Επιμέλεια κειμένου: Ειρήνη Αϊβαλιώτου
Τα κόλλυβα είναι νόστιμα και θρεπτικά, κατέχουν δε τον πιο παρεξηγημένο ρόλο στη γευστική ιστορία του τόπου μας. Ο τρόπος παρασκευής τους συχνά μεταδίδεται από στόμα σε στόμα με μια δόση συστολής, σαν να πρόκειται για κάτι απαγορευμένο κι όχι για κάτι καθημερινό, οικείο κι ανθρώπινο. Κάτι που μας αρέσει και το λαχταράμε. Ας δούμε όμως λίγο τις ρίζες του τελετουργικού τους αλλά και τους συμβολισμούς τους, όπως μας τους εξηγεί ο αγαπητός σε όλους μας, Άγγελος Παπαδημητρίου, εικαστικός, ηθοποιός, τραγουδιστής, περφόρμερ, καλλιτέχνης της ζωής, άνθρωπος σπάνιος και ανιδιοτελής, πολυτάλαντος και ιδιοφυής, πληθωρικός και αρχοντικός. Μας αποδεικνύει δε ότι έχει ικανότητες και στην τέχνη της γεύσης…
***
Ο Άγγελος Παπαδημητρίου, που μας ενέπνευσε αυτό το άρθρο, είναι ηθοποιός, τραγουδιστής και εικαστικός με πολύπλευρη παρουσία στις τέχνες. Γεννήθηκε στο Κιάτο Κορινθίας. Έχει συμμετάσχει σε πολλές παραστάσεις, τόσο στο θέατρο πρόζας όσο και στο μουσικό θέατρο αλλά και στο αρχαίο δράμα.
Ως τραγουδιστής στο ρεπερτόριό του περιλαμβάνει κυρίως τραγούδια από την ελληνική οπερέτα και το ελαφρό τραγούδι. Έχει επίσης λάβει μέρος σε τηλεοπτικές σειρές και παραγωγές. Ως εικαστικός έχει παρουσιάσει τα έργα του σε πολλές ατομικές εκθέσεις. Έργα του έχουν συμπεριληφθεί σε ομαδικές εκθέσεις σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, μεταξύ των οποίων στην έκθεση Apperto 93 στην 45η Μπιενάλε της Βενετίας (1993) και στη 2η Μπιενάλε της Αθήνας με τίτλο Heaven (2009). Το 2010, έλαβε διάκριση από το Ελληνικό Τμήμα της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Τέχνης (AICA).
Η συνταγή
Μας λέει, λοιπόν, χαριτολογώντας ο -πάντα πνευματώδης- Άγγελος Παπαδημητρίου, «για να μην πιαστούμε μαλλί με μαλλί σε κανένα μνημόσυνο, γράψτε προσεκτικά τη συνταγή:
- 500 γρ. στάρι (συμβολίζει τον σπόρο που πέφτει στη γη, σαπίζει και ανασταίνεται)
- ένα φλιτζάνι τσαγιού ξεφλουδισμένα αμύγδαλα (συμβολίζουν τα ξεγυμνωμένα οστά και τη ματαιότητα)
- ένα φλιτζάνι τσαγιού καρύδια (συμβολίζουν το πνεύμα)
- ένα φλιτζάνι σπόρους ροδιού (συμβολίζουν τον Κάτω Κόσμο – Παράδεισο)
- μια χούφτα μαϊντανός (συμβολίζει τον τόπο χλοερό)
- ένα φλιτζάνι τσαγιού αλεύρι (συμβολίζει το χώμα)
- από ένα κουταλάκι γλυκού κανέλα, γαρίφαλο (οι ομορφιές της ζωής)
- δύο χούφτες σταφίδες ανάμεικτες, λευκές – μαύρες (συμβολίζουν την αιωνιότητα)
- μια κουταλιά της σούπας τριμμένο γλυκάνισο (συμβολίζει τη νοσταλγία της ζωής) και ζάχαρη άχνη (συμβολίζει τη χάρη του Θεοί).
Καβουρντίζουμε το αλεύρι, τα αμύγδαλα για να είναι τραγανά και -το μικρό μυστικό- προσθέτουμε δυο τρία κουλουράκια κανέλας ψιλοτριμμένα. Το στάρι βράζεται και μένει απλωμένο σε καθαρό βαμβακερό πανί να φύγει η υγρασία… Μην ξανακούσω άλλες απορίες! Για οποιοδήποτε πρόβλημα ρωτήστε καμιά θεία σας!».
