13.2 C
Athens
Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024

Τα Μάγια, η Πεταλούδα, η λήθη και η τρέλα της ποίησης του Λόρκα

Στις 19 Αυγούστου του 1936, στην ηλικία των 38 ετών, δολοφονήθηκε στην περιοχή της Γρανάδα από ένα εκτελεστικό απόσπασμα δώδεκα ατόμων ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. Το αποτελούσαν αστυνομικοί, εθελοντές αλλά και κρατούμενοι, τους οποίοι υποχρεώθηκαν να διαπράξουν τη δολοφονία του υπό την απειλή της εκτέλεσης. Οι περισσότεροι από αυτούς δεν γνώριζαν καν ποιον διατάχθηκαν να δολοφονήσουν. Μόνο δύο είχαν γνώση. Για τη δολοφονία κατηγορήθηκαν ακροδεξιοί πολιτικοί και επιχειρηματικοί κύκλοι, μέλη επιφανών οικογενειών της Γρανάδα, καθώς και κάποιοι προερχόμενοι από την άκρως συντηρητική πατρική οικογένειά του, οι οποίοι μισούσαν τον πατέρα και ως εκδίκηση σκότωσαν τον γιο. Ο τάφος του δε βρέθηκε ποτέ. Στη φωτογραφία ο Λόρκα σε οικογενειακή στιγμή με την ανιψιά του Ιζαμπέλ, 1914.

2011, Αύγουστος

Εβδομήντα πέντε χρόνια μετά τη δολοφονία του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, του ποιητή που δεν σταματούσε να αναρωτιέται.

Αύγουστος 2011, ανά την Ελλάδα, τον τόπο των αρχαίων ερωτηματικών, το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων παρουσιάζει το πρώτο έργο του Ανδαλουσιανού συγγραφέα, «Τα μάγια της Πεταλούδας». Ένα έργο, που, όπως ο ίδιος ο ποιητής επισημαίνει στον πρόλογό του, είναι γραμμένο «από αυτόν που θέλει να σκίσει το φεγγάρι, αλλά σκίζει την καρδιά του». Τα χειρόγραφα της τελευταίας πράξης του έργου έχουν χαθεί. Το τέλος που «λείπει» δημιουργεί κάθε φορά μια απορία που θα μένει για πάντα αναπάντητη.

Τα Μάγια της Πεταλούδας 
(Κωμωδία σε δύο πράξεις κι έναν πρόλογο, 1919).

Σ’ ένα χωριό με κατσαρίδες πέφτει μια μέρα απ’ τον ουρανό, με σπασμένα τα φτερά, μια πετα­λούδα. Η πολύχρωμη παρουσία της αναστατώνει τους νέους του χωριού και πάνω απ’ όλους τον Κατσαριδούλη, ένα νεαρό ποιητή που έχει κλη­ρονομήσει την τρέλα της ποίησης από πάππου προς πάππου. Η πεταλούδα όμως μένει ασυγκί­νητη απ’ τις ποιητικές του εξάρσεις κι όταν μια μέρα, με τη φροντίδα του χωριού, γίνεται καλά, ξαναγυρίζει στον ουρανό της, αφήνοντας τρελό από πόνο τον καημένο τον Κατσαριδούλη, που δεν μπορεί να την ακολουθήσει.
Δύο ενδιαφέροντα πρόσωπα του έργου είναι η «Κατσαρίδα νεκρομάντισσα», που μιλάει με τον πιο μακάβριο λυρισμό, κι ο «Σκορπιός», σύμβο­λο της πιο κακούργας αδηφαγίας. Άξιο μνείας είναι επίσης το χιούμορ που κάνει ο Λόρκα σε βάρος των ποιητών, όταν βάζει μια κατσαρίδα να λέει γι’ αυτούς σε μιαν άλλη: «Αν περνούσε απ’ το χέρι μου / θα τους έκαιγα όλους» και την άλλη να της απαντά: «Αυτό άσ’ το στη λήθη». (Το έργο είναι γραμμένο όλο σε στίχους).

