Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Τον έχω θαυμάσει ως ηθοποιό και σκηνοθέτη, τον έχω εκτιμήσει και συμπαθήσει ως άνθρωπο. Από τις πιο πολύπλευρες προσωπικότητες του θεάτρου μας, ανοιχτός στη γνώση και στην έρευνα.
Κοινωνικός, κοσμοπολίτης και ελληνολάτρης, μοντέρνος και παραδοσιακός, καλλιτέχνης και διανοούμενος, γνώστης των αρχών που διέπουν την ιστορία, την κοινωνία, τον άνθρωπο και τον πολιτισμό.
Γλυκύτατος και είρων όπου χρειάζεται, λιτός και αξιαγάπητος, κλασικός και επαναστατικός, αποτελεί έναν από τους πλέον δημιουργικούς νέους σκηνοθέτες μας. Ένα διπλό νήμα, αυτό της βαλκανικής παράδοσης και του μεσογειακού δυτικού προσανατολισμού, διαπερνά και χαρακτηρίζει τη δουλειά του.
Οι σκηνοθεσίες του είναι μελέτες και ταξίδια αναζήτησης στον πυθμένα της ψυχής. Στις παραστάσεις του ο Τσέχωφ, ο Λόρκα, η Λιλή Ζωγράφου, η Λούλα Αναγνωστάκη, ο Γιώργος Σεβαστίκογλου παρουσιάζονται μέσα από μία εκλεκτική σύνθεση στοιχείων ελληνικών και ευρωπαϊκών, σύγχρονων και προσωπικών, υφασμένων γύρω από μια λαϊκή ανθρωποκεντρικότητα.
Ο Ένκε Φεζολλάρι έχει θαυμασμό για το παρελθόν αλλά και όραμα για το μέλλον, διαφυλάσσει τα απόκρυφα μυστικά της θεατρικής τέχνης, εμβαθύνει, αμφιβάλλει, νοηματοδοτεί κι απεικονίζει όσα μας βασανίζουν. Με παραμύθια μας κατακτά, με την αγωνία του απόλυτου και την παραδοχή του μέτρου μας αιχμαλωτίζει. Μπολιάζει μολιερικά γκροτέσκα στοιχεία με ατμόσφαιρα νεορομαντισμού ανάμεικτη με τόνους του ιταλικού νεορεαλισμού, διασταυρώνει βενετσιάνικα χαρακτηριστικά με Όργουελ και Αλμοδόβαρ.
Ο Ένκε Φεζολλάρι κάνει θέατρο κινητοποιώντας την ευφυΐα, την ανατρεπτικότητα και την ευαισθησία του. Επιδιώκοντας να γίνει ο υπαρξιακός διαμεσολαβητής του ποιητικού νοήματος. Διαμορφώνοντας την προσωπικότητά του πάνω στη συνείδηση της ίδιας της θεατρικής διαδικασίας και μάλιστα στο σημείο όπου το πάθος διασταυρώνεται με την εμπειρία, η έλλογη δραστηριότητα με το ρίσκο.
Μοναδικός επίσης στο να αποδίδει τις ιδέες χωρίς να τις αφήνει στο σκοτάδι ούτε όμως και να τις εκθέτει σε υπέρμετρο φως. Οδυσσέας μιας «Οδύσσειας» θεατρικής ο Ένκε, ανήκει στη γενιά των σκηνοθετών που έχουν ανθρωπιστική παιδεία, ορίζοντες και φαντασία.
Το χιούμορ, η ποιότητα και η ευρυμάθειά του φαίνονται στις φράσεις, τις απόψεις του και τις διηγήσεις του.
Διαβάστε τη συζήτησή μας αλλά ακόμα καλύτερα παρακολουθήστε τις παραστάσεις του, ώστε να αντιληφθείτε γιατί πιστεύω ακράδαντα πως θα αφήσει ισχυρό αποτύπωμα στο θέατρό μας.
Ακολουθεί η συνέντευξη.
Photos by Soela Zani
* Θυμάμαι τη λίμνη Οχρίδα, την πόλη των παιδικών μου χρόνων, τη γιαγιά μου, τα δέντρα, τα ατέλειωτα παιχνίδια στην πλαζ της λίμνης, τη μητέρα μου που θαύμαζα και θαρρείς ήταν ένα τεράστιο άγαλμα που έβλεπα μικρός. Ήταν ακόμα το παιδικό θέατρο που παρακολουθούσα τις Κυριακές και τα μαθήματα μπαλέτου. Τα ροδάκινα, τα ατέλειωτα καλοκαίρια στο χωριό, τα Τίρανα που τα γυρνούσα κάθε μέρα απάνω κάτω, τα αναψυκτικά που είχαν μια γεύση πληρότητας και φρεσκάδας στην αφόρητη ζέστη, τις κασσάτες (όχι τα παγωτά), το ψωμί με ελαιόλαδο ή ζάχαρη και νερό που ήταν ο απογευματινός μεζές. Θυμάμαι ακόμη τον παππού που με πήγαινε στο δάσος για μανιτάρια, τις χοροεσπερίδες και τα κονσέρτα που με έπαιρνε η μαμά μου. Ακολούθησε η ανατροπή, η οικονομική εξαθλίωση, τα πάνω κάτω, το κομμένο ρεύμα και νερό, η φτώχεια που μάστιζε έναν ολόκληρο λαό, η μετανάστευση…
Πώς μπήκαν η υποκριτική και το θέατρο στη ζωή σου;
* Ανέκαθεν ήθελα να γίνω αυτό που λέμε αρτίστας. Ξεκίνησα μπαλέτο. Μετά, εδώ στην Ελλάδα οι καθηγητές και οι συμμαθητές στο λύκειο με παρότρυναν να γίνω ηθοποιός. Ήμουν βλέπετε ο «καραγκιόζης» της τάξης, ο κλόουν, ο μίμος.
Ποιοι υπήρξαν οι αγαπημένοι σου δάσκαλοι;
* Στη Δραματική Σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος είχα την τύχη να έχω τους καλύτερους και πιο νέους καθηγητές. Από τη χορογράφο Αναστασία Θεοφανίδου μέχρι τον σκηνοθέτη Ανδρέα Βουτσινά, τη Λίνα Λαμπράκη, τον Σωτήρη Χατζάκη, τον Σίμο Κακάλα, τον Δημήτρη Φραγκιόγλου, τον Φούλη Μπουντούρογλου. Δεν ήταν όμως μόνον αυτοί. Πρόσφεραν πολλά σε μένα και άλλοι δάσκαλοι, όπως η Σόνια Ψωμιάδη που μας έκανε ξιφασκία, η Ελισάβετ που μας δίδαξε λάτιν, η συγγραφέας Σοφία Νικολαΐδη που μας έμαθε τα μυστικά της λογοτεχνίας αλλά και όλοι οι άλλοι που μου έδωσαν από ένα κομμάτι τους.
Πώς θα χαρακτήριζες τους καλλιτέχνες της γενιάς σου;
* Θα τους έλεγα «Τσετσένους». Είναι όλοι υπέρμαχοι των ιδεών και των αξιών τους. Είμαστε η γενιά που, μην ξεχνάμε, βγήκε στο τέλος των επιχορηγήσεων. Το κράτος δεν μας βοήθησε ποτέ. Η γενιά μου απασχολείται και σε άλλες δουλειές για να συντηρηθεί. Τώρα πολύ περισσότερο από κάθε άλλη εποχή παλεύουμε σαν Δον Κιχώτες κόντρα σε υπαρκτούς και φανταστικούς ανεμόμυλους και απέναντι σε ιδρυματοποιημένα ιδρύματα. Αγωνιζόμαστε με τον ιδρώτα μας και το κεφάλι ψηλά.
Με την κρίση γίναμε όλοι πιο εφευρετικοί ή μόνο στην τέχνη συνέβη αυτό;
* Θα έλεγα ότι γίναμε πιο εφευρετικοί. Βέβαια νομίζω ότι οι περισσότεροι κλειστήκαμε στα καβούκια μας κάνοντας την επανάσταση του like στο Facebook, ενώ από την άλλη η κοινωνία αντιστέκεται σθεναρά. Απλά στο κομμάτι της τέχνης έπεσαν οι μάσκες. Κοιτάζουμε πιο καθαρά μέσα και έξω μας. Αντέχεις, επιλέγεις και ακολουθείς προσηλωμένος στις ιδέες και τις αξίες σου. Αυτές που διέπουν τον καθένα μας.
Πρόσφατα δημιούργησες την παράσταση «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα», δίνοντάς της έναν αέρα αλμοδοβαρικό και τοποθετώντας την σε μια αυλή της Πλάκας. Ποιος ήταν ο κεντρικός άξονας του προβληματισμού σου;
* Ήθελα να ξαναδιαβάσω τον Λόρκα και να αναμετρηθώ μαζί του. Να ανοίξω διάλογο. Να κλάψω και να αφεθώ στον παραλογισμό και στην αγωνία του. Να βυθιστώ στο πένθος και στην ποίησή του. Να μιλήσω για τον έρωτα και τα βάσανα. Για την ελευθερία από όλες τις πλευρές. Να παίξω κρυφτό με τον καταραμένο και δολοφονημένο άταφο ποιητή. Να ησυχάσει η ψυχούλα του. Να αγγίξω τις δικές μου χορδές αλλά και των θεατών. Όλοι μαζί να βυθιστούμε στο Ντουέντε (*) του και στο φεγγάρι που ματώνει. Ο καθένας να βρει αυτό που του αναλογεί και να συμπορευτεί στη ζωή με ένα κομμάτι που θα τον κάνει καλύτερο πολίτη.
Ποια κοινά σημεία πιστεύεις πως έχει ο ισπανικός με τον ελληνικό πολιτισμό;
* Τη Μεσόγειο, το τραγούδι, τον ήχο της γλώσσας, τα πάθη, το ταμπεραμέντο, την ποίηση, το μελόδραμα. Σαν λαοί βέβαια είμαστε διαφορετικοί, αφού έχουμε εντελώς διαφορετική κουλτούρα. Η Ελλάδα, μην ξεχνάμε, είναι η μητέρα των χωρών της Μεσογείου και εκείνες είναι τα παιδιά της.
Η τυραννία της Μπερνάρντα απέναντι στις κόρες της προμηνύει, κατά κάποιον τρόπο, και το φασισμό του Φράνκο που ήρθε λίγα χρόνια αργότερα.
Τι ομοιότητες υπάρχουν ανάμεσα στην Ελλάδα του σήμερα και στην Ισπανία του 1936; Υπάρχει κάποιου είδους καταπίεση, λογοκρισία και ολοκληρωτισμός το 2015 στη χώρα μας;
* Αν συγκρίνουμε τις κοινωνικοπολιτικές ομοιότητες της Ισπανίας του ’36 με την Ευρώπη και την Ελλάδα μάλλον θα συναντήσουμε πολλές: Κρίση οικονομική, άνοδος φασισμού, εκλογές πολλές, αναταραχές, φτώχεια. Αν ανατρέξει κανείς στην Ιστορία, θα διαφωτιστεί. Μην ξεχνάμε πως λίγο αργότερα θα ξεκινήσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και λίγο πριν έχει γίνει η εγκαθίδρυση των φασιστικών καθεστώτων σε Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα… Λοιπόν από τη μια ο κόσμος όπου γράφεται το έργο είναι βαμμένος με συγκρούσεις και βία ενώ από την άλλη μιλά για πράγματα ανώτερα. Για υψηλά ζητήματα όπως είναι η αγάπη και ο θάνατος μεταφορικώς και κυριολεκτικώς. Μιλάει για την οικογένεια, τη φύση της γυναίκας, τον έρωτα που εισβάλλει ακόμα και από κλειστά παντζούρια. Μιλάει για την επιβίωση και για τον θύτη και το θύμα που κουβαλάμε ο καθένας μέσα του. Τέλος μιλάει για την παράδοση του σώματος και της ψυχής στο άλλο μας “είναι” που πάντοτε έχει καταστροφικές συνέπειες. Από την άλλη για ποια δημοκρατία μιλάμε σήμερα; Της Ευρώπης – φρούριο; Της μασκαρεμένης τυραννίας, της αβεβαιότητας και των πολέμων. Η Δύση και οι πολιτικές της μόνο δημοκρατία δεν θυμίζουν. Επιβάλλουν απάνθρωπα μέτρα σε χώρες όπως η Ελλάδα και άλλες που τις οδηγούν στον αφανισμό τους. Ποια Δημοκρατία λοιπόν; Των πνιγμένων παιδιών στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο; Των υπερυψωμένων φραχτών στην Ουγγαρία; Μνημόνια, παραβίαση Συντάγματος, άνοδος φασισμού, κοινωνικές ανισότητες, πλειστηριασμοί, αγαθά και αγώνες που είχαν κερδηθεί στο παρελθόν μονομιάς διαγράφηκαν. Βία και πολιτική αβεβαιότητα είναι ο φόβος που σπείρανε τα τελευταία χρόνια στα μάτια του κόσμου. Είναι αυτό δημοκρατία;
Ο Λόρκα διαμορφώνει μοναδικά πορτρέτα γυναικών. Εσύ ποια από τις ηρωίδες του έργου βρίσκεις πιο ενδιαφέρουσα;
* Σίγουρα την Άλμπα και στη συνέχεια τη Μαρτίριο.
Έδωσες μια άλλη βαρύτητα στο ρόλο της γιαγιάς, της Μαρία Χοσέφα, και μάλιστα τον ανέθεσες σε μια ξεχωριστή ηθοποιό, τη Βέφη Ρέδη, που στην Ελλάδα λίγο τη γνωρίζουμε. Τι έχεις να πεις για το σκεπτικό και την επιλογή σου;
* Η Άλμπα είναι ξένη και ήθελα να το τονίσω αυτό. Ήθελα μια γυναίκα η οποία θα μου έδινε μιαν άλλη κουλτούρα και άλλον αέρα από την πραγματικότητα αυτών των γυναικών. Με τη Βέφη είχαμε συνεργαστεί στην «Εκάβη» του Ευριπίδη. Ήθελα η γιαγιά να δραπετεύει από την πραγματικότητα. Να είναι ένα πλάσμα ιδιαίτερο, γιατί η Χοσέφα, όπως και η Αδέλα, ενσαρκώνουν τον ψυχισμό του Λόρκα.
Ποια λέξη θα έλεγες για κάθε μία από τις αξιόλογες ηθοποιούς της παράστασης, με μερικές από τις οποίες μάλιστα έχεις συνεργαστεί ξανά;
* Τις αγαπώ όλες πραγματικά. Είναι προικισμένα πλάσματα. Για τη Βέφη Ρέδη θα έλεγα ότι είναι οικογένειά μου, όπως και η Δώρα Στυλιανέση και η Μαρία Σκαφτούρα η οποία επιπλέον είναι και οδοστρωτήρας αλλά και… κατσαρίδα. Για την Ξανθή Κρανίδη, την Αγάπη Παπαθανασιάδου, την Αντιγόνη Κουλουκάκου και τη Φρύνη Θετάκη θα έλεγα ότι είναι χάρμα οφθαλμών, ένα υλικό που είναι η χαρά του σκηνοθέτη, άψογες. Η Δανάη Παπουτσή είναι ξωτικό, είναι η «Ντιαμάντα Γκάλας» για μένα και, τέλος, η Ελεονώρα Αντωνιάδου είναι η εύθραυστη αλλά «Τσετσένα» Μπάρμπι μου.
Πιστεύεις ότι πρέπει να υπάρχει σχέση ανάμεσα στο θέατρο και την κοινωνική πραγματικότητα;
* Ασφαλώς και πρέπει απ’ όλα να έχει ο μπαξές, αλλά αναρωτιέμαι, με την ευκαιρία, πόσα μιούζικαλ και ελληνικές ταινίες του παλιού κινηματογράφου μπορούν να ανέβουν σε μια εποχή που ο κόσμος περνά αυτά που περνά. Όταν η πραγματικότητα είναι άλλη, η τέχνη πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με όσα συμβαίνουν στην κοινωνία. Είτε ένα βήμα πριν, είτε συμπορευόμενη, ανακαλύπτοντας πτυχές και θέτοντας προβληματισμούς και διλήμματα για το χτες, το σήμερα και το αύριο. Βέβαια τις απαντήσεις τις δίνει ο καθένας μας φεύγοντας από το θέατρο. Αλλά σαφώς η τέχνη μάς κάνει «χερουβείμ» για μία, δύο ώρες όσο διαρκεί η θεατρική επικοινωνία. Μας μεταμορφώνει σε ένθεα πλάσματα. Μας μαγεύει και μας κάνει πάλι παιδιά που ανακαλύπτουμε τα πράγματα. Όπως τότε που ήμασταν μικρά και βάζαμε τα χέρια στη φωτιά ή χαμογελούσαμε κοιτώντας με τα αγγελικά μάτια της καθαρής μας ψυχής.
Θα δεχόσουν να γίνεις πολιτικός, αν σου προτεινόταν;
* Για να αλλάξεις τον κόσμο απαιτούνται θυσίες σε ένα διεφθαρμένο σύστημα αξιών. Θα προτιμούσα μέσα από τη δουλειά μου να αλλάξω τον κόσμο. Θα το έκανα μόνο αν υπήρχε το κατάλληλο κόμμα που θα με εξέφραζε. Αλλά και πάλι δεν ξέρω αν θα έπαιρνα αυτή την απόφαση.
Ποια θεωρείς ότι είναι τα αίτια και οι ρίζες της λανθασμένης συμπεριφοράς κάποιων ανθρώπων σε βάρος ευάλωτων συνανθρώπων τους;
* Η έλλειψη παιδείας, η πείνα, οι κοινωνικές συνθήκες, η κουλτούρα του κάθε ανθρώπου, η εξαθλίωση, το βρόμικο παιχνίδι των πολιτικών σε βάρος των ανθρώπων. Η ψαλίδα πλουσίων και φτωχών που μεγαλώνει, η κοινωνική αδικία που υφίσταται ο πολίτης, η έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας και δικαιοσύνης.
Πιστεύεις ότι εξακολουθούν να υπάρχουν προκαταλήψεις στην κοινωνία μας σχετικά με τη φυλή, τη διαφορετικότητα, τα φύλα, τις κοινωνικές τάξεις;
* Οι προκαταλήψεις αυτές περνούν και στην παιδεία όπου υπάρχουν και υποβόσκουν. Τα παραπάνω που είπα υφίστανται αλλού λιγότερο. Σαφώς από την άλλη πλευρά η κοινωνία μας, σε μεγάλο βαθμό, έχει αποδεχτεί τα πράγματα.
Ως καλλιτέχνης έχεις νιώσει να βρίσκεσαι σε αδιέξοδο;
* Όταν έρχονται οι λογαριασμοί μου, όταν έργα και συνεργασίες που ονειρεύομαι δεν πραγματοποιούνται λόγω οικονομικών συνθηκών. Όταν κάνεις προτάσεις σε οργανισμούς δημοσίου και δεν σου απαντάνε σε ό, τι αφορά τις όποιες προτάσεις σου.
Η αίσθηση της φιλίας πόσο επηρεάζει μια θεατρική δουλειά;
*Μέσα από τις θεατρικές δουλειές έχω βρει φίλους και έχω πενθήσει φιλίες. Δύσκολο να περιχαρακώσεις και να οριοθετήσεις καταστάσεις και συμπεριφορές. Μαθαίνω σιγά σιγά μέσα από τη δουλειά. Ποτέ δεν ξεχνώ τις φιλίες που κερδήθηκαν, κυρίως εκείνες που δέθηκαν όταν οι ισορροπίες ήταν δύσκολες.
Οι νέοι σκηνοθέτες αξιοποιούν γόνιμα τις νέες τάσεις στο θέατρο;
* Θα μιλήσω μόνο για τον εαυτό μου. Πάντα αξιοποιώ τα βιώματά μου και την κουλτούρα από τις πατρίδες μου, την Ελλάδα και την Αλβανία, αφήνω χώρο στον συγγραφέα και το έργο του κι εγώ με τους συνεργάτες μου τραβάμε τον Γολγοθά της παράστασης.
Γιατί τόσα πολλά θέατρα στην Αθήνα, κατά τη γνώμη σου;
* Στην Ελλάδα σαφώς θέλουμε να εκφραζόμαστε εξ ου και οι πολλές φωνές. Οι τέχνες ακόμα και σε περιόδους κρίσης και μεγάλης φτώχειας συνεχίζουν την πορεία τους γιατί η μεγαλύτερη κρίση που βιώνουμε είναι αυτή των αξιών, των ιδεών και των μη ηρώων που δεν υφίστανται πια ανάμεσά μας. Υπάρχει μια συρρίκνωση στον τομέα του θεάτρου. Από τη μια έχουμε τρεις μεγάλους οργανισμούς και από την άλλη ένα μεγάλο αριθμό κολεκτίβας και ομάδων που παλεύουν μόνες τους. Υφίσταται μια ψαλίδα που έχει πια μεγαλώσει με αποτέλεσμα τα πράγματα να γίνονται πια με μεγάλες θυσίες. Φυσικά πάντα ελπίζω και δεν το βάζω ποτέ κάτω.
Τι ρόλο παίζει το χιούμορ στη ζωή σου και γενικά στη ζωή;
* Τον πρώτο ρόλο. Βέβαια θέλω και προσπαθώ να έχουν χιούμορ και οι συνεργάτες μου.
Ποιους θαυμάζεις στη λογοτεχνία;
* Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Άντον Τσέχωφ, Μαργαρίτα Καραπάνου, Λούλα Αναγνωστάκη, Σύλβια Πλαθ, Κατερίνα Γώγου.
Στη ζωγραφική;
* Καραβάτζιο, Μιχαήλ Άγγελος, Φρίντα Κάλο, Ταντέους Κάντορ.
Στον κινηματογράφο;
* Φεντερίκο Φελίνι, Πέδρο Αλμοδόβαρ, Μικελάντζελο Αντονιόνι, Μιχάλη Κακογιάννη, Χαλ Χάρτλεϋ.
Στο θέατρο;
* Εϊμούντα Νεκρόσιους, Θόδωρος Τερζόπουλος, Ρούλα Πατεράκη, Φρανκ Κάστορφ.
Καλλιτέχνιδες;
* Τις Τζέσικα Λανγκ, Άντζι Ντίκινσον, Ειρήνη Παππά, Άννα Μανιάνι, Μαρία Κάλλας και φυσικά τη Μαμά μου.
Τι θεωρείς πιο σημαντικό, την εικόνα που δείχνεις στους άλλους ή την εικόνα προς τον ίδιο σου τον εαυτό;
* Προσπαθώ να πετύχω το δεύτερο, αν και είναι μεγάλη δυσκολία να αγαπάς… εσένα.
Τι σημαίνει για σένα η λέξη “λάθος”;
* Μαστίγιο. Θα ήθελα να μην υπάρχει στο λεξιλόγιό μου. Να λέω «δεν πειράζει, έμαθες, προχώρα, αγάπα και συγχώρα».
Και η λέξη “ψέμα”;
* Στη σκηνή λέμε την αλήθεια. Τα ψέματα τα λέμε στο ΙΚΑ και στην Εφορία, στο σούπερ μάρκετ και αλλού…
Πες μου κάτι για την αγάπη…
* Η αγάπη για μένα είναι το μόνο που μας έχει απομείνει σε αυτόν τον κόσμο που βουλιάζει. Η μόνη σανίδα σωτηρίας, το μόνο γιατρικό που δεν πουλιέται σε κανένα φαρμακείο. Η αγάπη είναι το μόνο αίσθημα που μπορεί να μας μεταμορφώνει σε μικρούς θεούς, δηλαδή να μας κάνει τον δημιουργό και πλάστη αυτού του κόσμου. Είναι ένα βότανο που φυτρώνει ελεύθερα παντού.
Και για τον έρωτα;
* Ο έρωτας είναι η βενζίνη η ακάθαρτη. Η πρώτη ύλη που, αν την πάρεις σε μεγάλες δόσεις, σε καταστρέφει.
Τι σε φοβίζει και τι σε θυμώνει; Υπάρχει κάτι κοινό ανάμεσα στο φόβο και τον θυμό;
* Η πείνα, η προσφυγιά, η βία. Αυτά για μένα είναι το ίδιο. Το να χάσεις την αξιοπρέπεια. Το να μην είσαι Άνθρωπος.
Έχεις ελεύθερο χρόνο και πώς τον αξιοποιείς;
* Δεν έχω καιρό παρά μόνο για σινεμά και μουσική. Βέβαια αξιοποιώ τα καλοκαίρια με πολύ διάβασμα.
Οι Έλληνες είμαστε δημοκράτες στην πράξη;
* Ως επί το πλείστον θα έλεγα ναι.
Ποιον ήρωα του αρχαίου δράματος θα ήθελες να υποδυθείς ή ποιο έργο αρχαίου συγγραφέα να σκηνοθετήσεις;
* Θα ήθελα να παίξω τη Μήδεια και να σκηνοθετώ μόνο αρχαίες τραγωδίες.
Με τι ασχολείσαι αυτό τον καιρό;
* Τώρα στα Τίρανα ανέβασα ένα πολύ δύσκολο έργο, τον «Άμλετ». Μια παράσταση – θηρίο που ήδη παίζεται με τη Λουίζα Τζουβάνι. Παράλληλα στο θέατρο Vault συνεχίζουμε το «Επάγγελμα Πόρνη» με την Αλεξάνδρα Παλαιολόγου, τη νέα φίλη μου. Εδώ ο Σταμάτης Κραουνάκης με τη δουλειά του έδωσε μια νέα πνοή στο έργο. Τέλος μέχρι την 1η Οκτωβρίου 2015 παιζόταν στο «Βρυσάκι» το αγαπημένο μας «Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα».
Στα επόμενα σχέδιά σου τι έχεις;
* Μια συνεργασία με τη Σάρα Γανωτή και το νέο έργο που έχει γράψει.
Κλείνοντας θέλω να που πεις ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Έχεις κατοικίδιο;
* Είχα και το έδωσα. Δεν μπορούσα να το κρατήσω στο σπίτι. Λείπω πολλές ώρες και δεν θα ήμουν σωστός απέναντί του. Μου λείπει και με λυπεί πολύ.
(*) Το κείμενο για το «ντουέντε» (duende) προέρχεται από τη διάλεξη που έδωσε ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα τον Οκτώβριο του 1934 στο Μπουένος Άιρες, κατά τη διάρκεια της περιοδείας που έκανε τότε στη Λατινική Αμερική. Το κείμενο περιλαμβάνεται στα άπαντα του Λόρκα, που εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του. Ο ποιητής δεν το είδε ποτέ δημοσιευμένο.
Πληροφορίες
* «Επάγγελμα Πόρνη»
στον Πολυχώρο Vault
Της Λιλής Ζωγράφου
Σε σκηνοθεσία
Ένκε Φεζολλάρι
Με την
Αλεξάνδρα Παλαιολόγου
3 Οκτωβρίου – 22 Νοεμβρίου
Σάββατο 21:00, Κυριακή 18:00
Διάρκεια: 60 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)
Τιμές Εισιτηρίων
Γενική είσοδος: 12, 00 ευρώ
Προπώληση VIVA: 10, 00 ευρώ www.viva.gr
Πολυχώρος Vault
Μελενίκου 26 Γκάζι, Βοτανικός τ.κ 10447
Τηλέφωνο επικοινωνίας: 213-035.64.72 και 694-95.34.889
* «Άμλετ»
Στη γενέτειρά του, στην Αλβανία, ο Ένκε Φεζολλάρι παρουσιάζει τον «Άμλετ» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ με Αλβανούς ηθοποιούς, ύστερα από πρόσκληση που του απηύθυνε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Πειραματικού Θεάτρου Kujtim Spahivogli της χώρας, Kico Londo. Στον ομώνυμο ρόλο, εκείνο του Άμλετ, την πρωταγωνίστρια του αλβανικού θεάτρου και κινηματογράφου, Λουίζα Τζουβάνι.
Σκηνικά – κοστούμια: Χριστίνα Κωστέα. Φωτισμοί: Ελίζα Αλεξανδροπούλου. Βοηθός σκηνοθέτη: Νίκη Σερέτη.
* «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα»
Κείμενο: Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα
Μετάφραση: Μαρία Σκαφτούρα
Σκηνοθεσία, μουσική επιμέλεια, φωτισμοί: Ένκε Φεζολλάρι
Δραματολογική Επεξεργασία: Ναταλί Μηνιώτη
Κοστούμια και Επιμέλεια Σκηνικού Χώρου: Χριστίνα Κωστέα
Βοηθός Σκηνοθέτη: Στεφανία Βλάχου
Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου
Κομμώσεις:Τάσος Καστανιάς
Επιμέλεια μακιγιάζ: Makeuplab by Yannis Marketakis
Ερμηνεύουν:
Δώρα Στυλιανέση / Μπερνάρντα Άλμπα
Μαρία Σκαφτούρα/ Πόνθια
Αντιγόνη Κουλουκάκου -Ανγκούστιας
Ελεονώρα Αντωνιάδου – Αδέλα
Δανάη Παπουτσή – Μαρτίριο
Αγάπη Παπαθανασιάδου – Μαγκνταλένα
Βέφη Ρέδη (Vefi Redhi) – Μαρία Χοσέφα
Φρύνη Θετάκη – υπηρέτρια
Ξανθή Κρανίδη – Αμέλια
Σύνδεσμοι
Επάγγελμα πόρνη
https://www.catisart.gr/index.php/fast-art/2822-q-q-58777069
Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα
https://www.catisart.gr/index.php/2010-03-28-10-49-51/3407-to-spiti-tis-bernarnta-almpa