21.4 C
Athens
Κυριακή 18 Μαΐου 2025

“Μόνος στο Βερολίνο”, Hans Fallada (απόσπασμα)

 

«Το θέμα είναι ότι αντισταθήκατε στο κακό. Και ότι δεν γίνατε και εσείς κακός. Εσείς κι εγώ, και όλοι εδώ μέσα, και πάρα πολλοί ακόμα σ’ άλλες φυλακές, και οι δεκάδες χιλιάδες στα στρατόπεδα – εξακολουθούν να αντιστέκονται, σήμερα, αύριο…».
«Ναι και θα μας σκοτώσουν όλους, και τι θα έχουμε καταφέρει με την αντίστασή μας;».
«Θα έχουμε καταφέρει πολλά, γιατί θα έχουμε διατηρήσει την αξιοπρέπειά μας μέχρι να πεθάνουμε. Αλλά και ο λαός θα σωθεί από τη θέληση των δικαίων, όπως γράφει η Βίβλος. Ασφαλώς και θα ήταν εκατό φορές καλύτερα, αν είχαμε έναν άνθρωπο να μας πει: «Πρέπει να κάνετε αυτό κι αυτό, έτσι έχει το σχέδιό μας». Αλλά αν υπήρχε ένας τέτοιος άνθρωπος στη Γερμανία, δεν θα φτάναμε ποτέ στο 1933. Γι’ αυτό και αναγκαστήκαμε να δράσουμε μόνοι μας, και μόνους μας μάς συνέλαβαν, και καθένας από εμάς πρέπει να πεθάνει μόνος του. Κι όμως, Κβάνγκελ, τελικά δεν είμαστε μόνοι μας, και ο θάνατός μας δεν θα είναι μάταιος. Υπάρχει κάποιος λόγος για οτιδήποτε συμβαίνει στον κόσμο, και από τη στιγμή που αγωνιζόμαστε υπέρ της δικαιοσύνης και ενάντια στην ωμή βία, στο τέλος θα βγούμε νικητές».

«Και τι σημασία θα έχει πια για μας, αφού θα έχουμε πεθάνει;».
«Τι είναι αυτά που λέτε, Κβάνγκελ! Προτιμάτε να ζήσετε με την αδικία παρά να πεθάνετε για την δικαιοσύνη; Μα δεν υπάρχει άλλη επιλογή, ούτε για εσάς ούτε για μένα. Επειδή είμαστε αυτοί που είμαστε, πήραμε αυτό τον δρόμο».

***

Βερολίνο 1940. Τα γερμανικά στρατεύματα έχουν κατακτήσει τη Γαλλία και ο ναζισμός περνά μέρες δόξας. Πίσω όμως από τη θριαμβευτική πρόσοψη, κρύβονται η αθλιότητα και ο τρόμος.
Σε μια λαϊκή πολυκατοικία της οδού Γιαμπλόνσκι, διώκτες και διωκόμενοι συγκατοικούν. Είναι η κυρία Ρόζενταλ, Εβραία, την οποία καταδίδουν (και καταληστεύουν) οι γείτονές της. Είναι ο Μπαλντούρ Περζίκε, ομαδάρχης της Χιτλερικής Νεολαίας που τρομοκρατεί την ίδια του την οικογένεια. Είναι οι Κβάνγκελ που, απελπισμένοι από τον θάνατο του γιου τους στο μέτωπο, διανέμουν προκηρύξεις εναντίον του Χίτλερ.
Με ρεαλισμό και ειλικρίνεια ο Φάλαντα περιγράφει την καθημερινή ζωή των Γερμανών πολιτών, Εβραίων και μη, και την αντίσταση που πρόβαλαν στον ναζισμό κάποιοι -λίγοι- συνηθισμένοι άνθρωποι. Ο Πρίμο Λέβι χαρακτήρισε το “Μόνος στο Βερολίνο” ένα από τα ωραιότερα βιβλία για τη γερμανική αντίσταση κατά του ναζισμού.

***

Η ζωή του Χανς Φάλαντα θυμίζει κεφάλαια του βιβλίου. Γεννήθηκε το 1893 σε μια αστική οικογένεια. Από πολύ νέος, ύστερα από ένα σοβαρό ατύχημα, εθίστηκε στα χάπια και στα ναρκωτικά. Οι αυτοκτονικές του τάσεις τον έκαναν να οργανώσει μια παλαιού τύπου μονομαχία με πιστόλια με έναν συμμαθητή του, η οποία κατέληξε στο θάνατο του δεύτερου, γεγονός που τον απομάκρυνε από το κοινωνικό του περιβάλλον. Έκανε διάφορα επαγγέλματα (τοπογράφος, διαφημιστής, έμπορος) μέχρι να βγάλει το πρώτο του βιβλίο και να προσληφθεί στον εκδοτικό οίκο Rowohl. Με τα χρήματα που έπαιρνε πια έλπιζε σε μια καινούργια ζωή, αλλά, λόγω της οικονομικής κρίσης, ο Rowohl αναγκάστηκε να τον απολύσει και βρέθηκε καταχρεωμένος. Προσωρινά, με τα έσοδα από το “Και Τώρα, Ανθρωπάκο;”, η κατάσταση καλυτέρευσε. Το πάθος του όμως για το ποτό και τα ναρκωτικά τον κατέστρεψε. Πέρασε όλη την υπόλοιπη ζωή του μπαινοβγαίνοντας από το ένα ίδρυμα αποτοξίνωσης στο άλλο και πέθανε το 1947.

Οι Γερμανοί διανοούμενοι τη δεκαετία του 1930 αντιμετώπισαν μια οδυνηρή επιλογή ανάμεσα στην εξορία και στον κίνδυνο. Ο Χανς Φάλαντα (Hans Fallada) επέλεξε να παραμείνει στην πατρίδα του. Ακόμη και όταν η προοπτική του πολέμου διαφαινόταν ρεαλιστική, απέρριψε μία πρόταση διάσωσης και διαφυγής στο εξωτερικό για τον ίδιο, τη σύζυγό του και τα τρία μικρά παιδιά τους. Αγαπούσε υπερβολικά τη Γερμανία για να την εγκαταλείψει. «Τι είδους Γερμανός θα ήμουν αν είχα ξεγλιστρήσει σε μια άνετη ζωή όταν η πατρίδα μου βίωνε καιρούς δοκιμασίας και ταπείνωσης;» είχε γράψει.

Αυτά τα λόγια είχαν γραφτεί σε μια ψυχιατρική φυλακή το 1944, με έναν μικροσκοπικό και εξαιρετικά δυσανάγνωστο γραφικό χαρακτήρα, σε ένα μυστικό ημερολόγιο. Το αποτέλεσμα είναι ένα από τα πιο διεισδυτικά χρονικά της ζωής στο Γ΄ Ράιχ. Εκδόθηκε στη Γερμανία μόλις το 2009 χάρη στη δεξιοτεχνική επιμέλεια της Jenny Williams και της Sabine Lange, οι οποίες αποκρυπτογράφησαν το κείμενο, αποκατέστησαν την τεχνηέντως παραπλανητική δομή και συνταίριαξαν το πρωτότυπο με ένα μεταπολεμικό χειρόγραφο στο οποίο ο συγγραφέας έχει αποδυναμώσει κάποια κομμάτια που θα μπορούσαν να προκαλέσουν αμηχανία. Με την εξαιρετική μετάφραση του Allan Blunden, το χρονικό αυτό υπάρχει πλέον στην αγγλική γλώσσα. Με τίτλο «A Stranger in My Own Country: The 1944 Prison Diary» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Polity.

***

Ο Φάλαντα δεν είχε ελκυστικό χαρακτήρα: ήταν βαρύς πότης και εξαρτημένος από τη μορφίνη. Ήταν εγωκεντρικός, σπαγκοραμμένος και έτοιμος για καβγά. Την πίστη και την αφοσίωση της υπομένουσας τα πάντα γυναίκας του, Suse, ανταπέδωσε με απιστία και ξεσπάσματα βίας (που κατέληξαν στον εγκλεισμό του σε ψυχιατρική φυλακή). Υπήρξε, όμως, πολύ καλός συγγραφέας με οξεία αίσθηση των αποχρώσεων και των παραδοξοτήτων της γερμανικής κοινωνίας. Το μυθιστόρημά του, που είχε τη μεγαλύτερη επιτυχία, το «Little Man, What Now?», ήταν διεθνές μπεστ σέλερ το 1932.

Η ιστορία που ξετυλίγεται σε αυτή τη νέα έκδοση, στην αγγλική γλώσσα, ακολουθεί τα βήματα ενός ευαίσθητου, πληγωμένου και απελπισμένου ανθρώπου, παγιδευμένου ανάμεσα στην απέχθεια για τους δειλούς, μοχθηρούς και χυδαίους ναζί και σε ένα πανούργο ένστικτο επιβίωσης. Ενα ιδιαίτερα δυνατό κομμάτι είναι η λεπτομερής φαντασίωση για το αχανές και πολυτελές μπούνκερ μέσα στο οποίο αυτός και η οικογένειά του θα αποσύρονταν για πολλά χρόνια και από το οποίο θα έβγαιναν στο φως μόνο όταν τελείωνε ο πόλεμος.

***

Το μεγαλύτερο κομμάτι του ημερολογίου αποτελείται από αφηγήσεις, στιγμιότυπα και στοχασμούς πάνω στους αποτρόπαιους συμβιβασμούς και στην κατάπτωση που είχε επιφέρει η ναζιστική εξουσία. «Ω, πόσο μας στράγγισαν το αίμα! Πόσο μας λήστεψαν από κάθε χαρά και ευτυχία, κάθε χαμόγελο, κάθε φιλία! Και μετά μας βούτηξαν μέσα στον πιο καταστροφικό πόλεμο όλων των εποχών… Κατέστρεψαν τις πόλεις μας, κατέστρεψαν τις οικογένειές μας». Η πιο φωτεινή ελπίδα που είχαν οι Γερμανοί του Βορρά όπως ο ίδιος –γράφει– ήταν μια ταχύτατη ήττα που θα ακολουθούσε η βρετανική κατάληψη.

Ο Χανς Φάλαντα δεν ήταν ήρωας. Προσπάθησε να σώσει το τομάρι του συνεργαζόμενος με τον Γκέμπελς. Αν και χωρίς να το πολυσκεφτεί, μετέφερε την οικογένειά του σε μια πανσιόν στο Βερολίνο που ανήκε σε έναν Εβραίο (πιθανολογώντας, λανθασμένα, ότι καθώς αυτό δεν ήταν παράνομο, δεν θα είχε αρνητική συνέπεια), το βιβλίο περιλαμβάνει κατά σημεία εξόφθαλμα προκατειλημμένη γλώσσα. Πολλοί μπορούν επίσης να ξινίσουν με την ερμηνεία που ο ίδιος δίνει για την άνοδο των ναζί: ότι οι Γερμανοί υπήρξαν «τόσο αυθεντικοί, τόσο υπομονετικοί, τόσο προσηλωμένοι», αλλά υπήρξαν ταυτόχρονα υπερβολικά εύπιστοι και εύκολα θύματα τσαρλατάνων.

Ο Τόμας Μαν, ο συγγραφέας του «Θάνατος στη Βενετία», που διέφυγε από το καθεστώς του Χίτλερ, ήταν καυστικός εναντίον όσων συγγραφέων παρέμειναν. Οτιδήποτε εκδόθηκε ανάμεσα στο 1933 και το 1945 στιγματίστηκε με την «αποφορά του αίματος και της ντροπής» και θα έπρεπε να πολτοποιηθεί, είχε γράψει. Το έξοχο και προκλητικό βιβλίο του Φάλαντα, σε κυκλοφορία έπειτα από μια υπερβολικά μεγάλη αναμονή, δεν αντικρούει αυτήν την άποψη, αλλά μάλλον την ενισχύει.

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -