Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Ο Λίαμ μόλις έχει μπει μέσα. Στέκεται μπροστά τους. Η μπλούζα του γεμάτη αίματα. Το δείπνο με τα κεριά διακόπτεται. Η Έλεν και ο Ντάνι, ντυμένοι κομψά, τον κοιτούν εμβρόντητοι. Πώς αντιδράς όταν ο αδελφός σου, με το κλειδί που εσύ του έχεις παραχωρήσει, εισβάλλει στο σπίτι σου βουτηγμένος στο αίμα; Στο αίμα κάποιου άλλου; Θέατρο του Νέου Κόσμου. “Ορφανά” του Ντένις Κέλι σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου. Έλεν η Μαρία Κίτσου, Ντάνι ο Μιχάλης Οικονόμου, Λίαμ ο Όμηρος Πουλάκης. Όλα διαδραματίζονται μέσα σ’ ένα σκηνικό άδειο, κατάλευκο, αποστειρωμένο σαν χειρουργείο. Μελετημένο ώστε να μη σε αποσπά από την πλοκή που πέφτει σαν ανελέητος καταπέλτης και σου κόβει την ανάσα. Τον έξω κόσμο τον φαντάζεσαι όπως η περιοχή του Μεταξουργείου ή οποιαδήποτε άλλη γειτονιά στα όρια του κέντρου κάθε δυτικής μεγαλούπολης. Επικίνδυνοι μισοσκότεινοι δρόμοι, φτώχεια, εγκατάλειψη, υποβάθμιση. Η κατάσταση περιπλέκεται όσο περνάει η ώρα. Οι εξηγήσεις του Λίαμ ανεπαρκείς, θολές, διφορούμενες. Η βία, η όζουσα βία, το κοινωνικό απόστημα, το δύσοσμο κουφάρι που προσπαθείς να κουκουλώσεις εγκαθίσταται στο καθαρό σου σπίτι, στην καλοβαλμένη ζωή σου, στο κολλαριστό σου τραπεζομάντιλο, στο καλό σου σερβίτσιο, στο ακριβό σου κρασί, στο σολομό σου…
Σε κηλιδώνει. Συγχωνεύεται με σένα. Τα προβλήματα κοντινά και επώδυνα, ίδια χαίνουσα πληγή. Εγκληματικότητα, άμβλωση, αλλοτρίωση της λευκής μεσαίας τάξης εργαζομένων, ξενοφοβία, οικονομική μετανάστευση, νεοφασισμός, επιθετικότητα. “Στο θέατρο μ’ αρέσει να βυθίζομαι, να νιώθω φόβο, έντονα συναισθήματα. Ίσως είναι κάτι ζωώδες – θέλουμε να ξέρουμε τι μας πονάει”. “Δεν είναι ότι προσπαθώ να γράψω σκοτεινά πράγματα”, λέει ο συγγραφέας Ντάνι Κέλι. Ταλαντούχος, ενίοτε ζιφερός, ο Κέλι δημιουργεί χαρακτήρες που εμφανίζουν όλη την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, αναπτύσσει καταστάσεις, ξετυλίγει σχέσεις. Σίγουρα το έργο δεν προσφέρεται για αβασάνιστη και επιδερμική θέαση. Υπάρχουν στιγμές που σου ανακατεύει το στομάχι, σε τρομάζει, σε αηδιάζει, σε προκαλεί. Καθώς η οικογενειακή ιστορία ξεδιπλώνεται, το θρίλερ κορυφώνεται και τα ερωτήματα ξεπηδούν: Τι σημαίνει να αισθάνεσαι ευάλωτος στο κακό; Τι σημαίνει να σε κατατρώει ο φόβος; Πότε ο ρατσισμός σού χτυπάει την πόρτα και πώς αναπτύσσεται; Μήπως όταν προσπαθούμε να προστατεύσουμε τους δικούς μας ανθρώπους από τους άλλους, τους ξένους, διαπράττουμε τα χειρότερα; Μέχρι πού φτάνουν οι αντοχές μας; Πότε ξεχνάμε τις αρχές μας; Πόσο εύκολο είναι να δεχτούμε το έγκλημα; Ερωτήματα που, όπως λέει και ο σκηνοθέτης Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, δεν έχουν εύκολη απάντηση. Εκπληκτική η Μαρία Κίτσου ως υπερπροστατευτική μεγάλη αδελφή που σε ρόλο μητέρας προσπαθεί αυταρχικά, με νύχια και με δόντια, να προστατεύσει τον μικρό αδελφό της. Το ίδιο άξιος και ο Μιχάλης Οικονόμου, ένας άβουλος μικροαστός που γίνεται υποχείριο της συζύγου του. Πραγματικά αγνώριστος ο Όμηρος Πουλάκης ως δυσλειτουργικός, βραδύνους αδελφός. Η μουσική του Σταύρου Γασπαράτου, όπως πάντα, δημιουργεί κορυφώσεις και υπογραμμίζει τη δράση και το σασπένς του έργου. Εξαιρετικό το σκηνικό της Μαργαρίτας Χατζηιωάννου, με τη λάμψη του πάγου και την αφαιρετικότητα που απαιτείται. Θαυμάσια και η επιλογή των κοστουμιών. Μια παράσταση με πραγματική αξία.