Από πατέρα γαιοκτήμονα και μητέρα δασκάλα πιάνου

Γεννήθηκε στο Φουέντε Βακέρος της Ισπανίας το 1898. Ο πατέρας του ήταν ευκατάστατος γαιοκτήμονας και η μητέρα του δασκάλα πιάνου. Πρόσφερε τα πρώτα μαθήματα και στον ίδιο τον Λόρκα. Φοίτησε σε σχολείο ιησουϊτών στη Γρανάδα και ύστερα από πιέσεις του πατέρα του γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γρανάδα. Την εγκατέλειψε σύντομα, για να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία, τη μουσική και τη ζωγραφική. Το 1919 εγκαταστάθηκε στη Φοιτητική Κατοικία του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, που τότε λειτουργούσε ως ανοιχτό πανεπιστήμιο. Εκεί συναντήθηκε με τον Σαλβαδόρ Νταλί, τον σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, τους ποιητές Ραφαέλ Αλμπέρτι και Χουάν Ραμόν Χιμένεθ. Την ίδια περίοδο συνέθεσε τα πρώτα του ποιήματα που κυκλοφόρησαν το 1921, με τίτλο Βιβλίο Ποιημάτων. Λίγο νωρίτερα, το 1918, είχε δημοσιεύσει το έργο Εντυπώσεις και Τοπία περιδιαβαίνοντας την Καστίλη. (Πάνω, Σαλβαδόρ Νταλί, Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα και Λουίς Μπουνιουέλ στη Μαδρίτη). 

Πνευματικές ενορμήσεις

Το 1922, συνεργάστηκε με τον συνθέτη Μανουέλ ντε Φάγια στο Φεστιβάλ Λαϊκής Μουσικής, στη Γρανάδα. Στις παραδόσεις της λαϊκής και τσιγγάνικης μουσικής, πίστευε πως βρίσκει τη βάση των ποιητικών και πνευματικών του ενορμήσεων. Δημιούργημά του, εκείνη την εποχή, ήταν το Ποίημα του Κάντε Χόντο, λαϊκό τραγούδι της Ανδαλουσίας, που τραγουδιέται από Τσιγγάνους με συνοδεία κιθάρας και λίγο αργότερα, το 1924, ξεκίνησε να γράφει το Ρομανθέρο Χιτάνο, έργο που ολοκλήρωσε τελικά το 1927, σύνθεση 18 ποιημάτων με σταθερή στιχουργική μορφή, έκφραση μιας από τις αρχαιότερες μορφές ισπανικής ποίησης. Την ίδια περίοδο συνέθεσε και την Ωδή στον Σαλβαντόρ Νταλί, ενώ παράλληλα έγραψε το θεατρικό έργο Μαριάνα Πινέδα, που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βαρκελώνη, την ίδια χρονιά, σε σκηνογραφία Νταλί, σημειώνοντας επιτυχία. Στη φωτογραφία, πίνακας του Νταλί με θέμα τον Λόρκα.

Πηγές έμπνευσης

Τα έτη 1929-1930, αναζήτησε νέες πηγές έμπνευσης και ταξίδεψε στις ΗΠΑ και στην Κούβα. Οι εμπειρίες του στις Ηνωμένες Πολιτείες αξιοποιήθηκαν στο ποίημα Ένας Ποιητής στη Νέα Υόρκη. Επέστρεψε στην Ισπανία το 1931 και συνέθεσε το Ντιβάνι της Ταμαρίτ, ενώ παράλληλα δούλεψε και πάνω σε έργα για το κουκλοθέατρο. Εκεί έδειξε ξεκάθαρα πως επέλεγε ως κύρια ενασχόλησή του, τη συγγραφή θεατρικών και τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του ολοκλήρωσε τις κορυφαίες του δημιουργίες: Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα, Ματωμένος Γάμος, Γέρμα, Θρήνος για τον Ιγκνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, τραγωδίες με θέμα την κοινωνική καταπίεση κι έκδηλο το ανθρώπινο στοιχείο. Δεξιά, αυτοπροσωπογραφία του Λόρκα από εικονογράφηση του “Ποιητή στη Νέα Υόρκη”.

