Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Άνθρωπος -συνεπής, προσηνής και ευπροσήγορος, πάντα φιλικός, αυστηρός κριτής αλλά και παθιασμένος με το θέατρο, στο οποίο τα τελευταία χρόνια έχει δώσει νέες πνοές.
Η ζωή γι’ αυτόν δεν μετριέται με βάση όσα βλέπει, αλλά με βάση όσα καταφέρνει να δει και να κάνει με συνεργό τα όνειρα και τη δύναμη της ψυχής του να κρίνει τι αξίζει.
Η τέχνη γι’ αυτόν δεν είναι παραμυθία ούτε συγκάλυψη, αλλά μέσο και τρόπος μεταστροφής, μετάπλαση και μεταμόρφωση.
Οι εμμονές του είναι δημιουργικές και φιλτράρονται από τον σκοπό της τέχνης του και αγκαλιάζονται από τα βαθιά του πάθη και τις ανησυχίες του.
Βιωματικός και γι’ αυτό αληθινός καλλιτέχνης μέσα στη σκληρότητα και συνάμα τρυφερότητα της θεατρικής του τέχνης. Ο έμπειρος και ονειροπόλος, ο δυναμικός και περήφανος, ο επαναστάτης και εύθραυστος Βασίλης Μπισμπίκης μιλά στο catisart.gr εν μέσω καραντίνας με ντομπροσύνη και ειλικρίνεια, μακριά από περικοκλάδες και τσιριμόνιες, χωρίς επίπλαστα μαγνάδια. Μιλά για το σοκ της πανδημίας και τον αποκλεισμό, τον αγώνα για τη βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης και τον φόβο, διαρκή και μόνιμο, επικίνδυνο, θανατικό.
Αρρενωπός, ευθύς, άμεσος, ο Βασίλης Μπισμπίκης είναι ένας τρυφερός σκληρός μυθιστορηματικής εκδοχής. Πρωτοπόρος, τολμηρός, ξεχωριστός σκηνοθέτης. Από τους λιγοστούς σήμερα αυθεντικούς.
“Μια ένωση των ανθρώπων, μια μεγάλη κολεκτίβα. Αυτό ονειρεύομαι εγώ. Την ανθρώπινη αλληλεγγύη”, υπογραμμίζει.
Η καραντίνα τον βρήκε εν μέσω υπερδραστηριότητας. Για να χρησιμοποιήσουμε μια λέξη του συρμού, στο peak της δημιουργικότητάς του. Μετά την sold out παράσταση «Άνθρωποι και ποντίκια» του Τζον Στάινμπεκ στο Cartel, ίσως την πιο πετυχημένη αθηναϊκή παράσταση των τελευταίων δύο σεζόν την οποία σκηνοθέτησε και ήταν εκ των πρωταγωνιστών, μετά τη σκηνοθεσία της σύγχρονης εκδοχής του «Πατέρα» του Στρίντμπεργκ στο θέατρο «Αποθήκη», στην τελική ευθεία για «Τα κόκκινα φανάρια» όπου ετοιμαζόταν να υποδυθεί τη «Μαντάμ Παρί», σε μια ιδιαίτερη διασκευή. Είχε προηγηθεί ο «Άρης» – άλλη μια επιτυχία, που μετάγγιζε ιστορικότητα στη θεατρική αφήγηση – κι ενώ ετοιμαζόταν για την επόμενη σεζόν στο Εθνικό Θέατρο όπου θα σκηνοθετήσει την «Έντα Γκάμπλερ» με τη Λένα Κιτσοπούλου στον επώνυμο ρόλο. Παράλληλα υπήρξε ο κεντρικός ήρωας της ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη «Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς» η οποία τάραξε τα νερά και γέμιζε ασφυκτικά τις κινηματογραφικές αίθουσες όσο παιζόταν. Επιπλέον ετοιμαζόταν και για τον ρόλο του Οδυσσέα στο «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Τζέζαρις Γκραουζίνις στο Φεστιβάλ Επιδαύρου. Ήταν πολλά μαζί. Να σημειώσουμε δε πως ο Βασίλης Μπισμπίκης έχει δοκιμαστεί στο θέατρο του Πολυκλείτου στα πρώτα του βήματα στο πλευρό της μεγάλης Άννας Συνοδινού, η οποία διέκρινε τη φλόγα του και τον εμπιστεύτηκε.
