«Ας κάμουμε κ’ εμείς έναν τόπο γαλήνης στη γη της Αιολίδας, που να ‘ναι σαν το νησί!». Παραμερίσανε τότε τα βουνά, τραβήχτηκαν στο βάθος, κι ο τόπος που άφησαν έγινε ο τόπος της Γαλήνης. Τα βουνά κείνα της Ανατολής τα λένε Κιμιντένια».
Ηλίας Βενέζης, «Αιολική γη»


Μετά το τέλος του πολέμου επέστρεψε στο Αϊβαλί και άρχισε να μελετά ανώτερα μαθηματικά για να σπουδάσει μηχανικός στη Γαλλία. Όμως, η Μικρασιατική Καταστροφή και η έξοδος των Ελλήνων της Μικράς Ασίας ανέτρεψαν τα σχέδια του. Όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν το Αϊβαλί, τον συνέλαβαν μαζί με άλλους 3.000 Έλληνες και τον οδήγησαν αιχμάλωτο στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας για να εργασθεί στα διαβόητα «Τάγματα Εργασίας».
Εκεί, ο Βενέζης υπέστη επί 14 μήνες αφάνταστα βάσανα, τα οποία περιέγραψε στο βιβλίο του «Το Νούμερο 31328», που εκδόθηκε το 1931. Το νούμερο αυτό ήταν ο αριθμός με τον οποίο ήταν καταχωρισμένος στα «Τάγματα Εργασίας». Οι απάνθρωπες συνθήκες της αιχμαλωσίας (ήταν ένας από τους μόλις 23 συμπολίτες του που επέζησαν) και ο ξεριζωμός από την πατρώα γη άφησαν ανεξίτηλα τα ίχνη τους στο νεαρό τότε Βενέζη και σημάδεψαν με καίριο τρόπο τη θεματογραφία του έργου του.
Στα αθηναϊκά γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1928, μετά τη βράβευσή του στο διαγωνισμό του περιοδικού «Νέα Εστία» για το διήγημά του «Ο θάνατος». Τον ίδιο χρόνο εξέδωσε στη Μυτιλήνη το πρώτο του βιβλίο, τη συλλογή διηγημάτων «Ο Μανώλης Λέκκας και άλλα διηγήματα», το οποίο έγινε ευμενώς δεκτό από τους κριτικούς των Αθηνών.
Το 1938 παντρεύτηκε τη Σταυρίτσα Μολυβιάτη με καταγωγή από το Αϊβαλί, με την οποία απέκτησε μία κόρη, την Άννα. Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα «Γαλήνη». Είναι, ίσως, το πρώτο βιβλίο που αντιμετωπίζει με λογοτεχνική επάρκεια το θέμα της εγκατάστασης των προσφύγων στην Ελλάδα. Οι δυσκολίες για να συνυπάρξουν δύο διαφορετικοί ουσιαστικά κόσμοι και οι αναπόφευκτες συγκρούσεις τους εξιστορούνται τόσο μέσα από την ομαδική περιπέτεια του πλήθους, όσο και μέσα από τα ιδιωτικά περιστατικά της οικογενειακής ζωής του κεντρικού ήρωα, του γιατρού Δημήτρη Βένη. Για τη «Γαλήνη» τιμήθηκε το 1940 με το Α’ Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας και τον Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών.

Στις 28 Οκτωβρίου 1943 οι υπάλληλοι της Τράπεζας της Ελλάδας είχαν συγκεντρωθεί στη μεγάλη αίθουσα του κτηρίου για να τιμήσουν την επέτειο του «ΟΧΙ», αλλά και τη μνήμη των συναδέλφων τους που έπεσαν μαχόμενοι. Οι Γερμανοί εισέβαλαν στην αίθουσα και συνέλαβαν τον διοικητή και μερικούς υπαλλήλους, μεταξύ των οποίων και τον Βενέζη. Τον απομόνωσαν στο «Μπλοκ C» των φυλακών Αβέρωφ και θα τον εκτελούσαν, αν δεν επενέβαινε συντονισμένα ο πνευματικός κόσμος της χώρας και ζητούσε την απελευθέρωσή του. Από τη νέα αυτή τραγική εμπειρία θα προκύψει το μοναδικό θεατρικό του έργο «Μπλοκ C», που ανέβηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1945 από το Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Πέλου Κατσούλη και πρωταγωνιστές τον Θάνο Κωτσόπουλο και τον Ιορδάνη Μαρίνο.
Το 1948, εν μέσω Εμφυλίου Πολέμου, συμμετείχε στην ίδρυση της αντικομουνιστικής Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και τον επόμενο χρόνο με πρόσκληση του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών περιόδευσε επί εξάμηνο στις ΗΠΑ, όπου έδωσε διαλέξεις και συνεντεύξεις.
Κατά τη μεταπολεμική περίοδο συνεργάστηκε για πολλά χρόνια (1954-1970) με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ) σε εκπομπές λόγου, ενώ υπήρξε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου, της Λυρικής Σκηνής, της Κοινότητας Ευρωπαίων Συγγραφέων, της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης και ιδρυτικό μέλος της λογοτεχνικής «Ομάδας των 12».
Τον Ιανουάριο του 1957 η Ακαδημία Αθηνών εξέλεξε τον Ηλία Βενέζη τακτικό μέλος της στην τάξη των Γραμμάτων και Καλών Τεχνών και το 1959 του απενεμήθη ο Ταξιάρχης του Τάγματος Γεωργίου Α.
Ο Ηλίας Βενέζης πέθανε στις 3 Αυγούστου 1973, καταβεβλημένος από τον καρκίνο του λάρυγγα, με τον οποίο είχε διαγνωστεί πριν από δύο χρόνια.