Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Με τους φιλικούς του τρόπους, την άψογη φρασεολογία του, κι εκείνο το χαμόγελο έξυπνου παιδιού, δεν έχει καμιά δυσκολία να δικαιολογήσει την τέχνη του και τις επιλογές του. Λεπτός, με κοντοκουρεμένα μαλλιά, κομψό αθλητικό ντύσιμο, ο Μιχάλης Σαράντης είναι η προσωποποίηση του τέλειου σύγχρονου επαναστάτη. Σίγουρα μαζί του δεν πρόκειται να νιώσεις πλήξη. Είναι ένας στρόβιλος. Η τρέλα κρύβεται πίσω από τον ορθολογισμό του και η τρυφερότητα πίσω από το σαρκασμό του. Ένας άνθρωπος με βαθιά γλυκύτητα και ουμανιστική σκέψη. Αισιόδοξος, φαντασμαγορικός, απρόβλεπτος. Μια αστραπή που κυμαίνεται. Αυτή τη στιγμή που γράφω και ο Μιχάλης Σαράντης βρίσκεται μακριά από τα μάτια μου, τον φέρνω ξανά στο νου μου ως πανούργο Γιάννο στην «Γκόλφω» του Περεσιάδη που σκηνοθέτησε ο Νίκος Καραθάνος. Είναι όλος μια αλλόκοτη αντίφαση, ένας ηθοποιός έντονος και συγκινητικός, που κραυγάζει σιωπηλά. Επί σκηνής συγκρατεί την προσοχή σου και προσγειώνεται στη μνήμη σου. Στην ουσία για να δεις καλά μια παράσταση πρέπει να χαμηλώσεις το κεφάλι ή να κλείσεις τα μάτια. Παρακολουθούμε θέατρο για να το κρατήσουμε στο μυαλό μας. Για να δουλεύει εντός μας. Για να έχουμε τον τρόπο να κλείνουμε τα μάτια και να το ζωντανεύουμε. Πολλές φορές η δυνατή εντύπωση είναι αναμφισβήτητη αλλά ανεντόπιστη. Να είναι άραγε το βλέμμα ενός καλλιτέχνη; Η θέση των χεριών; Η κίνηση του σώματος; Η εκφραστικότητα, η μουσικότητα, η αύρα που γεννάει αυτή την εκπληκτική διαύγεια την οποία κρατάς φυλαγμένη σχεδόν παντοτινά στη σκέψη σου; Στην περίπτωση του Μιχάλη είναι όλα αυτά και επιπλέον μια διάχυτη και αδιόρατη μαγεία στην παρουσία του. Είναι όμως προτιμότερο να μην πω τίποτε ακόμα, να κλείσω τα μάτια και να αφήσω ακόμη και τις λεπτομέρειες να ανυψώνονται μόνες τους στη συναισθηματική μου συνείδηση.
Διαβάστε τη συζήτησή μας.
Φωτογραφίες: www.catisart.gr
* Γεννήθηκα στην Αθήνα, στο κέντρο, στην Ομόνοια μέναμε με την οικογένειά μου μέχρι τα δώδεκά μου περίπου και μετά πήγαμε στον Κεραμεικό, όπου ζούμε ακόμα όλοι μαζί. Σε μια πολυκατοικία έχει ο καθένας τον όροφό του. Αλλά θα φύγω φέτος, μάλλον. Φαντάσου όλη η οικογένεια μαζί, η γιαγιά, οι γονείς μου, ο θείος μου από πάνω, οι αδερφές μου, έχω τρεις αδερφές, μικρότερες. Παιδί του κέντρου είμαι.
Μπάλα στην Ομόνοια
* Έπαιζα μπάλα στην Ομόνοια στο σιντριβάνι, κάτω από το Δρομέα ως παιδί. Μέναμε στη Ζήνωνος. Ήταν πολύ ωραία τότε, μύριζε καφέ, ωραίος δρόμος, ωραία γειτονιά η Ζήνωνος, γενικά το ιστορικό κέντρο όπως ήταν παλιά, το προλάβαμε εμείς στα τελευταία του. Θυμάμαι τη Ζήνωνος γεμάτη ζωή. Είχε αγορά, είχε μανάβικα, μπακάλικα, ένα αριστούργημα ήταν, δύο λεπτά από την Ομόνοια. Κατόπιν πήγαμε στον Κεραμεικό όπου κι εκεί είναι πολύ ωραία ακόμα.
Δύο κόσμοι
* Πήγαινα σε ιδιωτικό σχολείο, στη «Λαμπίρη», στο Μοσχάτο. Το πιο έντονο πράγμα που θυμάμαι είναι αυτό: Το πρωί να είμαι με παιδιά «άλλης τάξης» και το βράδυ με «λαϊκής τάξης ανθρώπους». Δεν είναι ταξικό το θέμα αλλά το έβλεπες στην καθημερινότητα. Άλλος κόσμος το πρωί, άλλος κόσμος το βράδυ. Το πρωί πιο κύριος, το βράδυ πιο αλήτης. Οπότε γνωρίζω και τους δύο κόσμους πολύ καλά.
Αθλητισμός
* Η οικογένειά μου, δόξα τω Θεώ, μας μεγάλωσε πολύ όμορφα και αγάπη είχαμε στο σπίτι και ελεύθεροι ήμασταν, μεγαλώσαμε όμορφα. Έπαιζα πολύ ποδόσφαιρο, σε σημείο επαγγελματικό. Μου άρεσε και μ’ αρέσει ο αθλητισμός πολύ.
Άνοιγμα στην τέχνη
* Να γίνω ηθοποιός δεν το αποφάσισα, προέκυψε. Ήμουν στην ομάδα του σχολείου, κάναμε διάφορα πράγματα θεατρικά εκεί και όταν τελείωσα το σχολείο κάθισα δύο χρόνια, δεν έκανα τίποτα, αλλά εντέλει έκανα τα πάντα. Είχε πολλή πλάκα αυτό γιατί ούτε είπα θα ξαναδώσω πανελλαδικές ή κάτι τέτοιο, ούτε είπα θα πάω σε κάποια σχολή κατευθείαν. Ήταν δύο χρόνια από τα 18 μέχρι τα 20 που ουσιαστικά τότε έκανα ένα άνοιγμα προς την τέχνη, πολλή μουσική, πολύ διάβασμα, πολλή ζωγραφική.
Μοντέλο σε ζωγράφους
* Γνώρισα έναν εξαίρετο φίλο μου που έχουμε ακόμα επαφή και αγαπιόμαστε πολύ, ένα ζωγράφο, και βρέθηκα από το πουθενά να ποζάρω σε ζωγράφους ως μοντέλο και μπήκα σε έναν κόσμο εικαστικό, δηλαδή η πρώτη μου επαφή με την τέχνη είναι η ζωγραφική. Έμαθα για τον Ρέμπραντ, τον Velázquez, αγάπησα τον Τσαρούχη, επίσης τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη κι όλα αυτά. Μπήκε στη ζωή μου λίγο σε μια ώριμη φάση που ούτε ήξερα τι ήθελα να κάνω, αλλά άνοιξε ένας κόσμος. Η πρώτη μου επαφή με την τέχνη ήταν η ζωγραφική, δεν ζωγραφίζω βέβαια, δεν μπορώ να κάνω ούτε μια ευθεία εγώ, αλλά μπήκα σ’ αυτό τον κόσμο μέσω του συγκεκριμένου φίλου μου, του ζωγράφου και σιγά σιγά, βασικά λόγω του Χατζιδάκι και του Τσαρούχη που τους αγαπώ πολύ, μέσα από τη δουλειά τους, κάτι με τράβηξε κι πήγα στο Θέατρο Τέχνης.
Το ταξίδι αρχίζει
* Άκουσα ένα φίλο μου που είπε πως θα κάνει μαθήματα στον «Ίασμο» και του λέω «θα ’ρθω κι εγώ». Παρακολούθησα μαθήματα με τον Ηλία Λογοθέτη ένα εξάμηνο και μετά αποφάσισα να δώσω στο Τέχνης. Από εκεί αρχίζει όλο το ταξίδι. Αλλά δεν σκεπτόμουν ποτέ να γίνω ηθοποιός ούτε έκανα σκετς ή απαγγελίες στο σπίτι και τέτοια πράγματα. Έπαιζα πολλή μπάλα. Ήμουν στο δρόμο όλη μέρα. Και διάβαζα στο σχολείο, ήμουν και καλός μαθητής, δηλαδή και του σαλονιού και του λιμανιού.
Σκηνοθέτες
* Μπήκα και στη δουλειά νωρίς, από τον πρώτο χρόνο ξεκίνησα να δουλεύω, με πήρε ο Νίκος Μαστοράκης τότε για το «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας». Ήταν η πρώτη μου δουλειά αυτή. Με τον Θωμά Μοσχόπουλο έχω δουλέψει δύο φορές. Επίσης, με τον Δημήτρη Λιγνάδη, με τη Μαριάννα Κάλμπαρη, με τον Δημήτρη Δεγαΐτη, με τον Νίκο Καραθάνο, με τον Τάκη Τζαμαργιά, με τον Βασίλη Παπαβασιλείου.
Δάσκαλοι
* Αν είσαι ανοιχτός κι αν έχεις την ανάγκη και τη θέληση να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους, έχω την αίσθηση ότι σε βοηθούν όλοι, δάσκαλοι και σκηνοθέτες, να πηγαίνεις κάθε φορά κι ένα βήμα παρακάτω. Το μαθαίνεις το θέατρο. Η δουλειά μας έχει να κάνει πολύ με τη ζωή. Και στο Τέχνης εγώ είχα ωραίους δασκάλους. Είχα την Κάτια Γέρου, τη Μαριάννα Κάλμπαρη, τον Διαγόρα Χρονόπουλο που τον εκτιμώ πολύ και με αγάπησε κι αυτός και μου έδωσε και την ευκαιρία, όταν ήμουν στο πρώτο έτος με έστειλε στον Νίκο Μαστοράκη και έκανα ρόλο, τον Λύσανδρο, στη Μικρή Επίδαυρο. Αλλά είπε κι ο Νίκος «θέλω τον μικρό» κι ο Διαγόρας έδωσε το «OK». H παράσταση αυτή ήταν σαν να έκανα τρία χρόνια σχολή. Από το πουθενά βγήκα να παίξω… Το χρωστάω στον Διαγόρα ουσιαστικά. Γιατί κάποιος άλλος διευθυντής σχολής μπορεί να έλεγε πως οι μαθητές δεν παίζουν ρόλους.
Τα χρόνια του Θεάτρου Τέχνης
* Το θέμα είναι τι κρατάς και τι μετασχηματίζεις από τη ζωή και την καθημερινότητα και πώς το μετασχηματίζεις. Απλώς τα τελευταία χρόνια θέλω να μετασχηματίζω τα πράγματα θετικά. Παλιότερα, όχι πολύ. Έχω ωραίες μνήμες από τη σχολή. Επειδή ήμουν και στο θέατρο, έπαιζα, έβαφα τα σκηνικά, έκανα το φροντιστήριο, έκοβα εισιτήρια, πήγαινα πλήρωνα λογαριασμούς, ταξιθεσίες, πήγαινα στον Γιώργο Λαζάνη, τον φρόντιζα.
Γιώργος Λαζάνης
* Ήμουν από τους τελευταίους μαθητές του Θεάτρου Τέχνης που πρόλαβαν τον Λαζάνη. Δεν μας δίδαξε στη σχολή, τον πρόλαβα όμως στο σπίτι του. Η Γεωργία Σιδέρη, η γραμματέας της σχολής, με έστελνε να τον προσέχω ή να του πάω κάτι. Ήταν σαν ένα αγρίμι ξαπλωμένο. Μου έλεγε: «Πήγαινε να κάνεις μάθημα, μην κάθεσαι εδώ».
Η δουλειά μας σφαιρικά
* Μ’ αρέσει γενικά αυτή η δουλειά μας, στο σύνολό της. Και νομίζω πως είναι ωραίο να καταπιάνεσαι με όλα, αν την αγαπάς τη δουλειά, έτσι μεταφράζω την αγάπη εγώ. Ηθοποιός είμαι, δεν είμαι κάτι άλλο. Αυτό τώρα είναι μεγάλη ιστορία. Γιατί είναι -νομίζω- και θέμα της εποχής μας να βλέπεις τα πράγματα πιο συλλογικά, πιο σφαιρικά. Να μην κλείνεσαι στο καβούκι σου και να κοιτάς πώς θα κάνεις καριέρα. Νομίζω ότι αυτά είναι λίγο παλιές αντιλήψεις. Αυτή την αίσθηση έχω. Χαίρομαι που γειώνομαι στην πραγματικότητα συνεχώς και όλο αυτό με κάνει να βλέπω τη δουλειά μας λίγο σφαιρικά. Και χορευτής θέλω να είμαι και σκηνογράφος και κοστούμια να κάνω σε μια παράσταση και καθετί.
Συλλογικότητα
* Λατρεύω να παίζω, αλλά μ’ ενδιαφέρει η δουλειά στο σύνολό της. Θέλω να μάθω να κάνω τους φωτισμούς, πώς να στο πω, θέλω να κάνω μια παράσταση και να κάνω μόνο τα κοστούμια. Είναι συλλογική δουλειά το θέατρο και τα τελευταία χρόνια βγαίνει όλο και πιο πολύ αυτό προς τα έξω, δηλαδή ότι θέατρο σημαίνει ομάδα, σημαίνει «όλοι μαζί», όπως θα ‘πρεπε να είμαστε και στη ζωή μας. Ο ένας παίρνει από τον άλλο, μόνος σου δεν είσαι τίποτα. Όπως στο ποδόσφαιρο, δεν έχει σημασία ποιος βάζει το γκολ. Η μπάλα, για να μπει το γκολ, πρέπει να περάσει από όλους. Και μάλλον η μπάλα είναι αυτή που με έκανε να στραφώ στο θέατρο γιατί ήταν ό, τι πιο κοντινό σε σχέση με την ομαδικότητα.
Είμαστε ομάδα
* Ευτυχώς έχω δουλέψει με ανθρώπους που έχουν πολύ έντονο αυτό το στοιχείο, της ομαδικότητας. Και ο Θωμάς Μοσχόπουλος και ο Νίκος Καραθάνος με αυτό τον τρόπο δουλεύουν. Είμαστε ομάδα, δεν έχει σημασία αν είσαι το πρώτο βιολί ή το κουδουνάκι, σημασία έχει ότι είσαι ορχήστρα. Και το κουδουνάκι να λείπει, κάτι μπάζει, κάπου υπάρχει λάθος. Κι αυτό είναι πολύ σπουδαίο γιατί και το «εγώ» σου χαμηλώνεις και τον ναρκισσισμό σου τιθασεύεις… Είναι ωραίο να λάμπουν όλοι πάνω στη σκηνή, άσχετα αν παίζεις τον πρώτο ρόλο ή κάνεις ένα πέρασμα. Μπορεί να είναι πιο ωραίο να βγεις μόνο μια στιγμή αλλά να λάμψεις. Οπότε με ενδιαφέρει η δουλειά γενικά, την αγαπώ τη δουλειά μας πολύ σφαιρικά.
Χειροκρότημα
* Το χειροκρότημα δεν είναι για τον ηθοποιό, το χειροκρότημα είναι γι’ αυτό που συνέβη. Γι’ αυτό που παρακολούθησε ο θεατής, μην το εισπράττεις ως δικό σου.
Μια σύμπτωση
* Στις 23 Αυγούστου είχα τα γενέθλιά μου και κάπου διάβασα ότι στις 23 Αυγούστου του 1893 ο Σπυρίδων Περεσιάδης ολοκλήρωσε την «Γκόλφω». Συγκινήθηκα. Ίσως χαζά, αλλά μου έκανε εντύπωση η σύμπτωση. Καταρχάς η Γκόλφω, είναι η Γκόλφω, θέλω να πω πως υπάρχουν πράγματα που συνήθως θεωρούνται κλισέ και κάποια στιγμή τα έχουμε σνομπάρει και επανέρχονται στη ζωή μας με έναν άλλο τρόπο, πλαγίως ή μη, και αναρωτιέσαι τι είναι αυτό τώρα, τι θησαυρός, τι DNA δικό μου έχει αυτό το πράγμα εδώ μέσα;
Συνεργάτες, φίλοι, συγγενείς
* Ο Νίκος Καραθάνος είναι ένας δάσκαλος. Τον Νίκο τον γνωρίζω ως φίλο πρώτα και μετά ως συνεργάτη. Όσο ήμουν στη σχολή, βρεθήκαμε σε μια κοινή παρέα και έκτοτε έχουμε δημιουργήσει αυτή τη σχέση. Η ομάδα του Νίκου δεν είναι ομάδα, είμαστε σαν οικογένεια. Eίμαστε ο Άγγελος Τριανταφύλλου, ο Γιάννης Κότσυφας, η Λένα Κιτσοπούλου, ο Χρήστος Λούλης, ο Κοσμάς Φουντούκης, πέντε – έξι άνθρωποι αγαπημένοι, πολύ δεμένοι.
Η «Γκόλφω»
* Το ήξερα δύο χρόνια πριν ότι θα ανέβει η «Γκόλφω», αλλά ο Νίκος Καραθάνος δεν μου είχε πει ούτε ότι θα παίξω, δεν μου είχε πει τίποτα. Απλώς μου έκανε την ερώτηση: «Θα ήθελες να κάνεις έναν Κένταυρο;» και του απάντησα: «Ό, τι μου πεις θα το κάνω». Δύο χρόνια πριν αρχίσουμε τις πρόβες, έπεσε στα χέρια μου το κείμενο και είδα όλη αυτή τη λαϊκότητα και την αγάπη αυτή της γυναίκας… Είναι τόσο καθάριο αυτό το πλάσμα… Αυτό το έργο είναι σαν να έχεις πάρει ένα σόι ελληνικό και να το έχεις βάλει μέσα σε ένα έργο όπου γίνεται ο κακός χαμός και ξεχωρίζει ένας άνθρωπος ατόφιος. Αυτό το έργο έχει κατ’ εμέ όλα τα ελαττώματα κι όλα τα προτερήματα του Έλληνα. Δηλαδή από το χωριό μου που θυμάμαι τους μπαρμπάδες μου να είναι με τα λεφτά όπως είναι ο Γιάννος, «τι θα κάνουμε και πώς θα φτιαχτούμε;», μέχρι τα κορίτσια που είναι σαν κυπαρίσσια όρθια και περνάν από την πλατεία και λες «τι πλάσμα είναι αυτό!».
Κάτι δικό μας
* Η «Γκόλφω» έχει ένα κάτι πολύ δικό μας, το οποίο αυτός ο άνθρωπος τότε βρέθηκε και το έγραψε και το έγραψε και αριστουργηματικά και ξαφνικά έρχεται στα χέρια μας και λες αυτό το έχω ζήσει μες στο σπίτι μου. Γιατί δεν είναι μόνον η αγάπη της Γκόλφως για τον Τάσο, είναι τα λεφτά το πολύ βασικό πράγμα, είναι η προδοσία που τη ζούμε κάθε μέρα, είναι η αγάπη η καθαρή που όλοι την αποζητούμε, που όλοι την ψάχνουμε, αυτό μας κινητοποιεί, ο έρωτας ο χωρίς ιδιοτέλεια, η απλότητα και η αγνότητα που έχει αυτό το πλάσμα.
Είναι πολύ συγκινητικό αυτό που έχει γίνει με την «Γκόλφω». Έχουμε αγαπηθεί πάρα πολύ, ήδη αγαπιόμασταν όσοι αγαπιόμασταν, τώρα μπήκαν και οι άλλοι άνθρωποι μέσα στον κύκλο.
Η έγνοια του άλλου
* Κάθε μέρα για μας ήταν ένα συμβάν, γιατί ο κάθε ένας από εμάς είχε την έγνοια των άλλων που έχει δίπλα του και αυτών που είναι κάτω. Ο Νίκος Καραθάνος μας έλεγε συνέχεια ότι ο λόγος πρέπει να είναι δημόσιος και καθαρός. Η ενέργεια μέσα – έξω είναι σαν συμβάν. Στην Επίδαυρο ειδικά που είχε αυτό το πανηγυρικό, ήταν σαν να απολάμβαναν και οι συντελεστές και το κοινό αυτό που συνέβαινε χωρίς άλλες επιδιώξεις, αυτό είναι πολύ συγκινητικό στη δουλειά. Και δεν έγινε με στόχο, στις πρόβες ποτέ δεν ειπώθηκε πως αυτό θα έχει προέκταση. Πραγματοποιήθηκε κάτι πανέμορφο σαν κατά λάθος, αλλά καθόλου κατά λάθος. Αυθόρμητα. Μας ένωσε αυτό το έργο.
Η Επίδαυρος
* Στην Επίδαυρο άνετοι δεν ήμασταν, το να είσαι άνετος εμένα δεν μου αρέσει, δεν μου πάει. Το άγχος γενικά υπήρχε, αλλά δεν ήταν και μια παράσταση η οποία είχε πρεμιέρα εκείνη την ημέρα. Την ξέραμε την παράσταση, την αγαπούσαμε, ήταν δοκιμασμένη, πατούσαμε στα πόδια μας, είχαμε την αγωνία του τι θα συμβεί, αλλά γενικά και στις πρόβες ήμασταν θετικοί και ψύχραιμοι γι’ αυτό που αναμενόταν. Αυτό που πάθαμε εμείς με το έργο, που το λατρέψαμε, που το διαβάζαμε και κλαίγαμε, ακούγαμε τη Λυδία (σ.σ. Φωτοπούλου) και βουρκώναμε, αυτό που νιώθαμε εμείς όταν κάναμε πρόβα κατέβαινε και προς τα κάτω και το έπαιρνε κι ο θεατής. Δεν έχω νιώσει πιο ωραία σε παράσταση, ως ηθοποιός δεν έχω περάσει πιο ωραία.
Το φεστιβάλ
* Αναρωτιέμαι στην Επίδαυρο πρέπει να παίζεται μόνο η Μήδεια ή ο Οιδίποδας ή να παίζεται και η Γκόλφω, να παίζονται και ο Πίντερ και ο Σαίξπηρ; Πιστεύω ότι ο Γιώργος Λούκος, που τον εκτιμώ βαθιά, γιατί το παρακολουθώ το φεστιβάλ, μας έχει πάει ένα βήμα παραπέρα, κακά τα ψέματα. Και η Επίδαυρος άνοιξε και το μάτι μας άνοιξε, είδαμε παραστάσεις… Είναι σημαντικό αυτό.
Ό, τι ωραιότερο έχω ζήσει
* Το θέατρο δεν είναι το κυριότερο θέμα για τους ανθρώπους, δηλαδή στη γειτονιά μου και στον κόσμο τον κανονικό δεν θεωρείται το θέατρο σπουδαίο, ασχολούμαστε με κάτι το οποίο έχει μια πολυτέλεια, βρισκόμαστε σε μια θέση ισχύος, είμαστε λίγο παραμυθιασμένοι… Επειδή μ’ αρέσει να τα γειώνω τα πράγματα, αυτά που ζούμε κι αυτά που συμβαίνουν είναι όμορφα και είμαστε πολύ τυχεροί και μόνο που ασχολούμαστε με αυτά. Το ότι εγώ αντί να δουλεύω τώρα σαν το σκυλί στην οικοδομή ή να είμαι πιτσαδόρος, που τα έχω κάνει και θα τα ξαναέκανα εννοείται, έχω την πολυτέλεια να είμαι στο Εθνικό Θέατρο τόσα χρόνια, να συνεργάζομαι με τον Νίκο Καραθάνο, ο οποίος κι αυτός κι αν είναι λαϊκός άνθρωπος, γενικά όλο αυτό με συγκινεί πάρα πολύ. Αυτό που ζήσαμε με την «Γκόλφω» για μένα είναι, μέχρι στιγμής, ό, τι πιο μεγαλειώδες έχω ζήσει.
«Λεόντιος και Λένα»
* Το έργο «Λεόντιος και Λένα» του Μπίχνερ το είχα διαβάσει στη σχολή και είχα τρελαθεί μην ξέροντας γιατί. Το έπαιξα στις «Ροές» πριν από τρία χρόνια, έκανα τον Λεόντιο, και μετά πέρυσι άρχισα να το δουλεύω πάλι. Ένας πυρήνας φίλων μου είναι από το θέατρο και ένας άλλος πυρήνας φίλων μου δεν έχει καμία σχέση με τη δουλειά μας. Παρ’ όλα αυτά, επειδή κι αυτοί αγαπούν το θέατρο, είναι αρχιτέκτονες, είναι μουσικοί, είναι δραστήριοι άνθρωποι, θέλαμε κάτι να κάνουμε όλοι μαζί, οτιδήποτε. Κι εγώ πέταξα στο τραπέζι αυτό το έργο. Ρωτάω: «Θέλετε να το κάνουμε αυτό;» και απάντησαν όλοι θετικά. Εργαστήκαμε για τη δραματουργία συλλογικά. Aντί να πίνω καφέ με τους φίλους μου και να λέμε κοινοτοπίες, είχαμε πάρει το «Λεόντιος και Λένα» και δουλεύαμε ένα χρόνο.
Ανδροπαρέα
* Είμαστε μια ανδροπαρέα που πίνει μπίρες και βλέπει πολλή μπάλα, αλλά με ευαισθησίες και μια ανάγκη να δημιουργήσουμε κάτι μαζί ως φίλοι.
Ο Μπίχνερ είναι σαν να προσπάθησε να μιλήσει για όλα τα θέματα της ζωής, με όλες τις λέξεις που υπάρχουν. Δηλαδή περιέχεται στο έργο αυτός ο τρομερός πλουραλισμός των λέξεων και αυτός ο ρομαντισμός ο υπέρμετρος για πολύ βαθιά θέματα. Εμείς, κυρίως, πέραν του ερωτικού κομματιού και του παραμυθιού που είναι η πρόφαση κατ’ εμέ σε όλο αυτό που παριστάνεται στη σκηνή, κεντρίσαμε πιο πολύ στην ανάγκη του ανθρώπου ως ον, ως οντότητα, να νιώσει πραγματικά ελεύθερος, να σπάσει κάθε αλυσίδα που τον κρατάει σε αυτή τη ζωή, που από τη στιγμή που γεννιέσαι, με έναν τρόπο δεν είσαι ελεύθερος και στον καπιταλισμό, όσο κι αν νιώθεις ότι είσαι ελεύθερος, μόνον ελεύθερος δεν είσαι. Όλα αυτά τα αξιακά συστήματα που ζούμε κατά καιρούς και ιστορικά.
Η ελευθερία
* Ο Γκέοργκ Μπίχνερ, εκείνη την περίοδο, κατ’ εμάς έκανε ένα focus στην ελευθερία του ανθρώπου, στο κατά πόσον ο άνθρωπος είναι ελεύθερος όντας ενταγμένος σε ένα σύστημα. Δηλαδή, όταν ο Λεόντιος πήγε να αυτοκτονήσει, μετά τη συνάντηση με τη Λένα, εμείς βλέπαμε αυτή την αυτοκτονία ως κάτι θετικό, ως μια υπέρβαση σε μια άλλη διάσταση. Γιατί είναι πολύ ωραίο αυτό που λέει όταν φιλάει τη Λένα: «Αυτό είναι πάρα πολύ, μετά από αυτό ας πεθάνω». Είναι όπως και κάθε ερωτική σχέση, όσο άσχημο και να είναι, αλλά είναι πραγματικό και πολύ ωραίο ταυτόχρονα, μετά το πρώτο φιλί κάτι αρχίζει να τελειώνει. Η κορυφή είναι πάντα η αρχή, μετά έχει μια κατηφόρα… Κι αυτός είπε όπα, εδώ είναι η κορυφή, δεν θέλω να ζήσω την κατηφόρα, θα φύγω! Πολύ ωραίο πράγμα. Κι εκεί ο Βαλέριο, που λειτουργούσε ως εκπρόσωπος του συστήματος, του λέει, «δεν πας πουθενά εδώ είναι η ζωή σου». Και μετά γι’ αυτό ο Λεόντιος από εκεί που δεν παντρευόταν, λέει θα πάω να παντρευτώ, θα φτιάξω τη ζωή μου, θα γίνω βασιλιάς και ούτω καθεξής. Ο Μπίχνερ 23 χρονών το έγραψε αυτό. Μάλλον γι’ αυτό έφυγε τόσο νωρίς. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν ένα δαίμονα μέσα τους.
Σκηνοθεσία
* Εν τω μεταξύ έκανα και τα δύο παράλληλα. Δούλευα δώδεκα ώρες τη μέρα για τρεις μήνες και ζούσα μεγάλες στιγμές, έκανα το πρωί πρόβες ως ηθοποιός στην «Γκόλφω» και το βράδυ σκηνοθετούσα το «Λεόντιος και Λένα». Ερχόμουν αντιμέτωπος με πολύ δυνατά θέματα και δυσκολεύτηκα κιόλας, αλλά το ευχαριστήθηκα και πολύ. Η «Γκόλφω» και ο Μπίχνερ με ταρακούνησαν. Ένα από τα πράγματα που κρατάω από τον Γκέοργκ Μπίχνερ και τον «Λεόντιο», πέραν του ότι πέρασα υπέροχα με όλους τους συντελεστές, είναι ότι πήγαμε όλοι ένα βήμα παρακάτω μια προσπάθεια συλλογική. Κάναμε πρόβες στο σπίτι μου, ήταν τόσο υπέροχη διαδικασία που δεν μπορώ να την περιγράψω. Νομίζω ότι έκανε καλό και στο υποκριτικό κομμάτι το δικό μου. Έβλεπα απ’ έξω συνάδελφούς μου, να παλεύουν με ένα κείμενο, όπου ο ίδιος δεν είχα εμπλοκή υποκριτική. Έβλεπα τα παιδιά πώς μοχθούσαν και είχα τη νηφαλιότητα να τους καθοδηγήσω ως φίλος, όχι ως σκηνοθέτης. Ήταν μια πέρα για πέρα αρμονική συνεργασία.
Το δώρο της υποκριτικής
* Η υποκριτική είναι ένα πολύ ωραίο δώρο για όσους ασχολούνται με αυτή, δηλαδή είναι σαν να σου έδωσαν ένα δώρο και να σου είπαν δες αν μπορείς μέσα από αυτή τη δουλειά να καλύψεις τον εαυτό σου και να νιώθεις λίγο πιο ήρεμος. Δεν έχω καταλάβει ακόμα ότι κάνω αυτή τη δουλειά για να είμαι ειλικρινής, κι όταν με ρωτούν άνθρωποι που δεν με ξέρουν με τι ασχολείσαι, δεν τους λέω ότι είμαι ηθοποιός. Δεν ντρέπομαι, αλλά τους απαντώ ότι ασχολούμαι με το θέατρο γενικά. Μετά με ρωτάνε αν είμαι τεχνικός και τους απαντάω ότι παίζω, «πού παίζεις;» ρωτούν. «Στο Εθνικό», λέω και τους κάνει εντύπωση.
Το θέατρο στη ζωή μου
* Μπορώ να κάνω και χωρίς αυτή τη δουλειά, μπορώ σίγουρα. Εννοώ θα μου κοστίσει, αλλά μπορώ να ζήσω και χωρίς το θέατρο, δεν είμαι από τους ανθρώπους που λένε «αν δεν κάνω θέατρο, θα πεθάνω». Υπάρχουν άλλοι λόγοι για να τα λες αυτά. Το θέατρο έχει μπει στη ζωή μου και το αντιμετωπίζω ως ένα ωραίο ταξίδι και μέσα σε ρόλους και μέσα σε έργα και μια αφορμή να ανοίξουν τα μάτια μου.
Γιορτή
* Είναι πολύ εύκολο να πεις ότι η υποκριτική, η δουλειά μας, είναι μια δίοδος στην οποία βγάζεις την ενέργεια που κρατάς στην καθημερινότητά σου. Αλλά πιο πολύ θέλω να το βλέπω σαν γιορτή, παρά σαν να έχω μέσα μου ένα σφίξιμο και ευτυχώς υπάρχει αυτός ο τρόπος και το βγάζω. Βέβαια είναι θαυμάσιο όταν βλέπεις τα πράγματα ολοκληρωτικά, να αντιλαμβάνεσαι ότι μέσα από έργα που γνωρίζεις, ή μέσα από συνεργασίες ή μέσα από ρόλους, έρχεσαι αντιμέτωπος με πράγματα που δεν έχεις συναντήσει στη ζωή σου κι εκεί βάζεις τον εαυτό σου, κάνεις μια προβολή και λες εγώ πώς θα αντιδρούσα εδώ.
Ο Γιάννος
* Γιατί ο Ριχάρδος είναι κακός; Ή γιατί ο Γιάννος είναι κακός; Ο Γιάννος δεν είναι κακός στην Γκόλφω. Εκ των πραγμάτων, ήρθα κοντά με αυτό το χαρακτήρα με μια τρυφερότητα και με μια νηφαλιότητα που μπορούσε να με θέσει σε αυτή την κατάσταση. Δυνητικά έζησα μέσα στο κεφάλι μου ότι είμαι πάμπτωχος κι ότι θέλω να βολευτώ. Γιατί ούτε στο χαρακτήρα μου είναι το βόλεμα, ούτε φτώχεια έχω ζήσει μεγάλη. Η φτώχεια πάντα με συγκινούσε γιατί έχω φίλους που πεινάνε, αλλά εγώ δεν έχω πεινάσει, δεν μπορούσα να έρθω στη θέση τους. Οπότε κλήθηκα, εν προκειμένω, να φωτίσω μια πλευρά του εαυτού μου που δεν την έχω ζήσει. Αυτά είναι δώρα ζωής.
Με μάτια ορθάνοιχτα
* Τα μάτια του ηθοποιού πρέπει να είναι ορθάνοιχτα ούτως ή άλλως για το τι συμβαίνει γενικά, από το ότι μπορεί να γίνει πόλεμος στη Συρία μέχρι το ότι, κάπου διάβασα τελευταία, ότι το αίμα στα νοσοκομεία δεν θα ελέγχεται και λες τι είναι αυτά. Θέλω να πω πως είμαστε πολιτικά όντα με την έννοια όχι απαραίτητα της πολιτικής, αλλά ζούμε σε ένα σύστημα, σε μια χώρα, πρέπει να έχουμε μια θέση.
Πόσω δε μάλλον όταν ασχολείσαι με την τέχνη, οφείλεις να έχεις μια θέση, δηλαδή οφείλεις κατ’ εμέ να είσαι ολοκληρωμένος ή να προσπαθείς γι’ αυτό.
Το «εγώ»
* Η ενασχόλησή μας μάς δίνει ευκαιρίες συνεχώς να ανακαλύπτουμε πράγματα, να ανακαλύπτουμε το «εγώ» μας και μέσα από το «εγώ» των άλλων συνέχεια, γεγονός που δεν συμβαίνει στις μέρες μας ιδιαίτερα. Είμαστε όλοι λίγο κλεισμένοι στο καβούκι μας.
Αυτό έχει να κάνει και με τη ζωή μας. Το γεγονός ότι εσύ είσαι εδώ κι εγώ είμαι εδώ και σε ρώτησα πριν πέντε πράγματα για εσένα και δεν σε αντιμετωπίζω όπως θα μπορούσα, ως μια συνέντευξη τυπική, ή και εσύ που με ρωτάς για εμένα, άσχετα αν θα γράψεις ή όχι… Όλοι οι άνθρωποι έχουμε διαδρομές, προχωράμε, είναι πολύ ωραίο που υπάρχουν στιγμές που βγαίνουν στο φως. Όμως δεν είναι αυτό μόνο, πάντα υπάρχει και η άλλη οπτική. Δηλαδή ο Ιάγος μπορεί να μην είναι κακός, ή προχθές να μην ήταν, ή ο Ιάγος γιατί, τι έχει πάθει, μήπως του έχουν μακελέψει τη γυναίκα του και από εκεί κάτι παθαίνει. Δεν ξέρω. Δεν είναι ωραίο γενικά να κρίνουμε τους ανθρώπους με ευκολία, μου έχει συμβεί κι εμένα, και με έχουν κρίνει στην προσωπική μου ζωή και έχω κρίνει και ο ίδιος με μεγάλη αφέλεια… Όλοι το έχουμε βιώσει κι όλοι το έχουμε πράξει. Τι μας πιάνει; Είναι αυτή η εγωπάθεια; Ειδικά στην εποχή μας υπάρχει μια τρομερή εγωπάθεια.
Μιζέρια
* Έχω την αίσθηση ότι από τη δυσκολία που ζούμε όλοι, αντί να βγούμε να μοιραστούμε το πρόβλημά μας, κλεινόμαστε και γινόμαστε εσωστρεφείς. Κι εκεί αρχίζει αυτή η μιζέρια, που είναι κι αυτή ίδιον του Έλληνα.
Νομίζω ότι ζούμε στην επίφαση της ύπαρξης της κοινότητας ακόμα. Δεν γίνεται να κάθεσαι στο σπιτάκι σου, να βλέπεις την τηλεόρασή σου, να είσαι στο Facebook και να ζεις μέσα από το μυαλό σου, χωρίς να βλέπεις πραγματικά το τι συμβαίνει γύρω σου.
Η γενιά μου
* Οι παρέες θέλουν δουλειά, οι σχέσεις θέλουν δουλειά, η δουλειά μας θέλει δουλειά. Η γενιά μου, έχω την αίσθηση ότι είναι λίγο τεμπέλα, κι εγώ είμαι λίγο τεμπέλης και παλεύω πολύ για να μην είμαι. Τη γενιά μου δεν την ξέρω, δεν μπορώ να σου πω γι’ αυτήν. Δεν μπορώ να την κρίνω με τίποτα. Έχω την αίσθηση ότι, μέσα από τη δικιά μας τη δουλειά την προσωπική, μπορούμε να ενωθούμε με τον άλλο. Θέλει προσωπική δουλειά ούτως ώστε να πεις έλα να ανοιχτούμε, διότι άμα δεν παλέψεις τα δικά σου τα θέματα, δεν μπορείς πολύ εύκολα να ανοιχτείς. Αλλά πιστεύω ότι τουλάχιστον στη δουλειά τη δική μας, έχουμε πολύ υλικό, εγώ εκτιμώ πολλούς νέους ανθρώπους.
Θαυμάζω τα πάντα
* Πήγα στον Όλυμπο τις προάλλες, πέντε μέρες και ένιωσα λίγος, κοιτάζω το βουνό επάνω μου και λέω «είσαι ένα τίποτα». Είναι ωραίο πράγμα να ηρεμείς λίγο και να μπαίνεις στη θέση σου. Από την άλλη όχι να μην έχεις φιλοδοξίες και να μην κάνεις όνειρα. Δεν ξέρω τι να σου πω ότι θαυμάζω… Θαυμάζω τα πάντα. Ενώ δεν είμαι πολύ κοινωνικός, έχω επαφή με πολύ κόσμο που είναι εκ διαμέτρου αντίθετος, έχω χάσει φίλους μου από ναρκωτικά, έχω μεγαλοαστούς φίλους, έχω έναν περίεργο κύκλο στη ζωή μου. Οπότε μπορεί να θαυμάσω κι έναν παιδικό μου φίλο που πουλούσε χαρτομάντιλα και τώρα πουλάει στο ΟΑΚΑ σουβλάκια, μέχρι έναν άλλο που έχει σκιστεί στη δουλειά κι έχει μια επιχείρηση κι έχει το κούτελό του καθαρό και δεν έχει κάνει ποτέ ούτε μια μπαγαποντιά. Θαυμάζω και τον έναν και τον άλλον. Θαυμάζω τους γονείς μου που με μεγάλωσαν, που δούλεψαν για να μεγαλώσουν τέσσερα παιδιά και θαυμάζω και τους ανθρώπους που έχει τύχει να είναι δίπλα μου γιατί με κάνουν καλύτερο άνθρωπο.
Λάθος
* Νομίζω πως είτε κάνεις λάθος, είτε κάνεις κάτι σωστό, πάντα υπάρχει και μια άλλη όψη στη ζωή, και μια άλλη διάσταση. Κάτι χάνεις και κάτι παίρνεις. Αλλά το λάθος ειδικά, σε διδάσκει.
Ψέμα
* Το ψέμα είναι ανημπόρια, λίγο παράλυτος είσαι αν λες ψέματα. Λες ψέματα στον εαυτό σου και κατ’ επέκτασιν και στους άλλους.
Έκθεση
* Η έκθεση δεν ξέρω τι είναι. Το ψάχνω ακόμα. Είναι αυτό που λέει ο Πιραντέλο, «άλλος νομίζεις ότι είσαι, άλλος δείχνεις ότι είσαι και άλλο είσαι». Τρέχα γύρευε τι είναι η έκθεση τώρα. Δεν είχα ποτέ πρόβλημα πάντως με την έκθεση με την έννοια της δουλειάς. Δεν τη φοβήθηκα. Μάλλον μ’ αρέσει να εκτίθεμαι γιατί περιμένω κι από τους άλλους να εκτεθούν. Είναι ένα αλισβερίσι η έκθεση.
Φόβος και θυμός
* Ναι, έχω φοβηθεί πολύ στη ζωή μου γενικά. Κι ακόμα φοβάμαι, έχω μερικούς φόβους και πρακτικούς.
Φόβος και θυμός συνδέονται. Όταν φοβάσαι κάτι μεταφράζεις λάθος κι όταν θυμώνεις πάλι κάτι μεταφράζεις λάθος. Είναι τόσο πρωτογενή ένστικτα και τα δύο. Μπορεί να φοβάμαι και από την άλλη μπορεί να θυμώνω ταυτόχρονα που φοβάμαι.
Χυδαίο
* Χυδαίο είναι αυτό που ζούμε στις μέρες μας! Έχει μια χυδαιότητα βαθιά.
Επίσης χυδαία είναι η βία, η βία της εξουσίας, η βία της πληροφορίας, η βία της εσωστρέφειας, η βία της εξωστρέφειας, η βία στην καθημερινότητά σου. Χυδαίο είναι που σ’ αυτή την πόλη δεν μπορεί να ηρεμήσει το αφτί σου. Αλλά έχω και την αίσθηση ότι χυδαίο είναι και να μην αποδέχεσαι το ελάττωμά σου, τις ελλείψεις σου, νομίζω αυτό είναι το πιο χυδαίο, γιατί είσαι και με τον εαυτό σου ανέντιμος.
Ο έρωτας
* Ο έρωτας κινητοποιεί, ο έρωτας είναι κινητήριος δύναμη, ο έρωτας όχι μόνο για τους ανθρώπους, για όλα, για τη μουσική, για τη φύση, για μια ιδέα. Κι ο έρωτας για μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Με έναν τρόπο η ενεργητικότητα που σου δίνει ο έρωτας για τους ανθρώπους, μπορεί να είναι η ίδια με την ενεργητικότητα που σε κάνει να βγαίνεις στο δρόμο και να φωνάζεις για κάτι καλύτερο. Είναι μια μορφή έρωτα κι αυτό.
Ελεύθερος χρόνος
* Είμαι φανατικός ποδηλάτης, έχω φίλους, που μου γεμίζουν τη ζωή, βλέπω ταινίες, ακούω μουσική. Μ’ αρέσει πολύ να γυρνάω την πόλη. Την περπατώ την πόλη, την αγαπώ την πόλη. Γενικά μ’ αρέσει να χαζεύω ανθρώπους, απλά πράγματα στο δρόμο. Ακόμα μ’ αρέσουν τα ταξίδια πολύ.
Το ποδήλατο
* Το ποδήλατο με έχει βοηθήσει στην καλή φυσική μου κατάσταση, γιατί κάνω δέκα χρόνια οπότε είναι στην καθημερινότητά μου. Πάω παντού με το ποδήλατο και πάντα. Οπότε, εκ των πραγμάτων, κάνω πολλά χιλιόμετρα μέσα στην ημέρα.
Βαρκελώνη
* Κάποτε έβγαλα ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή κι έφυγα. Πήγα στη Βαρκελώνη. Η αφορμή για να πάω εκεί ήταν για να δω την Barcelona… Όμως και έργα του Gaudi είδα και τη Sagrada Familia είδα και στα μουσεία πήγα. Ήθελα να φύγω εκείνο τον καιρό, λέω «πού θα πας, πήγαινε στη Βαρκελώνη να δεις και κανένα ματσάκι» και κάθισα ένα μήνα. Ήταν όμορφα. Θυμάμαι ότι καθόμουν σε παγκάκια και διάβαζα και έρχονταν άντρες, γυναίκες, όλοι περαστικοί, και ανοίγαμε συζήτηση.
Ήθος
* Έχω γνωρίσει πολύ ωραίους ανθρώπους, οι οποίοι είναι από όλα τα στρώματα και είναι πολύ συγκινητικοί. Aνθρώπους με ένα ήθος τρομερό, με ντομπροσύνη σπάνια. Συναντάς ανθρώπους με ένα σέβας απέναντί σου, όχι επειδή είσαι ο τάδε, αλλά επειδή είσαι φίλος τους. Έχουμε κάποια πράγματα οι Έλληνες που δεν τα βρίσκεις.
Ο θεατρικός χειμώνας
* Θα είμαι στο Εθνικό Θέατρο το χειμώνα, με τη Λυδία Κονιόρδου στη «Φλαντρώ» του Παντελή Χορν, στη Νέα Σκηνή. Έχουμε πρεμιέρα 19 Δεκεμβρίου. Πριν θα παίξουμε την «Γκόλφω» επανάληψη στην Κεντρική Σκηνή του κτηρίου Τσίλερ και μετά θα είμαι με τον Νίκο Καραθάνο στο «Δεκαήμερον» του Βοκάκιου.
Ζώα
* Στο σπίτι εμείς πάντα είχαμε ζώα. Το τι γινότανε! Σκυλιά, γατιά, σκίουρους, χελώνες, πουλιά, καναρίνια, παπαγαλάκια, χαμός! Κατά καιρούς δηλαδή έχουν περάσει τα πάντα. Από μικρός θυμάμαι τη γιαγιά μου να έχει δύο γάτες, τον Μήτσο και την Τιτίκα, δύο αρχοντόγατους σούπερ. Έχω και σημάδια, το ένα φρύδι μου το έχω φάει από τον Μήτσο, και έχω και κάπου άλλες δύο χαρακιές πάλι από τον Μήτσο. Τώρα έχει πάρει η αδελφή μου ένα σκυλί, τη Μαύρα, ένα κουκλί, το οποίο το αγαπώ πολύ. Όταν επέστρεψα σπίτι από την περιοδεία, είχα ένα τσίμπημα από κουνούπι και πρήξιμο. Λοιπόν το πρώτο πράγμα που έκανε η Μαύρα ήταν να έρθει να με γλείψει ακριβώς σ’ αυτό το σημείο. Είχε να με δει ένα μήνα και ορμάει να με αγκαλιάσει, γιατί είναι κουτάβι ακόμα αλλά δυνατό ζώο. Και λέω κοίτα τώρα το ζώο, ωραίο πράγμα. Ήρθε και μου έγλειψε το σημείο του σώματος που είχα μια ενόχληση.
Pit bull
* Η Μαύρα είναι ένα pit bull αγγλικό, δεν είναι άγριο, και είναι πολύ όμορφο. Η φυλή αυτή μπορεί να έχει ένα ένστικτο παραπάνω, αλλά αν δεν τα εκπαιδεύσεις δολοφόνους, δεν είναι δολοφόνοι. Η Μαύρα είναι ένα δυνατό ζώο, τρυφερό και πολύ αστείο. Τα αγαπάμε πολύ τα ζώα στην οικογένειά μου και έχω μεγαλώσει και με ζώα.
Το φίδι και το ατύχημα
* Όταν ήμουν δεκατριών χρονών είχα ένα ατύχημα με ποδήλατο. Έμεινα δεκαέξι μέρες στο νοσοκομείο. Πήγα και ήρθα κυριολεκτικά. Δέκα λεπτά πριν χτυπήσω, πάτησα ένα φίδι με το ποδήλατο και το σκότωσα. Ήμασταν στο χωριό του πατέρα μου, εγώ κατεβαίνω την κατηφόρα για να πάω στο σχολείο να παίξω μπάλα με τα παιδιά και πατάω το φίδι. Δεν κατάλαβα τι πάτησα, νόμιζα ότι ήταν κλαδί. Σταματάω και βλέπω ότι έχω πατήσει ένα φίδι. Το πρώτο πράγμα που είπα ήταν «αμάν φίδι». Πηγαίνω κοντά, βλέπω ότι το σκότωσα, ότι του πάτησα το κεφάλι, στενοχωρήθηκα που το σκότωσα. Λέω μέσα μου «γιατί το σκότωσα το ζωντανό;» και έπειτα από δέκα λεπτά χτυπάω.
Το χωριό «Νιάτα»
* Κάπως μεταφυσική η όλη ιστορία και για ένα λόγο ακόμα, το χωριό αυτό λέγεται «Νιάτα». Ποδήλατο δεν ξανακαβάλησα από τότε μέχρι τα είκοσί μου. Τώρα δεν κατεβαίνω από το ποδήλατο.
Ευχαριστώ
* Ένιωσα άνετα Ειρήνη και σου είπα ό, τι σου είπα. Κουβέντα κάναμε, δηλαδή. Σε ευχαριστώ.
Ειρήνη: Κι εγώ σ’ ευχαριστώ πολύ, Μιχάλη μου.
* “Γκόλφω”
του Σπυρίδωνος Περεσιάδη
Εθνικό Θέατρο
Σκηνοθεσία Νίκος Καραθάνος
Σκηνικά – Κοστούμια Έλλη Παπαγεωργακοπούλου
Μουσική Άγγελος Τριανταφύλλου
Κίνηση Αμάλια Μπένετ
Φωτισμοί Λευτέρης Παυλόπουλος
Επεξεργασία κειμένου Γιούλα Μπούνταλη
Βοηθός σκηνοθέτη Διώνη Κουρτάκη
Βοηθός σκηνογράφου-ενδυματολόγου Ευαγγελία Θεριανού
Διανομή:
Γκόλφω
Αλίκη Αλεξανδράκη,
Λυδία Φωτοπούλου,
Εύη Σαουλίδου
Τάσος
Γιάννης Βογιατζής,
Νίκος Καραθάνος,
Χάρης Φραγκούλης
Κίτσος
Άγγελος Τριανταφύλλου
Γιάννος
Μιχάλης Σαράντης
Αστέρω
Χριστίνα Μαξούρη
Θανάσουλας
Γιώργος Μπινιάρης
Δήμος
Γιάννης Κότσιφας
Σταυρούλα
Μαρία Διακοπαναγιώτου
Ζήσης
Άγγελος Παπαδημητρίου
Άγγλοι περιηγητές
Αλίκη Αλεξανδράκη, Χριστίνα Μαξούρη, Άγγελος Παπαδημητρίου, Λυδία Φωτοπούλου
Στη φωτογραφία πάνω, Μιχάλης Σαράντης, Άγγελος Τριανταφύλλου
* “Λεόντιος και Λένα”
του Γκ. Μπίχνερ
Oμάδα Koperti
Συμπαραγωγή BIOS
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας
Δραματουργία: Νίκος Φλέσσας
Σκηνοθεσία: Μιχάλης Σαράντης
Σκηνικά: Ανδρέας Μαϊμάρης,
Κοστούμια: Δάφνη Ηλιοπούλου
Μουσική: Αποστόλης Πρίτσας
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Γεωργουδάκη
Ηθοποιοί: Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Γιάννης Γιαννούλης, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Γιάννης Μπισμπικόπουλος, Γιώργος Στάμος, Ελίνα Ρίζου
BIOS Main (Πειραιώς 84)
Διάρκεια παραστάσεων: 11 Μαρτίου – 23 Απριλίου 2013
Διάρκεια: 100’