Η προέλευση της λέξης
Αφού σημειώσουμε και φυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού την παραδοσιακή συνταγή που μας εμπιστεύτηκε ο δημοφιλής καλλιτέχνης, ας μάθουμε όσα δεν ξέρουμε για τα κόλλυβα:
Τα κόλλυβα ή κόλυβα είναι ένα γλύκισμα το οποίο προσφέρεται εις μνήμην των νεκρών. Αποτελείται συνήθως από βρασμένο σιτάρι, ρόδι, μπαχαρικά και ξηρούς καρπούς. Συνηθίζεται στα μνημόσυνα να καλύπτονται με ζάχαρη άχνη.
Η λέξη προέρχεται από τον κόλλυβο (αρχαία ελληνικά), που αρχικά σήμαινε κόκκο δημητριακών καρπών (και με την έννοια αυτή πέρασε στα κόλλυβα) και έπειτα το πολύ μικρό νόμισμα.
Η ονομασία κόλλυβα θεωρείται επίσης ότι προέρχεται από τη λέξη «ο κόλλυβος» που σημαίνει το σταθμικό μέτρο για τον προσδιορισμό του βάρους του χρυσού, όπως επίσης και κάθε νόμισμα μικρής αξίας, δηλαδή το πολύ λεπτό σε πάχος και αξία νόμισμα. Ο Αριστοφάνης (424 π.Χ) τα νομίσματα τα ονομάζει «Κόλλυβους».
Το έθιμο με τα νομίσματα ήταν για να πληρωθεί ο βαρκάρης που περνούσε τους νεκρούς, μέσω της Αχερουσίας λίμνης, στον κάτω κόσμο. Περισσότερα μπορεί κανείς να βρει για το θέμα στο έργο «Νεκρικοί διάλογοι». Είναι το περίφημο έργο του μεγάλου Σύρου συγγραφέα και σοφιστή του 1ου μ.Χ. αιώνα, του Λουκιανού του Σαμοσατέα (120 μ.Χ-192 μ.Χ.). Ο Χάροντας οδηγεί μια τρύπια, σάπια βάρκα και ο Ερμής Ψυχοπομπός συνοδεύει τις ψυχές.
Σύμβολα
Συμβολίζουν την κοινή ανάσταση των ανθρώπων. Δηλαδή, όπως ο σπόρος του σιταριού πέφτει στη γη, θάβεται και χωνεύεται και σαπίζει χωρίς όμως να φθαρεί και στη συνέχεια φυτρώνει καλύτερος και ωραιότερος, έτσι και το νεκρό σώμα του ανθρώπου θάβεται στη γη και σαπίζει, για να αναστηθεί και πάλι άφθαρτο και ένδοξο και αιώνιο. Την ωραία αυτή εικόνα μας δίδει ο Απόστολος Παύλος στην Α΄ προς Κορινθίους Επιστολή (κεφ. 12, στίχοι 35-44). Την ίδια εικόνα για την Ανάστασή Του χρησιμοποίησε και ο Χριστός (Ευαγγέλιο Ιωάννη).
«Αλήθεια σας λέω εάν ο σπόρος του σιταριού δεν πέσει στη γη να πεθάνει μένει άκαρπος. Εάν όμως πεθάνει θα φέρει πολύ καρπό». Κατά Ιωάννη (Κεφ. 12, στ. 24)
Και ο Απόστολος Παύλος λέει: «Εκείνο που εσύ σπέρνεις δεν ζωογονείται εάν πρώτα δεν πεθάνει και τούτο γιατί θάβεται στη γη το νεκρό σώμα και σαπίζει όπως ακριβώς συμβαίνει με τον κόκκο του σιταριού». Προς Κορινθίους Ά (Κεφ.16, στ. 15-44).
Παρομοιάζεται δηλαδή το σώμα του Ανθρώπου με το σπόρο του σιταριού…
Το στάρι
Τα κόλλυβα, ή όπως αλλιώς επικράτησε σε πολλά μέρη η ονομασία «το στάρι», είναι ένα από τα πιο παλαιά χριστιανικά έθιμα που διατηρήθηκε στη ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και συνδέεται άμεσα με τους κεκοιμημένους εν Χριστώ αδελφούς μας. Τα κόλλυβα είναι σιτάρι βρασμένο που κατά κανόνα σήμερα έχει τη μορφή στολισμένου δίσκου με ξηρούς καρπούς, όπως αμύγδαλα, καρύδια, φουντούκια, φιστίκι κ.α. και βεβαίως ζάχαρη.
Προσφέρονται στους παρευρισκόμενους σε μνημόσυνα στην εκκλησία, αλλά και διανέμονται στη συνέχεια σε συγγενικά ή φιλικά σπίτια. Το έθιμο προέρχεται από τα παλαιότερα χριστιανικά χρόνια και έχει σχέση με τα περίδειπνα των Ελλήνων και άλλων λαών
Από την αρχαιότητα
Όπως προείπαμε, το έθιμο με τα κόλλυβα είναι πάρα πολύ παλαιό. Οι ρίζες του βρίσκονται στα προ Χριστού ακόμη χρόνια. Το σιτάρι, η κύρια τροφή του ανθρώπινου γένους, ήταν καρπός ιερός για τους αρχαίους προγόνους μας. Ήταν το εξαιρετικό είδος τροφής που έκαμε το άνθρωπο να διαφέρει από τα αγρίμια. Το σιτάρι έτσι είχε κι έναν ιερό χαρακτήρα.
Στα πολύ γνωστά μας Ελευσίνια Μυστήρια γινόταν σιωπηρή επίδειξη ενός σταχυού. Σε πολλούς ακόμη τάφους οι αρχαίοι προγονοί μας έθαβαν μέσα σε μεγάλα πιθάρια σιτάρι, διότι πίστευαν ακράδαντα στη μεταθανάτια ζωή. Οι Αθηναίοι, κατά τους χρόνους του Ισοκράτη, τοποθετούσαν σιτάρι στους τάφους των κεκοιμημένων, τους δε κεκοιμημένους τους ονόμαζαν «Δημήτριους», γιατί πίστευαν ότι η θεά Δήμητρα τους χάρισε ως δώρο το σιτάρι. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν τη συνήθεια να προσφέρουν στους νεκρούς τους μία φορά το χρόνο την ημέρα των Χυτρών, την τρίτη δηλαδή και τελευταία ημέρα της εορτής των Ανθεστηρίων, αυτό που ονόμαζαν «πανσπερμία ή πανκαρπία», ένα μείγμα διαφόρων καρπών. Η εορτή αυτή των αρχαίων Ελλήνων που γινόταν προς τιμήν των νεκρών, έχει κάποια σχέση με το δικό μας Ψυχοσάββατο.
Με τις λέξεις κόλλυβο και κόλλυβα στην αρχή εννοούσαν κάθε είδος μικρού γλυκού από σιτάρι σε σχήμα πίτας ή τα «τρωγάλιζα» και τα «τραγήματα», δηλαδή ξηρούς καρπούς (καρύδια, αμύγδαλα, σταφίδες, φουντούκια, σύκα κ.α.) καθώς και τον «εψητόν σίτον» κατά τον Βυζαντινό λεξικογράφο Σουίδα.
Ελεημοσύνη
Σύμφωνα με τη γνώμη κάποιων ερευνητών, το έθιμο των οφείλεται στην παλαιά συνήθεια της διανομής νομισμάτων κατά τα μνημόσυνα. Έτσι έχουμε ταύτιση νομισμάτων και κολλύβων. Η διανομή των νομισμάτων – κολλύβων συνδεόταν με την ελεημοσύνη κατά τα χρόνια του χριστιανισμού: «ελεημοσύνες υπέρ αυτών που έφυγαν προς τον Κύριο στα μνημόσυνα αυτών».
Το θαύμα
Το Α΄ Σάββατο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής τελείται η ανάμνηση του δια κολλύβων θαύματος του Αγίου Μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου του Τήρωνος. Το γεγονός συνδέεται με το θαύμα που έκανε ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων, επί Ιουλιανού του Παραβάτη, ο οποίος, ως ειδωλολάτρης αυτοκράτορας, ήταν αντίθετος στη νηστεία των χριστιανών. Ο αυτοκράτορας διέταξε τον έπαρχο της Κωνσταντινούπολης, όταν πλησίαζε η πρώτη εβδομάδα των νηστειών, να εξαφανίσουν από την αγορά κάθε είδους τρόφιμα και να αφήσουν μόνο τα ειδωλόθυτα, ώστε να αναγκαστούν οι χριστιανοί να φάνε από αυτά. Τότε ο Άγιος Θεόδωρος παρουσιάστηκε, ως οπτασία, στον Πατριάρχη Ευδόξιο και του φανέρωσε το σχέδιο του Ιουλιανού, υποδεικνύοντάς του συγχρόνως να χρησιμοποιήσουν οι χριστιανοί, αντί για άλλη τροφή, τα κόλλυβα. Κι όταν ο Πατριάρχης ρώτησε “και τι είναι αυτά τα κόλλυβα, άγιε;”, ο Άγιος απάντησε: «Σιτάρι και άλλοι σπόροι. Βρασμένα όλα μαζί καλά. «Κόλλυβα» τα λέμε εμείς στην πατρίδα μου στα Ευχάιτα»…
Το έθιμο
Για τα μνημόσυνα και τα κόλλυβα γράφει ο Λέσβιος συγγραφέας Γιάννης Π. Μαυραγάνης (1926-1999) στο βιβλίο του «Παλαιοχώρι Πλωμαρίου – Λέσβου – Παράδοση – Ιστορία – Η Ζωή και τα Έθιμα», Β΄ έκδοση, Αθήνα 1995, σελ. 139-145. Στη σελίδα 144 αναφέρει πως το σιτάρι για τα κόλλυβα έπρεπε να το καθαρίσουν τρεις φορές κι ότι δεν κάνει να καθαριστεί τέταρτη φορά. Επίσης, στη σελίδα 145, γράφει για τα Ψυχοσάββατα: «Τα Ψυχοσάββατα επίσης το κάθε σπίτι κάνει κόλλυβα για όλες τις ψυχές της οικογένειας. Η νοικοκυρά του σπιτιού, μαζί με τα κόλλυβα που πηγαίνει στην εκκλησιά τη μέρα εκείνη, έχει μαζί της γραμμένα σε μια κόλλα χαρτί και τα μικρά ονόματα των νεκρών. Το χαρτί με τα ονόματα το δίνει στον παπά, να διαβαστεί την ώρα που τα γράμματα της εκκλησίας αναφέρονται στην ανάπαυση της ψυχής των νεκρών. Εκείνη την ημέρα αναφέρονται με τα μικρά τους ονόματα όλοι σχεδόν οι νεκροί του χωριού, με τη φροντίδα κάθε οικογένειας, σαν να γίνεται προσκλητήριο νεκρών…».
Ιέρειες
Οι γυναίκες φυσικά ήταν τα πρόσωπα που παρασκεύαζαν και μοίραζαν στους συγχωριανούς τα κόλλυβα. Μαυροφορεμένες και σοβαρές, έμοιαζαν με ιέρειες, εστιάδες που τιμούν τον οίκο.
Το στόλισμα των κολλύβων, που θεωρείται δουλειά απαιτητική και χρονοβόρα, καμιά φορά, κυρίως στα σαράντα, το ανέθεταν σε γυναίκες που διακρίνονταν για την επιδεξιότητά τους στη διακόσμηση του δίσκου με τα κόλλυβα. Αυτές έτρεχαν με προθυμία στο σπίτι όποιου τις καλούσε και έβαζαν όλη την τέχνη τους, για να στολιστεί όμορφα ο δίσκος με ασημένια κουφετάκια, ξεφλουδισμένα αμύγδαλα, καρυδόψιχα, καρύδα, κανέλα και ροδοπαππούδες (οι σπόροι του ροδιού). Πληρωμή τους η ικανοποίηση από τη φήμη που αποκτούσαν στο χωριό, αφού την επόμενη μέρα όλοι θα παρατηρούσαν στην εκκλησιά ποια στολίδια έβαλαν και θα σχολίαζαν αργότερα οι γυναίκες καθισμένες στα σκαλιά των σπιτιών τους. Παλαιότερα, σπάνια στολίζονταν κόλλυβα με χρηματική πληρωμή, αντίθετα με τη σημερινή εποχή.