Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Ένα από τα πιο συγκλονιστικά ελληνικά μυθιστορήματα της νέας γενιάς, «Η Μητέρα του σκύλου» του Παύλου Μάτεσι, ανεβαίνει στο θεατρικό σανίδι. Με τη δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία του Σταύρου Τσακίρη και τη Δήμητρα Χατούπη στο ρόλο της Ραραούς, ο ιδιότυπος κόσμος που έστησε ο Μάτεσις, ξαναζωντανεύει στο «Σύγχρονο Θέατρο» (Ευμολπιδών 45, Γκάζι).
Η ζωή της Ραραούς, «μεγάλης φίρμας της επιθεώρησης», όπως η ίδια αυτοσυστήνεται, παρουσιάζεται με ζωντάνια και υψηλή αισθητική στη σκηνή μέσα από το φλας μπακ εικόνων μιας κοινωνίας που προσπαθεί να τα «βολέψει» σε συνθήκες ανέχειας.
Από την Κατοχή έως σήμερα, η πορεία της Ραραούς, όπως αντίστοιχα και η πορεία της Ελλάδας, την οποία διατρέχει με τις αναμνήσεις της, είναι μια μάχη επιβίωσης. Ο αγώνας της είναι αδιάκοπος, κι εκείνη θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα για να βγει αλώβητη από αυτόν. Ακόμη κι αν χρειαστεί να αποδράσει σε μια δική της πραγματικότητα. Πολυδιαβασμένη και πολυμεταφρασμένη, η Ραραού είναι η ίδια η Ελλάδα με τα πάθη της και τις αδυναμίες της.
Ο Παύλος Μάτεσις, θεατρικός συγγραφέας και πεζογράφος, που έφυγε από τη ζωή στις 20 Ιανουαρίου 2013 ετών 80 και πλήρης έργων, άφησε ένα εξαιρετικό πεζογραφικό έργο, πειραματίστηκε, αμφιταλαντεύτηκε, αναβάθμισε το φυσικό λόγο.
Στο αριστουργηματικό του μυθιστόρημα «Η μητέρα του σκύλου», κατέθεσε με το δικό του μοναδικό τρόπο, πότε δηκτικό και πότε χιουμοριστικό, πότε δραματικό και πότε σουρεαλιστικό, την οπτική του για ένα κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Η εμβληματική Ραραού γίνεται το σύμβολο του ανθρώπου που δε θα σταματήσει ποτέ να παλεύει στον καθημερινό στίβο της ζωής. O απεγνωσμένος κύκλος της ύπαρξής της ξεκινά από το απόλυτο μηδέν και φτάνει στο πολλαπλάσιό του και ο άκαρπος αγώνας διαχείρισης των μικρών και μεγάλων ολέθρων της γίνεται μέσα από μια σπαρακτική καταφυγή στις ψευδαισθήσεις.
Ο συγγραφέας συνέλαβε το αφηγηματικό στυλ μιας απλοϊκής γυναίκας και το απέδωσε με τη συναισθηματικότητα και την ανάλαφρη γραφή του, που ξαφνιάζει το θεατή και τον αναγνώστη. Πρόκειται για την αφήγηση μιας επαρχιώτισσας ηθοποιού που αφορά τις δύσκολες μέρες της Κατοχής, όταν γύριζε με τα μπουλούκια στα χωριά για να βγάλει τα προς το ζην. Ενώ ήταν κομπάρσος, η ίδια πίστευε ότι είναι ηθοποιός περιωπής. Η συγγραφική ματιά αποπνέει σκόπιμα μια αφέλεια, μια στοργική προσέγγιση, μια απλότητα και απαλότητα, που βλέπει και λέει τα πράγματα λίγο λοξά, λίγο αντισυμβατικά και στο τέλος θα αποκαλυφθεί ότι βρίθει από αυταπάτες, φαντασιώσεις και ψευδαισθήσεις. Οι φαντασιώσεις που διαβάζουμε, οι αντιφάσεις και οι παραλογισμοί στο μυαλό της Ραραούς, ανατινάζουν τον ρεαλισμό της αφήγησης εκκινώντας την από έναν αναξιόπιστο αφηγητή. Η αφηγήτρια είναι και το δυνατό σημείο του μυθιστορήματος. «Η Ραραού είναι για μένα η πιο συγκλονιστική, η πιο αριστοτεχνικά δομημένη γυναίκα ηρωίδα σε μυθιστόρημα που έχω διαβάσει. Μία αντι-ηρωίδα χαμηλής νοημοσύνης, αλλά υψηλής συναισθηματικής φόρτισης, δοσμένη με τέτοιο τρόπο, ώστε το σχεδόν γκροτέσκο και κωμικό της πρόσωπο να δημιουργεί θλίψη και σφίξιμο στο στομάχι», γράφει ο Αλεξίου στο Bookstand.
Η Ρουμπίνη, Ραραού στο καλλιτεχνικό ψευδώνυμο, παιδί της επαρχίας, μεγαλωμένη μέσα στη φτώχεια και τη δυστυχία, ορφανή από πατέρα και κόρη “δωσίλογης”, μας εξομολογείται την ιστορία της, όπως τη βλέπει μέσα από τη δική της αγνή ματιά, μέσα από ένα διαρκή μονόλογο (ή μήπως παράκρουσμα;) που δεν χωρίζεται σε κεφάλαια, ούτε και τηρεί πάντα τη σωστή χρονολογική σειρά.
Είναι η διαταραγμένη προσωπικότητά της που κάνει και την αφήγησή της ιδιαίτερη, εφαρμογή της παροιμίας «από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια». Κι η αλήθεια αφορά τη μεταπολεμική ιστορία μας, που δεν είναι ούτε τόσο αιτιώδης όπως την παρουσιάζουν οι ιστορικοί, ούτε τόσο μονοδιάστατη όπως οι πλείστες μαρτυρίες που ακούμε. Είναι η άνευ ισορροπίας ιστορία μιας αλλοπρόσαλλης Ελλάδας, η οποία δια της παράξενης αφηγήτριας ξαναπαίρνει χρώμα και αποκαλύπτεται υπό μια παράδοξη όσο και πρόσφορη σε συμπεράσματα οπτική γωνία. Η χώρα στην τραγική της μοίρα διακωμωδείται, στη μεταπολεμική της τύχη αυτοσατιρίζεται, στη διασαλευμένη πορεία της δέχεται ακούσια την ευεργετική ειρωνεία μιας δικής της συνείδησης. Γιατί, όπως η Ραραού μέσα στις υπεροπτικές φαντασιώσεις της νομίζει ότι είναι κάτι που δεν είναι, έτσι κι η άμοιρη Ελλάδα βγαίνει νικήτρια, αλλά εμφανώς πληγωμένη από τον πόλεμο, ο οποίος δεν της απένειμε μόνο δάφνες.
Ποια γεγονότα από όσα μας διηγείται η Ραραού είναι πραγματικά, και ποια είναι αποκύημα της φιλάρεσκης φαντασίας της; Σε ποιο σημείο ξεκινά να χάνει τα λογικά της; Ή μήπως τελικά η Ραραού κατέχει μια αλήθεια που μόνο οι τρελοί και οι αθώοι που βασανίστηκαν άδικα τελικά γνωρίζουν;
Η παράσταση, στη θαυμάσια διασκευή και δραματουργική επεξεργασία του Σταύρου Τσακίρη, έρχεται να θυμίσει, στην πιο επίκαιρη και μεταιχμιακή στιγμή, ξαναδιαβάζοντας τις μετεμφυλιακές μας πληγές, ότι ο μεταπολεμικός ελληνικός κόσμος δεν ζει απλώς μοιρασμένος ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά, με τις γενικεύσεις και τα στερεότυπα, αλλά ζει και βαθιά τραυματισμένος από μια τραγωδία που δεν είναι απλώς πολιτική, αλλά εθνική, πολιτισμική, κοινωνική.
Στην παράσταση διαμορφώνεται μια πλοκή σπονδυλωτή και ατμοσφαιρική, με έμφαση στη γενικότερη ελλαδική εικόνα της μιζέριας, παρά στη σειρά των γεγονότων. «Η μητέρα του σκύλου» εμφανίζεται στη θεατρική σκηνή σε μια εποχή που χρειάζεται -τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά- οι εμφυλιακές διχοστασίες, οι φανατισμοί και οι περιθωριοποιήσεις να αμβλυνθούν και να επικρατήσει μια ώριμη συμφιλιωτική διάθεση.
Υφοποιός ολκής, ο συγγραφέας, καθιερώθηκε στον χώρο της πεζογραφίας το 1990 με αυτό του το μυθιστόρημα. Η παρουσίασή του στο θέατρο τώρα από τους εξαίρετους ηθοποιούς της παράστασης με την τρυφερή τους δραματικότητα και το πυροτεχνικό τους χιούμορ, αναδεικνύει το σεμνό μεγαλείο των ηρώων και εξαγοράζει την ελληνική τους πληγωμένη αχρειότητα.
Γεμάτη από τις λογοτεχνικές τεχνικές του Μάτεσι, ομοδιηγητικού και αυτοδιηγητικού ύφους, την πολυφωνία, την εσωτερική σταθερή εστίση, την ανατρεπτική δόμηση του λόγου, τη διαλεκτική μεταξύ ψεύδους και αλήθειας, ολοκληρώνεται μια παράσταση στιγμών συντροφικότητας, συνενοχής και αποκαλύψεων μεταξύ θεατών και χαρακτήρων.
«Διώχτε το, διώχτε το σκυλί, πάρτε από εδώ αυτό το σκυλί που με πήρε από κοντά, διώχτε – τι γυρεύει ο Σκύλος, δεν είμαι η Μητέρα του».
Η τραυματική εμπειρία της δύστυχης Ραραούς, που βλέπει τη μάνα της πάνω στο κάρο με τις διαπομπευόμενες γυναίκες, αναδιπλασιάζεται και γιγαντώνεται με τη σπαρακτική κραυγή της μάνας να πάρουν μακριά το σκυλί που έχει γαντζωθεί στο κάρο, κλαίγοντας εξαντλημένο από την κούραση και το γάβγισμα. Να το πάρουν, λέει, γιατί δεν το γνωρίζει. Τούτο το σκυλί δεν είναι άλλο από τη μικρή Ραραού. Στο σημείο αυτό το κρίσιμο της ιστορίας η Ραραού, στην πρωτοπρόσωπη διήγησή της, δηλώνει πως δεν θυμάται άλλα από τη διαπόμπευση. Η είσοδος εκεί μιας άλλης αφηγηματικής φωνής δίνει τη σκηνή του τραυματικού συμβάντος και αποκαθιστά το κενό και την «ανείπωτη» αλήθεια.
Οι συντελεστές
Στα σκηνικά και κοστούμια ο Άγγελος Αγγελής κάνει σπουδαία δουλειά. Αντιμετωπίζει τον κλειστό χώρο με ανατρεπτική οπτική, μας τον δίνει απομονωμένο, ελάχιστα φωτισμένο, ανοίκειο προς τον άνθρωπο και ανεξάρτητο από το πεδίο της μοίρας του. Όσο για τα κοστούμια, αποπνέουν αέρα κατοχικής και εμφυλιακής Ελλάδας, φτωχικά και πρόχειρα μεν, με καρναβαλική διάθεση, προκλητικότητα, τραγικά και ταυτόχρονα κωμικά, μοιάζουν να δίνουν κι αυτά, όπως οι ήρωες, το σκληρό αγώνα τους για την επιβίωση.
Η δραματολόγος Δήμητρα Πετροπούλου και η βοηθός σκηνοθέτη Έφη Ρευματά συνέβαλαν καθοριστικά στον τρόπο πρόσληψης και θεατρικής απόδοσης του μυθιστορήματος.
Η κινησιολογία του Γιάννη Αντωνίου συνένωσε απελευθερωτικά το ονειρικό και φαντασιακό με το μοιραίο και πραγματικό.
Η Κατερίνα Μαραγκουδάκη έπαιξε αριστοτεχνικά με τα φώτα, δηλώνοντας την εσωστρέφεια, τη συσκότιση, τον αγωνιώδη φόβο αλλά και το «χαρούμενο δράμα» της ζωής των ηρώων.
Οι ερμηνείες
Για τους ηθοποιούς τι να πρωτοπώ; Σπεύδω απλώς να τους συγχαρώ για τις πλήρεις ουσίας και βάθους ερμηνείες τους. Για τη μελέτη τους, την αλήθεια τους, την επικοινωνία τους, την ορθή τους αντίληψη και το ενδιαφέρον για το συμπαίκτη τους.
Ο Χρήστος Ευθυμίου αναλυτικός, σεμνός, ανθρώπινος.
Ο Γιάννης Δρίτσας ρεαλιστικός, συγκινητικός, αξιοθαύμαστα απλός.
Ο Νίκος Γιαλελής συγκλονιστικά αληθινός ως ανάπηρος.
Ο Ηλίας Ζερβός άμεσος, λιτός, ώριμος.
Οι γυναίκες της παράστασης ήταν πραγματικά εκθαμβωτικές. Τραγικά υπέροχη η Δήμητρα Χατούπη. Στο ρόλο της Ραραούς είναι μια τονωτική ένεση για το θέατρό μας. Με αστραφτερή και μεθυστική γενναιοδωρία πλάθει αυτό το μυθικό και βασανισμένο πρόσωπο.
Η Στεφανία Κριεζή έδωσε την απόλυτη ερμηνεία της Σαλώμης. Με ειλικρίνεια, έκρηξη και θηλυκότητα.
Η Μαριλίτα Λαμπροπούλου ήταν συγκλονιστική μάνα. Πρόσφερε απλόχερα στιγμές απίστευτης ερμηνευτικής ομορφιάς.
Η Τζίνη Παπαδοπούλου μας συντάραξε ως Κανέλλω. Ηρωική, δυναμική, μεγαλειώδης, σπαρακτική.
Η Έφη Ρευματά ερμήνευσε με σθένος και όμορφους χρωματισμούς την Αφροδίτη.
Η Μαριαλένα Ροζάκη είχε δροσιά, πάθος και συγκίνηση ως έφηβη Ρουμπίνη.
Μας μένουν από την παράσταση οι σπουδαίες ερμηνείες, οι χώροι της φτώχειας και τα καρναβαλικά τοπία, η λεωφόρος της διαπόμπευσης ανατριχιαστική, η φυγή από τις Επάλξεις για την πόλη, το καταφύγιο – ενέδρα, η δύναμη των ηρωίδων, η περιπλάνηση στη μυθιστορηματική περιφέρεια, ο δρόμος της ελεημοσύνης κι εκείνο το ρίγος του κατοχικού έρωτα ανάμεσα σε μια Ελληνίδα κι έναν «κατακτητή» Ιταλό που μας φέρνει πικρά δάκρυα αδικίας στα μάτια.
«Η Μητέρα του σκύλου», μια παράσταση μνημειώδης, ζωογόνα, ονειρική.
* Το μυθιστόρημα “Η Μητέρα του σκύλου” πρωτοκυκλοφόρησε το 1990, από τις εκδόσεις “Καστανιώτη”. Μέχρι σήμερα έχει κάνει αλλεπάλληλες εκδόσεις και έχει μεταφρασθεί και κυκλοφορήσει σε περισσότερες από τριάντα χώρες. Είχε συζητηθεί η μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη από τον Εμίρ Κουστουρίτσα.
* «Η “Μητέρα του Σκύλου” είναι μια παράσταση που δεν είναι εξομολόγηση, ούτε αφήγηση, δεν είναι ένα παιχνίδι – θέατρο, ούτε θέατρο μέσα στο θέατρο. Ο Μέγας Χρόνος συναντά το παρόν και το παρελθόν, σαν μια ενιαία οντότητα όπως μπορούν να τη συλλάβουν οι τρελοί και τα παιδιά. Μέσα σ’ ένα χώρο που μεταμορφώνεται συνεχώς, εκτυλίσσεται ένα λαϊκό παραμύθι που μιλάει για αισθήματα, για απορρίψεις, για άκυρες ζωές. Η ιερότητα της μυστικής ζωής των ασήμαντων», σημειώνει ο Σταύρος Τσακίρης, σκηνοθέτης της παράστασης.
Ταυτότητα παράστασης
Σκηνοθεσία – Δραματουργική Επεξεργασία – Μουσική Επιμέλεια: Σταύρος Τσακίρης
Σκηνικά – Κοστούμια: Άγγελος Αγγελή
Δραματολόγος: Δήμητρα Πετροπούλου
Κινησιολογία: Γιάννης Αντωνίου
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Βοηθός Σκηνοθέτη: Έφη Ρευματά
* Στο ρόλο της Ραραούς η Δήμητρα Χατούπη
* Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί:
Νίκος Γιαλελής, Γιάννης Δρίτσας, Χρήστος Ευθυμίου, Ηλίας Ζερβός, Στεφανία Κριεζή, Μαριλίτα Λαμπροπούλου, Τζίνη Παπαδοπούλου, Έφη Ρευματά, Μαριαλένα Ροζάκη.
Πληροφορίες
Σύγχρονο Θέατρο, Ευμολπιδών 45 – Γκάζι / 210.34.64.380.- 210.34.25.410