«Στο σκοτάδι μπορείς να φανταστείς τα πάντα». Τους πιο ζοφερούς εφιάλτες, αλλά και ήδιστα όνειρα. Το φως μιας παλιάς, γελαστής μέρας, τη λάμψη μιας μέρας που δεν έχει ακόμα ξημερώσει, αλλά και τη βαθιά νύχτα, που παραμονεύει το φως να δύσει.
«Από πότε η Ιστορία είναι Ιστορία;»
«Αφενός από αύριο, αφετέρου ποτέ».
Γιατί ο Βίκτορ Αμπραβανέλ, διάσημος Αυστριακός ιστορικός, είκοσι πέντε χρόνια μετά την αποφοίτησή του από το λύκειο, αποφασίζει να καταγγείλει δημόσια το ναζιστικό παρελθόν των παλιών του καθηγητών; Και τι τον συνδέει με τον Μενασέ μπεν Ισραέλ, μαράνο (βίαια εκχριστιανισμένο Εβραίο) που γεννιέται στη Λισαβόνα το 1604, υφίσταται τις ταπεινώσεις και τις απειλές της κοινωνίας της εποχής του, όπου επικρατεί ο θρησκευτικός φανατισμός και το μίσος κατά των Ιουδαίων, καταφεύγει στην Ολλανδία, ανακτά την εβραϊκή του ταυτότητα και γίνεται διάσημος ραβίνος και δάσκαλος του Σπινόζα;
Με ένα επιδέξιο παιχνίδι αντικατοπτρισμών, ο Ρόμπερτ Μενάσε υφαίνει μια αριστουργηματική αφήγηση με συνεχή φλασμπάκ, που συνδέουν τη μοίρα των μαράνων με τα ταμπού της σύγχρονης Αυστρίας. Οι αναλογίες ανάμεσα στους δύο ήρωες είναι πολλές, και ορισμένες φορές ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι αποτελούν ένα και το αυτό πρόσωπο. Ο άνθρωπος του 17ου αιώνα φαίνεται να μετενσαρκώνεται σ’ εκείνον του 20ού, έστω κι αν οι ιστορίες, οι ρυθμοί και το ύφος διαφέρουν: και οι δύο ήρωες γίνονται προδότες, υιοθετώντας τους κώδικες και τη συμπεριφορά των διωκτών τους. Και οι δύο νιώθουν φόβο μπροστά στη βία των ισχυρών, και προσπαθούν να παραμείνουν αόρατοι για να αποφύγουν την οργή των άλλων. Ωστόσο –μας λέει ο συγγραφέας–, παρά τις ομοιότητες, η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ποτέ. Οι δύο ήρωες διαφοροποιούνται, τελικά, από τον τρόπο με τον οποίο σπάζουν τη σιωπή τους, ενώ και ο Μενάσε διαφοροποιεί τους αφηγηματικούς του τρόπους: χρησιμοποιεί τους κώδικες της κωμωδίας όταν μιλά για τον Βίκτορ, αλλά δεν το κάνει ποτέ, όταν εξιστορεί τη ζωή του Μενασέ. Έστω κι αν υπάρχει πνευματική, ανθρώπινη, διανοητική συγγένεια, αυτή σταματά στα μύχια σύνορα του προσώπου, στην ικανότητά του να μιλά, να φωνάζει ή να αφηγείται ιστορίες, προκειμένου να αντισταθεί στα οδυνηρά συμβάντα της Ιστορίας.
Η έξωση από την κόλαση
Robert Menasse
Εκδόσεις: Πόλις
Μετάφραση: Θόδωρος Παρασκευόπουλος
Σελίδες: 456
Ο Αυστριακός συγγραφέας Ρόμπερτ Μενάσε ανατέμνει σε αυτό το μυθιστόρημα (Η έξωση από την κόλαση) το διαχρονικό αντισημιτισμό, αλλά και το θρησκευτικό μίσος γενικότερα (είναι χαρακτηριστικό ότι οι εβραίοι επιτέλους ανασαίνουν ελεύθεροι στο Άμστερνταμ, στη «Νέα Ιερουσαλήμ», όπου όμως «η δημόσια άσκηση της καθολικής θρησκείας απαγορευόταν»). Με άξονα αυτό το θέμα που καίει, ο συγγραφέας ρίχνει φως στο σκοτεινό πρόσωπο της Αυστρίας, για το οποίο κανείς δεν θέλει να μιλήσει («“Στο σπίτι σου μιλούσαν ποτέ για την περίοδο του ναζισμού;” “Όχι”. “Βλέπεις; Ούτε σ’ εμάς”»).
Αναπόσπαστο κομμάτι αυτού του μίσους και του πανικού, ήταν και η προσφυγιά, εξίσου και πάντα διαχρονική κι αυτή. Ο Μανέ και όλη η οικογένειά του δραπετεύουν από την Ιβηρική και από την Ιερά Εξέταση κρυμμένοι μέσα σε φέρετρα, και δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί κανείς πόσο διαφέρουν από τους σημερινούς πρόσφυγες, για τους οποίους ο Μενάσε έλεγε σε πρόσφατη συνέντευξη, κάνοντας κριτική στην «απίστευτα ανόητη» πολιτική της κυβέρνησης της Αυστρίας που υιοθετεί την πολιτική της ακροδεξιάς «πιστεύοντας ότι θα πάρει πίσω τους ψηφοφόρους της», ότι «δεν μπορούμε να πούμε πως αν έχεις το σωστό διαβατήριο, τότε ισχύουν για σένα τα ανθρώπινα δικαιώματα και, αν έχεις λάθος διαβατήριο, δεν ισχύουν».
Ο Ρόμπερτ Μενάσε (γερμανικά: Robert Menasse) είναι ένας Αυστριακός συγγραφέας, γεννημένος στις 21 Ιουνίου 1954 στη Βιέννη.
Σπούδασε στη Βιέννη, το Σάλτσμπουργκ και τη Μεσσήνη γερμανική φιλολογία, φιλοσοφία και πολιτικές επιστήμες και, το 1976, υπήρξε συνιδρυτής του βιεννέζικου φοιτητικού περιοδικού «Κεντρικό όργανο γύρω από τη διάχυση Γερμανιστών». Έλαβε το διδακτορικό του το 1980 έχοντας συγγράψει το έργο «Ο τύπος του αουτσάιντερ στο λογοτεχνικό κόσμο. Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα του Χέρμαν Σρούρερ».
Μεταξύ του 1981 και του 1988 ο Μενάσε εργάστηκε ως λέκτορας στο Ινστιτούτο Λογοτεχνικής Θεωρίας του Πανεπιστημίου του Σάο Πάολο της Βραζιλίας. Συνέχισε την καριέρα του ως ανεξάρτητος αρθρογράφος, σχολιαστής και μεταφραστής μυθιστορημάτων από τα πορτογαλικά στα γερμανικά.
Το πρώτο του μυθιστόρημα «Αισθησιακή βεβαιότητα», που δημοσιεύθηκε το 1988, αποτελεί μια ημιαυτοβιογραφική ιστορία Αυστριακών που ζουν εξόριστοι στη Βραζιλία. Το περιοδικό «Λιτερατούρ ουντ Κριτίκ» δημοσίευσε το πρώτο του ποίημα το 1989. Μετέπειτα μυθιστορήματά του ήταν το «Φτερά από πέτρα» (1991, ISBN 0-7145-4295-4), το «Ανάστροφη ώθηση» (1995) και το «Η απέλαση από την κόλαση» (2001). Το 1990 ο Ρόμπερτ Μενάσε ήταν ο πρώτος συγγραφέας που τιμήθηκε με το Βραβείο Χάιμιτο φον Ντότερερ. Μετά την επιστροφή του στην Ευρώπη από τη Βραζιλία, έζησε κυρίως στις πόλεις του Βερολίνου, της Βιέννης και του Άμστερνταμ. Σήμερα ζει στη Βιέννη μαζί με την οικογένειά του.
Το γλωσσικό ύφος του Μενάσε είναι μερικές φορές παιχνιδιάρικο και άλλες φορές διακριτικά σαρκαστικό. Επαναλαμβανόμενα θέματα στα μυθιστορήματά του είναι η μοναξιά και η αποξένωση εντός των ανθρώπινων σχέσεων. Στα έργα του επικρίνει συχνά τη λανθάνουσα μορφή του αντισημιτισμού, που εξακολουθεί να είναι διαδεδομένη στο γερμανόφωνο κόσμο ακόμη και σήμερα.
Ο Ρόμπερτ Μενάσε έχει επίσης γράψει ορισμένα δοκίμια για την Αυστρία (ειδικά για την αυστριακή εθνική ταυτότητα και ιστορία), όπως το «Γη χωρίς ακίνητα» (1992). Έχει γράψει ακόμη και σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επικρίνοντας τάσεις επανεθνικοποίησης (ειδικά στη Γερμανία, αλλά και αλλού) και αντιευρωπαϊκά κινήματα. Από το 2011 ο Μενάσε έχει υπό την επιμέλειά του ένα συγγραφικό πρόγραμμα σε ένα παγκόσμιο ίδρυμα στη Σρι Λάνκα.
Με τα χρήματα που απέκτησε από το αυστριακό κρατικό βραβείο πολιτιστικής δημοσιογραφίας, ίδρυσε το 2000 το Βραβείο Τζιν Αμέρι για τη συγγραφή δοκιμίων.
- Αρχική εικόνα: Rua Nova dos Mercadores στη Λισαβόνα, τον 16ο αιώνα