Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Τι σκέπτεσαι;
Σκέπτομαι πόσες χιλιάδες λέξεις γράφονται κάθε μέρα. Σκέπτομαι πόσοι νέοι ηθοποιοί και σκηνοθέτες υπάρχουν. Σκέπτομαι πόσες παραστάσεις ανεβαίνουν κάθε χρόνο στην Αθήνα. Σκέπτομαι πόση έμπνευση και πόσο ταλέντο υπάρχει γύρω μου.
Παρά το γεγονός ότι η ποίηση και τα μαθηματικά συχνά φαίνεται εκ πρώτης όψεως να είναι ασύμβατοι τομείς μελέτης, υπάρχει μια φιλοσοφία που επιδιώκει να τα συνδέσει. Ιδρύθηκε το 1960 από τον Γάλλο μαθηματικό Francois de Lionnais και τον συγγραφέα Raymond Queneau και λέγεται OuLiPo ή Εργαστήριο Δυνητικής Λογοτεχνίας (Ouvroir de la Litterature Potentielle). Διερευνά τις δυνατότητες της γραφής μέσα από ένα σύστημα διαρθρωτικών περιορισμών. Ο Lionnais και ο Quenuau πίστευαν στο δυναμισμό ενός έργου που παράγεται μέσα σε ένα πλαίσιο αναζήτησης νέων δομών και μεθόδων οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους συγγραφείς με τρόπο απελευθερωτικό και φιλοπαίγμονα διάθεση. Η φιλοσοφία αυτή επηρέασε τα γαλλικά (και όχι μόνο) γράμματα για αρκετές δεκαετίες μέχρι και σήμερα. Οι Ουλπιανοί αντλούν στοιχεία από το σουρεαλισμό, τον ντανταϊσμό, το θέατρο του παραλόγου αλλά και από τους μαθηματικούς συνδυασμούς. Μια δράκα λογοτεχνών, όπως ο Ζορζ Περέκ, ο Ίταλο Καλβίνο, ο Ρεϊνόν Κενό -με το χαρακτηριστικό έργο του «Ασκήσεις ύφους»- ακολούθησαν το συγκεκριμένο τρόπο δημιουργίας. Μεταξύ αυτών και ο γεννημένος το 1957 Herve Le Tellier. Γράφει μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, λιμπρέτα για όπερες, ποιήματα, αφορισμούς, ζει στο Παρίσι, του αρέσουν οι μελαχρινές γυναίκες, τα μακαρόνια al dente και το κόκκινο κρασί. Μα όχι όλα αυτά κατ’ ανάγκην με τη σειρά που τα αναφέρουμε. Έφτασε στην περιπέτεια της γλώσσας ξεκινώντας από τους αριθμούς. Σπούδασε μαθηματικά και κατέληξε στη γλωσσολογία, τη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία.
Τι σκέφτεσαι;”. “Σκέφτομαι εσένα”.
“Τι σκέφτεσαι;”. “Σκέφτομαι πως θα ήθελα να ήσουν εδώ και όχι αλλού”.
Στατιστικές αποδεικνύουν ότι η δεύτερη πιο συχνή ερώτηση που απευθύνουμε σε κάποιον είναι «τι σκέφτεσαι;», ενώ η πιο συνηθισμένη απάντηση είναι «τίποτα». Τι θα γινόταν αν απαντούσαμε στο «τι σκέφτεσαι» με αφοπλιστική ειλικρίνεια;
Το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται…» εμπεριέχει χίλιες απαντήσεις σε μία και μοναδική ερώτηση: «Τι σκέφτεσαι;». Αποτελείται από αφορισμούς, ευφυολογήματα, ατάκες σε υποθετικούς διαλόγους, σύντομες περιεκτικές απαντήσεις -πρωτότυπες κατά το πλείστον- στην άβολη ερώτηση «τι σκέφτεσαι;». Το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα αστείο, σουρεαλιστικό και αιφνιδιαστικό για τον θεατή.
«Τι σκέφτεσαι;».
«Σκέφτομαι πως το κεφαλαίο Q την έχει μικρή, ενώ το μικρό q μεγάλη».
Παρά την πολυμορφία όλων των παραστάσεων που βλέπουμε κάθε χειμώνα, υπάρχει μία θεατρική ομάδα -ειδικά- που μας εκπλήττει κάθε φορά με την πρωτοτυπία της, την τόλμη της, την επινοητικότητα και τη φαντασία της, αλλά πάνω απ’ όλα με το ταλέντο της. Η ομάδα 4Frontal.
Το “Όλα τα μανιτάρια τρώγονται (αν και ορισμένα μόνο μία φορά)” είναι μια ευφάνταστη παράσταση της ομάδας 4Frontal, σε σκηνοθεσία Παντελή Δεντάκη, βασισμένη στο ομώνυμο κείμενο του Ερβέ Λε Τελιέ, και την παρακολουθήσαμε στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. Στις 9 Μαΐου (ώρα 21:15) η παράσταση θα παρουσιαστεί στο “Bios” (Όλα τα Μανιτάρια τρώγονται [αν και ορισμένα μόνο μία φορά], 4Frontal – Main, 70’), στο πλαίσιο του Bob Theatre Festival 2015.
Η παράσταση είναι μια σάτιρα βαθιά κοινωνική -για τον καταναλωτισμό, την ελευθερία, την εργασία, τις σχέσεις, τον αστικό τρόπο ζωής, το συντηρητισμό- ενδεδυμένη με ύφος καφκικό και με έντονες δόσεις γλυκιάς μελαγχολίας. Μια παράξενα αναρχική αφήγηση σαρκασμού και καγχασμού του μικροαστισμού. Κι όταν αυτό το κάνει η ομάδα 4Frontal, τότε πρόκειται περί θεατρικής απόλαυσης… Ένα ευφυές παζλ φτιάχνεται, πειθαρχημένα και αυθόρμητα, που αποτελείται από κομματάκια ιστοριών αρμονικά συνδεδεμένων μεταξύ τους, που όμως μπορούν να διαλυθούν και να επανασυναρμολογηθούν, όπως επίσης και να παρουσιαστούν ως ξεχωριστά κομμάτια. Παιχνίδι ορυμαγδών, διαφωνιών, συμφωνιών, καταλόγων, κουίζ, περιγραφών των πιο απίθανων και πιθανών πραγμάτων. Συνειρμοί, υποθέσεις, θέματα νοητά και αυτονόητα, πρόδηλα και προφανή. Μια βαθιά μελέτη και πρακτική εξάσκηση περιγραφής – καταγραφής. Πολλές στιγμές η ομάδα μάς έκανε να ξεκαρδιστούμε κι άλλες μας άφησε έκπληκτους και προβληματισμένους.
Γιατί, παρ’ όλα αυτά υπάρχει και θλίψη στους αφορισμούς, διασκορπισμένη σε διάφορα σημεία. Η θλίψη, όπως έχει πει και ο ίδιος ο συγγραφέας, σε συνέντευξή του στην Τιτίκα Δημητρούλια, «αναδείχθηκε σε μια παράσταση βασισμένη στο κείμενο αυτό στο Φεστιβάλ της Αβινιόν, όταν συγκεντρώθηκαν όλα τα σημεία της σε μια στιγμή της παράστασης. Είναι αλήθεια ότι οι αφορισμοί είναι πιο ανοιχτοί στη χαρά, στο χιούμορ, αλλά όχι μόνο. Και αυτό έχει σχέση και με το ίδιο το Oulipo, το οποίο βασίζεται πάρα πολύ στη μνήμη, στη νοσταλγία… Κοιτάξτε τα βιβλία των μελών του. Υπάρχει πάντα μια λύπη και μια μελαγχολία, μια απογοήτευση, και στον Κενό, και στο “Η Ζαζί στο μετρό” ακόμα, που είναι ένα ιδιαίτερο βιβλίο, κι εκεί υπάρχει μια νότα θλίψης».
Κατά συνθήκην ψεύδη, εμμονές, μύχιες και ανομολόγητες σκέψεις ερωτευμένων και μη, κοινότοπες διαπιστώσεις και διατυπώσεις, σχόλια, αναζητήσεις, αποσπασματικά σήματα, ομολογημένοι φόβοι, όλα γίνονται παραλλαγές σε ένα θέμα, στο θέμα της ύπαρξης μέσα στην καθημερινότητα, η οποία συγχωνεύει την ειρωνεία και τη μεγαλοπρέπεια, την ομορφιά και την αδιαφορία, την ωριμότητα και τη μικρότητα, τη φθορά και την υπεροχή της δημιουργίας.
Το ύφος της παράστασης χαρακτηρίζεται από τη ζωντάνια της έκφρασης, τους ισορροπημένους ρυθμούς, την αρμονία στις σχέσεις των ηθοποιών, την τολμηρότητα των αντιθέσεων. Η δέσμευση, σύμφωνα με τον Ερβέ Λε Τελιέ, διευρύνει τη δημιουργικότητα. Μέσω αυτής της οδού και η θεατρικότητα απαλλάσσεται από τις συμβατικότητες. H γλώσσα ενηλικιώνεται. Διατάξεις και αναδιατάξεις, ευρήματα, γνώμες και γνώσεις, ταξινομήσεις, εμπειρίες, ενθυμήσεις, διασκεδαστικές και τραυματικές στιγμές τοποθετούνται καταμεσής μιας εύτακτης αταξίας.
Ένα ευφυές θαύμα, ένα ολοκληρωμένο έργο, μεστό και πηγαίο, η μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη.
Ο Παντελής Δεντάκης κατηύθυνε περίφημα τους ηθοποιούς, με μια αυτοσχεδιαστική φόρμα, αδρή και ιδιόμορφη, που ταίριαζε απόλυτα στην οξυδέρκεια και την ανοιχτοσύνη της ομάδας. Η ευελιξία της ροής, το ξεχείλισμα της νεανικότητας, η καλοπροαίρετη πρόσκληση σε συμμετοχή του κοινού, οι ταχύτατοι και μελετημένοι αυτοσχεδιασμοί, η φλογερή ευφράδεια των ηθοποιών συνεπήραν τους θεατές, που χειροκρότησε γενναιόδωρα και πληθωρικά «όλα τα μανιτάρια»… Τα θαυμάσια “μανιτάρια”, ήτοι τον Σταύρο Γιαννουλάδη, τον Θανάση Ζερίτη, την Ελένη Κουτσιούμπα, τη Νεφέλη Μαϊστράλη, την Αριστέα Σταφυλαράκη.
Ξεχωριστές στιγμές, λιτά αλλά όμορφα ενορχηστρωμένες, ήταν αυτές της έναρξης, με τον Θανάση Ζερίτη να στοχάζεται βαθιά καθισμένος σε μία πολυθρόνα και τους άλλους ηθοποιούς να τον παρακολουθούν διαδοχικά. Ακόμα η σκηνή της «έκθεσης» της Αριστέας Σταφυλαράκη, της επικοινωνίας με τους θεατές της Νεφέλης Μαϊστράλη, οι «υπομνήσεις» της Ελένης Κουτσιούμπα, η σαν βεντάλια που ανοίγεται εκφραστικότητα του Σταύρου Γιαννουλάδη. Γνήσια και απλή θεατρικότητα, γεμάτη νόημα και ουσία.
Πολύ ενδιαφέρουσα σύλληψη με σκηνική ενέργεια, ιδέες, θεατρικό στυλ και συνέπεια. «Μανιτάρια» πεντανόστιμα, μόνον εφόσον είναι βρώσιμα, προσοχή στα δηλητηριώδη, μία φορά τα τρως και τελευταία!
Τα σκηνικά της Γεωργίας Μπούρδα είχαν άρωμα σπιτικό, γεύση ρετρό και αέρα γαλλικό. Πολύ επιτυχημένα και τα κοστούμια της ιδίας. Η επιμέλεια κίνησης της Ζωής Χατζηαντωνίου έδωσε μια απρόσμενη χροιά στην παράσταση. Οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη ήταν γεμάτοι διαύγεια και μαγνητισμό. Η Μελίνα Σκούφου στήριξε με αξιοσύνη το έργο του σκηνοθέτη Παντελή Δεντάκη.
Κι αν με ρωτήσετε τι σκέπτομαι, θα σας απαντήσω ότι μετά την επίσης Ουλπιανή «Αύξηση» του Ζορζ Περέκ ή τους πολλαπλούς κυκλωτικούς τρόπους που πρότεινε πέρσι η ομάδα για να ζητήσουμε αύξηση από τον προϊστάμενό μας (τέτοιες εποχές;), φέτος μας μαγείρεψε πεντανόστιμα θεατρικά «μανιτάρια», με το δικό της τρόπο. Έναν τρόπο δροσερό, κεφάτο, ανατρεπτικό και χαριτωμένο!
Συντελεστές
Ομάδα 4Frontal
Σκηνοθεσία: Παντελής Δεντάκης
Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης
Σκηνικά/Κοστούμια: Γεωργία Μπούρδα
Επιμέλεια κίνησης: Ζωή Χατζηαντωνίου
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μελίνα Σκούφου
Φωτογραφίες: Στάθης Μαμαλάκης
Παίζουν: Σταύρος Γιαννουλάδης, Θανάσης Ζερίτης, Ελένη Κουτσιούμπα, Νεφέλη Μαϊστράλη, Αριστέα Σταφυλαράκη.
Πληροφορίες
“Όλα τα μανιτάρια τρώγονται (αν και ορισμένα μόνο μία φορά)”
Παρουσιάστηκε στον Κάτω Χώρο του Θεάτρου του Νέου Κόσμου
Αντισθένους 7 και Θαρύπου
Στάση Μετρό-Τραμ «Συγγρού-Φιξ»
Τηλέφωνο: 210 9212900
* Μια παράσταση της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας 4Frontal σε συμπαραγωγή με το Θέατρο του Νέου Κόσμου.
Ω² (ομάδα αποφοίτων δραματικής σχολής Ωδείου Αθηνών)
Απόσπασμα του βιβλίου στη μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, στις περιπετειώδεις ταινίες εποχής, όταν μια σκηνή εκτυλίσσεται στο δάσος, δεν έχει σημασία σε ποιο δέντρο θα σκαρφαλώσει ο καλός: ο κακός θα περάσει από κάτω.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως είναι αλήθεια ότι όσοι λένε: «Τι Αριστερά, τι Δεξιά, τα ίδια σκατά είναι», είναι κατά κανόνα «δεξιοί».
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως δεν είμαι προληπτικός, αλλά σε μια πιστωτική μου κάρτα γράφει: Ερβέ Λε Τελιέ, λήγει 03/2001, κι αυτό δεν είναι και πολύ αισιόδοξο.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως θα ‘θελα να χω έναν αυτόματο τηλεφωνητή που να προσαρμόζει το μήνυμά του στο πρόσωπο που καλεί.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως είναι πολύ δύσκολο να συγκρατήσεις τα γέλια σου όταν κάποιος υπεύθυνος του σούπερ μάρκετ σού συστηθεί ως προϊστάμενος των λαχανικών ή των κατεψυγμένων.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως δεν έχω δει ποτέ μου σκυλί να δουλεύει σαν το σκυλί.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι ότι, στα δεκαπέντε δευτερόλεπτα που μοιράζεσαι ένα ασανσέρ με μια ωραία γυναίκα, είναι σχεδόν αδύνατον να της επιδείξεις την ευφυΐα, τη χάρη και το χιούμορ σου.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως ένας απ’ τους λόγους για τους οποίους δεν έχω κάνει ποτέ bunjee-jumping, είναι ότι δε θα μ’ άρεσε καθόλου να κατουρηθώ πάνω μου και να ‘μαι ανάποδα.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πόσο με είχε εντυπωσιάσει ένας καθηγητής μαθηματικών, τυφλός εκ γενετής, που σχεδίαζε τέλειους κύκλους και συνήθιζε να λέει: «Βλέπετε;».
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, αν ζούσα απένταρος στους δρόμους, θα μισούσα θανάσιμα τα μηχανήματα αυτόματης ανάληψης μετρητών.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως δεν έχω τίποτα να σου πω, αλλά αυτό δεν οφείλεται στο ότι δεν σ’ αγαπώ πια, ακόμα κι όταν σ’ αγαπούσα, πάλι δεν είχα να σου πω τίποτα.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως αυτό που μ’ ερεθίζει στον Προυστ, είναι ότι περιγράφει τόσο καλά τις μεταστροφές των αισθημάτων, ώστε, αφού τον διαβάσεις, είναι αδύνατον πια να αισθάνεσαι όπως πριν.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως το σχήμα της Γαλλίας δεν θυμίζει τόσο εξάγωνο όσο ένα χοντρό, τρομοκρατημένο ανθρωπάκι, που προσπαθεί ν’ απομακρυνθεί απ’ τη Γερμανία.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως είναι καλύτερα να μένεις σ’ ένα άσχημο κτήριο που να βλέπει σ’ ένα ωραίο, παρά το αντίστροφο.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, αφού ο έρωτας είναι μια εξίσωση με δύο αγνώστους δεν μπορεί να έχει μία και μόνη λύση.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, αν ήμουν ένα ωραίο πριγκιπόπουλο, δε θα χρειαζόταν να σου μιλήσω τόσην ώρα για να σε σαγηνεύσω.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, ό, τι κι αν έγινε, δε θα ξεχάσω ποτέ τη μελωδία του σοβιετικού εθνικού ύμνου.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως δε θα ‘γραφα τα ίδια βιβλία αν δεν είχα υπολογιστή. Μπορεί και να μην έγραφα καν.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, αφού, όταν συντρίβεται ένα αεροπλάνο, δε σώζεται παρά το μαύρο κουτί, θα πρεπε να ταξιδεύουμε σε μαύρο κουτί.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, αν ήμουν βασιλιάς, θα ‘χα κι εγώ δικαίωμα σ ένα προσωνύμιο – ποιο, όμως; Ερβέ ο Μέγας, Ερβέ ο Τρελός ή, απλώς, Ερβέ ο Πρώτος;
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως είμαι τόσο δειλός, που δεν έχω το θάρρος να ‘μαι τελείως δειλός.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, αν έχω γίνει πιο απαιτητικός ως προς τον καφέ απ’ ό, τι ως προς τις ανθρώπινες σχέσεις, ίσως οφείλεται στο ότι είναι πια εύκολο να βρεις καλό καφέ.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως πολύ θα το θελα, σε μια δεξίωση, να πάω σε μια κοπέλα και να της πως, χωρίς να λέω ψέματα, γιατί αυτό θα ταν το αληθινό μου όνομα: My name is Bond… James Bond.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως δεν κατάφερα να γράψω εκείνο το μυθιστόρημα με παραγράφους γραμμένες σε τραπουλόχαρτα, έτσι ώστε, ανακατεύοντάς τα, να προκύπτει κάθε φορά και μια διαφορετική ιστορία.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως ο λεγεωνάριος στο Μπεν Χουρ που ξέχασε να βγάλει το ρολόι του, έχει συμβάλει τα μάλα στη μυθοποίηση της ταινίας.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως ο Χίτλερ θα μπορούσε τουλάχιστον να έχει χρησιμέψει στο να αποδειχθεί ότι το ν’ αγαπάς τα σκυλιά δε σημαίνει απολύτως τίποτα.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, ένα απ’ τα πιο γλυκά πράγματα της ζωής, είναι κι αυτό το χαμόγελο που ανταλλάσσεις με μιαν άγνωστη καθισμένη σ’ ένα απομακρυσμένο λεωφορείο, και πως δεν πρέπει ποτέ να τρέξεις από πίσω του.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, αν ήμουν πραγματικά σνομπ, θ’ άνοιγα ένα αγγλικό εστιατόριο.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως οι αμνησιακοί δεν έχουν ζήσει τίποτα αξέχαστο.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως το χρώμα των ματιών σου πρέπει να ναι το 574 στην κλίμακα Pantone.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως μου είναι αδύνατον να φανταστώ ποιος ηθοποιός μπορεί να με ενσαρκώσει σε μια ταινία.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως είναι δύσκολο να καμαρώνεις για την επιτυχία ενός βιβλίου σου, αφού κάτι τέτοιο σημαίνει πως αρέσει σε όλους αυτούς που σχεδόν ποτέ δεν αγοράζουν βιβλία.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, αν με ρωτούσαν ποια βιβλία θα παιρνα μαζί μου σ’ ένα έρημο νησί, θα ανέφερα βιβλία που έχω ήδη διαβάσει, ενώ θα προτιμούσα να ‘χω μαζί μου βιβλία που δεν έχω διαβάσει ακόμα.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, μια μέρα (μόνο και μόνο για να χαρώ νομίζοντας ότι μιλούν για μένα), όταν ακούσω: «Διάβασες αυτό το μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε τις προάλλες και που δε θυμάμαι πώς το λένε;» θα τιτλοφορήσω ένα απ’ τα μυθιστορήματά μου «Αυτό το μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε τις προάλλες και που δε θυμάμαι πώς το λένε».
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως ένας υποψήφιος τίτλος βιβλίου είναι κι αυτή η φράση με την οποία είδα να διαφημίζεται ένα μυθιστόρημα κατασκοπίας: «30% περισσότερο κείμενο».
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως ο Θεός θα πρέπει να σκέφτεται τι θλιμμένοι που είναι οι άνθρωποι στη Γη, αφού όσοι προσεύχονται, σπανίως είναι στα μεγάλα κέφια τους.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, αν το χιόνι ήταν κόκκινο, κόκκινες θα ‘ταν και οι πολικές αρκούδες.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, διαιρώντας τα χιλιόμετρα που διανύουμε με αυτοκίνητο, δια του χρόνου που χρειάζεται να μαζέψουμε τα χρήματα για να το αγοράσουμε, βρίσκουμε περίπου την ταχύτητα βαδίσματος.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πώς βρίσκεις ποιος απ’ όλους είναι ο μηχανικός αυτοκινήτων: είναι ο μόνος που καταλαβαίνει τι σημαίνει η φράση: «Είναι το ντελκό».
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως οι άνθρωποι διαβάζουν λίγο, και, καμιά φορά, σκέφτομαι πως έχω ένα μερίδιο της σχετικής ευθύνης.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι να αρχίσω να γυρίζω τα βιβλιοπωλεία, να ζητάω βιβλία του Ερβέ Λε Τελιέ, κι αν δεν έχουν, να λέω, αναστενάζοντας: «Τι να κάνουμε… Μήπως έχετε, τουλάχιστον, του Βικτόρ Ουγκό;».
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως στ’ αλήθεια μπορεί κανείς να πεθάνει από αγάπη. Χτες, π.χ., παραλίγο να με πατήσει ένα λεωφορείο, γιατί κοίταζα μια κοπέλα που διέσχιζε το δρόμο.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως η ιδέα ότι ο ύπνος μοιάζει με το θάνατο, με αποτρέπει συχνά απ το να κοιμηθώ, αλλά δε θα μ’ αποτρέψει απ’ το να πεθάνω.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως μπορεί ο Θεός να ενέπαιξε τους ανθρώπους με το να τους πετάξει κατακέφαλα έναν Μότσαρτ, μα πιο πολύ ενέπαιξε τον Μότσαρτ.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως δε θα θελα να με θάψουν με το ρολόι μου, για να μην ξέρουν τα σκουλήκια την ώρα του φαγητού.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως το Ρουί Μπλα γράφτηκε σε δεκαεννέα μέρες, και Το μοναστήρι της Πάρμας, σε πενήντα τρεις.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, μια μέρα, θα μπορούμε να φοράμε μια κάσκα εικονικής πραγματικότητας και, χωρίς να το κουνήσουμε απ’ το σπίτι μας, να ταξιδεύουμε στη Βενετία και να αισθανόμαστε όλη τη βαβούρα της και, ίσως, τη μυρωδιά του καφέ.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως το μοναδικό ποίημα που το ξέρω όλο απέξω, είναι «Οι Περσίδες» του Αραγκόν: Περσίδες Περσίδες Περσίδες… είκοσι φορές.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως στην Γκόθαμ Σίτι ο καιρός είναι πάντα μουντός, έτσι ώστε να μπορούν να προβάλλουν στα σύννεφα το σύμβολο του Μπάτμαν.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πόσα και πόσα δεν είχε δημιουργήσει ο Μότσαρτ στο είκοσί του, ενώ εγώ, ακόμα κι αν άρχιζα αυτή τη στιγμή να μαθαίνω σολφέζ και πιάνο, δε θα ‘μαι παρά ένας γέρος-θαύμα.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, αν έπεφτα από ένα αεροπλάνο με την κάμερά μου, έχοντας ξεχάσει το αλεξίπτωτό μου, δε θα κινηματογραφούσα όλη μου την πτώση.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως η φώκια θα πρέπει να ‘ταν το αγαπημένο ζώο του προέδρου Τσαουσέσκου: δεν τρώει κρέας, αντέχει στο κρύο και χειροκροτεί όλη την ώρα.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, μια μέρα, θα μπορούσε ν’ ανέβει στο θέατρο το κείμενο στο οποίο ο Φρανσουά Λε Λιονέ περιγράφει πώς, όντας κρατούμενος σ’ ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως, «ξεναγούσε» τους συγκρατούμενους του στο Μουσείο του Λούβρου, χωρίς να παραλείψει ούτε μία αίθουσα.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, και φέτος, τα χαλασμένα στρείδια θα σκοτώσουν πολύ περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους οι τίγρεις της Βεγγάλης.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πόσο εύκολο είναι να ‘σαι ταπεινόφρων, ιδίως όταν έχεις κάθε λόγο να μην είσαι.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως θα πρεπε να καθιερωθεί μια Ημέρα των Τυφλών, κι όλοι να την περνάμε με τα μάτια δεμένα.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως ένα από τα πράγματα για τα οποία τρελαίνομαι στο σινεμά, είναι όταν ο κακός είναι απίστευτα κακός και λέει στον ήρωα: «At last, we meet again, Mister Bond».
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως οι προδότες και οι λιποτάκτες προηγούνται κατά τι ως προς την επικείμενη ειρήνη.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως ένας απ’ τους νόμους της δημοσιογραφίας είναι ότι ο λόγος του αριθμού των θυμάτων μιας θεομηνίας προς την απόσταση από τον τόπο στον οποίο συνέβη, είναι σταθερός.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως, στον «Τιτανικό», λίγο πριν από τη μοιραία στιγμή, όλο και κάποιος στο μπαρ θα ζητούσε παγάκια.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως πραγματικά ηλίθιος είναι αυτός που κοιτάζει το φεγγάρι όταν του δείχνεις το δάχτυλό σου.
Τι σκέφτεσαι;
Σκέφτομαι πως ο Νταλί είχε δίκιο: ο σκεπτόμενος του Ροντέν είναι σαν να κάθεται στην τουαλέτα.