Του Παναγιώτη Μήλα
«Μέτρο, αλήθεια και ρεαλισμός διέκριναν την Ευγενία Αποστόλου που, για άλλη μια φορά, υπήρξε υπέροχη και πλήρης, με τη δική της αξιοπρόσεκτη τεχνική…».
-Αυτό έγραφε εδώ στο Catisart η Ειρήνη Αϊβαλιώτου για την Ευγενία Αποστόλου η οποία ερμήνευσε τον ρόλο της Ματζ, στον «Αμπιγιέρ» τον Μάιο του 2018, στη Β’ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας.
«Σκέτη απόλαυση. Πραγματικό κόσμημα».
-Αυτές οι τέσσερις λέξεις χαρακτήριζαν την ερμηνεία της Αποστόλου στις «Πρακτόρισσες», που παρουσιάστηκε το 2015, στο Θέατρο Vault.
Όμως την αγαπημένη ηθοποιό το 2022 την ακούσαμε να τραγουδάει ρεμπέτικα στην παράσταση «Μαρίκα Νίνου, σαν άστρο», στο Θέατρο Τέχνης.
Φέτος τη θαυμάσαμε στην παράσταση «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα (Το Σώμα όπου Ανατέλλει η Αντοχή)», του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, σε σκηνοθεσία Μαρίας Πρωτόπαππα, στο Θέατρο Τέχνης.
Επίσης την είδαμε και στις τηλεοπτικές σειρές: «Έρωτας Φυγάς» (Open και Αντέννα) και «Ψυχοκόρες» (Αντέννα) αλλά και στην ταινία μεγάλου μήκους «Φόνισσα» της Εύας Νάθενα.
***
Όλα τα παραπάνω ήταν σημαντικοί λόγοι για να επικοινωνήσουμε με την Ευγενία Αποστόλου και να της ζητήσουμε συνέντευξη για το Catisart.
Συναντηθήκαμε λοιπόν ένα απόγευμα στην καταπράσινη ρεματιά των Βριλησσίων και μιλήσαμε για θέατρο, τηλεόραση, κινηματογράφο, μουσική και ποίηση…
Μας είπε για τα πρώτα βήματα που έκανε όταν ήταν μικρούλα στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, σε παράσταση που σκηνοθέτησε ο Σπύρος Ευαγγελάτος.
Όμως μας μίλησε για τη βία, το μπούλινγκ, το Me_too αλλά και για τα όνειρά της για το μέλλον.
Ήταν μια συζήτηση γεμάτη σχέδια και αγάπη.
Ας την ακούσουμε λοιπόν…
Ευγενία, πού γεννήθηκες και από πού κατάγεσαι;
*Γεννήθηκα στην Αθήνα. Είμαι γέννημα θρέμμα. Τα πρώτα μου βήματα τα έκανα στην πλατεία Δεξαμενής, στο Κολωνάκι. Μετά φύγαμε και μείναμε στους Αμπελοκήπους και στη συνέχεια λίγο πιο βόρεια. Ο πατέρας μου είναι Αθηναίος, Πλακιώτης και η μαμά μου από την Κωνσταντινούπολη. Ήρθε εδώ, συναντήθηκαν και έμεινε ως ερωτικός μετανάστης.
Η μητέρα του πατέρα μου ήταν από την Αδριανούπολη, οπότε υπάρχει και εδώ μια ιστορία προσφυγιάς.
Ποια είναι η εντονότερη παιδική σου ανάμνηση;
*Από τα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι έτσι, πολύ έντονα, τα καλοκαίρια μας επειδή, λόγω του επαγγέλματος του πατέρα μου, είχαμε τρεις μήνες διακοπές. Ήτανε δάσκαλος στο Κολέγιο. Καλοκαίρι λοιπόν πηγαίναμε σε μία παραλία στις Ροβιές στην Εύβοια πρώτα με σκηνή και στη συνέχεια σε τροχόσπιτο. Μεγάλη ελευθερία, στη θάλασσα και στο δάσος.
Αυτή ήταν μία πολύ ωραία ανάμνηση για εκείνα τα καλοκαίρια…
Οικογενειακές γιορτές με μεγάλα τραπέζια, παστιτσάδα και πολλά τραγούδια με όλα τα ξαδέλφια. Τα θυμάμαι όλα πολύ έντονα.
Η πρώτη καλλιτεχνική αίσθηση;
*Απίστευτο αλλά αληθινό. Όταν ήμουνα στο Δημοτικό βρέθηκα να παίζω στην Επίδαυρο, σε μία παράσταση του Σπύρου Ευαγγελάτου, την «Ψυχοστασία». Έπαιζαν ο Λευτέρης Βογιατζής, ο Δημήτρης Καταλειφός κι εμείς τρέχαμε στη θυμέλη. Μάλιστα ο μικρότερος αδελφός μου είχε και ένα μικρό μονολογάκι…
Το αίσθημα τού να βρεθώ σε αυτό το χώρο, σε αυτή την ηλικία και ξαφνικά να βλέπω όλο αυτόν τον κόσμο, ήτανε ένας κραδασμός που με συγκλόνισε πραγματικά.
Ήταν μία συγκλονιστική εμπειρία για μένα που σίγουρα έπαιξε ρόλο στην απόφασή μου να ασχοληθώ αργότερα με το θέατρο.
Όμως και ο πατέρας μου με βοήθησε. Στο Κολέγιο είχανε θέατρο. Εκείνος έγραφε έργα για τις γιορτές, έφτιαχνε μόνος του τα σκηνικά και εγώ από πιτσιρίκι παρακολουθούσα αυτή τη δημιουργία και ζούσα το όνειρο.
Είχα λοιπόν μια άνεση με τη σκηνή. Ήμουνα νομίζω απ’ τα τυχερά παιδιά που πολύ νωρίς ήξερα μέσα μου τι θέλω να κάνω.
Μετά βρέθηκα κάποια στιγμή σε ένα σχολείο που είχε θεατρική ομάδα και κάπως το επεδίωξα κιόλας να πάω εκεί. Η πρώτη μου παράσταση ήταν η «Αρκούδα» του Τσέχωφ με τον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη. Η συνέχεια ήταν η αναμενόμενη και μετά το σχολείο πήγα στη Δραματική Σχολή Βεάκη και όλα πήραν το δρόμο τους.
Υπήρξανε κάποιοι ηθοποιοί που τους αγάπησες και είπες ότι θέλεις να γίνεις σαν κι αυτούς;
*Όχι. Δεν είχα πρότυπα, μπορώ να πω τέτοιου είδους. Βέβαια πιο πολύ μου άρεσε, να «μπαίνω στα παπούτσια» διαφορετικών ανθρώπων. Να αλλάζω ρόλους. Δεν μπορώ να πω ότι έβλεπα τη Βουγιουκλάκη και έλεγα «θέλω να γίνω Βουγιουκλάκη». Κάτι άλλο ήτανε μέσα μου που με τραβούσε προς αυτή την κατεύθυνση. Και μετά στη Σχολή ένιωθα ότι κάτι θέλω να ερευνήσω. Κάτι θέλω να μάθω μέσα από αυτή τη διαδικασία και να εκφράσω πράγματα. Ήτανε πιο πολύ μια εσωτερική ανάγκη.
Η πρώτη σου επαγγελματική δουλειά;
*Όντας ακόμα μαθήτρια στη Σχολή Βεάκη, έπαιξα στο Εθνικό Θέατρο στο «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» του Σαίξπηρ σε σκηνοθεσία Γιάννη Καραχισαρίδη στην Πειραματική Σκηνή.
Μετά τελειώνοντας τη Σχολή, είχα την τύχη να με πάρει η Λυδία Κονιόρδου στο Θεσσαλικό Θέατρο. Εκεί κάναμε τους «Φασουλήδες με τη Μαγκούρα» του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Ήταν κι εκείνης η πρώτη της σκηνοθετική δουλειά. Όμως πριν από αυτό, ο Κώστας Τσιάνος με είχε προσλάβει στο Θεσσαλικό και κάναμε το έργο των Ρέππα – Παπαθανασίου «Ροζ Μολότοφ». Οπότε είχαμε πρόβες και παραστάσεις. Ήμασταν εκεί από το πρωί μέχρι το βράδυ. Κάναμε παράσταση το βράδυ και το πρωί ακολουθούσαν άπειρες ώρες με τη Λυδία, τη δασκάλα μας. Ήταν μαζί και οι συμμαθητές μου από τη Σχολή, ο Μανώλης Μαυροματάκης και ο Γεράσιμος Γεννατάς. Μας έδωσε τους πρώτους μας μεγάλους ρόλους. Μας εμπιστεύτηκε. Ήτανε κατά κάποιο τρόπο μια συνέχεια της μαθητείας μέσα από την επαγγελματική δουλειά. Μας έδωσε ευκαιρίες. Εγώ έχω πολύ μεγάλη ευγνωμοσύνη στη Λυδία. Μου έδωσε να παίξω αμέσως πρωταγωνιστικό ρόλο. Με εμπιστεύτηκε.
Ποια είναι τα πρότυπά σου;
*Θαυμάζω κάποιους πολύ καλούς ηθοποιούς. Υπάρχουν πάρα πολλοί συνάδελφοι τους οποίους εκτιμώ. Όμως κυρίως θαυμάζω τους ανθρώπους που αγωνίζονται για απλά μικρά καθημερινά πράγματα. Θαυμάζω απεριόριστα μια γυναίκα που μπορεί να μεγαλώσει μόνη της ένα παιδί. Θαυμάζω εκείνους οι οποίοι αφοσιώνονται για το κοινό καλό.
Φέτος σε είδαμε στο έργο του Λόρκα «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» στο Θέατρο Τέχνης. Ποιες είναι οι εντυπώσεις σου;
*Α, ήταν μια εξαιρετική συνεργασία με την Μαρία Πρωτόπαπα. Βέβαια εγώ πάντα από όλες μου τις δουλειές συλλέγω σαν μελισσούλα τα καλύτερα. Αλλά τη Μαρία τη θαυμάζω, την εκτιμώ απεριόριστα. Ήταν μεγάλη χαρά αυτή η συνεργασία γιατί έκανε μια ανάγνωση του έργου πολύ βαθιά και διαφορετική από αυτά που έχουμε δει μέχρι τώρα. Για μένα έχει ενδιαφέρον η διαδρομή. Μου αρέσει όλη αυτή η ανοιχτωσιά που έχει η Μαρία. Η ελευθερία για να το ψάξει κι αλλιώς. Είναι κάτι που με ενδιαφέρει πολύ. Χωρίς να είναι πειραγμένο το κείμενο. Έκανε όμως μια μετάφραση από την αρχή.
Ήμασταν κι εμείς παρόντες και το παρακολουθήσαμε από την αρχή. Έπιασε λέξη λέξη δηλαδή το ισπανικό και με τη βοήθεια της Ελένης Σπετσιώτη, έψαξαν πολλές διαφορετικές μεταφράσεις της κάθε λέξης. Και έτσι ανακάλυψε κάποιες, ας πούμε διαδρομές ή κάποια… κάποιες έννοιες ή νοήματα που είχανε χαθεί ή που εν πάση περιπτώσει εκείνη θεωρεί ότι μπορεί να θέλει να πει ο Λόρκα και αυτό.
Πίσω από μια γυναίκα δηλαδή που καταπιέζει τις κόρες της, είδε ολόκληρη την Ισπανία, όπου η κάθε κόρη είναι μία περιοχή της εποχής εκείνης.
Το έργο του Λόρκα είναι τόσο ζωντανό όσο η αρχαία τραγωδία. Νομίζω πως αυτό είναι που ενδιαφέρει τη Μαρία μιας και το έργο είναι βαθύτατα ποιητικό και πολιτικό. Μιλάει για τη φτώχεια, για την ανισότητα. Για την καταπίεση κάθε ανθρώπινου πλάσματος. Πίσω απ’ αυτές τις πέντε γυναίκες μπορεί να είναι ένας οποιοσδήποτε καταπιεσμένος άνθρωπος ή έγκλειστος εξαιτίας μιας κατάστασης οπότε γι’ αυτό υπάρχει και αυτή η διαχρονικότητα και έτσι το αντιμετώπισε και η Μαρία. Όπως και στην αρχαία τραγωδία υπάρχουν τα αρχέτυπα, έτσι και στο έργο του Λόρκα υπήρξανε πάρα πολλοί συμβολισμοί.
Ασφαλώς και η ποίηση είναι διαχρονική. Μιλάει βαθιά. Βλέπουμε ακόμη ότι η πολιτική ταιριάζει με την τέχνη.
Πώς ταιριάζει η πολιτική με την τέχνη;
*Κατά τη γνώμη μου τα έργα οφείλουν να είναι πολιτικά. Όχι κομματικά, πολιτικά. Επειδή ένας από τους ρόλους της τέχνης είναι και η αφύπνιση.
Βέβαια στο θέατρο αναζητούμε την αλήθεια, ενώ οι πολιτικοί βασίζονται στο ψέμα. Κατά τη γνώμη μου. Αυτή είναι μια διαφορά.
Ο Λόρκα είναι ένας λογοτέχνης της γενιάς του ’27. Με ποιο τρόπο αιφνιδιάζει τους σύγχρονους αναγνώστες και θεατές όταν έρχονται σε επαφή με το έργο του;
*Νομίζω ότι ο Λόρκα ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του. Ο ίδιος ήταν πάρα πολύ καταπιεσμένος. Ήταν ο άνθρωπος που αγαπούσε και συμπονούσε τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους. Αυτό δεν ξέρω κατά πόσον μπορεί να μας συγκινήσει σήμερα ή να μας ξενίσει.
Για αυτή την παράσταση ποιον θα ήθελες να ευχαριστήσεις;
*Τη Μαρία Πρωτόπαπα ευχαριστώ βεβαίως. Ένα τεράστιο ευχαριστώ – και όχι μόνο – σε όλους τους συντελεστές. Ακόμη θέλω να τονίσω ότι η Μαρία έφτιαξε ένα θίασο που αν και κάποιοι μπορεί να μην είχαμε δουλέψει μαζί ή να είχαμε δουλέψει πριν από χρόνια, εντούτοις η Μαρία κατάφερε να μας ενώσει και να αποκτήσουμε έναν κοινό κώδικα. Μέσα σε δύο – τρεις μήνες που γίνονται τώρα πια οι πρόβες δεν είναι εύκολο να αποκτήσεις μια επαφή. Κι όμως εμείς το πετύχαμε.
Παλιότερα μπορεί να κάναμε τρεις – τέσσερις μήνες πρόβα. Υπάρχει και το ιστορικό με τον Δημήτρη Μαυρίκιο στο «Έβδομο ρούχο» που κάναμε οχτώ μήνες πρόβες …πληρωμένες.
Τώρα χρειαστήκαμε να κάνουμε μια δουλειά στο τραπέζι, μία έρευνα. Πήραμε αρκετό χρόνο για να κάνουμε την έρευνα για όλη αυτή τη λεπτομέρεια. Την ανακάλυψη του λόγου, των λέξεων. Να βρούμε τις έννοιες, τις σημασίες, τις ιστορίες, τι μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτό. Σίγουρα η Μαρία έκανε δουλειά στο σπίτι, αλλά στην πορεία πολλά πράγματα γίνανε κατά τη διάρκεια των προβών και μετά χρειάστηκε λίγο παραπάνω χρόνος για να μπορέσεις πια να το σηκώσεις αυτό και να αποκτηθεί η επικοινωνία πάνω στη σκηνή.
Να δοκιμαστούνε πράγματα τα οποία μπορεί μετά να αφαιρεθούν μιας και στο χαρτί μπορεί να φαίνονται αλλιώς και αλλιώς φαίνονται πάνω στη σκηνή.
Φέτος σε είδαμε και στην τηλεόραση, στις σειρές «Έρωτας Φυγάς» και στις «Ψυχοκόρες». Ποια είναι η γνώμη σου για την προσφορά της τηλεόρασης;
*Μα, η τηλεόραση είναι το μέσο που μπαίνει μέσα στα σπίτια, οπότε έρχεται πάρα πολύ κοντά στους ανθρώπους και έχει τρομερή ευθύνη. Ακόμα και για την εκπαίδευση, τη διαπαιδαγώγηση του κόσμου. Όταν εκπαιδεύεις τον κόσμο σε «σκουπίδια» αυτό μαθαίνουν. Όμως υπάρχουν και δουλειές οι οποίες είναι πάρα πολύ αξιόλογες.
Οι «Ψυχοκόρες» ήτανε μια πάρα πολύ προσεγμένη δουλειά και ο «Έρωτας Φυγάς», παρόλο που ήταν καθημερινό και αυτό επίσης ήτανε μια σημαντική, εξαιρετική δουλειά… Μια ιστορία εποχής με πολύ καλές προδιαγραφές για καθημερινό.
Έχεις κάποια τηλεοπτική παραγωγή ελληνική ή ξένη που να είναι αγαπημένη σου;
*Έχω και ελληνικές και ξένες. Θα μιλήσω όμως μόνο για τις «Ψυχοκόρες» μιας και είμαι φαν της σειράς. Την έβλεπα. Την περίμενα πώς και πώς. Εγώ με αυτή τη σειρά κόλλησα. Μου άρεσε πάρα πολύ το σενάριο, η ιστορία, οι ηθοποιοί, η αισθητική της σειράς. Εντάξει. Οπότε έβλεπα και τη συνέχεια που δεν ήμουν πια εγώ, σαν μητέρα, αλλά την παρακολουθούσα.
Τι συμβαίνει και οι άνθρωποι έχουμε πάψει πια να ακούμε ο ένας τον άλλο; Γιατί οι ανθρώπινες σχέσεις καταρρέουν και είμαστε τόσο απομονωμένοι;
*Είναι και ένα δικό μου ερώτημα. Είμαστε πολύ εγωιστές. Πιστεύω ότι ο εγωισμός είναι μια μεγάλη αρρώστια του ανθρώπου και παρατηρώ ότι, ειδικά στην εποχή μας που έχει να κάνει πάρα πολύ με την εικόνα και όλα αυτά που συμβαίνουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οι άνθρωποι δείχνουν σαν να έχουν την ανάγκη να υπάρξουν μέσα από τα μάτια των άλλων και όχι να δουν μέσα από τα μάτια των άλλων. Δηλαδή, εγώ θα βάλω μια φωτογραφία γιατί έχω την ανάγκη να υπάρχω και να μου πούνε, «α, τι κάνεις τώρα, πηγαίνεις εκεί;», φωτογραφίζονται στην παραλία, από εδώ, από εκεί, σε όλες τους τις δραστηριότητες. Για ποιο λόγο; Γιατί έτσι νιώθεις ότι σε βλέπουν όλοι, άρα υπάρχεις.
Ενώ τι ωραίο που θα ήτανε να προσπαθούσες να δεις με τα μάτια των άλλων. Ένα πολύ μικρό αγαπημένο μου παιδί είχε πει: «Θέλω να φτιάξω ένα μηχάνημα και να βλέπω με τα μάτια των άλλων». Τι εννοούσε δηλαδή; Να μπαίνεις μέσα στον άλλον και να μπορείς να τον δεις, να τον ακούσεις. Να δεις τι είναι αυτός ο άνθρωπος στην πραγματικότητα; Να μάθεις ο πυρήνας του, τι λέει;
Δυστυχώς είμαστε πολύ εγωιστές. Νομίζουμε ότι είμαστε το επίκεντρο του κόσμου. Όμως δεν είμαστε. Απλά είμαστε μια μικρή απειροελάχιστη κουκκιδίτσα. Και όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε, τόσο πιο ευτυχισμένοι θα είμαστε και τόσο πιο γιορτινή θα είναι η ύπαρξή μας και θα απελευθερωθούμε από όλους.
Αν με ρωτήσει κανείς τι θέλω στη ζωή μου, είναι να μπορέσω να κατακτήσω αυτή την ελευθερία.
Ως γυναίκα ηθοποιός αντιμετώπισες ποτέ έμφυλες διακρίσεις; Διαπιστώνεις από τη μέχρι τώρα εμπειρία σου κάποια ουσιαστική αλλαγή στον χώρο μετά το ελληνικό me too;
*Εγώ προσωπικά δεν είχα κάτι πάρα πολύ τρανταχτό να θυμάμαι, έτσι που να με έχει ταράξει και να με έχει ενοχλήσει. Εντάξει τώρα, μικρά περιστατικά παρενόχλησης έχουν υπάρξει.
Πιστεύω ότι είναι ωραίο που κάποιοι άνθρωποι βγήκανε και το εξέφρασαν όλο αυτό. Θεωρώ ότι πρέπει να είμαστε λίγο προσεκτικοί ως προς τις ισορροπίες, δηλαδή να μη φτάσουμε στο άλλο άκρο.
Θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό για όλους, όχι μόνο για τις γυναίκες. Το να μπορεί να βγαίνει κάποιος και να λέει ότι αυτό δεν μου αρέσει ή αυτό δεν το θέλω. Να υπάρχει μια ισότητα στην αντιμετώπιση και στη δουλειά και ανάμεσα στους ανθρώπους.
Ποια είναι τα σχέδιά σου για το άμεσο μέλλον;
*Είμαι σε μια περίοδο ξεκούρασης, αναμονής και αναστοχασμού που τη χρειάζομαι.
Έχεις κάποιους ρόλους που ονειρεύεσαι να παίξεις;
*Είμαι ανοιχτή σε ό,τι έρθει. Πολλοί ρόλοι είναι που έχουν ενδιαφέρον.
Τώρα τον ελεύθερο χρόνο σου κάνεις κάτι; Διαβάζεις; Υπάρχει κάποιο ποίημα που έχεις διαβάσει και δεν το ξεχνάς;
*Τον Καβάφη αγαπώ πολύ. Πάντα με συντρόφευαν τα ποιήματά του.
Ποιο βιβλίο υπάρχει αυτήν την περίοδο στο κομοδίνο σου και ποιο είναι το αγαπημένο σου όλων των εποχών;
*Τώρα διαβάζω ένα βιβλίο του Ομραάμ – Μικαέλ Αϊβανχόφ με τον τίτλο… «Η δύναμη της σκέψης». Επίσης διαβάζω και τη βιογραφία της Καμίλ Κλοντέλ. Την αγαπώ πολύ. Η ιστορία αυτής της γυναίκας με συγκινεί βαθύτατα. Την έκανα και εργασία όταν ήμουν στο Πανεπιστήμιο, στη Γαλλική Φιλολογία.
Ακόμα διαβάζω και ασχολούμαι λίγο με τη μουσική τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα με το ρεμπέτικο τραγούδι. Στο θέατρο τραγούδησα όταν κάναμε τη ζωή της Μαρίκας Νίνου. Ήταν η παράσταση «Μαρίκα Νίνου, σαν άστρο» στο Θέατρο Τέχνης στη Φρυνίχου, σε σκηνοθεσία της Μαριάννας Κάλμπαρη. Οπότε εκεί είχα την ευκαιρία να τραγουδήσω κάποια τραγούδια. Μαζί ήταν και ο Γιάννος Περλέγκας.
Εκτός από βιβλία, ποίηση και μουσική τι άλλο σε συγκινεί;
*Φυσικά ο κινηματογράφος. Είδα μια πολύ ωραία ταινία, το «Υπέροχες μέρες» του Βιμ Βέντερς. Με αυτό τον άνθρωπο που σηκωνόταν κάθε μέρα και έκανε αυτή τη δουλειά, με τόση προσήλωση, τόση λεπτομέρεια, τόσο στυλ. Ενθουσιάστηκα με αυτήν την ταινία.
Τελικά αυτή είναι η απάντηση στο γιατί οι άνθρωποι δεν ακούμε και δεν βλέπουμε ένας τον άλλον.
Με αφορμή αυτήν την ταινία θυμήθηκα και τις δικές μου υπέροχες μέρες με τη συμμετοχή μου στις ταινίες μεγάλου μήκους «Μπιγκ Χιτ» και «Πέντρο Νούλα» του Κάρολου Ζωναρά και την «Echoes of the past» του Νικόλα Δημητρόπουλου.
Τι θα έλεγες ότι είναι ευλογία για έναν καλλιτέχνη στην εποχή μας;
*Εξαρτάται τι θέλει ο κάθε καλλιτέχνης. Τι είναι αυτό που θέλει βαθιά μέσα του. Για μένα ευλογία είναι οι όμορφες συναντήσεις και όλη αυτή η επαφή με το κόσμο, με την ομορφιά, την ποίηση, το να έχεις αυτή τη δυνατότητα να ανοίγεις στον κόσμο και να του δείχνεις την ομορφιά.
Να τους ανοίγεις δηλαδή ένα παράθυρο προς μία σκέψη, προς κάτι. Κάπου να πάνε, κάπως να προχωρήσουνε. Αυτό για μένα είναι ευλογία.
Αυτό το παράθυρο προσπαθώ να ανοίξω κι εγώ σε μαθητές μου όταν διδάσκω στο πλαίσιο της αυτοβελτίωσης σε συνεργασία με ψυχοθεραπευτικές ομάδες ή όταν πηγαίνω σε σχολεία για διδασκαλία μαθημάτων Θεατρικής Αγωγής.
Υπάρχει κάποιο θεατρικό ή λογοτεχνικό έργο που το ταυτίζεις με την εποχή μας;
*Δεν μπορώ να πω για κάποιο συγκεκριμένο. Υπάρχει ας πούμε ο Λόρκα. Μπορεί να είναι μιας άλλης εποχής, αλλά μιλάει για πράγματα που αγγίζουν και το σήμερα.
Υπάρχουν κάποιοι μεγάλοι ποιητές, κάποιοι σημαντικοί συγγραφείς που είναι διαχρονικοί και αγγίζουν τη σημερινή πραγματικότητα. Γιατί επί της ουσίας δεν αλλάζουνε οι άνθρωποι και τα προβλήματα. Η ουσία των προβλημάτων και των θεμάτων παραμένει η ίδια. Απλώς αλλάζει λίγο το περίβλημα των θεμάτων και των προβλημάτων.
Αν μπορούσες να αλλάξεις κάτι στη σύγχρονη κοινωνία, τι θα ήταν αυτό που θα άλλαζες;
*Τη βία μέσα μας. Αυτό θα ήθελα να το αλλάξω. Είναι κάτι που δεν μπορώ να το αποδεχτώ. Τη βία που ακούμε και βλέπουμε καθημερινά σε όλες της τις μορφές. Και σε μικρά ψήγματα και σε πιο μεγάλα που φτάνουν σε γυναικοκτονίες, σε ανθρωποκτονίες.
Ακόμα και σε λεκτική βία, όπου τα παιδάκια έχουν αρχίσει και κάνουν τόσο μπούλινγκ το ένα με το άλλο, στις σχέσεις των ανθρώπων. Υπάρχει πολλή βία. Αυτό θα ήθελα να το αλλάξω.
Έχεις κάποια σκέψη που σε συνοδεύει τις περισσότερες ώρες της ημέρας;
*Θέλω να είμαι όσο μπορώ περισσότερο παρούσα σε κάθε τι. Να μην ξεχνιέμαι, να μη βαριέμαι. Αυτό είναι κάτι το οποίο το παλεύω. Να είμαι παρούσα λοιπόν σε κάθε στιγμή. Αυτό δεν συμβαίνει πάντα, αλλά είναι κάτι που το επιδιώκω. Είναι μια σκέψη που μου δίνει δύναμη.
Τι σε απογοητεύει και τι σου δίνει χαρά;
*Υπάρχουν πολλές από τις συμπεριφορές των ανθρώπων που με απογοητεύουν. Με απογοητεύει το ότι η σύγχρονη κοινωνία βαδίζει με οδηγό το χρήμα. Αυτό δηλαδή, το ότι ο χρόνος έχει γίνει χρήμα είναι κάτι που με απογοητεύει πολύ. Δεν μας αφήνει το περιθώριο δηλαδή να είμαστε όλοι σε μια γιορτή ζωής. Όμως βλέπω ότι εκπαιδευόμαστε διαρκώς προς αυτή την κατεύθυνση. Ναι «εκπαιδευόμαστε», γιατί όλα έχουν να κάνουν με την εκπαίδευση. Έτσι συνηθίζουμε να αποδεχόμαστε… Το συνηθίζουμε και νοιώθουμε ότι αυτό είναι το κανονικό. Αυτό αρχίζει και γίνεται κανονικότητα και κάτι που δεν είναι κανονικότητα, πιστεύουμε ότι είναι πέρα από τη φύση.
Όμως θα ήθελα να ξαναβρούμε τη φύση των πραγμάτων. Οπότε γι’ αυτό μας δίνει και μεγάλη χαρά το να βρεθούμε. Να τώρα είμαστε εδώ, βλέπω τα δέντρα, νιώθω πολύ μεγάλη χαρά. Μια ωραία κουβέντα, μια ωραία επικοινωνία, η σχέση με τους ανθρώπους.
Όμορφες κουβέντες, το να μπορείς κάποια στιγμή να μιλήσεις με κάποιον και να νιώσεις ότι είναι καλύτερα, ότι κάτι του έδωσες, αυτό μου δίνει μεγάλη χαρά.
Αλήθεια πώς ορίζεις την αγάπη;
*Πώς ορίζω την αγάπη; Ορίζεται η αγάπη; Η αγάπη είναι μια πηγή. Είναι σαν μια πηγή φωτός που αναβλύζει, οπότε στο χέρι μας είναι αν θα της βάλουμε τάπα ή αν θα την αφήσουμε να είναι σιντριβάνι.
Μια ευχή για το μέλλον;
*Εύχομαι να σταματήσει η βία και να μπορέσουν οι άνθρωποι να δούνε ο ένας μέσα από τα μάτια του άλλου.
Πώς θα χαρακτήριζες τον τρόπο που φέρονται σήμερα οι Έλληνες στα ζώα και δη στα αδέσποτα;
*Αχ, έχω παρακολουθήσει κτηνώδεις συμπεριφορές. Αυτό είναι κάτι που με συγκλονίζει πολύ βαθιά. Με πληγώνει πολύ βαθιά αυτού του είδους η συμπεριφορά, γιατί θεωρώ ότι τα ζώα – όχι μόνο τα συντροφιάς – είναι πλάσματα τα οποία έχουν έρθει δίπλα μας. Είναι ανώτερης ενέργειας, είναι λεπτοφυή. Πιο λεπτοφυείς υπάρξεις από εμάς. Αυτή είναι η σωστή λέξη. Είναι πιο λεπτοφυείς ψυχές. Και οι συμπεριφορές αυτές είναι αποτρόπαιες. Επίσης πάρα πολλοί άνθρωποι έχουν ζώα συντροφιάς και τα χρησιμοποιούν σαν κτήμα τους. Ενώ αυτά τα ζώα είναι αγάπη.
Εσύ έχεις κάποιο κατοικίδιο;
*Δεν έχω δυστυχώς. Ενώ τα αγαπώ πάρα πολύ. Είναι η δουλειά τέτοια. Πάντα έλειπα σε περιοδείες… Δύσκολα μπορώ να ανταποκριθώ σε αυτή την ευθύνη. Ελπίζω αν αλλάξουν οι συνθήκες να τα καταφέρω γιατί το θέλω πολύ.
Ευγενία, χίλια ευχαριστώ που μάς χάρισες αυτό το απόγευμα. Ήταν μια όμορφη κουβέντα.
*Κι εγώ ευχαριστώ το Catisart για τη δημιουργική μας συνάντηση.