19.1 C
Athens
Τρίτη 20 Μαΐου 2025

Ερρίκος Μπαρτζινόπουλος. Συνεπής στην άποψή του, ακόμη κι αν ήταν αντίθετη στο κυρίαρχο ρεύμα…

Του Παναγιώτη Μήλα

Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες 1988. Στη Σεούλ της Νότιας Κορέας, από τις 17 Σεπτεμβρίου έως τις 2 Οκτωβρίου.
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε ούτε Διαδίκτυο, ούτε κινητό τηλέφωνο, ούτε τα δεκάδες ξένα τηλεοπτικά κανάλια. Τότε, το 1988, μόνο τα τηλέφωνα και τα τηλέτυπα λειτουργούσαν φέρνοντας ειδήσεις στην εφημερίδα. Στη Σεούλ απεσταλμένος για το «Έθνος» ήταν ο Τάσος Παπαχρήστου. Το ρολόι στη Νότια Κορέα ήταν 6 ώρες μπροστά από το δικό μας. Έτσι τα πρώτα αγωνίσματα, τα προκριματικά, τα προλαβαίναμε γύρω στις 4 με 5 το πρωί, ώρα Ελλάδος.

Στα τηλέτυπα ο Χρήστος Ντουντούμης, ο Βασίλης Βογιατζής και ο Βασίλης Σόμπολος.

Στο τηλεφωνικό κέντρο η Στέλλα Μπορμουδάκη, η Κωνσταντίνα Τσαντίλα, η Μαρίνα Καλαϊτζάκη, ο Βασίλης Γραμμέλης. Όλοι αυτοί, ανάλογα με τη βάρδια τους, δεν προλάβαιναν τον Τάσο Παπαχρήστου που έστελνε διαρκώς ανταποκρίσεις.

Ήταν τότε που η Ελλάδα πήρε ένα χάλκινο στην πάλη με τον Μπάμπη Χολίδη (στα 57 κιλά) και φυσικά η εποχή που έλαμψε το άστρο του Καναδού Μπεν Τζόνσον που κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στα 100 μέτρα σημειώνοντας, μάλιστα, και νέο παγκόσμιο ρεκόρ με 9, 79. Όμως και οι συνάδελφοι στα τηλέτυπα έτρεχαν σαν «κατοστάρηδες» για να προλάβουμε την πρώτη έκδοση.

Στο γραφείο τους όμως ήταν άλλος ένας συνάδελφος ατάραχος. Κοιτούσε την οθόνη του (τεράστιου τότε) ηλεκτρονικού υπολογιστή. Προσηλωμένος δεν ξεκόλλαγε τα δάχτυλά του από το πληκτρολόγιο. Εγώ έμπαινα και έβγαινα τρέχοντας με νέα τηλεγραφήματα και νέες φωτογραφίες. Εκείνος ασάλευτος με ένα πακέτο τσιγάρα δίπλα του, ένα σημειωματάριο και ένα στυλό. Που και που μόνο έπαιρνε το σημειωματάριο, κάτι έγραφε και μετά πάλι στην οθόνη. Όταν, μετά κόπων και βασάνων, έκλεισα την πρώτη έκδοση των αθλητικών σελίδων, γύρισα πάλι στα τηλέτυπα για μια τελευταία ματιά μήπως είχε έρθει κάτι νέο.
Εκεί ήταν ακόμη ο συνάδελφος, πάντα μπροστά στην πορτοκαλή οθόνη. Σε λίγο η μέρα θα χάραζε…

– Ερρίκο, τι κάνεις τέτοια ώρα εδώ; Τον ρώτησα.
– Προσπαθώ να χαλαρώσω, Παναγιώτη. Χτες, όπως και σχεδόν κάθε μέρα από την αρχή του μήνα, είχα πολλά και δύσκολα θέματα και στη Βουλή και στο πολιτικό παρασκήνιο. Έχω ανάγκη για αποσυμπίεση. Εδώ χαλαρώνω στο κομπιούτερ.
– Μα, όπως βλέπω, παίζεις. Τι παιχνίδι είναι αυτό;
– Δεν το ξέρεις; Είναι «Πάκμαν». Πριν από λίγο έκανα νέο ρεκόρ. Σημείωσα 651.200 πόντους και πέρασα 36 πίστες.
– Καλά για το τσιγάρο δεν σε ρωτάω. Βλέπω ότι καπνίζεις συνεχώς, το σημειωματάριο όμως τι το έχεις;
– Κρατάω σημειώσεις για την επόμενη μέρα, για το επόμενο άρθρο, για την επόμενη έρευνα. Δεν θέλω να μου ξεφύγει τίποτα. Έτσι έμαθα από μικρός. Πάντα προγραμμάτιζα ώστε να μη χάνω ποτέ και τίποτα. Θέλω να είμαι πρώτος στο ρεπορτάζ.

Αυτός ήταν ο Ερρίκος Μπαρτζινόπουλος που με δυο λέξεις έδινε ένα μάθημα ζωής για το σκληρό και αδυσώπητο επάγγελμά μας το οποίο δεν συγχωρεί κανένα λάθος.
Αυτός ήταν ο Ερρίκος που έδινε τη μάχη για την αλήθεια από τα 19 του χρόνια και μέχρι τέλους σε καθημερινή βάση.
Αυτός ήταν ο Ερρίκος που «έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 72 ετών, το ξημέρωμα της Τετάρτης 4 Μαΐου 2016.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1944 και ξεκίνησε τη δημοσιογραφία τον Απρίλιο του 1963 –δύο μήνες πριν τελειώσει το Γυμνάσιο– στο “Βήμα”, όπου ασχολήθηκε αποκλειστικά σχεδόν με το δικαστικό ρεπορτάζ. Το 1973 μετακινήθηκε στην εφημερίδα «Τα Νέα», όπου παρέμεινε έως το 1986 ως κοινοβουλευτικός συντάκτης και υπεύθυνος για ένα διάστημα των «Μικροπολιτικών».

Το 1979 ήταν ένας από τους τέσσερις δημοσιογράφους που εξέδωσαν τη σατιρική εφημερίδα «Το Ποντίκι», από την οποία αποχώρησε τον Αύγουστο του 1987.
Στη συνέχεια, από τον Σεπτέμβριο του 1987 και έως το τέλος της ζωής του, εργάστηκε στην εφημερίδα «Έθνος», ως αρθρογράφος, ενώ διατηρούσε και προσωπική στήλη με τον τίτλο «Έτσι τα βλέπω».
Ο Ερρίκος διέγραψε μία λαμπρή πορεία στην ελληνική δημοσιογραφία. Οξύς, καυστικός, ερευνητικός και αποκαλυπτικός, δεν δίστασε ποτέ μπροστά στην αποκάλυψη της αλήθειας. Κατέθετε πάντοτε την προσωπική του άποψη ακόμη κι αν ήταν αντίθετη στο κυρίαρχο ρεύμα.
Αγωνιστής έως την τελευταία στιγμή και με βαθιά την αίσθηση του καθήκοντος της ενημέρωσης του κοινού, ενώ, παράλληλα, το τεράστιο μεταφραστικό του έργο θα μείνει παρακαταθήκη στον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό.

Δεκάδες είναι οι μεταφράσεις μεγάλων λογοτεχνικών έργων, που επιμελήθηκε, μέσα σε μία πνευματική διαδρομή πενήντα χρόνων. Είχε μεταφράσει πάνω από 150 βιβλία, μεγάλων συγγραφέων από Πούσκιν, Όσκαρ Ουάιλντ, Μαρκ Τουέιν, Ουίλιαμ Φόκνερ, Έρμαν Έσσε και Νόρμαν Μέιλερ έως Κόναν Ντόιλ, Κάρολ Τζόις Όουτς, Ρουθ Ρέντερ. Ντ. Π. Τζέιμς, Μάικλ Μουρ, Μπανάνα Γιοσιμότο.

Με την υπογραφή του κυκλοφόρησε το 1994 το «Γράμμα σ’ έναν εικοσάχρονο», ενώ προσυπέγραψε το βιβλίο «Οι μεγάλες δίκες στην Ελλάδα».

* Ο Ερρίκος δεν υπήρξε ποτέ «δήθεν». Τρανή απόδειξη είναι η τελευταία του επιθυμία: Να τον αποχαιρετίσουμε με πολιτική κηδεία. Αυτό θα γίνει στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας, την Παρασκευή 6 Μαΐου 2016, το μεσημέρι στις 2.

* Οι φωτογραφίες είναι από το λεύκωμα: «Έθνος», η πρώτη εξαετία 1981-1987. Στην πρώτη ο Ερρίκος έτσι όπως τον γνώρισα το 1987, με τη γραφομηχανή, το σημειωματάριο και τα τσιγάρα του. Στη δεύτερη, το καρέ των πολιτικών συντακτών του «Ε»: Γιώργος Γάτος, Αχιλέας Χατζόπουλος (πάντα με ένα «λ»), Αντώνης Καλαμάρας και Ερρίκος Μπαρτζινόπουλος. Τώρα και πάλι όλοι μαζί…

Η πρώτη του δημοσιογραφική ταυτότητα (12-2-64). Με την υπογραφή του Ανδρέα Δημάκου, τότε διευθυντή του “Βήματος”

Σημείωση: Συμβαίνει να κατοικούμε κοντά. Έχω να πω ότι θα μας λείψει πολύ. Ως γείτονας, ως άνθρωπος, ως συνάδελφος (τολμώ να πω). Δεν τον βλέπαμε συχνά γιατί ήταν απορροφημένος στα γραπτά του και τις μελέτες του. Τα τελευταία χρόνια, δε, ίσως λόγω της υγείας του, δεν έβγαινε πολύ. Όταν τον συναντούσαμε όμως, αντικρίζαμε έναν μειλίχιο διανοούμενο, έναν άνθρωπο καλαίσθητο και αβρό, με διεισδυτικό βλέμμα, που κάτω από το μουστάκι του έκρυβε ένα καλοσυνάτο αλλά και αινιγματικό χαμόγελο. Τον αισθανόμουνα δικό μου άνθρωπο κι ας μην είχα μεγάλη οικειότητα μαζί του. Θαύμαζα το πνεύμα του, τη σταδιοδρομία του, τις γνώσεις του, τη συγκρότησή του. Έτσι συμβαίνει όταν μοιράζεσαι κάθε μέρα αγωνίες, προσδοκίες, προβληματισμούς, μέσα από τα κείμενα ενός φωτισμένου ανθρώπου. Στην εφημερίδα “Έθνος” τα γραφεία μας ήταν σε άλλους ορόφους και τα ωράριά μας διαφορετικά, σχεδόν καθημερινά όμως τα άρθρα του περνούσαν από την όρασή μου και το μυαλό μου. Υπήρχε αυτή η επαφή. Ήμασταν φίλοι στο Διαδίκτυο και παρακολουθούσα πάντα τις αναρτήσεις του. Μοιραζόμουν τη φωτεινότητα του ήθους και της εντιμότητάς του, τη λογική του και τα επιχειρήματά του, όπως τα κοινωνούσε μέσα από την πένα του. Δημοσιογράφος παλαιάς κοπής, με υπευθυνότητα αλλά και με χιούμορ! Γλυκός, μορφωμένος, καλός γραφιάς. Ξεχωριστός, χρήσιμος, άξιος άνθρωπος.

Όταν αιφνιδίως χάθηκαν οι αναρτήσεις του και γνωρίζοντας την άσχημη κατάσταση της υγείας του, ανησύχησα. Έμπαινα καθημερινά στο χρονολόγιό του με την ελπίδα να δω κάτι, να διαψεύσω και να διώξω αυτή την ανησυχία.

Αντ’ αυτού όμως είδα σήμερα την ανακοίνωση:

“Με βαθιά συγκίνηση και λύπη σας ανακοινώνουμε ότι ο Ερρίκος Μπαρτζινόπουλος -ο Ερρίκος μας- έφυγε χθες βράδυ από κοντά μας.
Θα τον αποχαιρετήσουμε την Παρασκευή, στις 2 το μεσημέρι, στο Α’ Νεκροταφείο, όπου θα τελεστεί πολιτική κηδεία” – Η οικογένειά του.

Ας είναι ελαφρό το χώμα που θα τον σκεπάσει. Θα μείνει αξέχαστο στη δημοσιογραφία το χιούμορ του και οι πλάκες που εκανε μαζί με τους συναδέλφους του στο κοινοβουλευτικό ρεπορτάζ, τότε που στη Βουλή οι συντάκτες ξενυχτούσαν με μόνα όπλα το στυλό, το δημοσιογραφικό χαρτί και τη γραφομηχανή.

Μεγάλη απώλεια σε δύσκολες στιγμές που η δημοσιογραφία διέρχεται μεγάλη κρίση.
Καλό ταξίδι σε έναν αγνό άνθρωπο. Που χαιρόσουν το ίδιο να διαφωνείς μαζί του, όσο και να συμφωνείς.
Ειρήνη Αϊβαλιώτου

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -