Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Πέντε γυναίκες, που αντιπροσωπεύουν διαφορετικές ηλικίες, κεκλεισμένων των θυρών, στο σπίτι τους, στις εμμονές τους, στις σκέψεις τους, περιμένουν. “Στο σπίτι περιμένοντας τη βροχή”, όπως λέει και ο τίτλος. Έχουν σπαταλήσει τη ζωή τους αναμένοντας, σαν τη βροχή που ξεδιψά, την επιστροφή του μικρού αδελφού και γιου που είχε, πριν από χρόνια, εκδιωχτεί από τον πατέρα, ο οποίος όμως έχει πια φύγει από τη ζωή. Καμιά είδηση όλα αυτά τα χρόνια της απουσίας, κανένα σημάδι ζωής από τον μικρό αδελφό. Σε αυτό το μεγάλο διάστημα προσμονής, η επιστροφή του αποτελούσε τη μόνιμη και αποκλειστική επιθυμία και των πέντε γυναικών. Ο γυρισμός του όμως δεν θα ικανοποιήσει τις προσδοκίες τους αφού, τη στιγμή της εισόδου του στο σπίτι, εξουθενωμένος, θα καταρρεύσει. Το μόνο που προλαβαίνει είναι να πετάξει το σάκο του. Ναυτικό ή στρατιωτικό άραγε; Τώρα βρίσκεται ξαπλωμένος, κατάκοπος, κοιμισμένος ίσως, άρρωστος ή νεκρός, στο παιδικό του κρεβάτι αφήνοντας την ερμητική σιωπή του να αιωρείται στο πατρικό σπίτι. Είναι και πάλι κοντά τους, ακίνητος και σιωπηλός όμως, γι’ αυτό εκείνες βυθίζονται για μια ακόμα φορά στην αναμονή. Πέντε γυναίκες που αναμετρώνται με τη διάψευση των ελπίδων τους. Πέντε γυναίκες που θα μπορούσαν να είναι μία -η ίδια- ή και κάθε γυναίκα, αντιμέτωπες με το πένθος. Τραγικές ηρωίδες που στέκονται στο κατώφλι μιας αινιγματικής εξώθυρας για να υποδεχθούν εκείνον που θα έρθει ή για να ξεπροβοδίσουν εκείνον που φεύγει για πάντα.
Συγκρούσεις μέσα στην αξημέρωτη νύχτα που φέρνουν στην επιφάνεια αναμνήσεις, θυμούς και στιγμές παραίτησης, ενοχές και εκλάμψεις ελπίδας. Η μεγάλη συναισθηματική φόρτιση που έχει δημιουργήσει και στις πέντε γυναικείες μορφές η επάνοδός του αλλά και η απρόσμενη κατάρρευση της αγαπημένης αντρικής ύπαρξης, θα τις οδηγήσει σε ένα τυραννικό ξεγύμνωμα ψυχής μέσα από την κατάθεση προσωπικών εκμυστηρεύσεων, την αναζήτηση ξεχασμένων στιγμών και την έκφραση προσωπικών επιθυμιών. Εκείνο το απόγευμα, λίγο πριν από το τέλος του καλοκαιριού, και μέχρι το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας, γύρω από τον σκηνικά απόντα αποκοιμισμένο άντρα, θα συγκροτηθεί ένας πένθιμος γυναικείος Χορός που κινείται σε μία ατμόσφαιρα η οποία φέρνει στο νου αρχαία ελληνική τραγωδία. Παραπέμπει όμως και σε στοιχεία από την παράδοση του Τσέχωφ αλλά και σε απόηχους από τον Κάφκα, τον Ιονέσκο, τον Μπέκετ και την Ντιράς. Με βήματα αργά που θυμίζουν “κραυγές και ψιθύρους” του Μπέργκμαν, εκκωφαντικούς όσο και υπόγεια πνιγηρούς, η καθεμία από τις πέντε γυναίκες θα επιχειρήσει να αναδειχθεί σε θεματοφύλακα της οικογενειακής μνήμης, περιφρουρώντας – φροντίζοντας τον νεαρό άντρα, ουσιαστικά όμως διεκδικώντας ένα κομμάτι από την ψυχή του, σε μία προσπάθεια να περισώσει για τον εαυτό της κάποιο υπόλειμμα στοργής και αγάπης. Διείσδυση στα απόκρυφα της υποταγής; Δοκίμιο βίας; Αποκαλύπτονται έτσι αλήθειες βαθιές για την ψυχοσύνθεση και τη θέση της καθεμίας απέναντι στις άλλες, καθώς τα πράγματα κάτω απ’ την επιφάνειά τους δεν είναι τόσο απλά όσο θα περίμενε κανείς…
Η Εστέρ Αντρέ Γκονζάλες με τη σκηνοθεσία της και την επιμέλεια της κίνησης έκανε μια λιτή, όσο και διεισδυτική καταγραφή των σχέσεων μεταξύ των γυναικών και μια σκιαγράφηση των ιδιαιτεροτήτων του εσωτερικού κόσμου των πρωταγωνιστριών… Η ικανότητα της δημιουργού να ρίχνει φως στα νοήματα της πλοκής, όσο και η ευχέρειά της να αποτυπώνει τα συναισθήματα που κατακλύζουν τους χαρακτήρες στο θέατρο, είναι ειλικρινά εντυπωσιακές…
Ο Γάλλος συγγραφέας Jean-Luc Lagarce σταλάζει δάκρυ δάκρυ όλη τη γυναικεία απελπισία. Σε ατμόσφαιρα ηλεκτρισμένη, ανάμεσα σε αμφίβολες μνήμες, ψεύτικα όνειρα, εξουθένωση και βραδύτητα, παραφυλώντας την αναπνοή και με την προσοχή στραμμένη στο πέρασμα της λεπταίσθητης σιωπής, με αφαίρεση της δράσης, προσεγγίζει τις κοινωνικές συμβάσεις στοχαζόμενος βαθιά. Φροντίζει δε να σπείρει την ασάφεια και την αβεβαιότητα έτσι ώστε, το πέρας της παράστασης, να βρει τον θεατή να αναρωτιέται αν ο άντρας επέστρεψε πραγματικά και βρίσκεται στο δωμάτιό του, ετοιμοθάνατος ή αναρρώνοντας, ή αν απλώς οι πέντε γυναίκες ονειρεύτηκαν την επιστροφή του.
Αυτήν ακριβώς την αίσθηση έδωσε και η Εστέρ Αντρέ Γκονζάλες, μια ατμόσφαιρα μπωντλερική όπου αυτές οι αδερφές, οι σύζυγοι και ακόμα οι μητέρες και οι ερωμένες που έχουν ξεχαστεί και οι άνδρες δεν θέλουν να τις δουν, δεν θέλουν να καταλάβουν τις επιθυμίες τoυς, παρ’ όλα αυτά οι ίδιες περιμένουν, γιατί υποσχέθηκαν να περιμένουν και το πράττουν…
Με αλληγορικό, συμβολικό τρόπο η παράσταση αποκαλύπτει τις μοναχικές, βασανισμένες περσόνες των γυναικών που υπομένουν, θαμμένες από μια κοινωνία σκληρή και αδυσώπητη. Αυτό το στοιχειωμένο ιδανικό γεννήθηκε μακριά από την εξερεύνηση μεγάλων πόλεων, μακριά από τους αναρίθμητους συσχετισμούς. Μέσα σε μια ατμόσφαιρα περιφερειακής παρακμής. Ανάμεσα σε εκείνες και σ’ εκείνον παρεμβάλλεται μια διαφάνεια λίγο νοτισμένη, μυρωμένη με νότες μανταρινιού, σαν τρέμουλο ζεστού ανέμου το Σεπτέμβριο.
Αυτό που κάνει ξεχωριστή την παράσταση αυτή είναι η εμβάθυνση στη δέσμη της φευγαλέας λάμψης που ραγίζει την ψυχή από μέσα. Την κάνει εύθραυστη. Λόγοι – μονόλογοι γυναικών που προσπαθούν εμμονικά να βρουν τις κατάλληλες λέξεις για να χωρέσουν τον ανθρώπινο πόνο και βρίσκονται διαρκώς αντιμέτωπες με την έννοια της αποτυχίας του προφορικού λόγου.
Οι πέντε γυναίκες ανοίγουν την ψυχή τους, ενώ ταυτόχρονα αποκαλύπτουν η μία στην άλλη περισσότερο τη ζωή που υπέμειναν παρά τη ζωή που έζησαν. Μικρά στοχαστικά ποιήματα σε πεζό, αίσθημα που χαλιναγωγείται από την καθαρότητα του τόνου. Η ποίηση δεν εκρέει μόνο από τη συγκίνηση που δίνει ο συγγραφέας αλλά είναι και αποτέλεσμα μεθοδικής θεατρικής εργασίας.
Συντελεστές
Στη μετάφραση του Δημήτρη Φίλια, που αποφεύγει τις κοινότοπες εκφράσεις και το μελοδραματισμό, είναι εμφανής η ποιητικότητα. Απλά και λειτουργικά τα σκηνικά και τα κοστούμια του Χρήστου Κωνσταντέλλου, αποπνέουν μια αίσθηση συντηρητισμού, σεμνότητας, πένθους και αγωνίας. Στη διδασκαλία της φωνητικής ο Κώστας Χατζηδημητρίου έχει κάνει σοβαρή και ουσιώδη δουλειά. Θετική και η συμβολή του βοηθού σκηνοθέτη Γρηγόρη Δροσίδη.
Υπέροχες οι δύο μουσικοί που συμμετέχουν στην παράσταση. Η Στέλλα Βαρβέρη στο φλάουτο και η Σίσση Μπαρακάρη στο βιολοντσέλο. Οι ηθοποιοί είναι όλες ξεχωριστές. Η διανομή ταιριαστή και καλομελετημένη.
Η Άννα Αναστασιάδου παίζει με λεπτότητα και εσωτερικότητα. Είναι ηθοποιός αβρή και ιδιαίτερα ταλαντούχα, με σωματική εκφραστικότητα, ταμπεραμέντο και διαίσθηση.
Η Χρυσούλα Ζαχαριάδη έχει θαυμάσια σκηνική παρουσία και ακτινοβολεί. Ειδικά στον αρχικό μονόλογο, εντυπωσιάζει με την ερμηνεία της. Η Ευαγγελία Καμπερίδου είναι τρυφερή και λυγερή σαν κυκλάμινο. Παίζει με χιούμορ και ζωντάνια. Η Όλγα Κωνσταντοπούλου σπάνια ηθοποιός, πολύ αδρή, άμεση και υπαινικτική. Η Βιβή Σμέτη επίσης εξαιρετική, συνδυάζει στην ερμηνεία της το σαρκασμό με τον αυθορμητισμό.
Η Εsther André Gonzalez, μια σκηνοθέτις που τιμά τη χώρα μας με το να εργάζεται εδώ παρά τις αντιξοότητες, καταθέτει μια αψεγάδιαστη παράσταση και συγχρόνως μια υπερβατική σκηνοθεσία. Θα το παρακολουθήσετε στο χώρο “Προσωρινός”, στο Κολωνάκι.
* Το έργο «Στο σπίτι περιμένοντας τη βροχή» ήταν παραγγελία του Théâtre Ouvert στον Jean-Luc Lagarce, από τον Ιούλιο του 1993. Μόλις διάβασαν το χειρόγραφο, ο Lucien και η Micheline Attoun έμειναν έκθαμβοι. Κι όμως, ήταν μια ιστορία απλή, από την καθημερινή ζωή, Καμιά μεγαλοστομία που να αγγίζει τη σφαίρα της φιλοσοφίας ή της μεταφυσικής. Η γοητεία του έργου βρίσκεται στη σφραγίδα του οικείου, που παραπέμπει στη ζωή του καθενός. Μιλάει για πράγματα μεγάλα και σοβαρά, όπως η αρρώστια, η βία και ο θάνατος, χωρίς να τα δραματοποιεί – χρησιμοποιώντας λέξεις απλές, καθημερινές, κατανοητές από όλους. Μία καινούργια γραφή που γοητεύει και δίνει στο κείμενο τη θέση που του αξίζει: στο κέντρο της θεατρικής πράξης. Ένα έργο γυναικών από έναν άντρα συγγραφέα, που κατορθώνει να διεισδύσει στα άδυτα του άλλου φύλου και να αναδείξει το αρχέγονο και το συλλογικό της φύσης του.
Ταυτότητα παράστασης
Μετάφραση: Δημήτρης Φίλιας
Σκηνοθεσία – Κίνηση: Εστέρ Αντρέ Γκονζάλες
Σκηνικά – Κοστούμια: Χρήστος Κωνσταντέλλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Γρηγόρης Δροσίδης
Διδασκαλία φωνητικής: Κώστας Χατζηδημητρίου
Φωτογραφίες: Λευτέρης Εφραίμης, www. labnoir.gr
Teaser – Trailer: Πέτρος Γκίκας
Radio spot: Νέστορας Κοψιδάς
Παίζουν: Άννα Αναστασιάδου, Χρυσούλα Ζαχαριάδη, Ευαγγελία Καμπερίδου, Όλγα Κωνσταντοπούλου, Βιβή Σμέτη
* Ο Jean-Luc Lagarce είναι ο απόλυτος θεατράνθρωπος: ηθοποιός, σκηνοθέτης, θιασάρχης και συγγραφέας. Η απλότητα των λέξεών του, το βάθος της σκέψης του και η πρωτοτυπία της σύνταξης των έργων του, τον καθιστούν έναν σύγχρονο κλασικό. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε πάρα πολλές γλώσσες και παίζονται σήμερα σε όλες τις χώρες του κόσμου. Το 2007 ανακηρύχτηκε σε «Έτος Lagarce».
Γεννήθηκε στο Héricourt, το 1957. Γιος εργατών που ανατράφηκε με τις αρχές του προτεσταντισμού και δεν έκρυψε ποτέ την καταγωγή του. «Λίγα βιβλία, καθόλου θέατρο», συνήθιζε να λέει για τα παιδικά του χρόνια.
Απαράμιλλη η ευγένεια και το αίσθημα δικαιοσύνης που τον χαρακτήριζαν. Όλοι τον θυμούνται σαν ένα ψηλό αγόρι, με λεπτή φωνή και ακατανίκητη γοητεία. Στο θέατρο τον λάτρευαν. Δεν σου έδειχνε ποτέ τι έπρεπε να κάνεις. Μιλούσε μαζί σου. Παρών κάθε βράδυ στην κουίντα για να εμψυχώνει τους ηθοποιούς του. Και τις εισπράξεις τις μοίραζε σε όλους δίκαια. Δεν είναι τυχαίο που ο Olivier Py τον αποκαλεί «προλετάριο αριστοκράτη».
Στις 23 Ιουλίου 1988 μαθαίνει αυτό που φοβόταν: είναι οροθετικός. Δεν θα μιλήσει ποτέ για AIDS- δεν του άρεσε αυτή η λέξη, ούτε θα το κάνει ποτέ θέμα στο έργο του ή τη γραφή του. Δεν μεμψιμοιρεί, δεν θυμώνει, χλευάζει το θάνατο και τιμά τη ζωή: τα τελευταία 7 χρόνια που του μένουν θα τα ζήσει στο έπακρό τους. Παίζει, σκηνοθετεί, γράφει, χωρίς ποτέ να σκέφτεται ότι πρόκειται για το τελευταίο του έργο. Και οι φίλοι του δεν τον εγκαταλείπουν ως το τέλος.
Αφήνοντας πλούσιο έργο πίσω του με 24 θεατρικά, τρία διηγήματα, ένα λιμπρέτο, ένα σενάριο για τον κινηματογράφο, δύο προσωπικά φιλμ, άρθρα, σημειώματα και ένα Ημερολόγιο σε 23 τετράδια, πεθαίνει τον Σεπτέμβριο του 1995, μόλις 38 ετών. Παρότι το έργο του υπήρξε σχεδόν άγνωστο όσο ζούσε, εκείνος έγινε -μετά το θάνατό του- ο πιο πολυπαιγμένος θεατρικός συγγραφέας στη Γαλλία.
Η ομάδα «Les Vagues»
Η αγάπη για τον Jean-Luc Lagarce και για το συγκεκριμένο έργο οδήγησε στη σύσταση της ομάδας Les Vagues (Τα Κύματα). Η πατρότητα του ονόματος ανήκει στον Patrice Pavis, ο οποίος μιλώντας για το «Στο σπίτι περιμένοντας τη βροχή», το περιέγραψε σαν ένα έργο με 12 κυματισμούς, οι οποίοι «διαδέχονται ο ένας τον άλλον για να επανέρθουν στην ίδια βασική κατάσταση, με μια ώθηση που δίνει κάθε φορά μία από τις πέντε γυναίκες, αφήνοντας στην καθεμία την ελευθερία να αναπτύξει την άποψή της».
Πληροφορίες
Jean-Luc Lagarce
“Στο σπίτι περιμένοντας τη βροχή”
Σκηνοθεσία: Εsther André Gonzalez
Από την ομάδα «Les Vagues»
“Προσωρινός”
Δεινοκράτους 103, Κολωνάκι
Τηλ. κρατήσεων 6943564344
Πρεμιέρα 15 Δεκεμβρίου
Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00
Από 15.12.2014 έως 10.2.2015
Διάρκεια: 80’
Video teaser: http://youtu.be/CnEtKqk4je4