«Ναι είμαστε θυμωμένοι. Εξαγριωμένοι. Ζούμε σε μια Ελλάδα που δεν την αναγνωρίζουμε. Με Έλληνες που δεν καταλαβαίνουμε τη γλώσσα τους, τη σκέψη τους. Νιώθουμε μόνοι, ανυπεράσπιστοι. Σαν τα αετόπουλα εγκαταλελειμμένα στη φωλιά γιατί τη μάνα και τον πατέρα αετό τους σκότωσαν ανεύθυνοι, ερασιτέχνες κυνηγοί. Κυνηγοί της φθήνιας, της μετριότητας, της ανικανότητας. Ανάλγητοι κομπάρσοι της πολιτικής και της κοινωνίας.
Μόνη αισθανόμουν και εγώ, σαν σήμερα το 1992, μέχρι τα 100 μέτρα που με χώριζαν με εμπόδια από τον τερματισμό. Μόνη, να με περιτριγυρίζουν άνθρωποι έτοιμοι να μου χτυπήσουν τον ώμο και να μου πουν «δεν πειράζει, η προσπάθεια μετράει». Στα ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν από την εκκίνηση, σκεφτόμουν τρόπους απόδρασης από τη μιζέρια της ηττοπάθειάς τους. Και ο μόνος τρόπος ήταν να κοιτάζω μόνο μπροστά, στον στόχο, έχοντας στην καρδιά και τη σκέψη μου αυτούς τους λίγους που πίστεψαν σε μένα, στο σύζυγό μου, την οικογένειά μου, στους Έλληνες που δεν θέλουν πολλά για να αφυπνιστούν. Έλληνες που δε ξεχνούν ότι κουβαλούν το σταυρό της αριστείας…
Με αυτούς έτρεξα για 12,64 δευτερόλεπτα και πιστέψτε με, απέδρασα μαζί τους στη μία και μοναδική Ελλάδα μας ρε γαμώτο»!
***
-Τα παραπάνω λόγια έγραψε η Βούλα Πατουλίδου στη σελίδα της στο facebook τη Δευτέρα 6 Αυγούστου 2018, επέτειο της νίκης της πριν από 26 χρόνια στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης το 1992.
[παν. μηλ.]
***
-Ακολουθεί ένα άρθρο με την υπογραφή της Βούλας Πατουλίδου. Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ναυτεμπορική» την Τετάρτη 4 Ιουλίου 2007, στη σελίδα 58. Το αναδημοσιεύω εδώ στο catisart.gr με τον τίτλο που είχε μπει τότε στην εφημερίδα.
[παν. μηλ.]
***
«Τα εμπόδια είναι για να τα περνάμε όλα»…
[ΓΡΑΦΕΙ Η ΒΟΥΛΑ ΠΑΤΟΥΛΙΔΟΥ]*
Όταν ξεκίνησα την ανηφορική μου πορεία στον πρωταθλητισμό, αντιμετώπιζα με δέος όλους όσοι ως παράγοντες ασχολούνταν με τα τεκταινόμενα του αθλητισμού. Πίστευα σ’ αυτά που μας έλεγαν. Ότι η ολοήμερη ενασχόλησή τους με μας «τους αθλητές», δεν τους πρόσφερε κανένα ουσιαστικό κέρδος παρά μόνο την ικανοποίηση της ανιδιοτελούς προσφοράς.
Ε! και τι καημένα παιδιά!! Πού να ξέραμε πως αποτελούσαμε το τραπέζι πάνω στο οποίο γίνονταν όλες οι διαπραγματεύσεις.
Τότε για πρώτη φορά έκανα κτήμα μου τα λόγια του Ανδρέα Πανταζή, που έγραψε και τραγούδησε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου: «Φοβάμαι γι’ αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα».
Με γεωμετρική πρόοδο, συν τω χρόνω, επιβεβαιώνονται τα μεστά αυτά λόγια.
Δεν πέρασαν πολλά χρόνια από τη στιγμή που εγώ ως μία πολύ καλή αθλήτρια τότε, όχι βέβαια ακόμα ως Ολυμπιονίκης, «έσπασα τα μούτρα μου», όταν αντέδρασα στην απόφαση ενός ανίδεου παράγοντα του αθλητισμού.
Ενός παράγοντα παντελώς άσχετου με τον πρωταθλητισμό, που δυστυχώς όμως είχε τη θεσμική δυνατότητα διαχείρισης των πραγμάτων, δηλαδή ήξερε μόνο να κάνει ζημιά…
Οι γονείς μου, με την όλη στάση ζωής τους, μου δίδαξαν αξίες, όπως τον αυτοσεβασμό, την αξιοπρέπεια, τον αγώνα με υπομονή και επιμονή έως την τελική δικαίωση.
Ο πρωταθλητισμός μού δίδαξε την προσήλωση στο στόχο, την οργάνωση, την πειθαρχία, την ικανότητα όταν, γίνομαι δέκτης πολλαπλών ερεθισμάτων, να ανταποκρίνομαι θετικά, την τόλμη να αντιδρώ αποτελεσματικά εκεί που οι περισσότεροι παραδίδονται.
Δεν ήταν εύκολο για έναν άνθρωπο που θεωρητικά το μόνο ορατό του προτέρημα ήταν η «τρέλα» και ο «τσαμπουκάς».
Πέτυχα. Ίσως θα έπρεπε να ταριχευθώ, αγκαλιά με την επιτυχία έως και το τέλος της ζωής μου, ζώντας όλα τα γεγονότα αποστασιοποιημένη. Δύσκολο. Δύσκολο για κάποιον που αγαπά πολύ τον τόπο του.
Γνωρίζοντας πως η πολιτική είναι το σπουδαιότερο εργαλείο δύναμης που επιτρέπει σ’ έναν πολίτη ή και σε ενώσεις πολιτών, προκειμένου να παρεμβαίνουν, να διευκολύνουν, να δρομολογούν καλύτερες προοπτικές για την καθημερινότητά τους, αποφάσισα να ξανασηκώσω τα μανίκια. Αυτή τη φορά, σ’ ένα στίβο όπου δυστυχώς δεν κερδίζει πάντα ο καλύτερος.
***
Υπηρέτησα επί 14 μήνες στο υφυπουργείο Αθλητισμού (ΓΓΑ) ως σύμβουλος του τότε υφυπουργού αθλητισμού, Γιώργου Λιάνη. Ενός υφυπουργού που είχε όραμα, δεν είχε καμιά κομματική μονομέρεια και ήταν ανοικτός σε οποιαδήποτε καλή ιδέα ασχέτως προέλευσής της. Ήταν όμως μόνος και ήταν αδύνατο να προλαβαίνει να ελέγχει τα πάντα. Κολλούσαμε, απελπιστικά συχνά, στη μειωμένη ικανότητα αντίληψης και αντίδρασης του θεσμικού γραφειοκρατικού συστήματος.
Ένα μικρό παράδειγμα θυμάμαι: Τη μέρα απόδοσης των πριμ, των διακρίσεων, σε άτομα με ειδικές ανάγκες, οι υπηρεσίες δεν μπόρεσαν – ως όφειλαν – να εξυπηρετήσουν τους αναπήρους που ήρθαν από όλα τα μέρη της Ελλάδας με τα καροτσάκια τους. Δημιουργήθηκε το αδιαχώρητο, πλήρης συμφόρηση στην παροχή υπηρεσιών. Κανείς δεν μπόρεσε να εξυπηρετήσει κανέναν.
Η υπηρεσία δεν όφειλε να προβλέψει το αυτονόητο;
Να προετοιμαστεί να εξυπηρετήσει, να μην ταλαιπωρήσει αλλά να σεβαστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους ιδιαίτερους αυτούς αθλητές;
***
Επτά μήνες είμαι επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης στη νομαρχία Θεσσαλονίκης, ενός θεσμού που προβληματίζει.
Θα εξακολουθήσει να λειτουργεί ως έχει ή θα μεταλλαχτεί σε κάτι διαφορετικό;
Έως ότου όμως δρομολογηθούν άλλες βαθμίδες τοπικής αυτοδιοίκησης πρέπει να λειτουργεί. Και δεν μπορεί να λειτουργεί με σκουριασμένα γρανάζια, που συνθλίβουν κάθε σχέση ανάμεσα στον πολίτη και την απρόσωπη αυτή, αδιάφορη και αυταρχική κρατική μηχανή.
Είναι άκρως απαράδεκτο το 2007 να μην είναι ακόμη σε θέση το κομματικό μας σύστημα να προχωρήσει σε διακομματικές δράσεις και συμπράξεις που τις επιβάλλει η κοινή λογική και το κοινωνικώς επείγον των προβλημάτων.
Πώς καθορίζονται επιτέλους οι σταθερές μας;
Ή δεν υπάρχουν και κάθε φορά με την όποια αλλαγή ηγεσίας από την κεντρική σκηνή έως τις τοπικές ηγεσίες, ισοπεδώνουμε, μηδενίζουμε και τάζουμε ξανά μανά λαγούς με πετραχήλια.
Η μέχρι τώρα εμπειρία μου ως αρχηγού της μείζονος αντιπολίτευσης στη νομαρχία Θεσσαλονίκης μου επέτρεψε να διαμορφώσω συμπεράσματα που ορισμένα από αυτά εκθέτω παρακάτω:
α) Σχολική στέγη
Γνωρίζουμε όλοι ότι, σε όλη την Ελλάδα και με απελπιστική έμφαση στο νομό Θεσσαλονίκης, η σχολική στέγη είναι το μείζον θέμα της δημόσιας εκπαίδευσης στον τομέα των υλικών υποδομών.
– Ναι, δεν έχουμε οικόπεδα στους περισσότερο πυκνοκατοικημένους δήμους, κι όταν έχουμε τα αφήνουμε να αποχαρακτηριστούν με αδιαφανείς και περιγέλαστες δικαιολογίες.
– «Κοκορευόμαστε» πως περιορίσαμε το ποσοστό της διπλοβάρδιας στα σχολεία, αλλά πως: α) καταργώντας τα έστω και υποτυπώδη γυμναστήρια, διαδρόμους, και πολυχώρους, απαραίτητα για την ψυχοσωματική υγεία των παιδιών μας, βάζοντας άθλιες γυψοσανίδες και δημιουργώντας έτσι, τόσο απλά, καινούργιες αίθουσες διδασκαλίας β) Χτίζουμε σε ήδη περιορισμένους αύλειους χώρους προϋπαρχόντων σχολείων, καινούργια σχολεία.
Ακόμη και η έννοια της αυλής καταργείται. Έλεος πια.
Η πρόταση για μένα είναι ολοφάνερη. Το Δημόσιο διαθέτει στα κέντρα των πόλεων τεράστια κτηματική περιουσία με όλα αυτά τα άθλια σχολεία. Ας παραδειγματιστεί από τον κάθε έξυπνο ιδιώτη.
Σταδιακά και τμηματικά θα έπρεπε να πωλεί τις πανάκριβες αυτές τρώγλες. Με τα λεφτά αυτά να χτίζει σχολεία στις περιφέρειες των πόλεων, όπου ως γνωστών και το Δημόσιο διαθέτει ιδιόκτητες εκτάσεις, και η αξία της γης εκεί είναι πολλαπλασίως φθηνότερη από ό, τι στο κέντρο. Με τη διαφορά αυτή των τιμών θα αποκτήσουμε και εμείς δημόσια σχολεία σαν αυτά που πήγαινα το 1974 στη Γερμανία. Δηλαδή σχολεία λουσμένα στο πράσινο με ευάερες και ευήλιες αίθουσες διδασκαλίας, γυμναστήρια, πισίνα, αίθουσες ερευνών και πειραμάτων.
Για να γίνουν όμως αυτά, το Δημόσιο θα πρέπει να αποφασίσει ότι οφείλει να σκέπτεται.
β) Έργα
Να μη δώσουμε «ψωμί» στους μικροεργολάβους και μάλιστα τους ημετέρους;
Μέθοδος: χρηματική κατάτμηση των έργων έτσι ώστε να παρακάμπτουμε τη νομική υποχρέωση των ελέγχων (ελεγκτικό συνέδριο κ.λπ.).
Αποτέλεσμα: Αδιαφάνεια και γενίκευση της διαφθοράς σε επίπεδο «άμεσης» δημοκρατίας μεταξύ των εργολάβων, των κρατικών λειτουργών και των αιρετών αρχόντων με συνέπεια την απόλυτα δικαιολογημένη απαξίωση του πολιτικού μας συστήματος.
Και ξέρουμε πόσο επικίνδυνο είναι να επικρατεί σε μία κοινωνία ένας γενικευμένος αφορισμός, απόρροια απογοήτευσης των πολιτών που νιώθουν ανίσχυροι απέναντι στους αρμόδιους που αυτοί είναι πανίσχυροι.
γ) Ιδιωτική διαφήμιση μέσω του δημόσιου χρήματος
Η νομαρχία διατείνεται πως δεν επαρκούν τα χρήματα για την αποτελεσματικότερη λειτουργία και απόδοση έργου στους πολίτες της.
Το κυκλοφοριακό στην πόλη, τα μεγάλα έργα, έρμαιο κάθε μικροπολιτικής έριδας, πανεπιστημιακή κοινότητα παραγκωνισμένη, Λίμνη Κορώνεια καταδικασμένη στην τύχη που εμείς δρομολογούμε, δηλαδή την καταστροφή, βλέπε λουτρά Απολλωνίας ανεκμετάλλευτα, χωματερές εν εξελίξει, ακτοπλοϊκή και αεροπορική σύνδεση εν υπνώσει και τόσα άλλα.
Κι όμως! 35.000 ευρώ συν ΦΠΑ για μία εκδήλωση μνήμης προς τιμήν του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Άσχετα από ποιον επιχορηγήθηκε η τελετή, θα έπρεπε να είναι λιτή, σεμνή και ανέξοδη… Και όμως!
Στις συζητήσεις κάθε φορά στα ΜΜΕ όποιος θυμώνει και φωνάζει περισσότερο είναι και ο καλύτερος. Για όποιο πρόβλημα ή θέμα και να συζητούν, όλοι γνωρίζουν ποιος και τι το προκαλεί. Δυστυχώς σε κανέναν δεν αποδίδεται ποτέ ευθύνη, γιατί απλά τα ίδια και χειρότερα έκαναν κάποιοι άλλοι πριν από 10-20 χρόνια. Η ατιμωρησία των ενόχων είναι ίδιον του πολιτικού συστήματος της χώρας μας, με αποτέλεσμα την κουρασμένη πια αδιαφορία των πολιτών.
Και έτσι η νοσηρότητα του πολιτικού συστήματος συνεχίζεται αδιατάρακτη δυστυχώς, με τα δύο της κεντρικά χαρακτηριστικά:
α) Διαχειριζόμαστε το δημόσιο χρήμα και τις αποφάσεις για τη διαχείριση των κοινών, χωρίς ελεγκτικούς μηχανισμούς με αδιαφάνεια και με έκδηλο ρουσφετολογικό χαρακτήρα, που διαμορφώνουν οι συγγενικές κομματοπαρέες.
β) Το εκλογικό σώμα δυστυχώς και το κομματικό σύστημα δεν έχουν την ωριμότητα να δεχθούν ότι για κάθε πράξη της αιρετής πολιτικής εξουσίας αλλά και της διοίκησης «αποδίδουμε λογαριασμό». Λογαριασμό που θα φαίνεται ο συγκεκριμένος ανταποδοτικός χαρακτήρας των ενεργειών της εξουσίας και λογαριασμός, όπου θα φαίνεται πιο ξεκάθαρα «τι κάναμε, για ποιους το κάναμε, πώς το κάναμε εν τόπω και χρόνω».
Συμπέρασμα προσωρινό: Παρ’ όλη την αυταρέσκεια των πάντοτε ικανοποιητικών «δεικτών μας», εξακολουθούμε να αναζητούμε τα «πρέπει» που θα αναμετρηθούν με την τόση αλλοτρίωση.
Ζούμε σε μια από τις ομορφότερες χώρες του Πλανήτη. Πολίτες της, άνθρωποι που ευτυχώς πιστεύουν ακόμα σε αξίες όπως αυτές της οικογένειας, της αλληλεγγύης, του ακατάπαυστου αγώνα για ισονομία και ελευθερία.
Δεν μπορεί να μην υπάρχει μια στάλα ελπίδας απέναντι σε τέτοια ιλιγγιώδη κατρακύλα!!
* Η κα Βούλα Πατουλίδου είναι Ολυμπιονίκης και μάχιμος πολίτης.
***
Τον Ιούλιο του 2007 στη «Ναυτεμπορική» δημοσιεύθηκε το παραπάνω άρθρο μόνο με μια φωτογραφία – πορτρέτο της κυρίας Πατουλίδου.
[παν. μηλ.]
***
Σήμερα, Αύγουστος του 2018, η Βούλα Πατουλίδου είναι Αντιπεριφερειάρχης Μητροπολιτικής Ενότητας Θεσσαλονίκης και Αντιπεριφερειάρχης Αθλητισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.
[παν. μηλ.]
***
Γράφει πιο πάνω η Βούλα Πατουλίδου: «Το Δημόσιο διαθέτει στα κέντρα των πόλεων τεράστια κτηματική περιουσία… Ας παραδειγματιστεί από τον κάθε έξυπνο ιδιώτη… [πρέπει να…] αποκτήσουμε και εμείς δημόσια σχολεία σαν αυτά που πήγαινα το 1974 στη Γερμανία. Δηλαδή σχολεία λουσμένα στο πράσινο με ευάερες και ευήλιες αίθουσες διδασκαλίας, γυμναστήρια, πισίνα, αίθουσες ερευνών και πειραμάτων».
Στην παραπάνω φωτογραφία ένα κτήριο – φάντασμα: Το Νοσηλευτικό Ίδρυμα Εργατών Θαλάσσης (Ν.Ι.Ε.Θ.) ή Νοσηλευτικό Ίδρυμα Εμπορικού Ναυτικού (Ν.Ι.Ε.Ν.), όπως ονομάστηκε αργότερα, στα Μελίσσια. Λειτούργησε από το 1948. Έκλεισε το 1981. Έχει τις προδιαγραφές αυτές που περιέγραψε η κυρία Πατουλίδου. Είναι ένα κτηριακό συγκρότημα ιδιοκτησίας ΝΑΤ, επί εκτάσεως 127 στρεμμάτων. Ασφαλώς δεν είναι το μόνο ανεκμετάλλευτο περιουσιακό στοιχείο του Κράτους. Υπάρχουν εκατοντάδες σαν αυτό διάσπαρτα σε όλη την Ελλάδα…
[παν. μηλ.]