– Βασίλη, βρισκόσουν σε μια πολύ γόνιμη περίοδο και ξαφνικά σταμάτησαν τα πάντα. Υπήρξε στιγμή που σκέφτηκες “γιατί μου έτυχε αυτό, τώρα;”.
* Ναι το σκέφτηκα, μη νομίζεις. Ήταν μια μεγάλη απογοήτευση για μένα όλο αυτό που συνέβη. Ειδικά στην αρχή, όταν έκλεισαν τα θέατρα, και αμέσως αφουγκράστηκα ότι αυτό θα κρατήσει καιρό, ότι θα δημιουργηθεί ένα θέμα, πώς να το πω, μαύρισα.
Έπαθα ενός τύπου κατάθλιψη με όλο αυτό που συνέβαινε. Έπεσα, κλείστηκα, ζορίστηκα, απελπίστηκα. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που το πήραν ως “τώρα εντάξει θα χαλαρώσουμε για λίγο καιρό, να κάνουμε, ξέρεις, λίγο πιο χαβαλέ, λίγο να ξεκουραστούμε, αυτά, ξέρω ‘γω». Κάποιοι άνθρωποι μπήκαν σε μια τέτοια διαδικασία, πιο αισιόδοξη. Στην αρχή έπεσα στα τάρταρα μ’ όλο αυτό που συνέβη. Γιατί πραγματικά όλο αυτό συνέβη σε μια στιγμή που για μένα οι μηχανές τρέχανε με χίλια…
Και ξαφνικά έπρεπε να μπω στο πάρκινγκ. Ήτανε πολύ βίαιο συναισθηματικά αυτό που συνέβη. Τουλάχιστον για την πρώτη βδομάδα.
Μετά εντάξει, βρήκα τη λογική μου, τις ισορροπίες μου, βρήκα την αισιοδοξία μου, αναρωτήθηκα, σκέφτηκα και βγήκα απ’ αυτή τη μαύρη τρύπα. Ήτανε ζόρικο για μένα όμως, πολύ ζόρικο.
– Ήταν σαν ένα απότομο φρενάρισμα;
* Πολύ απότομο και σου λέω το αφουγκράστηκα κατευθείαν, δηλαδή πώς να σου πω; Το βίωσα άσχημα, αφέθηκα μέσα σ’ αυτό, βούλιαξα.
– Τελικά στο σημείο που βρισκόμαστε ως άνθρωποι και ως κοινωνίες, μπορούμε να βασιστούμε σε βεβαιότητες και προβλέψεις;
* Όχι, αυτό είναι το ωραίο της ιστορίας. Ότι η ζωή είναι μια φάρσα. Η ζωή είναι απρόβλεπτη και θα πρέπει να τη ζούμε με τρόπο τέτοιο ώστε να μην τρέχει το μυαλό μας πολύ μπροστά, να μην κάνει πολύ μεγάλα σχέδια…
– Να μένουμε πιο πολύ στο τώρα, σε αυτό που ζούμε…
* Ναι. Αυτό είναι το ένα κομμάτι, αλλά το άλλο είναι ότι σε όποια πανδημία υπήρξε στο παρελθόν τα θέατρα δεν κλείσανε. Νομίζω ότι ούτε σε πόλεμο κλείσανε τα θέατρα. Αυτό που συνέβη να κλείσουν τα θέατρα δεν ξέρω αν έχει ξανασυμβεί, παγκοσμίως εννοώ.
Θυμάμαι την Άννα Συνοδινού να μου λέει, όταν ήμουν παλιά στο θίασο, επί τέσσερα χρόνια, ότι ακόμα και στον πόλεμο κάνανε πρόβες στο Εθνικό ενώ απ’ έξω πέφτανε σφαίρες. Δεν σταματούσαν τη δημιουργία, έστω και κάτω από αυτές τις συνθήκες. Εδώ, τώρα, υπήρξε παύση γενική.
– Είσαι ένας άνθρωπος που έχει ψηθεί στη ζωή, Βασίλη. Ως εκ τούτου ήθελα να κάνω έναν παραλληλισμό με την εποχή που νεότερος εργαζόσουν στο καζίνο και έβλεπες ανθρώπους να καταστρέφονται μέσα σε μια νύχτα, να χάνονται περιουσίες, ακόμα και κάποιοι άνθρωποι από απελπισία να οδηγούνται στην αυτοκτονία. Αυτό το απρόβλεπτο, το εντελώς αναπάντεχο της ζωής, εν μέρει σε μια άλλη κλίμακα το είχες βιώσει.
* Προφανώς το ‘χω βιώσει και όχι μόνο σε σχέση με το καζίνο αλλά και σε άλλα παρόμοια, σε άλλες καταστάσεις. Το έχω βιώσει και είμαι και πολύ σκληραγωγημένος πάνω σε αυτό το γεγονός της απελπισίας, του πολέμου σε διάφορες μορφές… Γιατί υπάρχουν διάφορες μορφές σε σχέση με έναν πόλεμο. Ακόμα το έχω ζήσει με τα πρεζάκια, τους τοξικομανείς στην Ομόνοια και στους γύρω δρόμους. Αν έχεις κινηθεί σε ένα τέτοιο περιβάλλον μιλάμε για έναν πόλεμο, επίσης με πολλά θύματα. Πρόκειται για έναν παρόμοιο πόλεμο με αυτόν του καζίνου. Μιλάμε για έναν επίσης εθισμό, εθισμό στον τζόγο και ανθρώπους που καταστρέφονται απ’ αυτό καθημερινά και όχι μόνο στο καζίνα αλλά και στα τυχερά παιχνίδια γενικότερα. Όποτε όμως αυτό σου συμβαίνει, ακόμα και σκληραγωγημένος να είσαι, δεν γίνεται να μην το συναισθανθείς. Εάν έχεις μια ενσυναίσθηση πάνω στα γεγονότα. Μπορείς να το αποκωδικοποιήσεις κάπως πιο ψύχραιμα όλο αυτό, αλλά από την άλλη σίγουρα σε επηρεάζει. Αλλιώς δεν θα ήσουνα άνθρωπος. Είναι κάτι που αγγίζει έναν άνθρωπο, δεν μπορεί να το περάσει επιδερμικά. Ειδικά όσον αφορά αυτό που λέμε το μαλακό υπογάστριο της κοινωνίας, το περιθώριο…
– Εν τούτοις βρήκες αυτό τον καιρό του εγκλεισμού κάτι ωραίο να κάνεις, κάτι που να αγαπάς, παρ’ όλες τις εγγενείς δυσκολίες τις οποίες οι περισσότεροι αντιμετωπίζουμε;
* Η μεγαλύτερή μου αγάπη αυτή τη στιγμή είναι που είμαι με την οικογένεια και το παιδί μου. Το ότι είμαι με το παιδί μου πάρα πολλές ώρες, δηλαδή καθημερινά, είναι κάτι που δεν το είχα τα προηγούμενα χρόνια. Σχεδόν από τότε που γεννήθηκε. Τώρα λοιπόν είναι μια υπέροχη ευκαιρία να ‘ρθω πιο κοντά με το παιδί μου και με τη γυναίκα μου. Ένα κομμάτι είναι αυτό, που είναι και το πιο σημαντικό για μένα.
