε ηλικία 79 ετών, αλλά ο συγγραφέας θυμάται τα χρόνια του Μεσοπολέμου και οι αναφορές του στον αμερικανικό αντισημιτισμό είναι συγκλονιστικές. Θέτει ιδέες για την αφομοίωση, την αυτογνωσία και την αποδοχή σε μια ιστορία που μοιάζει με θρίλερ.
Μια τοιχογραφία του κλίματος και της κοινωνικής κρίσης στην Αμερική του 1938-39, λίγο πριν ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Αποτέλεσμα; Ένα συναρπαστικό έργο, μια καθηλωτική παράσταση σκηνοθετημένη από την Άσπα Καλλιάνη με σχεδόν αστυνομική υφή και κινηματογραφικούς ρυθμούς.
Οι συντελεστές
Όσον αφορά τις ερμηνείες, τα θετικότερα έχουμε να γράψουμε για τον Γιάννη Βούρο, που έδωσε έμφαση, κύρος και έγνοια στον ωραίο ρόλο του γιατρού.
Η Παναγιώτα Βλαντή ερμήνευσε με συναρπαστικό τρόπο το ρόλο της Σίλβια, της γυναίκας με την αγωνιώδη συνείδηση. Είχε δύναμη και πάθος, δραματικότητα και παρουσία, ποιητικότητα και ευαισθησία. Πιστεύω πως η λαμπρότητα της ερμηνείας της βασίζεται στην αυτοσυγκράτηση και την πειθαρχία.
Ο Νίκος Γεωργάκης με πειστικότητα, σοβαρότητα και κατανόηση του ρόλου ερμήνευσε τον σύζυγο.
Η Δήμητρα Σιγάλα είχε πολλές και ωραίες αποχρώσεις στο ρόλο της αδελφής.
Η Κάτια Γκουλιώνη, πολύ χαρακτηριστική και φυσική με την κινηματογραφικά αδρή φιγούρα της, ήταν εκρηκτική, ορμητική, χυμώδης και απολαυστική στο ρόλο της συζύγου του γιατρού και απέδειξε πως έχει, εκτός από τραγικότητα, και αυθεντικό κωμικό ταλέντο. Δικαίως αποσπά το θερμό χειροκρότημα του κοινού.
Τα σκηνικά του Μανόλη Παντελιδάκη, που πλαισίωναν με λιτή αισθητικότητα τη δράση και τα κομψά κοστούμια (ιδιαιτέρως τα γυναικεία) της Ντένης Βαχλιώτη συμπλήρωναν τις καλές εντυπώσεις που αφήνει η παράσταση.
Η σκηνοθέτις Άσπα Καλλιάνη απέδωσε με σεβασμό το πικρό χιούμορ και το πνεύμα ανθρωπιάς του συγγραφέα, διατήρησε την υποβλητικότητα του έργου, δίχως να παραβλέψει την ένταξη του συζυγικού πυρήνα στον ευρύτερο κοινωνικο-πολιτικό καμβά και έδωσε ένα θαυμάσιο δείγμα θεατρικής εργασίας.
Από τα πρώτα λεπτά της παράστασης κυριολεκτικά μεταφέρεσαι στα γεγονότα της εποχής. Έργο γεμάτο μηνύματα που αγγίζουν και την εποχή μας και τις ανθρώπινες σχέσεις! Τη συνιστούμε θερμά και ανεπιφύλακτα σε όσους αγαπούν το καλό κλασικό θέατρο.
***
- Το «Σπασμένο γυαλί» του Arthur Miller το είχαμε ξαναδεί στο Θέατρο Εξαρχείων τη θεατρική περίοδο 1995-1996, σε σκηνοθεσία Τάκη Βουτέρη, μετάφραση Αννίτας Δεκαβάλλα με τους ηθοποιούς Τάκη Βουτέρη, Αννίτα Δεκαβάλλα, Στάθη Λιβαθινό, Αλεξάνδρα Μπατσαλιά, Λιάνα Παρούση, Θεολόγο Βλουτή.
Ταυτότητα παράστασης
Σκηνοθεσία: Άσπα Καλλιάνη
Σκηνικά: Μανόλης Παντελιδάκης
Κοστούμια: Ντένη Βαχλιώτη
Φωτογραφίες: Μαριλένα Αναστασιάδου
Γραφιστική επιμέλεια: Πέτρος Παράσχης
Θεατρικές Επιχειρήσεις Τάγαρη
Οργάνωση Παραγωγής: Ντόρα Βαλσαμάκη
Πρωταγωνιστούν:
Γιάννης Βούρος, Παναγιώτα Βλαντή, Νίκος Γεωργάκης, Δήμητρα Σιγάλα, Κάτια Γκουλιώνη
Πόλη Θέατρο
Διεύθυνση: Φώκαιας 4 και Αριστοτέλους 87
Τηλέφωνο: 2111828900