Κάθε χρόνο στις 23 Ιουνίου έχουμε την παραμονή της γενέθλιας εορτής του Αϊ-Γιάννη του Πρόδρομου: «Τ’ Αϊ-Γιαννιού του Λαμπαδάρη», εξ ου και το όνομα που δίνεται στον Ιούνιο «Αϊ-γιαννίτης» ή «Αγιογιαννίτης».
Η γιορτή αυτή [24 Ιουνίου] είναι ταυτισμένη με δύο κύκλους εθίμων: με τον Κλήδονα αλλά και με τις φωτιές που ανάβονται την παραμονή ή και ανήμερα της εορτής, απ’ όπου προέρχονται και οι προσωνυμίες «Φανιστής» και «Ριζικάρης», αλλά και «Ριγανάς» επειδή εκείνη την ημέρα μάζευαν ρίγανη.
Αν και τα έθιμα αυτά της υπαίθρου, που τα κρατούσε ζωντανά στην πόλη η «γειτονιά», σιγά σιγά λησμονιούνται, οι παλαιότεροι δεν μπορούν να ξεχάσουν τα πηδήματα πάνω από τις φωτιές τ’ Αϊ-Γιάννη.
Αναμνήσεις που αναβιώνουν κάθε φορά που ακούγονται τραγούδια όπως εκείνο του Λευτέρη Παπαδόπουλου για ‘κείνο το Σάββατο κι απόβραδο στην Αριστοτέλους που «φωτιές ανάβανε στους απάνω δρόμους / τ’ Αϊ-Γιάννη θα ‘τανε θαρρώ» [του Γιάννη Σπανού]. Ή εκείνο το άλλο του Μάνου Ελευθερίου: «Ανάβουνε φωτιές στις γειτονιές,/ του Άη Γιάννη/ Αχ πόσα τέτοια ξέρεις και μού λες» [του Δήμου Μούτση].
***
Την παραμονή του Αϊ-Γιαννιού, οι ανύπανδρες κοπέλες μαζεύονταν σε ένα από τα σπίτια του χωριού, όπου ανέθεταν σε κάποια ή σε κάποιες από αυτές να φέρουν από το πηγάδι ή την πηγή το «αμίλητο νερό». Επιστρέφοντας στο σπίτι όπου τελείται ο κλήδονας, έβαζαν το νερό σε πήλινο δοχείο, την υδροφόρο, στο οποίο η κάθε κοπέλα έριχνε ένα αντικείμενο (μήλο πράσινο ή κόκκινο, κόσμημα, κλειδί κ.α.), το λεγόμενο ριζικάρι. Στη συνέχεια σκέπαζαν το δοχείο με κόκκινο ύφασμα, το οποίο το έδεναν γερά με ένα κορδόνι («κλειδώνεται») και τοποθετείται σε ταράτσα ή άλλο ανοιχτό χώρο. Εκεί παρέμενε όλη τη νύχτα υπό το φως των άστρων. Οι κοπέλες επέστρεφαν ύστερα στα σπίτια τους. Λέγεται ότι τη νύχτα αυτή όποιον έβλεπαν στα όνειρά τους, αυτός θα ήταν και ο μελλοντικός τους σύζυγος.
*Ανοίξετε τον κλήδονα στ’ Αγιού Γιαννιού τη χάρη, όποια θα είναι η τυχερή φέτος θα τον επάρει…
*Όταν σ’ εγέννα η μάνα σου, ο ήλιος εκατέβη, και σου ’δωσε την ομορφιά και πάλι πίσω ανέβη…
*Ανοίξετε τον κλήδονα και στρώσετε χαράρια, τι θα περάσει ο βασιλιάς με τα στραβά ποδάρια…
*Έφτασε η ώρα κι η στιγμή κι ο κλήδονας ανοίγει, και καθενός το ριζικό στα φανερά ξανοίγει…
*Σαν μάθει ο σκύλος γράμματα κι η γάτα να διαβάζει, τότε κι εσύ θα παντρευτείς, να κάνει ο κόσμος χάζι…
*Ανοίξετε τον κλήδονα στ’ Αγιού Γιαννιού τη χάρη, κι όποια ’ναι καλορίζικη φέτος θα τον επάρει…
*Ανοίξιτι τουν κλήδουνα τσ’ απλώσιτι τις κάπις, τσ’ α’ δε μι δώσ’τι απ’ αυτό, να σας του φάν’ οι κάτις (γάτες)…
*Καρσί μου ήρτις τσ’ έκατσις απάνου στην πιζούλα, τσι κρέμασις τ’ς αχείλις σου, σα τ’ χταπουδιού κ’ κουκούλα…
*Όταν σ’ εγέννα η μάνα σου, χρυσή ’ταν η κοιλιά της, και σ’ έκανε ομορφότερη απ’ όλα τα παιδιά της…
*Τα μάκια σ’ τα μιγάλα, η μύκ’ σ’ η μακριγιά, τα χείλια σ’ τα πρησμένα, τ’ αυκιά σ’ τα μυτιρά…
*Σαν το ψηλό καμπαναριό, που δεν το πιάνει σκόνη, έτσι ’ναι το κορμάκι σου καθημερ’νή και σκόλη…
*Το στόμα σου είναι καφενές, τα δόντια σου καρφάρες, και τα στραβά σου τα κανιά του περβολιού οι τσάπες…
*Τ’ όμορφο το χεράκι σου να ’βαζα μαξιλάρι, να ’χα μες την αγκάλη μου το αργυρό φεγγάρι…
*Απ’ όλα του προσώπου σου, η μύτη σου μ’ αρέσει, είνι σα γαβανόχειρου τσι κρέμιτι να πέσει…
*Τα μάτια σου είν’ το γλυκό, τα φρύδια σ’ κουταλάκια, και τ’ άλλο το υπόλοιπο δίσκος με ποτηράκια…
Πηγή: paleochori-lesvos.blogspot.gr