– Το άλλο κομμάτι;
* Το άλλο κομμάτι ήταν το να μείνω με τον εαυτό μου και να τον αφουγκραστώ. Για ποιο λόγο ήμουνα σ’ αυτή τη συνεχή κίνηση, σ’ αυτή την υπερδημιουργικότητα σε σχέση με το θέατρο και να σκεφτώ αν είναι σωστό ή δεν είναι να συμβαίνει. Δηλαδή να μην αφήνεις καθόλου χρόνο για τον εαυτό σου με έναν τρόπο. Ε, τώρα είχα άπειρες ώρες να σκεφτώ, να αφουγκραστώ το μέσα μου, να δω πώς, τι είχα δημιουργήσει μέχρι τώρα, να ψαχτώ λίγο. Αυτό είχα τη δυνατότητα να το κάνω, είχα το χρονικό περιθώριο να το σκεφτώ. Το άλλο ήταν, που με ευχαριστεί επίσης, το διάβασμα και διαβάζω πολλά βιβλία που είχα αφήσει όλο τον προηγούμενο καιρό. Αυτά τρία πράγματα είναι αυτά που με κρατάνε δημιουργικό αυτή τη στιγμή. Ο γιος μου, η γυναίκα μου, η επικοινωνία δηλαδή με την οικογένειά μου, τα διαβάσματα και η μοναχικότητα. Να μείνω με τον εαυτό μου σ’ αυτή την παύση χωρίς αντιπερισπασμούς, χωρίς κανένα αποκούμπι να πατήσω για να φύγω από τον εαυτό μου.
Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας, που αναπόφευκτα γίνεται τηλεφωνικά, ακούω κελαηδήματα πουλιών και του το λέω.
Μου εξηγεί ότι ζει με την οικογένειά του στην Πεύκη και επισημαίνει ότι με την ησυχία της καραντίνας τώρα πια ακούς πιο ουσιαστικά και νιώθεις τους ήχους της φύσης.
– Με την πανδημία υπάρχει μια παγκόσμια ανησυχία για την οικονομία. Ως κοινωνία πρέπει να βάλουμε πάνω απ’ όλα την οικονομία ή τον πολιτισμό, τον άνθρωπο, την επιστήμη και τη γνώση;
* Με έναν τρόπο είναι συνυφασμένα όλα αυτά. Προφανώς και ο πολιτισμός και η γνώση είναι πάνω από όλα. Αλλά απ’ την άλλη, δεν μπορούν να υπάρξουν όλα αυτά και στην εξαθλίωση. Στη μιζέρια δεν μπορείς να δημιουργήσεις… Δεν είμαι από τους ανθρώπους που σκέφτονται ότι η τέχνη γεννιέται μες την εξαθλίωση. Όχι! Οπότε και το οικονομικό είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα και, δυστυχώς, νομίζω ότι θα το ζήσουμε. Αν συνεχιστεί αυτό που ζούμε και κρατήσει καιρό, γιατί δεν ξέρω πότε θα σταματήσει, σε σχέση με την οικονομία θα έχουμε πολύ άσχημες εξελίξεις. Με την οικονομική κρίση που πέρασε η Ελλάδα από το 2008 δυστυχώς οι άνθρωποι γίνανε πιο εγωιστές, γιατί η επιβίωση είναι μεγάλη ιστορία και όλοι κοιτάνε τον κώλο τους, ενώ θα μπορούσε να υπάρξει αλληλεγγύη στους ανθρώπους. Υπήρξε ανθρωποφαγία. Ελπίζω τώρα να κερδίσουμε αυτό το στοίχημα. Δηλαδή να βοηθήσει ο ένας τον άλλον, να υπάρξει αλληλεγγύη, να αφουγκραστούμε τις ανάγκες των ανθρώπων γύρω μας. Η τέχνη, έτσι κι αλλιώς, που κάνουμε εμείς, το θέατρο, είναι μια ανθρωπιστική τέχνη. Είναι μια ανθρωπιστική επιστήμη. Ας μη μείνουμε μόνο σ’ αυτό που προσπαθούμε να δώσουμε στον άνθρωπο, στο κοινό, δηλαδή τροφή για το μυαλό, ας προσπαθήσουμε να περάσουμε και σε πιο πρακτικά πράγματα. Να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον και στη ζωή. Να γίνει μια ένωση των ανθρώπων, μια μεγάλη κολεκτίβα. Αυτό ονειρεύομαι εγώ. Την ανθρώπινη αλληλεγγύη. Το βλέμμα στον συνάνθρωπο.
