Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Την είδα το καλοκαίρι του 2013 στην πρώτη της εμφάνιση, όταν σε μια αυλή στον Κεραμεικό έκανε την πιο μεγάλη της ερμηνευτική υπέρβαση. Λίγο πάνω από τα είκοσί της χρόνια και υποδύθηκε τη γιαγιά στην παράσταση «Ο Μικρός Εγώ», χωρίς ψιμυθιώσεις, μιμητικούς υπερτονισμούς και εξωτερικές μεταμορφώσεις ή παραμορφώσεις. Απλώς με τη δροσιά της και το ταλέντο της. Με μέτρο και έλεγχο και χωρίς να εκτροχιάζεται στο γκροτέσκο ή στο στομφώδες, απέδωσε την κωμική και την τραγική διάσταση στην ανθρώπινη διαχρονία. Το «Μικρός Εγώ» είναι αντλημένο από «Τα ρέστα», ένα από τα αυτοβιογραφικά κείμενα του Κώστα Ταχτσή, στο οποίο γίνεται εμφανής η προσπάθειά του να βρει μια ισορροπία με τους δαίμονες του παρελθόντος. Βασισμένο στις αναμνήσεις του συγγραφέα από τα πρώτα παιδικά του χρόνια που τα πέρασε στη Θεσσαλονίκη κοντά στη μητέρα του -στα επτά του χρόνια θα μεταβεί στην Αθήνα και θα μείνει με τη γιαγιά του-, το διήγημα αποτελεί μια επίπονη για το συγγραφέα επιστροφή στο κλίμα αβεβαιότητας που χαρακτήριζε τη συμβίωση με τη μητέρα του.
«Μεγάλωσα στην Αθήνα με μια βασανισμένη, μισότρελη γιαγιά, που διαμόρφωσε καθοριστικά τον ψυχισμό μου», έλεγε αργότερα σε συνεντεύξεις του ο συγγραφέας. Αυτή την αρχετυπική γιαγιά υποδύεται και φέτος η μοναδική Νατάσα Σφενδυλάκη στην ίδια αυτή παράσταση. Απλά, ζεστά, απελευθερωμένα, ανοιχτά και πολυσήμαντα μεταφέρει στον θεατή γεύσεις, τοπία, εσωτερικές ατμόσφαιρες, ενέργειες, δραματικά γεγονότα περιχαρακωμένα με χιούμορ, πικρά όνειρα, προσπάθειες επιβίωσης, θρήνους, εξάρσεις και χαρές. Μια ιδιαίτερα ανεξάρτητη γυναίκα, που αναλαμβάνει την ανατροφή του εγγονού της με μοιραία αποτελέσματα. Στην παράσταση της ομάδας “Αίολος”, που σκηνοθετεί ο σημαντικότατος Βασίλης Ανδρέου, περιγράφονται με ενάργεια οι δομές μιας έντονα μητριαρχικής οικογένειας και οι σχέσεις των φύλων σε μια κοινωνία φαλλοκρατική.
Με αφοπλιστικό ρεαλισμό και φινέτσα η Νατάσα Σφενδυλάκη οικοδομεί μια δυνατή εσωτερική ερμηνεία σε έναν πολύπλοκο και απαιτητικό ρόλο. Μια γνήσια και πληθωρική θεατρική μελέτη, που αποφεύγει τους έντονους μελοδραματισμούς και τις εύκολες απαντήσεις, με μια παρουσία χειμαρρώδη και απολαυστική η οποία συγκλονίζει.
Αποφοίτησε από το τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Πάτρας το 2009 και αμέσως έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή «Δήλος», απ’ όπου και αποφοίτησε το 2012. Έχει παίξει επίσης στις παραστάσεις: «Η Όπερα της Πεντάρας», σε σκηνοθεσία Θόδωρου Εσπίριτου (βραβείο καλύτερης παράστασης, Φεστιβάλ Θεάτρου Δρόμου 2012), «Νύφες της Φωτογραφίας», σε σκηνοθεσία Δήμητρας Χατούπη (2012). Επιπλέον έχει συνεργαστεί με το Θέατρο του Νέου Κόσμου, ως βοηθός σκηνοθέτη, στην παράσταση «Κοινός Λόγος», σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου (επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Αθηνών 2013). Στο ίδιο θέατρο έχει συμμετάσχει στο «Ματωμένο γάμο» (2014) σε σκηνοθεσία Βασίλη Ανδρέου, στις «Νεφέλες» (2017) σε σκηνοθεσία Τζωρτζίνας Κακουδάκη, στην «Οδό Ολύμπου 12» (σκηνοθεσία Βασίλη Ανδρέου, 2016).
Πάντα ξεχωρίζει με τη θαυμάσια κίνηση, την ευελιξία της, την έξοχη φωνή της και την καταλυτική της θεατρικότητα, που ευελπιστούμε πως κάποτε να τη φέρουν αντάξια θεατρικών βραβείων.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί, για την οποία χαίρομαι ιδιαίτερα που ύστερα από τόσα χρόνια υλοποιήθηκε, η γλυκιά και πάντα ευγενής Νατάσα μιλά στο catisart.gr και τους αναγνώστες του για την επανάληψη του «Μικρού Εγώ», που φέτος παίζεται με μεγάλη επιτυχία στο «Άλφα.Ιδέα», για τις ρίζες της και για τον ρόλο που υποδύεται, τη γιαγιά του Κώστα, και νιώθει την ανάγκη να ξεκαθαρίσει εξαρχής ότι “όχι, καμία από τις γιαγιάδες μου δεν είχε τέτοια χαρακτηριστικά”, καθώς πολλοί θεατές τη ρωτούν σχετικά.
Αναφέρεται ακόμα στη δημιουργία της θεατρικής ομάδας “Αίολος”, στις δυσκολίες που αντιμετώπισαν στο στήσιμό της, ώσπου η ομάδα να γίνει η μηχανή που σήμερα λειτουργεί τέλεια. “Δεν πιστεύω, μου λέει, ότι το επαγγελματικό θέατρο είναι ένα χωράφι που χωράει ηθοποιούς οι οποίοι ψάχνουν να κάνουν ψυχανάλυση μέσα από τους ρόλους για να λύσουν τα θέματά τους”, γνωρίζοντας καλά πως η ουσία της θεατρικής σκηνής είναι η συγκέντρωση και η διεισδυτικότητα.
Νατάσα, τι αναμνήσεις έχεις από παππούδες, γιαγιάδες και παιδική ηλικία;
* Η ερώτηση αυτή με οδηγεί κατευθείαν στον ρόλο που κάνω στον “Μικρό Εγώ”, τη γιαγιά του Κώστα και νιώθω την ανάγκη να ξεκαθαρίσω εξαρχής “όχι, καμία από τις γιαγιάδες μου δεν είχε τέτοια χαρακτηριστικά”. Είναι κάτι που καλούμαι συχνά να απαντήσω σε θεατές που με ρωτούν κάτι τέτοιο μετά το τέλος της παράστασης.
Είμαι το μεγαλύτερο παιδί στην οικογένειά μου. Πήρα όλη την αγάπη, τη φροντίδα και όσα κάνουν οι παππούδες για να «κακομάθουν» τα εγγόνια τους. Ο παππούς ο Κώστας και η γιαγιά η Ελένη με μεγάλωσαν, περνούσαμε πολλές ώρες μαζί γιατί οι γονείς μου δούλευαν. Ήταν τότε θυρωροί στη στοά απέναντι από το Χρηματιστήριο στο κέντρο της Αθήνας. Κάναμε βόλτες μεταξύ της πηγής του χρήματος και της προσπάθειας να βγει χρήμα, τη Βαρβάκειο Αγορά. Μεγάλες αντιθέσεις. Ο παππούς είναι ένας πολύ όμορφος άντρας με μπλε μάτια και πάρα πολύ χιούμορ. Ένας ικανός δυνατός άντρας που μαζί με τη γιαγιά μου τα έφτιαξαν όλα με τα χέρια τους. Ακούραστοι. Η γιαγιά η Ελένη, που έφυγε από τη ζωή όταν κάναμε πρόβες στο πρώτο ανέβασμα για τον «Μικρό Εγώ», ήταν μια γυναίκα που έδινε μόνο αγάπη σε όλους. Φοβερή ψυχή. Όταν πέθανε, την επόμενη μέρα επέστρεψα στις πρόβες και έπρεπε να κάνω εγώ τη γιαγιά. Μα πώς τα φέρνει η ζωή μερικές φορές; Ήταν η πρώτη απώλεια που βίωνα. Στις παραστάσεις μας τότε φόραγα στους ρόλους που έκανα τα παπούτσια της, έτσι ήταν μαζί μου κάθε φορά. Ήταν ένας φόρος τιμής στην ανιδιοτελή προσφορά της στην οικογένειά της, γιατί ξέρω ότι άντεξε και έζησε για εμάς περισσότερο από όσο μπορούσε, ήταν το δικό μου ευχαριστώ που με μεγάλωσε και που μου έδωσε την ευκαιρία να τη μεγαλώσω και εγώ, να την φροντίσω. Πραγματικά ένα υπόδειγμα γυναίκας, μάνας και γιαγιάς και είμαι σίγουρη και κόρης.
Από την άλλη μεριά είναι ο παππούς Γιάννης, σεφ και Γιαννιώτης, σκληρός και ξεροκέφαλος άνθρωπος ζήσαμε λίγο μαζί και η γιαγιά η Τασία, που πήρα και το όνομά της. Τη λέω δεινόσαυρο και γελάμε. Μια γυναίκα συνώνυμο της δύναμης, η ζωή δεν την έβαλε ποτέ κάτω, αντιθέτως η γιαγιά βούτηξε τη ζωή από τα μαλλιά και την πάτησε κάτω. Αναγκάστηκε να δουλέψει σε πολύ μεγάλη ηλικία για να βγάλει μια σύνταξη και όταν πια μπόρεσε, αγράμματη όπως είναι, γύρισε όλο τον κόσμο. Έφευγε ταξίδια, χωρίς να έχει μαζί της ένα τηλέφωνο, χωρίς να ξέρει φυσικά ούτε ελάχιστα Αγγλικά για να συνεννοηθεί, δεν την ένοιαζε τίποτα, μόνο να ζήσει, να δει πράγματα και ας μην καταλαβαίνει ούτε τα μισά από όσα βλέπει. Και εμείς πάντα απορούσαμε πώς τα καταφέρνει. Αυτό το πείσμα για ζωή το έχω πάρει από αυτήν την γυναίκα, είμαι σίγουρη.
Οι παππούδες μου είναι οι ρίζες μου, περνάμε χρόνο μαζί και το απολαμβάνω πολύ, με ξεκουράζει όταν ζουν γύρω μου και ας έχουν παραξενιές. Είναι τέλειες προσωπικότητες και βασικά έκαναν τους γονείς μου. Αν μιλάω έτσι για αυτούς είναι μάλλον γιατί τελικά ό,τι και αν έκαναν, σωστά και λάθη, μεγάλωσαν τα παιδιά τους που εγώ έχω την τύχη να τους έχω γονείς και τα αδέρφια τους, θείους μου.
Πότε συναντήθηκες για πρώτη φορά με το θέατρο και την τέχνη;
* Ως θεατής θυμάμαι μια παράσταση που με είχαν πάει μικρή, όπου αποκεφάλιζαν τον πρωταγωνιστή και έβγαζαν ένα ομοίωμα του κεφαλιού του στη σκηνή. Όχι δεν ήταν παιδική παράσταση. Ως ηθοποιός στην πολυκατοικία που μέναμε κάναμε παραστάσεις με τα παιδιά και καλούσαμε τους ενοίκους να την παρακολουθήσουν. Ο πρώτος μου ρόλος ήταν ένας ντελάλης στη Βενετία νομίζω.
Τι σου κέντρισε το ενδιαφέρον για να ασχοληθείς επαγγελματικά με αυτό τον χώρο;
* Πίστευα πάντα ότι ο ηθοποιός προλαβαίνει και ζει πολλές ζωές. Προλαβαίνει να μεταμορφωθεί σε άπειρες προσωπικότητες και να πράξει με τελείως διαφορετικούς τρόπους. Αυτό με εξιτάρει ακόμα.
Ποιοι δάσκαλοί σου άφησαν τα ίχνη τους στη μετέπειτα πορεία σου;
* Όλοι. Ακόμα θυμάμαι σκέψεις καθηγητών μου από το σχολείο. Κάθε συνάντηση, κάθε συνομιλία με κάθε άνθρωπο, είτε είναι καλή, είτε είναι κακή, έχει κάτι να σου δώσει.
Αντιμετώπισες δυσκολίες στο επαγγελματικό σου ξεκίνημα;
* Μόλις τελείωσα τη σχολή, ο Γιώργος Μακρής πρότεινε στον Βασίλη Ανδρέου «Τα Ρέστα» του Ταχτσή. Συζητώντας λοιπόν για το ποιος άλλος θα ήταν, είχαν ήδη μιλήσει με τη Φαίδρα Παπανικολάου και με τον Φώτη Λαζάρου, που τον αντικαθιστά πια ο Θοδωρής Χιντζίδης, μετά ήρθαν σε εμένα και έπειτα προστέθηκε και η Βλασία Κουτσού. Ήμασταν τυχεροί γιατί ο Βασίλης δημιούργησε μια ομάδα που γνωριζόμασταν μεταξύ μας, ήμασταν συμφοιτητές. Για να πω την αλήθεια είχαμε άγνοια κινδύνου, θέλαμε μόνο να δουλέψουμε, να δημιουργήσουμε. Οι δυσκολίες ήρθαν όταν έπρεπε να φροντίσουμε η δουλειά μας να είναι καλυμμένη φορολογικά, λογιστικά. Έτσι δημιουργήθηκε η ομάδα “Αίολος”. Ανοίξαμε εταιρείες, είχαμε λογιστές, τρέχαμε σε εφορίες. Από τη μία αυτό ήταν καλό γιατί πια έχουμε πλήρη γνώση για το στήσιμο μιας παραγωγής, απαραίτητο πια για να κάνεις θέατρο όπως θες, από την άλλη δεν μπορώ να σας πω πόσες ώρες σπαζοκεφαλιάς έχουμε σπαταλήσει για να καταλάβουμε και να μην κάνουμε λάθη. Είμαστε όμως όλοι μαζί, και αυτό το κάνει αυτόματα μικρότερη δυσκολία.
Ποιο στοιχείο σας δένει περισσότερο τα μέλη της ομάδας “Αίολος”;
* Με τα παιδιά έχουμε κοινό τρόπο σκέψης. Αυτό έτυχε, γιατί κάποιος που μας ξέρει, βλέπει ότι είμαστε τελείως διαφορετικές προσωπικότητες. Έχουμε πάρα πολλή εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον και εντός και εκτός σκηνής και αυτό μας δίνει μια αίσθηση ελευθερίας, γιατί και σε κομμάτια οργανωτικά που ο καθένας έχει τον ρόλο του, δεν μπαίνει ο ένας στα χωράφια του άλλου, εκτός και αν χρειάζεται βοήθεια. Είναι μια μηχανή που λειτουργεί σωστά. Το πιο σημαντικό είναι ότι υπάρχει πίστη και δεν υπάρχει η ανάγκη, και δεν εννοώ οικονομική -αυτή πάντα υπάρχει-, να ξοδευόμαστε σε χίλια πράγματα ταυτόχρονα για να υπάρχουμε στον χώρο. Αυτό είναι θέση, που έχει φέρει τον σεβασμό μέσα στην ομάδα μας. Είναι μια επιλογή προσωπική για τον καθένα. Όταν επιλέγουμε να είμαστε κάπου, είμαστε 100%.
Ποια λόγια θα ήθελες να αφιερώσεις στο δάσκαλό σας και σκηνοθέτη σας, Βασίλη Ανδρέου;
* Τον Βασίλη τον αγαπώ. Όταν ήμουν στη δραματική σχολή, δεν τον είχαμε ποτέ δάσκαλο. Τέλειωναν τα 3 χρόνια στη σχολή και σκεφτόμουν: τώρα πώς θα βγω στο επάγγελμα; Όσα και αν πήρα από τη σχολή μου, το ένιωθα ότι χρειαζόμουν βοήθεια για να μπουν όσα άκουσα σε ένα δρόμο. Στις σχολές δεν έχεις την ευκαιρία να πάρεις ένα ρόλο σε ένα έργο και να τον παίξεις από την αρχή μέχρι το τέλος ώστε να ακολουθήσεις την πορεία του, ούτε να κάνεις πολλές παραστάσεις για να βρεις τον τρόπο να τον εξελίξεις. Ο Βασίλης με «όρισε», μου ξεκαθάρισε την σκέψη, με εξέλιξε προσωπικά, με εμπιστεύτηκε χωρίς να με ξέρει. Βρεθήκαμε όταν ήμουν 24 χρονών και συμφωνήσαμε να παίξω τη γιαγιά του Ταχτσή. Υπήρχαν φορές που σκεφτόμουν ότι είμαστε τρελοί και θα μας κυνηγήσουν οι θεατές, αλλά με κατεύθυνε τόσο καλά, που όσο δεν έκανε πίσω ο ίδιος, τόσο πείσμωνα εγώ ότι θα το κάνω και θα το κάνω και καλά, όσο μπορώ τουλάχιστον. Έχει την ικανότητα να διακρίνει τα επιμέρους ταλέντα στον καθένα και να τα εξελίσσει. Είναι δάσκαλος και ένας καταπληκτικός ηθοποιός. Αυτό που σου λέει να κάνεις, το κάνει ο ίδιος και στη σκηνή και αυτό δημιουργεί έντιμες σχέσεις.
Το έργο «Μικρός Εγώ» είναι μια σπουδή για το πώς ο εφιάλτης γίνεται πίστη και έργο τέχνης. Ο πόνος και το βίωμα είναι τα προοίμια της τέχνης;
* Αν εννοούμε ότι ο ηθοποιός πρέπει να έχει περάσει πολύ δύσκολα στη ζωή του, έτσι ώστε να έχει έντονα βιώματα για να τα ανασύρει και να τα κάνει τέχνη, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει όλοι να ξεκινήσουμε να παίζουμε μετά τα 45 τουλάχιστον. Πιστεύω πολύ στην παρατήρηση του κόσμου. Πιστεύω πολύ στη δουλειά και επ’ ουδενί λόγω δεν πιστεύω ότι το επαγγελματικό θέατρο είναι ένα χωράφι που χωράει ηθοποιούς οι οποίοι ψάχνουν να κάνουν ψυχανάλυση μέσα από τους ρόλους για να λύσουν τα θέματά τους. Πιστεύω στη συνεργασία και στην τεχνική που με μία παλλόμενη ψυχή δημιουργούν θαύματα.
Ο καλλιτέχνης οφείλει να πει κάτι δύσκολο με απλό τρόπο;
* Οφείλει να πει αυτό που θέλει με τρόπο που ο ίδιος το καταλαβαίνει σκηνικά και που του φαίνεται ενδιαφέρον.
Ποιο είναι το σημαντικότερο μάθημα που έχεις διδαχτεί όσο καιρό κάνεις θέατρο;
* Έχω περισσότερη υπομονή πια. Έχω μάθει να ακούω περισσότερο.
Εν έτει 2017 η ετερότητα σε οποιαδήποτε μορφή της δεν δείχνει να είναι εύκολα αποδεκτή από όλους. Υπάρχει έντονη αποξένωση και αντιμετώπιση του άλλου με καχυποψία, έλλειψη εμπιστοσύνης και κατανόησης. Ποιοι μπορεί να είναι οι λόγοι;
* Ο φόβος. Ο φόβος για το διαφορετικό και αν αυτό επηρεάσει την καλά ορισμένη ζωή μας. Εμένα αυτό μου φαίνεται αδιανόητο. Όταν συνειδητοποίησα και αποδέχθηκα ότι υπάρχουν άνθρωποι διαφορετικοί από εμένα με τους οποίους μπορώ να συνδιαλέγομαι και να ακούσω τις σκέψεις τους και τις εμπειρίες τους ήταν μια έκρηξη ελευθερίας και ωριμότητας, γιατί όφειλα μετά να επιλέξω τι με ενδιαφέρει να κρατήσω και τι όχι. Το να αφήσεις τον διπλανό σου να είναι όπως θέλει, δεν σημαίνει ότι θα σε αλλάξει, αν δεν το θέλεις και εσύ ο ίδιος. Αν και ο Ταχτσής λέει: «Η χωρίς περιορισμούς διεκδίκηση της ελευθερίας μας, καταντάει φασιστική, όταν θίγει τα συναισθήματα και την ελευθερία των άλλων».
Κρίση, ανέχεια, ανεργία, μετανάστευση, προσφυγικό, ανασφάλεια. Λέξεις που έχουν ενσωματωθεί πλήρως στο καθημερινό μας λεξιλόγιο. Υπάρχει άραγε κάπου μία υπόνοια βελτίωσης ή αλλαγής για όλα αυτά, κατά τη γνώμη σου;
* Ελπίζω πως τα πράγματα θα αλλάξουν. Ελπίζω πως θα υπάρξουν κυβερνήσεις που δεν θα λειτουργούν επιθετικά απέναντι στους λαούς. Πια κανείς δεν ξέρει τι θα ξημερώσει αύριο, σε παγκόσμια κλίμακα, και ποια καινούργια συνθήκη θα πρέπει να συνηθίσει, εκτός και αν αποφασίσουμε να σταματήσουμε να προσπαθούμε να συνηθίζουμε και να θυμηθούμε ότι εμείς είμαστε περισσότεροι από αυτούς που αποφασίζουν.
Η τέχνη θα μπορούσε να συνεισφέρει στην ανακούφιση των προβλημάτων του ανθρώπου;
* Όχι. Η τέχνη βοηθάει να ξεχαστείς για λίγο. Τη ΔΕΗ και τα δάνεια δεν τα πληρώνει, ούτε αρρώστιες γιατρεύει.
Ποιος είναι ο εχθρός της σκέψης, της ικανότητας για δημιουργία;
* Οι άμυνες, οι προκαταλήψεις και τα μεγάλα «εγώ».
Σε ποια θεατρικά έργα θα ήθελες να παίξεις και ποιους ρόλους να υποδυθείς;
* «Δεσποινίς Τζούλια». Την έχω ονειρευτεί από τότε που την πρωτοδιάβασα. Τώρα που το αποκάλυψα, περιμένω προτάσεις!
H δημοσιότητα βοηθά τον καλλιτέχνη;
* Ναι. Βοηθάει να προβάλλει τη δουλειά του και τον ίδιο. Είναι μέρος της δουλειάς του να μιλά γι’ αυτό που κάνει.
Ποια πράγματα στη ζωή έχουν σημασία για σένα;
* Η οικογένειά μου, που σε αυτήν ανήκουν και οι φίλοι μου.
Για ποια πράγματα σήμερα χρειάζεται να υψώσουμε τη φωνή;
* Σήμερα χρειάζεται να θυμηθούμε ότι έχουμε φωνή και μετά χρειάζεται να μάθουμε να την κατευθύνουμε προς τη σωστή κατεύθυνση για τον σωστό λόγο. Θα μου πεις ποιος θα το ορίσει αυτό; Δεν ξέρω, θυμάμαι όμως τι είχε γίνει όταν βγήκε ο αντικαπνιστικός νόμος, σημειώνω ότι είμαι καπνίστρια, διαδηλώσεις, πανικός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και εν τω μεταξύ περνάγανε νόμους στη Βουλή. Ήταν λίγο παρανοϊκό.
Πώς θα χαρακτήριζες με δυο λόγια τον εαυτό σου;
* Αισιόδοξη. Πεισματάρα.
Άλλαξες ποτέ γνώμη για αποφάσεις σου;
* Όχι. Είμαι από τους τυχερούς που έχουν καταφέρει να κάνουν αυτά που θέλουν πραγματικά. Σπούδασα αυτό που ήθελα, είμαι και εργάζομαι στον χώρο που θέλω. Είχα στήριξη και καθοδήγηση από την οικογένειά μου.
Πώς νιώθεις που νέοι άνθρωποι σήμερα στην κοινωνία μας δεν μπορούν να βρουν την ευκαιρία τους;
* Νομίζω ότι αν ψαχτείς πολύ και ουσιαστικά θα τη βρεις την άκρη. Το πιστεύω γιατί το έχω δει να συμβαίνει, όχι μόνο στον δικό μας χώρο. Θέλει υπομονή και επιμονή. Γίνεται, απλά νομίζω ότι πια θέλει πολύ περισσότερο θάρρος και «θράσος».
Ποια από τις συμβουλές που έχεις πάρει, δεν την ξεχνάς ποτέ;
* Αν σας πω ότι δεν θυμάμαι καμία συμβουλή. Όσα έγραψαν σε εμένα, έγραψαν μέσα από τη συζήτηση και την κατανόηση, ό,τι πήγε να περαστεί ως νουθεσία ή πατρονάρισμα δεν πέρασε.
Πώς είναι η καθημερινότητά σου και ποιες οι αγαπημένες σου συνήθειες;
* Ζω με τον άντρα μου στο σπίτι μας την καθημερινότητά μας, και είναι τέλεια.
Τέλος, ποια είναι η δική σου σχέση με τα ζώα; Συμβιώνεις με κάποιο κατοικίδιο;
* Θυμάμαι κουνελάκια, παπάκια και χελωνάκια να μου φέρνουν όταν ήμουν μικρή, ο μπαμπάς μου και ο παππούς μου έχουν τα καναρινάκια τους, η γιαγιά μου φρόντιζε και τάιζε τις γάτες στο εξοχικό μας, και η μαμά μου, που ποτέ δεν ήθελε να έχει την ευθύνη ενός σκύλου γιατί τη θεωρούσε πολύ σοβαρή υπόθεση, τελικά είναι αγκαλιά με τη Merilyn, τον σκύλο μας που της πήγα όταν επέστρεψα από τις σπουδές μου στην Πάτρα. Άλλα παιδάκια πάνε στους γονείς τους ζώα όταν φεύγουν, εγώ τους πήγα όταν επέστρεψα. Λατρεύω τα ζώα, πάντα είχαμε κοντά μας και τα φροντίζαμε, βλέπω όνειρα ότι έχουμε στο σπίτι μας καμηλοπάρδαλη και ιπποπόταμους.
- Φωτογραφίες: catisart.gr
- Διαβάστε ακόμα: