Την Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 1964 ο Ζαν-Πολ Σαρτρ αρνήθηκε να δεχθεί βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας [Nobel prize in literature], υποστηρίζοντας ότι θα μειώσει το γόητρο της συγγραφικής του δουλειάς.
«Ο συγγραφέας πρέπει να αρνηθεί να μετατρέψει τον εαυτό του σε όργανο», δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου την Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 1964, αφού είχε μάθει την απόφαση της Σουηδικής Ακαδημίας να του απονείμει το βραβείο για το 1964.
Οι Σουηδοί χαρακτήρισαν του έργο του Jean-Paul Sartre «πλούσιο σε ιδέες, με πνεύμα ελευθερίας και αναζήτηση της αλήθειας».
Ο Σαρτρ όμως αρνήθηκε να παραλάβει το Βραβείο, επικαλούμενος προσωπικούς και αντικειμενικούς λόγους.
Σε μια δήλωση που έκανε στον σουηδικό Τύπο πρόσθεσε: «Η άρνηση για βράβευση πρέπει να είναι άμεση ακόμα κι αν αυτή συμβαίνει κάτω από τις πιο τιμητικές περιστάσεις, όπως στην προκειμένη περίπτωση».
Ο Σαρτρ έκανε γνωστό στον Τύπο ότι η απόφασή του δεν ήταν μια «παρορμητική κίνηση». Ένας από τους λόγους που απέρριψε το βραβείο προήλθε από τη συνήθειά του να αρνείται όλες τις επίσημες τιμές.
Κάτι παρόμοιο είχε κάνει και το 1939, τότε που υπηρετούσε στον γαλλικό στρατό ως μετεωρολόγος, πριν συλληφθεί από τα γερμανικά στρατεύματα το 1940. Έμεινε εννέα μήνες, ως αιχμάλωτος πολέμου και στη συνέχεια το 1945 του προσφέρθηκε το ύψιστο βραβείο, να γίνει μέλος της Λεγεώνας της Τιμής (Légion d’ honneur). Όμως ο Σαρτρ είπε το πρώτο «όχι».
Στις δηλώσεις που έκανε το 1964 συμπλήρωσε: «Αυτή η στάση είναι φυσικά εντελώς δική μου και δεν περιέχει καμία κριτική σε όσους έχει ήδη απονεμηθεί το βραβείο».
Μάλιστα κλείνοντας τόνισε και το εξής: «Αν υπογράφω τώρα ως Jean-Paul Sartre δεν θα είναι το ίδιο πράγμα με το να υπογράψω ως ο βραβευμένος με Νόμπελ Jean-Paul Sartre».