– Η αγωνία για την υγεία μπορεί να φρενάρει την έμπνευση και τη δημιουργικότητα ενός καλλιτέχνη; Ή μπορεί να την πυροδοτήσει;
* Όταν υπάρχει μια κρίση υπάρχουν και τρομερά ερεθίσματα. Και μεις δεν έχουμε τώρα καμία δικαιολογία να πούμε, δήθεν, ότι οι παλιότεροι καλλιτέχνες που ζήσανε τη Χούντα, ζήσανε τους πολέμους, τους εμφυλίους, δημιουργήσανε μέσα σ’ αυτήν την κατάσταση γιατί είχαν αιτίες και προκλήσεις. Έχουμε και μεις επίσης τρομερά ερεθίσματα αυτή την εποχή ικανά να μας κάνουν να δημιουργήσουμε κάτι καινοτόμο.
– Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που θα κάνεις τώρα με την άρση των περιοριστικών μέτρων;
* Θα πάω στο θέατρο, στο Cartel, θα μαζέψω τα παιδιά, την ομάδα, θα κάτσουμε να κάνουμε μια μεγάλη κουβέντα και θα προσπαθήσουμε ν’ αφουγκραστούμε όλο αυτό που συνέβη και να δούμε πώς μπορούμε να το διοχετεύσουμε μέσα στην παράσταση που θα συνεχίσουμε να φτιάχνουμε, “Τα κόκκινα φανάρια”.
– Θα είναι μια queer παράσταση. Τώρα το αναθεωρείς κάπως αυτό;
* Δεν ξέρω ακόμα αν το αναθεωρώ, το σίγουρο είναι ότι πρέπει να το συζητήσουμε. Να δούμε πώς μπορεί με έναν τρόπο να περάσει αυτή η ιστορία μέσα στα “Κόκκινα Φανάρια”. Πρέπει να το ξαναδούμε το έργο δηλαδή.
Μπορεί και να μην αλλάξει τίποτα από αυτό που έχουμε φτιάξει μέχρι τώρα. Αλλά η σκέψη των ανθρώπων, σε σχέση με αυτό που συνέβη, πρέπει να υπάρχει στην παράσταση.
– Εν τω μεταξύ ποια είναι η γνώμη σου για τη διασφάλιση των εισοδημάτων των εργαζόμενων στον κλάδο του θεάματος – ακροάματος, γιατί ο νόμος δεν τους καλύπτει όλους.
* Πιστεύω ότι πρέπει να δοθούν χρήματα για τον πολιτισμό, δηλαδή στους ανθρώπους που ασχολούνται με τον πολιτισμό και όχι μόνο σε όσους είναι γύρω γύρω. Εμείς είχαμε κάνει την πρόταση για “Τα κόκκινα φανάρια” στο Φεστιβάλ. Την πρόταση την έχει το Υπουργείο. Δηλαδή τα ονόματα των ανθρώπων που ήταν να συνεργαστούν στα “Κόκκινα Φανάρια” υπάρχουν. Το ότι δεν προλάβαμε να τους κάνουμε πρόσληψη όμως, δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι αυτοί μείνανε χωρίς δουλειά και άρα τώρα χωρίς εισοδήματα.
Πρέπει γενικά να βοηθήσουν, από την πλευρά της πολιτείας, όσο μπορούν αυτή την κατάσταση. Όχι μόνο αυτούς που δουλεύανε και υπήρξε η παύση και όλους τους άλλους. Δεν καταλαβαίνω γιατί να υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός. Κάπως πρέπει να επιβιώσουν οι άνθρωποι. Υπάρχουνε πολύ μεγάλα προγράμματα και από το εξωτερικό, με πολλά χρήματα. Συγκεντρώσαμε κάποιες υπογραφές, για το κατά πόσο θα δοθούν αυτά τα χρήματα και πού θα δοθούν.
– Δεδομένων των συνθηκών, μπορούν να δημιουργηθούν εναλλακτικοί τρόποι έκφρασης ώστε να παραχθεί νέο πολιτιστικό υλικό τώρα;
* Μπορούμε. Οι καλλιτέχνες μπορούν να φτιάξουν διαδικτυακές πλατφόρμες που να δημιουργήσουν τέχνη μέσα από αυτό. Δεν ξέρω πώς θα ονομαστεί αλλά αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να μιλήσουμε για κάτι άλλο.
– Θα ήθελα να μου πεις τη γνώμη σου για τις ήδη υπάρχουσες παραστάσεις που ανεβαίνουν στο Διαδίκτυο.
* Νομίζω ότι δημιουργείται ένα προηγούμενο στο οποίο εγώ είμαι αρνητικός. Ο κόσμος κλείνεται όλο και περισσότερο μέσα στο σπίτι. Αν δώσουμε και το θέατρο μέσα στο σπίτι, αν μάθει να παρακολουθεί θέατρο μέσα από το σπίτι, είναι κάτι που εμένα δεν μου ταιριάζει. Αυτός είναι ο φόβος μου, περισσότερο. Από την άλλη και καλά βιντεοσκοπημένη να είναι μια παράσταση πάλι δεν είναι θέατρο. Ας πούμε μπορείς να φτιάξεις μια παράσταση για να παιχτεί στην οθόνη. Αλλά για να φτιαχτεί αυτό θέλει άλλο τρόπο. Άλλο υποκριτικό κώδικα, άλλα πλάνα, αλλιώς… Που να ‘ναι σαν ταινία. Χάνεται η ουσία της παράστασης, δεν περνάει στο κοινό.
Διακρίνω επίσης να δημιουργείται μια φοβία των ανθρώπων σε σχέση με τα σώματά τους. Βλέπεις ανθρώπους να κυκλοφορούν και με το που αντικρίζει ο ένας τον άλλον κάπως στρίβει το σώμα του, κάνει δεξιά – αριστερά. Έχει τυπωθεί ένας φόβος μέσα στο σώμα. Και αυτό είναι τρομερό, έχει να κάνει με την επικοινωνία των ανθρώπων. Με τη σωματική επικοινωνία. Είναι ένα κλείσιμο ακόμα περισσότερο στον εαυτό μας. Φοβάμαι πολύ πως αυτός ο φόβος θα εγγραφεί στα σώματα, ακόμα και αν αλλάξουν τα πράγματα. Μέχρι πού θα φτάσει αυτό, πότε θα φύγει, πότε θα ξεριζωθεί από τη μνήμη του ανθρώπου;
– Η τέχνη του θεάτρου προϋποθέτει μια εγγύτητα. Οι ηθοποιοί θα αγγιχτούν, θα φιληθούν, θα έρθουν πολύ κοντά, θα ανακατευτούν οι ανάσες τους. Ωστόσο η επιστροφή στην κοινωνικότητα θα γίνει με μάσκες και γάντια, κρατώντας τις φυσικές αποστάσεις και αυτό είναι αντίθετο στη φύση του θεάτρου.
* Και όχι μόνο του θεάτρου αλλά και της φύσης του ανθρώπου, γιατί ακόμα κι αν βάλουμε στην άκρη το θέατρο, ο κόσμος έχει αρχίσει και κλείνεται ήδη και τα προηγούμενα χρόνια, μέσα από τα μέσα δικτύωσης -τι ιστορίες κι αυτά. Το φλερτ γίνεται από εκεί μέσα, όλα έχουν πάει εκεί μέσα και έχουν χάσει τη σωματική επαφή οι άνθρωποι και τώρα έρχεται μια νέα πραγματικότητα που λέει ότι απαγορεύεται η σωματική επαφή. Μια ασχήμια έρχεται, μια εσωστρέφεια. Οδηγούμαστε δηλαδή σε μη επικοινωνία, σωματική, λεκτική και συναισθηματική. Και ίσως σκέφτομαι τώρα και το σκέπτομαι πολύ δυνατά, ένας απ’ τους λόγους που ίσως, λέω, οι παραστάσεις μου είχαν επιτυχία ήταν ότι χτυπάγανε στο συναίσθημα. Γιατί δεν έχουμε αποστασιοποιηθεί ακόμα απ’ το συναίσθημα.
– Διακρίνεις κι έναν ηλικιακό ρατσισμό αυτές τις μέρες στην κοινωνία;
* Νομίζω ότι θα δημιουργηθεί ένας νέου τύπου ρατσισμός. Το ένα κομμάτι αφορά τους ηλικιωμένους, το άλλο τους μετανάστες. Θα δούμε τώρα τι θα γεννήσει αυτή η ιστορία σε σχέση με τον ρατσισμό. Κάτι θα γεννήσει πάντως.
– Η τραγωδία αυτή θα μπορούσε να μας κάνει πιο ταπεινόφρονες στο να ελέγχουμε και να ορίζουμε το μέλλον μας;
* Θα έπρεπε. Και αυτό ελπίζω ότι θα γίνει. Απ’ την άλλη, υπάρχει και αυτό που έλεγε ο Γκροτόφσκι, ο δάσκαλος αυτός του θεάτρου ο μεγάλος.
Έλεγε ότι το Σάββατο πάνε οι κυρίες στο θέατρο να δούνε την Αντιγόνη, ταυτίζονται με την Αντιγόνη, μισούν τον Κρέοντα, χειροκροτούν την Αντιγόνη στο τέλος και όταν βγαίνουν απ’ το θέατρο γίνονται όλοι Κρέοντες. Δηλαδή όσο υπάρχει η τραγωδία, ΟΚ. Όταν σταματήσει ξαναεπιστρέφουμε στον Κρέοντα.
– Ποιους ανθρώπους σκέπτεσαι αυτές τις δύσκολες ώρες;
* Σκέφτομαι τους ηλικιωμένους. Σκέφτομαι τους ανθρώπους που είναι σε κακή οικονομική κατάσταση και έχουν πρόβλημα σοβαρό. Προσπαθώ να βοηθήσω όσο μπορώ προς αυτή τη κατεύθυνση. Και σκέφτομαι και τους καλλιτέχνες που έχουν την ίδια αγωνία με μένα, να δημιουργήσουν και αυτή τη στιγμή νιώθουν ότι δεν μπορούν να κάνουν κάτι. Νιώθουν παροπλισμένοι, ακινητοποιημένοι. Τι να πω για τους γιατρούς, για τα νοσοκομεία, για τους ανθρώπους που φεύγουν κι όλα αυτά.
– Τι μήνυμα θα ήθελες να στείλεις στους γιατρούς και προσωπικό των νοσοκομείων; Απ’ τον καθηγητή ιατρό, μέχρι την καθαρίστρια, τους αφανείς ήρωες που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην υγεία.
*Είναι καθαρό για μένα, ότι είναι ήρωες. Είναι οι ήρωες της εποχής μας. Και είναι συγκινητικό… Ο τρόπος που αντιμετωπίζουν την κατάσταση, η αυτοθυσία τους.
– Ποια είναι η ευχή σου;
* Εύχομαι, έπειτα από όλη αυτή την κατάσταση που θα ζήσουμε, να γίνουμε λιγότερο εγωιστές.
– Βασίλη, σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ.
* Κι εγώ ευχαριστώ.