Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Πόλεμοι, οικονομική επιβράδυνση, εκλογές, τεχνητή νοημοσύνη: Τι χρονιά θα είναι το 2024;
Κάπου δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι θα κληθούν στις κάλπες σε 62 χώρες – από την Ευρωπαϊκή Ένωση έως τις ΗΠΑ και τη Ρωσία.
Ποια θα είναι τα αποτελέσματα και πόσο θα τεθούν σε κίνδυνο οι δημοκρατίες σε όλον τον κόσμο;
Αν μπορούσαμε να περιγράψουμε με μια λέξη το 2024, θα λέγαμε ότι προμηνύεται ως η χρονιά της αβεβαιότητας.
Με δύο πολέμους σε εξέλιξη στην Ουκρανία και στη Γάζα και με εγγενή κίνδυνο κλιμάκωσης σε άλλα μέτωπα, ο γεωπολιτικός κίνδυνος βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων δεκαετιών. Σε τέτοιο βαθμό που πλέον επανασχεδιάζονται οι νέες παγκόσμιες ισορροπίες.
Πριν κάνουμε προβλέψεις για το επόμενο έτος, αξίζει να δούμε πώς φτάσαμε ως εδώ: Τα τελευταία τρία χρόνια κάθε άλλο παρά φυσιολογικά ήταν. Έχουμε υποστεί μια παγκόσμια πανδημία, μια μίνι τραπεζική κρίση, μια τεχνολογική έκρηξη που βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη.
Από οικονομικής πλευράς, η πανδημία και τα μέτρα αντιμετώπισης των επιπτώσεών της, συνέβαλαν στην υπερθέρμανση της οικονομίας και, ως εκ τούτου, σε ένα τεράστιο άλμα στον πληθωρισμό.
Ως θεραπεία, οι κεντρικές τράπεζες ξεκίνησαν ένα πρόγραμμα με τις μεγαλύτερες αυξήσεις στα επιτόκια εδώ και δεκαετίες.
Αποτέλεσμα; Η προσφορά χρήματος τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη μειώνεται. Οι τράπεζες αυστηροποιούν τα κριτήρια δανεισμού τόσο προς τα νοικοκυριά όσο και προς τις επιχειρήσεις και το κόστος χρηματοδότησης συνεχίζει να αυξάνεται.
Ο κίνδυνος ύφεσης είναι υπαρκτός στην ευρωζώνη, αλλά ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ενισχύοντας τις αντισυστημικές ακροδεξιές δυνάμεις στις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Ο κίνδυνος της ύφεσης και των κοινωνικών επιπτώσεων, πρέπει να αντιμετωπιστεί με αντιστροφή της νομισματικής αλλά και της δημοσιονομικής πολιτικής.
Ήδη η Fed ανακοίνωσε ότι θα αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια από την άνοιξη.
Η ΕΚΤ επίσης βλέπει σίγουρα το ίδιο σενάριο. Αλλά διατηρεί μια προληπτική θέση που βασίζεται στον φόβο ότι η πολύ νωρίς μείωση των επιτοκίων θα προκαλέσει ενθουσιασμό που θα οδηγήσει και πάλι σε αύξηση του πληθωρισμού που θα βασίζεται στη ζήτηση. Ταυτόχρονα, υπάρχουν εστίες υπολειπόμενου πληθωρισμού και έμμεσοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, όπως ο αποκλεισμός της κυκλοφορίας μέσω της Ερυθράς Θάλασσας και του Σουέζ, που απειλούν να τροφοδοτήσουν και πάλι τον πληθωρισμό από την πλευρά της προσφοράς για την Ευρώπη.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η μείωση του κόστους του χρήματος θα είχε ως αποτέλεσμα να ηρεμήσει την υφεσιακή τάση και στη συνέχεια να τροφοδοτήσει αργά την ανάπτυξη.
Αυτή η επεκτατική στάση θα είχε επίσης ως αποτέλεσμα τη μείωση της σύγκρουσης μεταξύ της δημοσιονομικής πολιτικής που στοχεύει στον μετριασμό της μαζικής φτωχοποίησης και της νομισματικής πολιτικής με αποπληθωριστικούς σκοπούς.
Εάν η κατάσταση γίνει κρίσιμη από την άποψη της παγκόσμιας αναταραχής, η θεραπεία δεν θα ήταν η περιοριστική νομισματική πολιτική, αλλά η γεωπολιτική αποτροπή των κινδύνων.
Ειδικά στην Ευρώπη, όμως πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι έχουμε εισέλθει σε μια νέα εποχή γεωπολιτικής αδυναμίας. Η ΕΕ, στο παγκόσμιο πλαίσιο, εμφανίζεται ανίκανη να αντιδράσει δυναμικά στα πολλά γεγονότα που θα μας περιβάλλουν τη νέα χρονιά.
Το διεθνές πλαίσιο
Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης το πλαίσιο στο οποίο βρισκόμαστε: Μεταξύ 2020 και 2024 οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αναπτυχθούν κατά 8,5% έναντι 4% στην Ευρωζώνη, χάρη σε ένα έλλειμμα στο ΑΕΠ που δεν είναι τυχαία διπλάσιο από αυτό της Ευρώπης.
Και μέχρι το 2033 οι ΗΠΑ σχεδιάζουν να διατηρήσουν το έλλειμμα/ΑΕΠ πάνω από 6%, ενώ με το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει άμεσα να συγκλίνουν προς το 1,5%.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι οικονομικοί φορείς έχουν ήδη αναθεωρήσει τις εκτιμήσεις για το ΑΕΠ της Ευρώπης προς τα κάτω για το 2024: Το έκανε και η ΕΚΤ που εκτιμά πλέον αύξηση στο +0,8% από το προηγούμενο +1%.
Διεύρυνση αποκλίσεων
Η ΕΕ κατέληξε μάλιστα σε ένα νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, πιο αυστηρό και πιο άδικο από το προηγούμενο.
Επειδή αντιμετωπίζει τις χώρες με πολύ διαφορετικό τρόπο, ζητώντας από εκείνες με υψηλότερο χρέος να εφαρμόσουν αυστηρές δημοσιονομικές πολιτικές, οι οποίες θα μειώσουν ακόμη περισσότερο το ΑΕΠ, αυξάνοντας ουσιαστικά περαιτέρω την αναλογία χρέους/ΑΕΠ. Την ίδια ώρα, το νέο Σύμφωνο επιτρέπει σε εκείνες που είναι λιγότερο χρεωμένες σε σχέση με το ΑΕΠ, να εφαρμόσουν επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές που θα ενισχύσουν την ανάπτυξή τους.
Το αποτέλεσμα θα είναι η διεύρυνση των αποκλίσεων εντός της ΕΕ και αυτό θα αυξήσει τον σκεπτικισμό για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Που θα πρέπει να είναι ένα σχέδιο ένωσης και όχι διχόνοιας.
Είναι αυτός ο τρόπος με τον οποίο θέλει η ΕΕ να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του περιβάλλοντος, της τεχνητής νοημοσύνης, των στρατηγικών πρώτων υλών, των πολεμικών συγκρούσεων και της ασφάλειας; Αυτή είναι η δύναμη πυρός που μπορεί να επιδείξει η Ευρώπη;
Είναι ξεκάθαρο ποιος, μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, κατανοεί ποιες είναι οι παγκόσμιες προτεραιότητες και ηγείται και ποιος ως υποτελής δύναμη, ακολουθεί.
Ηττημένη η δημοκρατία
Η ευρωπαϊκή δημοκρατία κινδυνεύει να βγει ηττημένη αυτή τη χρονιά. Επειδή έχει υποκύψει στα σχέδια της Γερμανίας κυρίως, αλλά και στον τεχνοκρατικό παράγοντα που ονομάζεται Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία θα έχει περισσότερες εξουσίες.
Είναι καλό να θυμόμαστε ότι πουθενά αλλού στον κόσμο δεν υπάρχει τεχνοκρατικός οργανισμός που να καθορίζει τι πρέπει να κάνουν μεμονωμένες κυρίαρχες χώρες.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ δεν θα είναι όλα σε θέση να ενεργούν αυτόνομα για την αντιμετώπιση δυσμενών καταστάσεων και αυτό θα καταστήσει ολόκληρη την Ένωση εξαιρετικά εύθραυστη.
Το ερώτημα είναι γιατί η Γαλλία υπέκυψε στο γερμανικό σχέδιο, που διευρύνει τις αποκλίσεις στην ΕΕ; Αλλά και γιατί ουδεμία χώρα αντιτάχθηκε;
Απλή η απάντηση: Υπάρχει έλλειψη συλλογικής ηγεσίας και πολιτικών ηγετών μεγάλου βεληνεκούς στην Ευρώπη.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτό το Σύμφωνο Σταθερότητας, που θα μας συνοδεύει για μεγάλο χρονικό διάστημα, θα οδηγήσει αργά ή γρήγορα στην ήττα όλων των λεγόμενων συστημικών κομμάτων. Γιατί ένα πράγμα που ξέρουμε πλέον για την πολιτική της αέναης λιτότητας είναι ότι μαζί της αναπτύσσεται ο ακροδεξιός λαϊκισμός. Θα φανεί άλλωστε στις ευρωεκλογές του Ιουνίου…
Πηγή: Naftemporiki.gr
***
(*) Ο Μιχάλης Ψύλος είναι δημοσιογράφος, μέλος της ΕΣΗΕΑ και Διευθυντής της ειδησεογραφικής σελίδας της εφημερίδας «Ναυτεμπορική».