Το Ιερό Δάσος (Sacro Bosco), όπως το ονόμασε ο δημιουργός του, ο Πιερ Φραντσέσκο Ορσίνι, ή το Πάρκο των Τεράτων (Parko dei Mostri), όπως αποκαλείται σήμερα, βρίσκεται στο Μπομάρτσο, μικρή πόλη στο Λάτσιο, 68 χιλιόμετρα από τη Ρώμη.
Η περιοχή ήταν το κέντρο της αρχαίας Ετρουρίας και είναι γεμάτη από παράξενα ευρήματα των νεκροπόλεων των Ετρούσκων. Το όνομά της είναι παραφθορά του αρχαίου polyMartium και τον 16ο αιώνα αποτελούσε δουκάτο στην ιδιοκτησία κλάδου της ιστορικής ιταλικής οικογένειας Ορσίνι.
Δημιουργήθηκε το 16ο μ.Χ. αιώνα στο βάθος μιας κοιλάδας από τον Πιερ Φραντσέσκο Ορτσίνι (Pier Francesco Orsini), τον επονομαζόμενο Vicino (1528–1588), έναν κοντοτιέρο και προστάτη των τεχνών, όταν πέθανε η αγαπημένη του σύζυγος Τζιούλια Φαρνέζε και τα σχέδια του αποδίδονται στον Πίρο Λιγκόριο (Pirro Ligorio).
Ένα πρωτότυπο ιστορικό μυθιστόρημα, το «Μπομάρτσο» του Αργεντίνου συγγραφέα Manuel Mujica Lainez σε μετάφραση από τα καστιλιάνικα της Ντίνας Σιδέρη, που
κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διώνη, αναφέρεται στην ιστορία του Δούκα Πιερ Φραντσέσκο Ορσίνι.
Ο Μανουέλ Μουχίκα Λάινες (1910-1984) γεννήθηκε στην Αργεντινή και έγραψε σωρεία μυθιστορημάτων και διηγημάτων, εν αντιθέσει με τους συμπατριώτες του. Συνήθως τα θέματά του δεν αφορούν την πατρίδα του και τη ζωή στη Λατινική Αμερική, αλλά εμπνέεται κυρίως από την Ευρώπη.
Το «Μπομάρτσο» διηγείται την ιστορία του Δούκα Πιερ Φραντσέσκο Ορσίνι ή χαιδευτικά Βιτσίνο Ορσίνι, πραγματικού προσώπου που έζησε στην Ιταλία του 16ου αιώνα. Ο Ορσίνι που καταγόταν από οικογένεια ευγενών, υπήρξε Δούκας του Μπομάρτσο, μιας ιταλικής πόλης γύρω στα 70 χιλιόμετρα από τη Ρώμη, παντρεύτηκε την Τζούλια Φαρνέζε και δημιούργησε το γνωστό «πάρκο των τεράτων». Αυτά είναι τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα.
Ελάχιστες πηγές έχουμε για τα αληθινά γεγονότα της ζωής του, κυρίως από την αλληλογραφία του που σώζεται. Αυτό όμως δεν εμπόδισε τον Αργεντίνο συγγραφέα να εκμεταλλευτεί αυτά τα στοιχεία και να δημιουργήσει ένα υπέροχο ιστορικό μυθιστόρημα 650 σελίδων.
Σύμφωνα με τον θρύλο, ο Βιτσίνο Ορσίνι ήταν άσχημος και καμπούρης, για αυτό τον λόγο ο πατέρας του απογοητευμένος με την εμφάνιση του γιου του, τον ονόμασε τέρας και είπε ότι «τα τέρατα δεν πεθαίνουν ποτέ». Επίσης σύμφωνα με άλλον θρύλο, ένας αστρολόγος της εποχής έφτιαξε το ωροσκόπιό του όταν γεννήθηκε και προέβλεψε ότι τα άστρα δεν προβλέπουν τέλος για αυτόν.
Ο Μουχίκα Λάινες με αφορμή αυτά τα περιστατικά, χρησιμοποιεί ένα μυθιστορηματικό εύρημα: ο ίδιος ο ήρωας αφηγείται τα γεγονότα της πολυτάραχης ζωής του, κάνοντας ταυτόχρονα αναφορές και επισημάνσεις σε γεγονότα που έγιναν αιώνες μετά τον πραγματικό του θάνατο. Μπροστά μας ξετυλίγεται η Ιταλία της Αναγέννησης, του χρυσοχόου Μπιενβενούτο Τσελίνι, της Φλωρεντίας των Μεδίκων, της στέψης του αυτοκράτορα Καρόλου, του Μιχαήλ Αγγέλου και της Καπέλα Σιξτίνα, της ποίησης του Πετράρχη.
Ένας υπέροχος κόσμος γεμάτος κόμητες, δολοπλοκίες, πάπες, γελωτοποιούς και τους τελευταίους ιππότες που αντίκρισε ο κόσμος: το μυθιστόρημα τελειώνει με τη ναυμαχία της Ναυπάκτου και τη φανταστική διάσωση του ήρωα από τον Μιγκέλ Ντε Θερβάντες.
Πρόκειται για λογοτεχνική ανάπλαση της ζωής ενός δούκα της ιταλικής Αναγέννησης, παθιασμένη και συγκινητική, μαγική και ποιητική αφήγηση ενός σύμπαντος από πρίγκιπες, κοντοτιέρους, γελωτοποιούς, ζωγράφους και συγγραφείς, το «Μπομάρτσο» είναι το μεγαλειώδες έργο ενός από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους της λεγόμενης «ενδιάμεσης γενιάς» της αργεντίνικης μυθιστοριογραφίας.
Ο Μανουέλ Μουχίκα Λάινες βυθίζεται ανεπιφύλακτα στο υλικό της αφήγησης και, επιφορτισμένος ως συγγραφέας με τις ζωτικές του προτιμήσεις, με τα αισθητικά του γούστα και τους αγαπημένους του μύθους, καταφέρνει να φτιάξει μια αξιοθαύμαστη τοιχογραφία που ξεπερνάει το πλαίσιο του ιστορικού μυθιστορήματος για να μεταβληθεί στο λεπτομερές και διαυγές χρονικό ενός ολόκληρου πολιτισμού, μιας ολόκληρης εποχής, αυτής της Αναγέννησης.
Όσο για το «πάρκο των τεράτων» είναι ένας αναγεννησιακός κήπος, που όντως δημιούργησε ο Ορσίνι στην πόλη του Μπομάρτσο και που είναι επισκέψιμος για τους τουρίστες σήμερα.
Είναι ένα πάρκο που ενέπνευσε πολλούς σύγχρονους καλλιτέχνες: ο Σαλβαντόρ Νταλί ήθελε να τον αγοράσει, ο Μικελάντζελο Αντονιόνι σκηνοθέτησε μια μικρού μήκους ταινία με θέμα αυτόν τον κήπο, ο Αλμπέρτο Μοράβια και ο Αντρέ Μπρετόν εμπνεύστηκαν από το χώρο και ο Αργεντίνος Μουχίκα Λάινες μας διηγείται την ιστορία του δημιουργού του, του πραγματικού δούκα του Μπομάρτσο.
Το πάρκο των τεράτων είναι ένας μικρός σχετικά κήπος που δημιουργήθηκε το 1558 από τον Βιτσίνο Ορσίνι, περιέχει περίπου εξήντα γλυπτά λαξεμένα σε προ-υφιστάμενα πετρώματα.
Ονομάζεται πάρκο των τεράτων επειδή τα γλυπτά αυτά έχουν τερατώδεις, μυθολογικές μορφές: ένα τεράστιο στόμα που συμβολίζει την είσοδο στην κόλαση, γοργόνες με φτερά, γίγαντες, σφίγγες και αρκούδες (η αρκούδα ήταν το έμβλημα των Ορσίνι και υπήρχε στο οικόσημό τους), ένας ελέφαντας που κρατάει με την προβοσκίδα του έναν άνθρωπο, μια χελώνα που πάνω της στέκεται μια γυναίκα, ένας δράκος, ένα σπίτι που γέρνει κ.ο.κ.
Ο κήπος λόγω των παράξενων αυτών αγαλμάτων ξεχωρίζει από όλους τους άλλους γνωστούς, αναγεννησιακούς χώρους, οι δημιουργοί των οποίων στόχευαν στην ξεκούραση και στην ηρεμία των κατοίκων τους.
Ερευνητές και ιστορικοί έχουν διατυπώσει διάφορες απόψεις για τους λόγους που οδήγησαν τον Ορσίνι να φτιάξει το πάρκο των τεράτων. Κάποιες από τις λογικοφανείς αιτίες είναι: τα ευρήματα των Ετρούσκων που βρήκε εκεί ο ίδιος ο Ορσίνι (καθώς η συγκεκριμένη περιοχή ήταν το κέντρο της αρχαίας Ετρουρίας), η επιρροή των αλχημιστών, στους οποίους πίστευε ο δούκας, η Κόλαση του Δάντη, το ποίημα Ορλάνδος Μαινόμενος του Αριόστο καθώς και η κατάθλιψη του Ορσίνι όταν πέθανε η αγαπημένη του σύζυγος, που τον οδήγησε στη δημιουργία αυτού του μελαγχολικού κήπου.
Μετά την πάροδο τόσων ετών και χωρίς ύπαρξη ιστορικών πηγών, μόνο υποθέσεις μπορούν να κάνουν οι μελετητές του περίφημου κήπου.
Στην Ιταλία του 16ου αιώνα, όσοι ήταν ευγενείς, πέραν από ομιλίες, υποχρεώσεις και ακριβά δείπνα, είχαν και κάποια πολύ ιδιαίτερα ενδιαφέροντα.
Δημιουργούσαν έργα που είχαν θρησκευτικό κυρίως χαρακτήρα. Μάλιστα είχαν έναν ιδιάζοντα ανταγωνισμό μεταξύ τους καθώς ήθελαν να δημιουργούν όλο και πιο εντυπωσιακά έργα που θα τους άφηναν γνωστούς στην ιστορία.
Ο Pier Francesco Orsini, μισθοφόρος, πλούσιος κάτοικος της Ρώμης εκείνης της εποχής, δημιούργησε ένα διαφορετικό μνημείο. Τον λεγόμενο «Κήπο των τεράτων».
Κάποιοι ιστορικοί θεωρούν ότι πρόκειται για ένας είδος αντίδρασης του ίδιου στο θρησκευτικό κλίμα που χαρακτήριζε τους υπόλοιπους ευγενείς της εποχής, ενώ κάποιοι άλλοι ερευνητές θεωρούσαν ότι το έργο του ήταν ξεκάθαρα κόντρα στον ίδιο τον χριστιανισμό.
Ήταν γνωστός ως ένας από τους πιο αυστηρούς και σκληρούς μισθοφόρους της Ιταλίας, ωστόσο η πιο ρομαντική και ευαίσθητη πλευρά του φαινόταν στην αγάπη που ένιωθε για τη σύζυγό του.
Γι’ αυτό όταν πέθανε εκείνη, ο Pier ως ένδειξη λύπης και πένθους, έφτιαξε όλα αυτά τα έργα, τα οποία βρίσκονται μέχρι και σήμερα σε εξαιρετική κατάσταση. Ο Pirro Lugorio, γνωστός αρχιτέκτονας της εποχής, βοήθησε στο έργο του.