Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
«Υπάρχει μεγαλύτερη απελπισία από τον έρωτα;».
Οι γνώσεις μας για την ερωτική ζωή των ζευγαριών το Μεσαίωνα, ειδικά μετά το έτος 1000, προέρχονται κατά βάση από τα θεολογικά συγγράμματα, τα εξομολογητάρια, τις εγκυκλίους και τις συνοδικές παραινέσεις. Παραδείγματος χάριν, διατάξεις του 7ου αιώνα για τα προσκόμματα της ιεροσύνης, ως προς την αγνότητα, που είχαν εν τω μεταξύ ατονήσει, επαναφέρονται με διατάγματα του Πάπα Λέοντα ΙΧ (11ος αιώνας). Σε αυτή την εποχή των διώξεων του αγνού έρωτα και της ελεύθερης σεξουαλικής συνεύρεσης, μια νησίδα αφοσίωσης και αγάπης αποτελούν οι συναρπαστικές ερωτικές επιστολές της δεκαεξάχρονης Ελοΐζας και του δασκάλου της Πέτρου Αβελάρδου (1079-1142). Η πνευματική επαφή μεταξύ του σοφού δασκάλου και της προικισμένης μαθήτριας δεν άργησε να εξελιχθεί σε σαρκική κι ένας από τους μεγαλύτερους έρωτες της Ιστορίας άνθησε κρυφά στην οικία του εφημέριου θείου της.
Οι τραγικοί εραστές πέρασαν ακόμη περισσότερα από τα πάθη του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας. Υπήρξαν οι δυο τους πολύ πριν από αυτούς, οι οποίοι άλλωστε είναι μόνο πλάσματα της φαντασίας του Σαίξπηρ. Αποτελούν την κλασική ιστορία αγάπης ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που οι συνθήκες δεν τους αφήνουν να είναι μαζί. Η οικογένειά της τους χώρισε αλλά οι επιστολές του έρωτά τους κράτησαν τη φλόγα άσβεστη.
Το βιβλίο των επιστολών τους εξακολουθεί μέχρι σήμερα να είναι δημοφιλές και αντικείμενο σπουδής. Η ιστορία τους ήταν η έμπνευση για μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, ταινίες, ακόμη και ένα μπαλέτο, αυτό της Μάρθα Γκράχαμ με τίτλο «From Heloise to Abelard» (1926) και η σχέση τους είναι σημείο αναφοράς ακόμη στην τέχνη: Από την «Αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού» (ο τίτλος της ταινίας προέρχεται από το ποίημα του Αλεξάντερ Πόουπ “Eloisa to Abelard”) μέχρι και το «Sopranos». Ο Αντουάν Οντουάρ εμπνεύστηκε το μυθιστόρημά του «Adieu, mon unique». Ο Ντάριο Φο έγραψε την ιστορία «Ελοΐζα» που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του «Ο έρωτας και η ειρωνεία». Στην ταινία «Being Jonh Malkovich», ο Τζον Κιούζακ ερμηνεύει έναν μαριονετίστα του δρόμου που παίζει με τις κούκλες του την ιστορία τους. Ο Χάουαρντ Μπέντον έγραψε το θεατρικό έργο «In extremis» και ο Ronald Millar το «Abelard and Heloise», με βάση την ιστορία τους.
Ο Μαρκ Τουαίην συνέγραψε στο ταξιδιωτικό του «The innocents abroad», μια σατιρική εκδοχή του έρωτά τους και ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ υπογράφει μια νουβέλα με τίτλο «Julie» και με υπότιτλο «Η νέα Ελοΐζα». Ο Χένρυ Μίλλερ στον «Τροπικό του Καρκίνου» χρησιμοποίησε την εισαγωγή της «Ιστορίας των συμφορών μου» (Historia Calamitatum) του Αβελάρδου και κάποιοι ισχυρίζονται πως ο Cole Porter εμπνεύστηκε, από τους δύο τραγικούς εραστές, τους στίχους του διαχρονικού τραγουδιού του «Just One of Those Things» για το μιούζικαλ «Jubilee».Ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες σκηνοθέτες, ο Γιάννης Καλαβριανός, σε ένα ταξίδι του στο Παρίσι, πραγματοποιεί μια επίσκεψη στο κοιμητήριο του Père Lachaise, όπου συγκλονισμένος αντικρίζει τον τάφο τους πνιγμένο στα λουλούδια, στα δώρα και στα γράμματα. Έμπλεος έμπνευσης και συγκίνησης, επιστρέφει στην Ελλάδα και ερευνά την ιστορία τους, μία από τις συναρπαστικότερες ερωτικές ιστορίες που έχει διαβάσει και έχουμε διαβάσει. Κατόπιν αναζητά τους ηθοποιούς του και τους βρίσκει στα πρόσωπα των ικανότατων Γιώργου Γλάστρα, Ελένης Κοκκίδου, Χριστίνας Μαξούρη. Μετά την πρώτη εκδοχή μεγάλης κλίμακας που παρουσιάστηκε το καλοκαίρι του 2014 στο Φεστιβάλ Αθηνών, ο Γιάννης Καλαβριανός και όλοι οι συντελεστές της παράστασης, ξαναγράφουν το κείμενο της αληθινής ιστορίας, αλλάζουν τον τόπο και τον χρόνο και παρουσιάζουν (στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου) τη δεύτερη εκδοχή ενός από τα τραγικότερα ειδύλλια.
«Γιατί, οι άνθρωποι γίνονται ζώα όταν ερωτεύονται. Και θηρία, όταν ερωτεύονται οι άλλοι…».
Στο Παρίσι του 12ου αιώνα, ο θεολόγος και φιλόσοφος Πέτρος Αβελάρδος και η μαθήτριά του Ελοΐζα Φυλμπέρ ερωτεύθηκαν, αψήφησαν μια ολόκληρη κοινωνία, σκανδάλισαν την Εκκλησία και πλήρωσαν για όλη τους τη ζωή το τίμημα ενός έρωτα που δεν χώρεσε στον καιρό του και δεν άντεξε η κοινωνία τους.
«Θα σε αγαπώ, (…)
Μέχρι που θα πάψουν για πάντα οι βροχές
Μέχρι που δεν θα ξαναβγεί ποτέ ο ήλιος…».
Η ιστορία του Αβελάρδου και της Ελοΐζας, ενός πάθους που έγινε μύθος, φωτίζει τους αιώνες με τη μοναδικότητα του μεγαλύτερου από τους μεγάλους έρωτες, αποτελώντας πρότυπο αισθηματικό για όλους τους ανθρώπους -για τους ερωτευμένους άντρες ο Αβελάρδος, για τις γυναίκες η Ελοΐζα. Αγάπησαν κι αγαπήθηκαν πολύ κι έζησαν έπειτα χωρισμένοι τη μοναδικά φρικτή τιμωρία του απαγορευμένου τους έρωτα επί δεκαετίες, εκφράζοντας τη διαρκή αγάπη τους ο ένας στον άλλον μονάχα με κάποιες αριστουργηματικές επιστολές.
Στην παράσταση το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι η αναπαράσταση. Οι ηθοποιοί αναπαριστούν πρόσωπα, φωνές, δράσεις και αντιδράσεις, νοήματα, ατμόσφαιρες και συναισθήματα, με κάθε κατανοητό τρόπο, από τον πιο σύνθετο μέχρι τον πιο απλό. Πάντα όμως πεντακάθαρα και ειλικρινή. Συνειδητά δεν υπάρχει ρεαλιστική συνέχεια, ψυχολογικό υπόβαθρο και γέφυρες μεταξύ σκηνών. Τα πάντα αποτελούν κομμάτια ενός παζλ που θαυμαστά συνδέονται και ολοκληρώνονται στο μυαλό του θεατή.
«Όταν περπατάω, περπατάς δίπλα μου…
Όταν κάθομαι, κάθεσαι δίπλα μου.
Όταν τραγουδάω, τραγουδάς μαζί μου
Και όταν γράφω, μου κρατάς το χέρι».
Οι Γιώργος Γλάστρας, Ελένη Κοκκίδου, Χριστίνα Μαξούρη αφηγούνται συνεπέστατα και αβίαστα μια ιστορία, με όλα τα αναγκαία στοιχεία της, δίχως προσπάθεια αληθοφάνειας, πείθοντάς μας όμως για τη σπουδαιότητά της. Στήνουν θεατρικές σκηνές, τις γκρεμίζουν, τις αποδομούν, τις επανασυνθέτουν, πάραυτα περνάνε στις επόμενες. Αδιατάραχτα, απλά κι αληθινά. Αποφεύγουν τις περιττές ψυχολογικές καταβυθίσεις, προτιμώντας τις φυσικές και ακαριαίες αντιδράσεις. Το υποσυνείδητό τους λειτουργεί, παράλληλα με αυτό των θεατών, κάνοντας υπόγειες συνδέσεις. Τους ήρωες τους οικειοποιούνται και τους ενσαρκώνουν με πίστη και βάθος. Κάθε λεπτομέρεια, κάθε ανάσα, κάθε κίνηση μετατρέπεται σε τέχνη υψηλή και σε αξία. Η παράσταση δημιουργεί νέες προοπτικές, διαμορφώνει σκέψεις και αναστοχάζεται την υπόσταση του έρωτα. Μαγική και ρεαλιστική, τη θεωρώ μία από τις καλύτερες παραστάσεις που έχω παρακολουθήσει.
«Το στόμα, όταν δεν βρει φιλιά, δείχνει τα δόντια».
Ο Γιώργος Γλάστρας είναι μοναδικός ως Αβελάρδος. Η απόλυτη επιλογή για τον ρόλο. Έχω την αίσθηση πως τώρα πια κάθε φορά που θα τον βλέπω θα θυμάμαι αυτό το συγκλονιστικό ρόλο. Ώριμος, υποδειγματικός, συγκινητικός, εκφραστικός, ωραία παρουσία και άριστος τεχνίτης του λόγου.
Η Ελένη Κοκκίδου, αφηγήτρια και όχι μόνο, είναι μια κυρία του θεάτρου. Στο «Αβελάρδος και Ελοΐζα» είναι κριτική, δηκτική, καυστική, ειρωνική αλλά και αφάνταστα δραματική. Φωτίζει τις πηγές και τις κρυφές έννοιες του κειμένου. Αυθεντική σε κάθε επίπεδο.
Η Χριστίνα Μαξούρη είναι ένα πλάσμα ποιητικό και ζεστό. Την παρακολουθούσα με άκρατο ενθουσιασμό και έντονη φόρτιση. Ήταν η Ελοΐζα. Ελοΐζα θαρραλέα, Ελοΐζα δυνατή, Ελοΐζα ερωτευμένη. Μια προσωπικότητα, μια γυναίκα απεριόριστη. Διάχυτη η ποίηση στην ερμηνεία της. Κανένας στόμφος, καμία μεγαλοστομία. Το πάθος της, η θηλυκότητά της, η προσμονή της, η αποφασιστικότητά της, η αγάπη της, διαποτίζουν όλη την παράσταση.
«Πώς κηδεύονται οι αγάπες;
Πώς τις πιάνεις και τις βάζεις στον τάφο;».
Δύο ήρωες που είχαν την επιθυμία να ζήσουν το μεγαλείο του έρωτα. Αυτό το υπέροχο συναίσθημα που χαρίζει στον άνθρωπο φτερά. Που τον οδηγεί σε πρωτόγνωρα μονοπάτια ευτυχίας. Που κάθε άνθρωπος έχει την ανάγκη και το δικαίωμα να ζήσει.
Ο Γιάννης Καλαβριανός, που ένα προσκύνημά του, εκεί που υμνείται ο έρωτας στο διηνεκές, εκεί που ο τύμβος γράφει «Les Restes d’Heloise et d’ Abelard sont Reunis dans ce Tombeau», του έδωσε το έναυσμα για το έργο, μας πρόσφερε μια μνημειώδη παράσταση, υψηλής αισθητικής, γεμάτη από το πνεύμα του έρωτα και της αιώνιας αφοσίωσης. Και δεν ξέχασε να μας υπενθυμίσει πως οι μεγάλοι έρωτες βρίσκονται πάντα κοντά, καιροφυλακτώντας να μας χτυπήσουν. Εμπνεύστηκε το θέμα του από τον 12ο αιώνα, περίοδο μεγάλου αναβρασμού και αναταραχής στην ιστορία της Ευρώπης, εποχή που γέννησε υψηλές προσδοκίες για τον Θεό και τον έρωτα. Ο Γιάννης Καλαβριανός έμαθε όλες τις μαγικές λέξεις για το θέατρο, για την αγάπη, για τους ανήσυχους καιρούς και τις αξιοποιεί για να γράφει το θαυμαστό έργο του.
«Ο παράδεισος βρίσκεται
εκεί που είναι η αγάπη σου.
Εκεί που κρεμάει τα ρούχα της,
Εκεί που ακουμπάει το χέρι της,
Εκεί που αφήνει τα παπούτσια της»
Όλοι οι συντελεστές με την υπέροχη δουλειά τους, η Εύα Μανιδάκη με τα ξεχωριστά σκηνικά της, με τα κοστούμια της όμορφης απλότητας η Ιωάννα Τσάμη, τους υποβλητικούς φωτισμούς ο Σάκης Μπιρμπίλης, τη μεγαλειώδη μουσική του ο Άγγελος Τριανταφύλλου, την ευφυή επιμέλεια κίνησης ο Χρήστος Παπαδόπουλος και την άγρυπνη εργασία της η βοηθός σκηνοθέτη Μαριέττα Σπηλιοπούλου, μας υπενθύμισαν κάτι ακόμη: πως η αγάπη ευεργετεί και μακροθυμεί. Στοργική και τρυφερή είναι η αγάπη, χαρούμενη και θρηνητική, ταπεινή, υπερήφανη και γνήσια. Η αγάπη θαυμάζει, η αγάπη ανανεώνει, η αγάπη μεγαλουργεί, η αγάπη δημιουργεί, διδάσκει, δωρίζει, δυναμώνει, η αγάπη ομορφαίνει τον κόσμο, η αγάπη αψηφά, η αγάπη κάνει τέχνη, η αγάπη θρηνεί, η αγάπη αγαλλιάζει, η αγάπη πέφτει στη φωτιά, η αγάπη θυσιάζεται, η αγάπη μοχθεί, η αγάπη εξυψώνει, η αγάπη ξεπερνά κάθε αρετή, η αγάπη ανασταίνει.
«Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία, πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει». (Προς Κορινθίους Α’ Επιστολή Αποστόλου Παύλου).
“Αβελάρδος και Ελοΐζα” – Συντελεστές
Κείμενο-Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Επιμέλεια κίνησης: Χρήστος Παπαδόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριέττα Σπηλιοπούλου
Παίζουν οι ηθοποιοί
Γιώργος Γλάστρας, Ελένη Κοκκίδου, Χριστίνα Μαξούρη
* Με την υποστήριξη του Γαλλικού Ινστιτούτου, στο πλαίσιο του προγράμματος “Ελλάς Γαλλία Συμμαχία 2014”
* Μια συμπαραγωγή με την Εταιρεία Θεάτρου SFORARIS και το Φεστιβάλ Αθηνών
Πληροφορίες
Θέατρο του Νέου Κόσμου
Δώμα / Αντισθένους 7 και Θαρύπου, Νέος Κόσμος / 210.92.12.900.
H ιστορία
Φιλόσοφος και διδάσκαλος
Ποιος όμως ήταν αυτός ο φιλόσοφος, που τόσο πολύ αγαπήθηκε και συνάμα πολεμήθηκε τόσο ώστε ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα του 12ου αιώνα, την ανακάλυψη του έρωτα, να τη βιώσει με τον τραγικότερο τρόπο;
Ο Πέτρος Αβελάρδος γεννήθηκε στο Παλέ της Γαλλίας το 1079. Η μεγάλη αγάπη του για τις φιλοσοφικές μελέτες τον ώθησε να παραχωρήσει το επάγγελμα των όπλων, όπως και το κληρονομικό δικαίωμα του πρωτότοκου στ’ αδέλφια του, και να στραφεί προς τις σπουδές. Ο ίδιος σ’ ένα σύγγραμμά του βεβαιώνει «…και καθώς προτιμούσα την πανοπλία των διαλεκτικών επιχειρημάτων και τα κληροδοτήματα της φιλοσοφίας, αντήλλαξα άλλα όπλα αντ’ αυτών, τρέφοντας μεγαλύτερο σεβασμό για την ακαδημαϊκή διαμάχη, παρά για τα τρόπαια του πολέμου».
Στο Παρίσι, η ανάγκη να γκρεμίσει τα είδωλα τον οδήγησε σε σύγκρουση με τον διασημότερο καθηγητή του, Γουλιέλμο ντε Σαμπώ, ο οποίος αρχικά τον δέχτηκε με μεγάλη θέρμη. Αργότερα όμως τον αντιπάθησε σφοδρά. Ο Αβελάρδος, στην προσπάθειά του να αντικρούσει κάποιες απόψεις του δασκάλου του, ενεπλάκη σε αντιδικίες, στις οποίες αρκετές φορές υπερείχε εξαιτίας των ορθών επιχειρημάτων του. Αυτό όμως αγανακτούσε τους κορυφαίους συναδέλφους του, οι οποίοι ήσαν μεγαλύτεροι σε ηλικία και υπερτερούσαν σε χρόνια μελέτης. Αυτός ο φθόνος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη φήμη του Αβελάρδου, η οποία μεγάλωνε ταχύτατα.
Πολύ νωρίς του δημιουργήθηκε η μεγάλη επιθυμία να διδάξει. Όταν το όνειρό του έγινε πραγματικότητα στην πόλη Μελέν, ο δάσκαλός του εξοργίστηκε και αποπειράθηκε να υπονομεύσει τους μαθητές του Αβελάρδου. Με τον φθόνο του, όμως, το μόνο που κατάφερε ήταν να χαρίσει στον μαθητή του περισσότερους υποστηρικτές.
Η αλήθεια είναι ότι η διδασκαλία του νεαρού Αβελάρδου ενθουσίαζε τους μαθητές και δημιουργούσε οπαδούς. Ίδρυσε σχολή στο Κορμπέιγ και αφοσιώθηκε στο έργο του με όλες του τις δυνάμεις μέχρι «τελικής πτώσεως». Όπως ο ίδιος γράφει «…καθώς απέκτησα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, μετέφερα τις τάξεις μου στην Κορβίγη, η οποία βρίσκεται πιο κοντά στο Παρίσι, δίνοντας με αυτή μου την ενέργεια αφορμή για περισσότερους ρητορικούς διαξιφισμούς. Λίγο αργότερα κατέρρευσα σωματικά, ως αποτέλεσμα του υπερβάλλοντος ζήλου μου για τη μελέτη, και αναγκάστηκα να επιστρέψω στην πατρίδα μου και, καθώς για πολλά χρόνια βρισκόμουν εκτός Γαλλίας, τα άτομα τα οποία προσείλκυε η μελέτη της διαλεκτικής, αποζητούσαν με ακόμη μεγαλύτερο πάθος τη διδασκαλία μου».
Όταν ο Αβελάρδος επέστρεψε στο Παρίσι, όπου άρχισε να διδάσκει διαλεκτική, ο Γουλιέλμος είχε στο μεταξύ προαχθεί στους ανώτερους ιερατικούς βαθμούς και είχε χριστεί επίσκοπος. Το νέο αξίωμά του, όμως, δεν κατασίγασε τη μανία του να πολεμήσει τον νεαρό μαθητή του με όλα τα όπλα. Έτσι άρχισε να τον κατηγορεί, σε προσωπικό επίπεδο, αποβλέποντας έτσι στην αντικατάστασή του από άλλο άτομο, εχθρικό προς αυτόν. Ο Αβελάρδος υποχρεώθηκε να επιστρέψει στη Μελέν. Όμως αυτό το γεγονός δεν έφερε την αναμενόμενη νίκη στον Γουλιέλμο. Αντιθέτως, σήμανε το τέλος του. Όλοι οι μαθητές του τον εγκατέλειψαν και ο επίσκοπος εγκατέλειψε με τη σειρά του τη διδασκαλία. Είναι η στιγμή που ο Αβελάρδος επιστρέφει θριαμβευτής.
Ο παράφορος έρωτας
Η λαμπρή πορεία του Πέτρου Αβελάρδου ξαφνικά αλλάζει το 1118 εξαιτίας της μυθιστορηματικής ερωτικής περιπέτειάς του με τη δεκαπεντάχρονη Ελοΐζα, ανιψιά τού γέροντα εφημέριου Φυλμπέρ. Η Ελοΐζα ήταν γνωστή σε ολόκληρη τη Γαλλία για τη μόρφωσή της. Ο Φυλμπέρ εμπιστεύεται την πνευματική καλλιέργεια της ανιψιάς του στον Αβελάρδο και τον προσλαμβάνει εσωτερικό δάσκαλό της. Ο κίνδυνος παραμονεύει…
Η πνευματική επαφή μεταξύ δασκάλου και μαθήτριας δεν άργησε να εξελιχθεί σε σαρκική κι ένας μεγάλος έρωτας να ανθήσει κρυφά στο σπίτι του εφημέριου. Όπως ο ίδιος ο φιλόσοφος γράφει «ενωθήκαμε κάτω από την ίδια στέγη… Με την πρόφαση πως μελετούμε περνούσαμε ώρες ολόκληρες μέσα στη γλύκα του έρωτα… Τα φιλιά μας ήσαν περισσότερα από τα λόγια μας… Τα χέρια μου πιο πολύ ζητούσαν την αγκαλιά της παρά τα βιβλία… Ο έρως γέμιζε τα βλέμματά μας».
Η ρομαντική, όμως, ιστορία του Πέτρου και της Ελοΐζας παίρνει επικίνδυνες διαστάσεις όταν στα σπλάχνα της μικρής μαθήτριας του φιλοσόφου αρχίζει να μεγαλώνει ο καρπός του έρωτά τους. Εδώ ξεκινάει ο γολγοθάς για τους ανήσυχους εραστές. Ο Αβελάρδος μεταφέρει κρυφά την αγαπημένη του στη Βρετάνη. Εκεί η Ελοΐζα φέρνει στον κόσμο τον Πέτρο – Αστρολάβο. Ο Αβελάρδος θέλει να νομιμοποιήσει τη σχέση του μαζί της μα εκείνη τον εμποδίζει. Μ’ ένα γράμμα της τον συμβουλεύει να εγκαταλείψει την ιδέα του γάμου, για να μη χαλάσει η πνευματική σταδιοδρομία του: «…δεν θα μπορέσεις να φροντίζεις και τη σύζυγο και τη φιλοσοφία. Πώς θα συμβιβάσεις τις υποχρεώσεις τού καθηγητή και του υπηρέτη, της βιβλιοθήκης και της κούνιας, της πένας και της διάστρας; Έχεις ανάγκη να συγκεντρωθείς στους φιλοσοφικούς σου στοχασμούς. Θα μπορέσεις να ανεχτείς τα κλάματα του μωρού, τα νανουρίσματα της τροφού, τον συνεχή θόρυβο του υπηρετικού προσωπικού; Πώς θα αντέξεις τις βρωμιές που κάνουν διαρκώς τα μικρά παιδιά;
Οι πλούσιοι μπορούν γιατί έχουν ένα παλάτι ή ένα μεγάλο σπίτι που τους επιτρέπει να απομονωθούν, τα πλούτη τους επαρκούν για όλα τα έξοδα και δεν χρειάζεται να σταυρώνονται καθημερινά για τις υλικές ανάγκες. Οι διανοούμενοι δεν βρίσκονται στην ίδια θέση και όσοι ασχολούνται με χρήματα και υλικές ανάγκες δεν μπορούν να αφοσιωθούν στο έργο του θεολόγου ή του φιλοσόφου».
Ο θείος – τιμωρός
Ο Αβελάρδος αρνείται να δεχτεί τη θυσία της Ελοΐζας και επιμένει να τη νυμφευθεί. Εκείνη υποκύπτει στο γεγονός ότι ο γάμος τους θα μείνει κρυφός και ενημερώνει τον θείο της. Όμως ο Φυλμπέρ δεν συμφωνεί με την ιδέα αυτή. Παρόλο που παρευρέθη στην τελετή του μυστικού γάμου επιμένει να τον δημοσιοποιήσει. Αυτή η έντονη επιθυμία βέβαια δεν αποσκοπούσε στην «πατρική» ικανοποίησή του αλλά στη μείωση του κύρους του Αβελάρδου, αφού παρά την τροπή των πραγμάτων, δεν εννοεί να τον συγχωρήσει.
Το ζευγάρι ασφυκτιά μπροστά στην επιμονή του Φυλμπέρ και ο Αβελάρδος αποφασίζει να στείλει την Ελοΐζα στο μοναστήρι του Αρζαντέιγ, ντυμένη μοναχή, μέχρι να κοπάσουν τα σχόλια. Έτσι ο Αβελάρδος επιστρέφει στη σχολή του, για να συνεχίσει τις παραδόσεις του ελπίζοντας πως με αυτόν τον τρόπο θα ηρεμήσει λίγο τα πνεύματα. Όμως ο Φυλμπέρ θύμωσε. Θεώρησε ότι τον εξαπάτησαν. Το μίσος και το συναίσθημα της εκδίκησης φώλιασαν στην καρδιά του.
Μια νύχτα, λοιπόν, πλήρωσε καλά έναν υπηρέτη του φιλοσόφου, για να διευκολύνει αυτόν και την παρέα του να μπουν στο σπίτι του Αβελάρδου. Οι μπράβοι του αφαίρεσαν κάθε ίχνος ανδρισμού ευνουχίζοντάς τον. Το ξημέρωμα τον διέσυραν ακρωτηριασμένο μπροστά στον κόσμο που είχε μαζευτεί και τον ανάγκασαν να αποσυρθεί ντροπιασμένος στο αβαείο του Σαιν Ντενί.
Ο ακρωτηριασμένος μαχητής
Το πάθος του Αβελάρδου για τη μελέτη επουλώνει σιγά σιγά τα τραύματά του. Οι μαθητές του τον παρακαλούσαν να ξαναρχίσει τη διδασκαλία του. Γράφει την πρώτη πραγματεία περί θεολογίας. Η μεγάλη επιτυχία που σημείωσε ήταν πρόκληση για τους αντιπάλους του. Επωφελούμενοι από τις συμφορές του, τον κατεδίωκαν. Η διδασκαλία του ανησύχησε την Καθολική Εκκλησία, ειδικότερα όταν κήρυξε ότι η αμφιβολία είναι η αφετηρία που οδηγεί στην έρευνα. Η κατάσταση οξύνθηκε όταν δίδαξε ότι η αμαρτία υπάρχει μόνο όταν συντρέχει κακή και δόλια πρόθεση, γιατί θεωρήθηκε αιρετικός αφού αρνιόταν το προπατορικό αμάρτημα. Συνέπειες των θεωριών του υπήρξαν οι αλλεπάλληλες διώξεις και τα βασανιστήρια στα οποία πρωταγωνιστής υπήρξε ο δεινότερος πολέμιός του, Βερνάρδος του Κλαιρβώ, ο οποίος ανακηρύχθηκε «άγιος» από την Καθολική Εκκλησία. Ο Άγιος Βερνάρδος τον κατεδίωκε έως ότου συνεκλήθη Σύνοδος στη Σουασόν όπου ο μεγάλος φιλόσοφος καταδικάστηκε ως επικίνδυνος αιρετικός. Ο διασυρμός του Αβελάρδου είχε φτάσει στο ύψιστο σημείο. Τα βιβλία του καίγονται στην πλατεία του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Ο φιλόσοφος, ψυχικό ράκος, καταφεύγει στο μοναστήρι του Κλυνύ όπου στις 21 Απριλίου του 1142 αφήνει την τελευταία του πνοή. Η Ελοΐζα, πριν κι εκείνη κλείσει τα μάτια της, ζήτησε να ταφεί δίπλα στον άνδρα της που τόσο λάτρεψε.