La Barraca

Με την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, οργάνωσε μία θεατρική ομάδα υπό την ονομασία La Barraca, η οποία έδωσε παραστάσεις κλασικών έργων σε εργοστάσια και αγροτικές περιοχές. Συνέταξε μια διακήρυξη συγγραφέων κατά του φασισμού κι ξεκίνησε να γράφει μια σειρά θεατρικών σκηνών με μορφή επιθεώρησης, ωστόσο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς ξέσπασε ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος με τα γνωστά επακόλουθα.

Ομιλία σε ηθοποιούς

Στις 18 Μαρτίου 1935, σε ειδική παράσταση της “Γέρμα”, αφιερωμένη στους ηθοποιούς της Μαδρίτης, ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα μ’ αυτή την ομιλία του ξεδιπλώνει όλη την αγάπη του για το θέατρο και τους εργάτες του.

Αγαπητοί φίλοι,
Είναι καιρός που πήρα τη σταθερή απόφαση
να αποκρούω κάθε είδους τιμητικές εκδηλώσεις, γεύματα και πανηγυρισμούς που γίνονται για το ταπεινό πρόσωπό μου· Πρώτον, γιατί νιώθω πως καθετί παρόμοιο βάζει ένα λιθαράκι στο φιλολογικό μας τάφο και δεύτερον, γιατί διαπίστωσα πως δεν υπάρχει πιο δυσάρεστο πράγμα από έναν ψυχρό λόγο προς τιμή μας ούτε και πιο θλιβερή στιγμή απ’ το οργανωμένο χειροκρότημα, ακόμα κι όταν είναι καλόπιστο.
Εξάλλου, πιστεύω πως γεύματα επίσημα και περγαμηνές φέρνουν δυστυχία και κακοτυχία στον άνθρωπο που τα δέχεται. Κακοτυχία και δυστυχία γεννάει η βολική στάση των φίλων που σκέφτονται: «Τώρα ξοφλήσαμε μαζί του». Ένα επίσημο γεύμα είναι μια επαγγελματική συγκέντρωση προσώπων που τρώνε μαζί μας κι όπου βρίσκονται, θέλοντας και μη, οι άνθρωποι που μας αγαπούν λιγότερο. Για τους ποιητές και τους θεατρικούς συγγραφείς θα οργάνωνα, μαζί με τις τιμητικές εκδηλώσεις, επιθέσεις εναντίον τους και αντεγκλήσεις όπου θ’ ακούγαμε να μας λένε παλικαρίσια και μ’ αληθινή οργή: «Γιατί δεν έκρινες πως αξίζει να κάνεις αυτό; Γιατί δεν κατάφερες να εκφράσεις την αγωνία της θάλασσας σ’ ένα θεατρικό πρόσωπο; Γιατί δεν τόλμησες ν’ αναμετρήσεις την απόγνωση των εχθρών στρατιωτών στον πόλεμο;». Η απαιτητικότητα μ’ ένα φόντο αγάπης αυστηρής τονώνουν την ψυχή του καλλιτέχνη που χάνει τη λεβεντιά του και καταστρέφεται με την εύκολη κολακεία. Τα θέατρα είναι γεμάτα από απατηλές σειρήνες στεφανωμένες με ρόδα θερμοκηπίου και το Κοινό είναι ικανοποιημένο, και χειροκροτεί βλέποντας καρδιές από πριονίδι και διαλόγους που λέγονται με νάζι· όμως ο δραματικός ποιητής δεν πρέπει να ξεχνά, αν δε θέλει να ξεχαστεί, τους αγρούς με τις τριανταφυλλιές, που τις δροσίζει η χαραυγή κι όπου υποφέρουν οι εργάτες, και το περιστέρι που, πληγωμένο από μυστηριώδη κυνηγό, χαροπαλεύει μέσα στις καλαμιές χωρίς ν’ ακούει κανένας το κλάμα του.
Αποφεύγοντας τις σειρήνες, τα ψεύτικα λόγια και συγχαρητήρια, δε δέχτηκα καμιά τιμητική εκδήλωση για την πρεμιέρα της «Γέρμα»· όμως ένιωσα τη μεγαλύτερη χαρά της μικρής συγγραφικής μου ζωής μαθαίνοντας πως γι’ αυτό το έργο ο θεατρικός κόσμος της Μαδρίτης ζήτησε απ’ τη μεγάλη Μαργαρίτα Ξιργκού (φωτογραφία), ηθοποιό με άσπιλη καλλιτεχνική ιστορία, αστέρι φωτεινό του ισπανικού θεάτρου και θαυμαστή ερμηνεύτρια του επώνυμου ρόλου, να δώσει μαζί με το θίασο που τόσο αξιοθαύμαστα την παραστέκει, μια ειδική παράσταση για να παρακολουθήσει το έργο.
Γι’ αυτό το δείγμα περιέργειας και προσοχής σχετικά με μια αξιοσημείωτη θεατρική προσπάθεια, τώρα, που ’μαστε εδώ συγκεντρωμένοι, εκφράζω τις πιο ειλικρινείς ευχαριστίες μου σ’ όλους. Απόψε δε μιλάω σα συγγραφέας ούτε σαν ποιητής, ούτε σαν απλός μελετητής της πλούσιας εικόνας που μας προσφέρει η ζωή του ανθρώπου, μα σα φλογερός λάτρης του θεάτρου κοινωνικής δράσης. Το θέατρο είναι ένα απ’ τα πιο εκφραστικά και χρήσιμα μέσα για το χτίσιμο μιας χώρας και το βαρόμετρο που δείχνει την ακμή και την παρακμή της. Ένα θέατρο ευαίσθητο και καλά προσανατολισμένο σ’ όλα τα είδη του, από την τραγωδία ως το κωμειδύλλιο, μπορεί ν’ αλλάξει μέσα σε λίγα χρόνια την ευαισθησία του λαού· κι ένα θέατρο εξαρθρωμένο, που αντί να ’χει φτερά φοράει τσόκαρα, μπορεί να εξαχρειώσει και ν’ αποκοιμίσει ένα ολόκληρο έθνος. Το θέατρο είναι ένα σχολείο θρήνου και γέλιου κι ένα βήμα ελεύθερο όπου οι άνθρωποι μπορούν να προβάλλουν ηθικά συστήματα παλιά ή με περιεχόμενο αμφίλογο και να εξηγούν με ζωντανά παραδείγματα, τους αιώνιους κανόνες που κυβερνάνε την ψυχή και το αίσθημα του ανθρώπου. Ένας λαός που δε βοηθάει και δεν υποστηρίζει το θέατρό του, αν δεν είναι νεκρός, είναι ετοιμοθάνατος, όπως και το θέατρο που δεν αποδίδει τον κοινωνικό παλμό, τον ιστορικό παλμό, το δράμα των ανθρώπων και το ειδικό χρώμα της πατρίδας και του πνεύματός της με το γέλιο ή με το δάκρυ, δεν έχει δικαίωμα να λέγεται Θέατρο· πρέπει να λέγεται αίθουσα παιχνιδιών ή τόπος για να συντελείται η φριχτή αυτή πράξη που λέγεται «σκοτώνω την ώρα μου». Δεν αναφέρομαι σε κανέναν και δε θέλω να πληγώσω κανέναν· δε μιλάω για τη ζωντανή πραγματικότητα μα για ένα πρόβλημα που ’χει τεθεί χωρίς να βρίσκεται η λύση του.
Ακούω καθημερινά, αγαπητοί φίλοι, να γίνεται λόγος για την κρίση στο Θέατρο και πάντα σκέφτομαι πως το κακό δεν είναι αυτό που βλέπουμε, αλλ’ αυτό που βρίσκεται στο βάθος της ουσίας του· δεν είναι ένα κακό επιφανειακό, αλλά με βαθιές ρίζες, είναι, με λίγα λόγια, ένα οργανωτικό κακό. Όσο καιρό ηθοποιοί και συγγραφείς θα βρίσκονται στα χέρια επιχειρήσεων αποκλειστικά εμπορικών, χωρίς καμιά δέσμευση και χωρίς κανενός είδους φιλολογικό ή καλλιτεχνικό έλεγχο, επιχειρήσεων που αγνοούν κάθε κριτήριο ή εγγύηση έστω και της παραμικρής αξίας, ηθοποιοί, συγγραφείς και το θέατρο ολόκληρο θα βουλιάζουν κάθε μέρα και πιο πολύ χωρίς πιθανή σωτηρία.
Το απολαυστικό ελαφρό επιθεωρησιακό θέατρο, τα κωμειδύλλια, κι η κωμωδία με τις χοντράδες, θεατρικά είδη που σα θεατής τ’ αγαπώ θα μπορούσαν ν’ αμυνθούν ακόμα και να σωθούν· όμως το θέατρο σε στίχους, το ιστορικό θέατρο κι η παλιά ισπανική μουσική κωμωδία (zarzuela) θ’ αντιμετωπίζουν όλο και πιο πολλές αντιξοότητες γιατί ενώ είναι είδη με μεγάλες αξιώσεις και με προϋποθέσεις που επιτρέπουν πραγματικές καινοτομίες δεν υπάρχει ούτε το κύρος ούτε το πνεύμα της θυσίας που χρειάζεται για να τις επιβάλει σ’ ένα Κοινό με το οποίο πρέπει να διαφωνήσουμε και σε πολλές περιπτώσεις να το προκαλέσουμε. Το θέατρο πρέπει να επιβάλλεται στο Κοινό κι όχι το Κοινό στο Θέατρο.
Γι’ αυτό το σκοπό ηθοποιοί και συγγραφείς πρέπει, με αιματηρό αντάλλαγμα, να περιβληθούν με μεγάλο κύρος γιατί το θεατρικό Κοινό είναι σαν τα παιδιά στο σχολείο: λατρεύει το σοβαρό κι αυστηρό δάσκαλο που απαιτεί κι απονέμει δικαιοσύνη και γεμίζει άσπλαχνες καρφίτσες το κάθισμα όπου κάθονται οι επιεικείς και δειλοί δάσκαλοι που ούτε διδάσκουν ούτε αφήνουν τους άλλους να διδάξουν.
Κι είναι δυνατό να διδάξουμε το Κοινό – υπογραμμίζω πως λέω Κοινό, όχι λαός. Είναι δυνατό να το διδάξουμε γιατί εγώ ο ίδιος είδα να σφυρίζουν τον Ντεμπισί και τον Ραβέλ και παρακολούθησα τις θορυβώδεις αργότερα επευφημίες ενός λαϊκού Κοινού για τα έργα που πριν είχαν αποδοκιμαστεί. Υπάρχουν συγγραφείς, που επιβλήθηκαν μ’ ένα υψηλό κριτήριο, πιο έγκυρο απ’ αυτό πού διαθέτει το συνηθισμένο Κοινό, όπως ο Βέντεκιντ στη Γερμανία, ο Πιραντέλο στην Ιταλία και τόσοι άλλοι.
Είναι ανάγκη να το κάνουμε αυτό, για το καλό του θεάτρου, για την τιμή και το κύρος των ερμηνευτών. Πρέπει να κρατήσουμε στάση αξιοπρεπή, βέβαιοι πως θ’ ανταμειφθούμε με το παραπάνω γι’ αυτό. Το αντίθετο είναι να τρέμουμε από φόβο και να σκοτώνουμε τη φαντασμαγορία, τη φαντασία και τη χάρη του θεάτρου που ’ναι πάντα Τέχνη και θα ’ναι πάντα Τέχνη εξαίσια μ’ όλο που περνάει από μια εποχή που Τέχνη αποκαλείται ό, τι μας αρέσει μ’ αποτέλεσμα να εξευτελίζεται το θέατρο, να καταστρέφεται η ποίηση κι η σκηνή να μετατρέπεται σε λιμάνι αποκλήρων. Το θέατρο είναι Τέχνη πάνω απ’ όλα. Τέχνη ευγενέστατη· κι εσείς αγαπητοί ηθοποιοί, καλλιτέχνες πάνω απ’ όλα. Καλλιτέχνες απ’ την κορφή ως τα νύχια, ιδιότητα που αποκτήσατε από αγάπη και κλίση ανεβαίνοντας στο γεμάτο από προσποίηση και πόνο κόσμο της σκηνής. Καλλιτέχνες επαγγελματίες μα και σπρωγμένοι από ανησυχίες. Σ’ όλα τα θέατρα απ’ το πιο φτωχικό ως το πιο μεγαλόπρεπο θα πρέπει να γραφτεί η λέξη Τέχνη στην αίθουσα και στα καμαρίνια. Γιατί αν δε γίνει αυτό, το μόνο που μένει είναι να βάλλουμε τη λέξη Εμπόριο ή κάποια άλλη που δεν τολμώ να πω. Και να σέβεστε την ιεραρχία, να ’χετε πειθαρχία, να κάνετε θυσίες και να νιώθετε αγάπη.
Δε θα ’θελα να δώσω μαθήματα, γιατί νιώθω πως πρώτος πρέπει να πάρω. Τα λόγια μου τα υπαγορεύει ο ενθουσιασμός κι η σιγουριά. Δεν είμαι ονειροπόλος. Σκέφθηκα πολύ – και ψύχραιμα – όσα νιώθω και, σαν καλός Ανδαλουσιάνος, κατέχω το μυστικό της ψυχραιμίας γιατί στις φλέβες μου κυλάει πανάρχαιο αίμα. Ξέρω πως την αλήθεια δεν κατέχει αυτός που λέει «σήμερα, μόνο σήμερα» τρώγοντας το ψωμί του κοντά στο τζάκι, μα κείνος που στο ύπαιθρο ήρεμα κοιτάζει μακριά το πρώτο φως της χαραυγής. Ξέρω πως δεν κατέχει την αλήθεια αυτός που λέει: «Τώρα, αμέσως τώρα», με το βλέμμα καρφωμένο στο κιγκλίδωμα του ταμείου, μα αυτός που λέει: «Αύριο, αύριο» και νιώθει να ’ρχεται η νέα ζωή που πλανιέται πάνω από τον κόσμο».

Αλληγορική ιστορία 

Το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων παρουσιάζει «Τα Μάγια της Πεταλούδας», το πρώτο θεατρικό έργο του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, σε καλοκαιρινή περιοδεία στην ελληνική περιφέρεια. Πρόκειται για μια αλληγορική ιστορία όπου η ποίηση κυριαρχεί τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο.
Τα «μάγια της πεταλούδας», είναι το πρώτο θεατρικό έργο του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. Μια αλληγορική ιστορία όπου η ποίηση κυριαρχεί τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο. Ο μεγάλος Ανδαλουσιανός ποιητής και δραματουργός με τη νεανική του ορμή δημιουργεί ένα σκοτεινό ποιητικό δράμα όπου έρωτας και θάνατος γίνονται ένα. Με τη μοναδική δύναμη της ποίησής του ταξιδεύει από την “ελάχιστη σάρκα του κόσμου” “στο αστέρι του το απόκρυφο” και μέσα από την προσπάθεια μιας πληγωμένης πεταλούδας  για πέταγμα κι ενός σκαθαριού για μεταμόρφωση μας προτείνει τη λύτρωση μέσω της τέχνης. Πρόκειται για μια αλληγορική ιστορία που διαδραματίζεται στην ύπαιθρο, σε ένα χωριό σκαθαριών. Σ’ ένα χωριό που όλα κυλούν ήσυχα έως ότου ένα από τα σκαθάρια ερωτευτεί και επιδιώξει να κυνηγήσει το άπιαστο. Η ποίηση κυριαρχεί σε όλο το έργο. Τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο. Ο συγγραφέας επιλέγει  για πρωταγωνιστές του έντομα για να σηματοδοτήσει την αξία της κάθε ύπαρξης και για να τονίσει την ενότητά της. Η «κωμωδία», όπως την αποκαλεί ο ίδιος ο Λόρκα, μετατρέπεται σε ένα σκοτεινό ποιητικό δράμα όπου έρωτας και θάνατος γίνονται ένα. Δεξιά, ο Λόρκα παίζει πιάνο. 1935, ένα χρόνο πριν από την εκτέλεσή του.

Ο Λόρκα και τα «Μάγια της Πεταλούδας»

«Είναι που ο θάνατος συχνά σε έρωτα μεταμφιέζεται», γράφει ο Λόρκα στον πρόλογο της «κωμωδιούλας» του κι αυτή η φράση είναι που έμελλε να σημαδέψει το έργο του ως το τέλος. Ο έρωτας κι ο θάνατος είναι συνυφασμένοι με το άπιαστο, με το απόλυτο. Τέτοια είναι η φύση του Ντουέντε, επαγγέλλεται ο Λόρκα. Να ζεις και να δημιουργείς στην κόψη του ξυραφιού. Τέτοιο είναι το τσιγγάνικο αίμα της ποίησής του.
Τα «μάγια της πεταλούδας» είναι ένα τραγούδι που διαστέλλει το χρόνο και το χώρο. Τραγούδι διασκεδαστικό και σκοτεινό συγχρόνως που ξέρει καλά να κρύβει την αλήθεια του. Στην πιο απλή ιστορία του κόσμου, σε ένα παραμύθι που μοιάζει αθώο και απτό, ανακαλύπτεις πως υπάρχει κρυμμένος ο Ηράκλειτος και η σύγχρονη ρομαντική σκέψη. Η κατωτάτη κωμωδία των εντόμων που συνομιλούν με τα αστέρια, συνδέει το εγγύτερο με το απόμακρο, το πεπερασμένο με το άπειρο. «Ξέρεις ότι εγώ αντιλαμβάνομαι και την ελάχιστη σάρκα του κόσμου», γράφει ο Λόρκα.
Ο τραγουδιστής γνωρίζει πως το τραγικό και το κωμικό είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος˙ αυτοσαρκάζεται και γελά ακριβώς τη στιγμή που είναι έτοιμος να βάλει τα κλάματα. Το τραγούδι του Λόρκα γεννιέται από την ανάγκη για ποίηση, ποίηση που βγαίνει από ζωντανό ομιλών σώμα κι όχι από λέξεις στο χαρτί. Λόγια που γράφτηκαν για να ακουστούν. Τα «Μάγια της Πεταλούδας» σε κερδίζουν όταν προσπαθείς να τα αισθανθείς κι όχι να τα εξηγήσεις. Αυτά τα λόγια σημειώνουν, μεταξύ άλλων,  οι σκηνοθέτες της παράστασης Ρηνιώ Κυριαζή και Ορέστης Τάτσης.

Συντελεστές

Η παράσταση του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου Ιωαννίνων παρουσιάζεται σε νέα μετάφραση του Δημήτρη Τσεκούρα, σκηνοθεσία Ρηνιώς Κυριαζή και Ορέστη Τάτση, σκηνικά και κοστούμια Κωνσταντίνου Ζαμάνη, μουσική του Νίκου Βελιώτη, επιμέλεια κίνησης και χορογραφία Κικής Μπάκα.
Ο θίασος στελεχώνεται από τους ηθοποιούς (αλφαβητικά): Κώστα Βασαρδάνη (φωτογραφία), Δήμητρα Γκλιάτη, Βίκυ Καλπάκα, Ρηνιώ Κυριαζή, Μιχάλη Μπίζιο, Άρη Τσαμπαλίκα, Μαρία Τσιμά.

Πρόγραμμα περιοδείας

Η επίσημη πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 24 Ιουλίου στο θέατρο ΕΗΜ και  ακολουθεί περιοδεία. Στην Αθήνα θα παρουσιαστεί τον Σεπτέμβριο σε ημερομηνία που θα ανακοινωθεί σύντομα.
Αύγουστος: 20 Παραμυθιά, 22 Πρέβεζα – Κηποθέατρο, 23 Λευκάδα – Κάστρο, 24  Ιωάννινα – Ιτς Καλέ, 25  Ηγουμενίτσα, 26 Συκιές Θεσσαλονίκης – Δημοτικό Θέατρο, 27 Κοζάνη,
Σεπτέμβριος: 1 Κόνιτσα, 22 Πετρούπολη, 24 Ίλιον.
Θα πραγματοποιηθούν τριάντα παραστάσεις ακόμη σε μικρότερες πόλεις της Δυτικής Ελλάδας.

 

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -