Γράφει η Ειρήνη Αϊβαλιώτου
Η τέχνη αδιαμφισβήτητα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης, αφού είναι το πιο δημιουργικό μέσο έκφρασης του εσωτερικού κόσμου και καταγραφής του εξωτερικού. Η χαρά της ζωής, το γέλιο, η σάτιρα, ο έρωτας μα και το μεγαλείο ενυπάρχουν στην τέχνη και τη λογοτεχνία.
H τέχνη έχει σκοπό να αναδείξει την ιδιαιτερότητά μας. Και η Λένα Κιτσοπούλου είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση στο θέατρο. Έχει τόλμη, ελευθερία γλώσσας, ελευθερία έκφρασης, δεν λογαριάζει τις συνέπειες. Αλλά γιατί να υπάρχουν συνέπειες; Θέλουμε μια τέχνη αποστειρωμένη, φρόνιμη, άτολμη, διστακτική, σοβαροφανή;
Είμαστε η μόνη χώρα που είχε καρναβάλι, που γιόρταζε τη χαρά. Αισχρολογίες, παιχνίδια, τελετές με αυστηρή παράδοση, τραγούδια, όλα ανακατεμένα με συνδετικό κρίκο την τέχνη. Σάτιρα χωρίς έλεος. Γέννημα – θρέμμα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, ήθη βαθιά ριζωμένη στο DNA, στην ψυχή και στο μυαλό. Δεν πάνε να τα αφορίζει η Εκκλησία, το ουσιώδες είναι ότι ακόμα τελούνται. Δημιουργήματα ελληνικά η τραγωδία αλλά και η κωμωδία. Σάτιρα ανελέητη, που τσάκιζε κόκαλα. Την ξαναβρίσκουμε στα σατιρικά δημοτικά τραγούδια, αλλά και στο μοναδικό θεατρικό είδος στον κόσμο, την επιθεώρηση. Όλα γέννημα της ψυχής του Έλληνα.
Μέσα σ’ αυτήν τη διάλυση που ζούμε είναι φυσικό να ξεβράζονται ακραίες καταστάσεις και εγκλήματα.
Ίσως η ωμή αλήθεια και η αθυροστομία να αποτελούν μια δικλίδα ασφαλείας, απαραίτητη για την ψυχική υγεία της κοινωνίας και των μελών της.
Η γλώσσα της Λένας Κιτσοπούλου είναι ελεύθερη, αγέρωχη και μοναχική σήμερα. Μια γλώσσα χωρίς φραγμό αλλά και ένα έργο χωρίς εύκολη πρόκληση. Η απελευθερωμένη εκφραστικότητα, οι έντονες περιγραφές και η ισορροπία του δυσανάλογου με το παράλογο και το ανήθικο είναι που συγκινούν στο έργο της. Στις περισσότερες περιπτώσεις μάλιστα περικλείει τέτοιο πλούτο πληροφοριών για την καθημερινότητα και την κουλτούρα των κοινωνιών της υπαίθρου, που η μελέτη τους είναι απαραίτητη για την εις βάθος κατανόησή τους. Η βία, οι ενοχές, η συγκάλυψη, οι αποδιοπομπαίοι τράγοι, τα θύματα, οι θύτες, η ψυχική σκληρότητα, ο φόβος, τα κλειστά στόματα, o ολοκληρωτισμός των σχέσεων, τα απωθημένα είναι απτή πραγματικότητα στους μικρούς τόπους και η ελληνική περιφέρεια έχει πολλούς κρυμμένους σκελετούς στα ντουλάπια της.
Ο θίασος που ανέλαβε το δύσκολο εγχείρημα της παρουσίασης του διηγήματος «Ο Μουνής» αποτελείται από νέους και εξαιρετικούς ηθοποιούς τους οποίους διηύθυνε σκηνοθετικά και εμψύχωσε ο Παντελής Δεντάκης.
Οι Σταύρος Γιαννουλάδης, Θανάσης Ζερίτης, Αριστέα Σταφυλαράκη, Ελένη Κουτσιούμπα, Νεφέλη Μαϊστράλη είναι συγκινητικά καλοί στους ρόλους τους. Με χιούμορ, ευαισθησία, άνεση, δεξιότητα και έλεγχο.
Η όλη παράσταση μιοάζει στα μάτια των θεατών ένα σοκαριστικό παιχνίδι. Κι αυτό αποδεικνύει περίτρανα ότι είχε προϋπάρξει απίστευτη δουλειά, με επίγνωση, διερεύνηση, συνεργασία, σοβαρότητα. Αξιέπαινοι οι συντελεστές όλοι.
Δείτε την με τα σωστά μάτια και προσπαθήστε να βρείτε την αλήθεια της.
H ιστορία του Μουνή
“Αυτός ο άνθρωπος παράξενο τρένο. Έπινε πάντα σιωπηλός το καφεδάκι του στον καφενέ της πλατείας και με ένα μικρό μολυβάκι ζωγράφιζε το χάρτινο τραπεζομάντιλο. Αυτό ήταν το χούι του”.
Ένα υπέροχο χωριό της ελληνικής επαρχίας κάπου στη δεκαετία της Αλλαγής, ένα παραλίγο φονικό του Αργύρη του κοντοκουρεμένου, ένας βιαστικός γάμος του Κωστή του ανάπηρου με την Κωλαθηνά, μια τελετή ενηλικίωσης του μικρού Λαζάρ του γιου του Μπερδούλια, ένα αυτί απλωμένο στο σκοινί της μπουγάδας της Παντζάραινας και η μεγάλη απόφαση της τσαχπίνας της Ανθής συνθέτουν το σκηνικό της παράξενης ιστορίας του Μουνή. Μιας ιστορίας ακραίας και απόκοσμα βίαιης. Όλοι ξέρουν, αλλά όλοι σιωπούν. Και όλα λύνονται με πολύ ξύλο πίσω από κλειστές πόρτες ή χορεύοντας ένα λεβέντικο τσάμικο στην κεντρική πλατεία του χωριού.
Οι ήρωες της Κιτσοπούλου παγιδευμένοι στις προκαταλήψεις και στους φόβους τους αγωνίζονται να κρατήσουν καθαρό το παρατσούκλι τους, μη και μαθευτούν οι εξάρσεις τους και γίνουν διήγημα.
Σημείωμα σκηνοθέτη
Το διήγημα μας μεταφέρει στη δεκαετία του ’80 λίγο πριν ξεκινήσει ο “εκσυγχρονισμός” της ελληνικής κοινωνίας. Λίγο πριν αρχίσει η επιδότηση της αγροτιάς και η μεταμόρφωση των ηθών και των συνηθειών της επαρχίας. Τότε που οι άνθρωποι ήταν φαινομενικά πιο αυθεντικοί, πιο σκληροί, πιο βίαιοι. Στο χωριό του Μουνή συναντάμε πρόσωπα εγκλωβισμένα και φοβισμένα, που ο ψυχαναγκασμός και η προάσπιση της ηθικής και του φαίνεσθαι, γεννάει σ’ αυτά τα πρόσωπα ακραίες συμπεριφορές. Τις περισσότερες φορές δέκτες αυτών των ακραίων και βίαιων συμπεριφορών είναι οι γυναίκες και τα παιδιά, δηλαδή τα πιο αδύναμα μέλη της οικογένειας. Και στον αντίποδα ο Άντρας, η μορφή του «λεβέντη» Έλληνα. Του λεβέντη Έλληνα που είναι μάγκας και το κέφι του θα κάνει, του λεβέντη Έλληνα που ξέρει καλά πως όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος. Κι εκεί που κάθεσαι ήσυχος στην πολυθρόνα σου και σκέφτεσαι πως όλα αυτά συνέβαιναν μόνο σε κάτι χωριουδάκια της «άξεστης ελληνικής επαρχίας» – και μάλιστα σε μια παρελθοντική εποχή – σου έρχονται ξαφνικά κάτι αναμνήσεις από την παιδική σου ηλικία, σκέφτεσαι αυτά που βλέπεις κάθε μέρα στους δρόμους και αυτά που διαβάζεις στις εφημερίδες, κοιτάς ύποπτα τον εαυτό σου στον καθρέφτη, ακούς καλύτερα τους “ήχους” από το γειτονικό σπίτι, συνειδητοποιείς πως τα τελευταία χρόνια η όξυνση της κρατικής και της φασιστικής βίας έχει γίνει σχεδόν αυτονόητη. Και νιώθεις φόβο και απογοήτευση. Και σου γίνεται πιο ξεκάθαρο πως το διήγημα της Κιτσοπούλου δεν είναι μια ηθογραφία ούτε μια φανταστική ιστορία. Είναι η περιγραφή του πυρήνα της ελληνικής κοινωνίας που έχει μείνει αναλλοίωτος μέσα στο πέρασμα του χρόνου και συνεχίζει να αναπαράγει τη χαιρεκακία, το κουτσομπολιό, την ενοχή, το θράσος, τον τσαμπουκά, τη σωματική και ψυχολογική βία. Και τότε νιώθεις εσύ εγκλωβισμένος στο «μικρό χωριό». Και τότε είσαι εσύ που θες να φύγεις…
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Παντελής Δεντάκης
Επιμέλεια Κίνησης: Αγγελική Στελλάτου
Σκηνικά – Κοστούμια: Γεωργία Μπούρδα
Μουσική: Κώστας Νικολόπουλος
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Φωτογραφίες: Κάλλι Χαρόβα
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Πάνος Τοψίδης, Αγάπη Κουρομπλή
Παίζουν οι ηθοποιοί: Σταύρος Γιαννουλάδης, Θανάσης Ζερίτης, Ελένη Κουτσιούμπα, Νεφέλη Μαϊστράλη, Αριστέα Σταφυλαράκη.
* Μια παράσταση της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας 4Frontal σε συμπαραγωγή με το Θέατρο του Νέου Κόσμου.
Ω² (ομάδα αποφοίτων δραματικής σχολής Ωδείου Αθηνών)
* Ο «Μουνής» είναι ένα διήγημα της Λένας Κιτσοπούλου από τη συλλογή με τίτλο «Μεγάλοι Δρόμοι» (εκδόσεις Μεταίχμιο). Παρουσιάζεται στο Θέατρο του Νέου Κόσμου (Κάτω Χώρος).
Σκέψεις των ηθοποιών
Σταύρος Γιαννουλάδης:
Εκεί που η κοινωνία γίνεται ο θύτης
Εκεί που η κοινωνία γίνεται φυλακή
Εκεί που γίνεσαι τέρας ανάμεσα στα τέρατα
Εκεί που γίνεσαι τέρας για να σωθείς
Εκεί το για πάντα είναι κατάρα
Εκεί οι άνθρωποι είναι μισοί
Εκεί η βία είναι καθημερινότητα
Εκεί όπως Εδώ
Θανάσης Ζερίτης:
Διάβασα πρώτη φορά το κείμενο στο μετρό και έβλεπα γύρω μου τους ήρωες της Κιτσοπούλου.
Σκέφτηκα πόσο «λερώθηκα» αφού το διάβασα.
Τώρα σκέφτομαι πόσο «λερωμένος» ήμουν πριν το διαβάσω…
Αριστέα Σταφυλαράκη:
“Καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα”.
Κι άμα σου βγουν και τα δυο τι γίνεται; Τότε τι γίνεται;
Ελένη Κουτσιούμπα:
Γι’ άστρα και ήλιους δεν ξέρω ν’ αραδιάζω,
πώς τυραννιούνται οι άνθρωποι κοιτάζω.
Μένει ο μικρός θεός του κόσμου ίδιας λογής,
πάντα παράξενος ως ήταν εξαρχής.
Ίσως μπορούσε πιο καλά να ζήσει,
μια σπίθα ουράνιο φως αν δεν του είχες χαρίσει,
τη λέγει νου και τον βοηθά να γίνει
μόνο κτήνος χειρότερο απ’ τα κτήνη.
(Φάουστ Γκαίτε/μετάφραση Κ. Χατζόπουλος)
Νεφέλη Μαϊστράλη:
“Στράβωσε το στόμα της, αλλά δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια της από πάνω του. Τη φρίκη καμιά φορά οι άνθρωποι θέλουν να την κοιτάζουν”. Ο τραυματίας του τροχαίου που συνέβη λίγα μέτρα μπροστά από εσένα βρίσκεται αιμόφυρτος στο κράσπεδο. Ακαριαία χώνεσαι μέσα στο πλήθος που έχει μαζευτεί γύρω του και προσπαθείς να δεις… τι; υπάρχουν κάτι ένστικτα στους ανθρώπους που όσο πιο μικρές είναι οι κοινωνίες τόσο πιο πολύ φαίνονται. Στο διήγημα της Κιτσοπούλου αυτά τα ένστικτα δίνουν και παίρνουν. Αισθάνθηκα αποστροφή και μετά φόβο και μετά ανάγκη για να τα διαπραγματευτώ, μήπως και τα καταλάβω… λίγο. Έτσι κάπως γεννήθηκε το ενδιαφέρον μου γι’ αυτή την ιστορία.
* Η Λένα Κιτσοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Είναι ηθοποιός και σκηνοθέτις. Το 2006 εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων Οι νυχτερίδες για την οποία βραβεύτηκε από το περιοδικό Διαβάζω με το Βραβείο του πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα. Το 2009 εξέδωσε τη νουβέλα Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α., η οποία παίχτηκε από το Εθνικό Θέατρο ως μονόλογος, σε σκηνοθεσία της ίδιας.