17.1 C
Athens
Τετάρτη 30 Απριλίου 2025

«Amber Alert». Μια απαράμιλλη ερμηνεία από τη Γεωργία Ζώη σε ένα ευαίσθητο κείμενο

Γράφει η θεατρολόγος Μαρία Μαρή

Στα μέσα Σεπτεμβρίου είδα στο Θέατρο της Ημέρας το έργο «Amber Alert» του Odise Plaku με τη Γεωργία Ζώη σε σκηνοθεσία από τη Γιώτα Κουνδουράκη στο πλαίσιο του 4ου Φεστιβάλ Θεάτρου Βαλίτσας.

Πρόκειται για μια παράσταση που ήταν αφιερωμένη στα ανήλικα θύματα που πωλούνται για σεξουαλική – και όχι μόνο – εκμετάλλευση σε όλο τον κόσμο, ικανοποιώντας μια αδηφάγα και άρρωστη αγορά ανθρώπινης σάρκας.

Με την υποστήριξη του εθελοντικού μη κερδοσκοπικού οργανισμού «Το Χαμόγελο του Παιδιού» και της Αλβανικής Πρεσβείας το έργο και η παράσταση αποσκοπούσαν στην αφύπνιση όλου του κόσμου σε κάθε περίπτωση εξαφάνισης ανήλικου παιδιού.

Το κείμενο του Odise Plaku είναι συγκλονιστικό γιατί παρουσιάζει το αδιέξοδο μιας μάνας, που έχει χάσει το παιδί της, μια κόρη, άγγελο, χαμένη από καιρό, καθώς πήγε να φέρει νερό και δεν γύρισε ποτέ. Εκείνη δεν παύει να την ψάχνει όλα αυτά τα χρόνια.

Πήγε και την αναζήτησε ακόμα και στις αρχές, στην αστυνομία για να της προσάψουν ότι έπρεπε να προσέχει το «τσουλάκι» της, που ίσως να έφυγε με τη θέλησή της, αφού δεν βρήκαν αποδείξεις απαγωγής. Σε έναν κόσμο αδυσώπητο, με ανθρωποφαγική μανία εκείνη πηγαινοφέρνει την αλήθεια της.

Η ίδια επίκριση προκύπτει από το κοινωνικό πλαίσιο και τα δυσμενή λόγια, που ακούγονται για την κόρη της. Οι μάσκες γύρω στη σκηνή λευκές και ανέκφραστες, εκφράζουν αυτή την κοινωνική κατακραυγή. Απολογείται στο κοινό, τους εκλιπαρεί να την ακούσουν, να την καταλάβουν.

Εκείνη θυμώνει, μέχρι που ο θυμός της ξεχειλίζει στο χώρο. Δεν μπορεί να τους χτυπήσει και τα βάζει με το νερό, που πήγε η κόρη της να φέρει από το ποτάμι και μετά από τότε δεν την ξαναείδε ποτέ. Έχει ένα μπουκαλάκι νερό και το κλωτσά, το βρίζει, γίνεται ο αποδιοπομπαίος τράγος, που θα κουβαλήσει όσα έχει στο μυαλό της και όσα μένουν για αυτήν αναπάντητα.

Ο πόνος της είναι τεράστιος. Την ξεπερνά. Η ερμηνεία της ηθοποιού Γεωργίας Ζώη είναι υποδειγματική. Ξεκινά με την είσοδό της στη σκηνή, σέρνοντας κατάκοπη, φανερά καταπονημένη ένα μπαούλο, εξάλλου, το φεστιβάλ είναι το Φεστιβάλ Βαλίτσας.

Η «μάνα κουράγιο» ζητά να της ανοίξουν την πόρτα, να την ακούσουν, να αφουγκραστούν τον πόνο της και να συνταχθούν δίπλα της στην καταπολέμηση του trafficking και γιατί όχι στην εύρεση της κόρης της.

Ακόμα και ο γιος της και ο άντρας της σε μια πατριαρχική κοινωνία έχουν παραιτηθεί από το πένθος της απώλειας, μετακυλώντας την ευθύνη στην ανήλικη εξασφαλισθέντα έφηβο. Δεν κάνουν πια κουβέντα για το κορίτσι, σχεδόν ντρέπονται για αυτή. Έμεινε μόνη της, η μάνα, μοιρολογίστρα της ζωής της κόρης και της δικής της.

Η Γεωργία Ζώη περνά από όλα τα στάδια της απελπισίας. Η ανησυχία, γίνεται φόβος, θυμός, αναπόληση για να μπορεί να στηριχτεί και να μη χάσει τη ζωή της ολοσχερώς, γεγονός, ασήμαντο για εκείνη, αλλά αν αυτό συνέβαινε, θα χανόταν για πάντα και η κόρη της. Διατηρεί τις όμορφες μνήμες, το δικαίωμα της κόρης της να ερωτευτεί, να έχει ακόμα και ένα φλερτ και να μη χαρακτηρίζεται γι’ αυτό «πουτάνα». Να έχει αυτή και κάθε κοπέλα βεβαίως, το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης.

Δεν μένει μόνο στις αναμνήσεις της, παρά περνά ακόμα και σε όσα θα είχαν συμβεί αν η κόρη της ζούσε, που θα είχε παντρευτεί, θα είχε κάνει παιδιά, άρα κι εκείνη θα είχε πολλά εγγόνια και θα ζούσαν όλοι μαζί ευτυχισμένοι.

Έχει ανάγκη να βυθιστεί στη φανταστική αυτή ευτυχία. Φαντάζεται ότι της δείχνει πώς να ανοίγει φύλλο για πίτα και η ηθοποιός γίνεται μπροστά στα μάτια μας μια Λωξάντρα, που συμβουλεύει την κόρη της να μη βιάζεται και χαλάσει, σφίξει το ζυμάρι. Παίζει φαντασιακά με τα εγγόνια της και απολαμβάνει τις στιγμές που δικαιούται και τις στερήθηκε.

Η εμβληματική σκηνοθεσία της Γιώτας Κουνδουράκη καλεί την ηθοποιό να κινείται επί σκηνής, διηγούμενη την περιπέτειά της, κάνοντας διάδραση με το κοινό. Απευθύνεται στο πηγάδι, που ζήλεψε το παιδί της, το ζαρκάδι της και της το πήρε. Μιλά μόνη της ακατάπαυστα φοβούμενη μη χάσει το μυαλό της. Οι αντιδράσεις της έχουν στοιχεία παραλόγου, αλλά και τρέλας, εξάλλου όλοι γύρω της , τη νομίζουν τρελή. Ακούει βήματα, είναι άραγε ο κλέφτης ή η κόρη της;

Με τον φακό στο χέρι ψάχνει, ξεπερνώντας τον φόβο της, να βρει το κοριτσάκι της, την παρακαλά να φανερωθεί, επαναλαμβάνοντας σαν επωδό «Η μαύρη, εγώ η μαύρη!».
Τα λόγια και η ερμηνεία της Γεωργίας Ζωής είναι συνταρακτικά. Μετά επανέρχεται και λέει ότι ήξερε ότι το παιδί της δεν θα ξαναρχόταν. Άκουγε τις φήμες ότι την είδαν με τον «φίλο» της και τα κουτσομπολιά επαναλαμβάνονταν αμαυρώνοντας την τιμή της και την αγωγή που πήρε από το σπίτι της.
Μαζί σε όλο το έργο η μουσική και ο απόηχός της. Ξέκοψε στον γιο της και τον άνδρα της, να μη μιλούν άσχημα για την κόρη της. Οι μάσκες, αλλά και η μουσικός σε συγκεκριμένη στιγμή αποτελούν τον απαθή περίγυρο. Οι μάσκες, ακίνητες στη σκηνή, ενώ όταν η μάνα απευθύνεται στη μουσικό, εκείνη επιδεικτικά στρέφει αλλού το βλέμμα της και την αποφεύγει.
Αυτός είναι ο κόσμος. Καμία ενσυναίσθηση. Ο κόσμος πάντα κακός, έτοιμος να καταδικάσει αυτή την όμορφη κοπέλα, την πιο όμορφη από τις φίλες της. Ό,τι δεν φτάνει το καταρρίπτει, το ποδοπατεί.
Το κρεβάτι της κόρης τώρα είναι κρύο, πώς να δεχτεί πως τιμωρείται η ομορφιά και η ιδιαιτερότητα. Η μάνα νιώθει ότι όλοι την περιγελούν, ακόμα και το φεγγάρι.

Η μοίρα και η διαβρωμένη κοινωνία της επεφύλασσαν μιάν άλλη τύχη. Δεν συνέβαιναν παλιά εξαφανίσεις, είναι σημάδι των καιρών αυτό. Κουβαλά το μπαούλο, «κάσα», που από μέσα βγάζει τα προσωπικά αντικείμενα της κόρης της, ρούχα, φωτογραφίες, το ημερολόγιό της. Τα βλέπει, τα μυρίζει, τα επιδεικνύει, τα λατρεύει, απολαμβάνει την ανάμνηση, που της προσφέρουν και νιώθει πραγματική ευτυχία όταν ξαπλώνει στο κρεβάτι της και τη θυμάται εκεί παιδάκι, ενώ παράλληλα τη μοιρολογεί. Οι ήχοι την πνίγουν.

Η εκπληκτική μουσική και ερμηνεία της Αρετής Κοκκίνου, που συνοδεύει συνεχώς την ηρωίδα επί σκηνής είναι κομβική για την εξέλιξη της παράστασης. Ακολουθεί τις ανησυχίες της ηρωίδας, άλλοτε σε γρήγορο μουσικό ρυθμό, άλλοτε με πιο αργό και πιο εσωτερικό ρυθμό και άλλοτε με το Thunder Tube δημιουργεί μιαν ατμόσφαιρα αγωνίας και φόβου, απειλής ή και μιας αδιόρατης μεταφυσικής παρουσίας. Η μελωδία είναι αυτό το στοιχείο που σχολιάζει πολύ πετυχημένα και ουσιαστικά τα λόγια της μάνας. Την αναζητά όπως ο κούκος το ταίρι του «Καρδιά μου, ψυχή μου! Καρδιά μου, ψυχή μου!». Δεξιοτέχνης στο χειρισμό της φωνής της, η ηθοποιός δημιουργεί την αίσθηση του πουλιού στο δάσος να καλεί μάταια την κόρη της.

Η κόρη της σταυρώθηκε και μαζί και εκείνη. Θυσιάστηκε. Το ματωμένο νυφικό πάνω στο σταυρό στο βάθος της σκηνής συμβολίζει αυτή την άδικη θυσία. Σαν τη μητέρα του Χριστού με ευλάβεια και προσεκτικές κινήσεις ξεκρεμά το νυφικό από το σταυρό του μαρτυρίου και το εναποθέτει στο κρεβάτι σαν αυτό να περιείχε το σώμα της κόρης της. Την ημέρα του γάμου της η μουσική είναι εορταστική, η μητέρα χορεύει, στροβιλίζεται από χαρά. Της δίνει και τη σαρμανίτσα της, την κούνια της, όπως της είχε υποσχεθεί για να κοιμίζει εκεί και εκείνη τα δικά της παιδιά.

Εκπληκτικό το νανούρισμα. Εξαιρετική η φωνή της Γεωργίας Ζώη, συγκινητική και συγκλονιστική συνάμα «Έλα ύπνε, παρτ’ το, σε μετάξι απάνω βαλτ’ το σιγά…».
Η παρουσία της Γεωργίας Ζώη είναι μαγευτική πάνω στη σκηνή. Δίνει την κατάλληλη ατμόσφαιρα κάθε φορά, συγκινεί και αφυπνίζει. «Αντέχουμε με ή χωρίς νερό, όχι όμως χωρίς τα παιδιά μας», καταγγέλλει. Όταν αυτά χάνονται, οι γονείς τρελαίνονται. Οι υπόλοιποι φοβούνται μήπως τους συμβεί κάτι παρόμοιο και μένουν νεκρωμένοι, αποχαυνωμένοι.
Βάζει μέσα στην κάσα το χωρίς σώμα ματωμένο νυφικό, πενθώντας όλα τα παιδιά που χάνονται καθημερινά. Δίπλα στην προβολή του προσώπου της κόρης της, προβάλλονται όλα τα εξαφανισμένα παιδιά, που αναζητήθηκαν από το Χαμόγελο του Παιδιού.

Η παράσταση έχει κυκλική φόρμα, κλείνει με τη μάνα να φεύγει με την κάσα της κόρης, τον θάνατο που την έχει στοιχειώσει.

Τα σκηνικά της Σοφίας Παγώνη λειτουργικά και συμβολικά έτσι που να σχολιάζουν και αυτά δραστικά το κείμενο.

Μια απαράμιλλη ερμηνεία από τη Γεωργία Ζώη σε ένα ευαίσθητο κείμενο, πάνω δυστυχώς σε ένα επίκαιρο θέμα.

***

Ταυτότητα της παράστασης

«Amber Alert»
Κείμενο: Odise Plaku
Μετάφραση: Mihal Naço
Σκηνοθεσία: Γιώτα Κουνδουράκη
Σύνθεση μουσικής και μουσική επί σκηνής: Αρετή Κοκκίνου
Σκηνικά – Κοστούμια: Σοφία Παγώνη
Βοηθός Σκηνοθέτη – Καλλιτεχνική Διεύθυνση: Μαρία Χελιδώνη
Σχεδιασμός Φωτισμού – Φωτογραφίες προγράμματος και αφίσας – βίντεο: Πάνος Γκόλφης
Ξυλουργικές Κατασκευές Σκηνικού: Μανώλης – Νεκτάριος Καραμολέγκος
Τεχνική Υποστήριξη: Κώστας Ματσιούλας

Ερμηνεύει: η Γεωργία Ζώη
Μουσική επί σκηνής: Αρετή Κοκκίνου

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -