Έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 91 ετών, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης. Τον τελευταίο καιρό αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν ενώ η κατάστασή του επιβαρύνθηκε περαιτέρω μετά το θάνατο της συζύγου του, Μαριάννας.
Γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1933 στην Επισκοπή Ρεθύμνου και ήταν το πέμπτο από τα οκτώ παιδιά -Παύλος, Αμαλία, Σήφης, Νίκος, Γιώργος, Θεόδωρος και Ελένη- του Ιωάννη Βαρδινογιάννη και της Χρυσής Θεοδωρουλάκη.
Υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του επιχειρείν στη χώρα μας και μια πολυσχιδής προσωπικότητα, με έντονη κοινωνική και φιλανθρωπική δράση εντός και εκτός Ελλάδος.
***
Μαριάννα Βαρδινογιάννη: Η αγάπη των Αμοργιανών μάς στήριξε…
Σε συνέντευξή της στο «Πρώτο Θέμα» τον Αύγουστο του 2020, η Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη αναφέρθηκε και στην περίοδο της εξορίας του συζύγου της Βαρδή.
Συγκεκριμένα έλεγε: «Τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα λόγω της δικτατορίας στην Ελλάδα. Ο σύζυγός μου ήταν αντίθετος σε αυτό το καθεστώς και εκδιώχθηκε από το Ναυτικό, φυλακίστηκε και στη συνέχεια στάλθηκε στην εξορία. Αν και είχα ένα νεογέννητο μωρό και δύο μικρά παιδιά, ένιωσα την ανάγκη να τον στηρίξω κι έτσι τον ακολούθησα στην εξορία, στην Αμοργό. Εκεί μείναμε σε ένα μικρό δωμάτιο χωρίς ηλεκτρικό και θέρμανση. Τα βγάλαμε πέρα χάρη στη γενναιοδωρία των ντόπιων που μας αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή, και πρέπει να σας πω πως ακόμα και σήμερα έχουμε στενούς δεσμούς με τους ανθρώπους αυτούς».
***
Στις 22 Απριλίου 2021 η Μαριάννα Βαρδινογιάννη θυμήθηκε εκείνη την εποχή με μια ανάρτησή της στο instagram.
Δημοσίευσε λοιπόν μια φωτογραφία από την Αμοργό όπου ο σύζυγός της, ήταν εξόριστος ως αντιστασιακός Αξιωματικός του Ναυτικού.
H πρέσβειρα Καλής Θελήσεως της UNESCO περιέγραψε με έντονη συγκίνηση πώς βίωσε αυτή την περίοδο και έστειλε το δικό της μήνυμα για τη μαύρη επέτειο αλλά και για την περιπέτεια του κορονοϊού που βιώνει σήμερα ο τόπος, υπογραμμίζοντας ότι και πάλι «θα νικήσουμε»:
«Η χθεσινή ημέρα ήταν μια ημέρα μνήμης για όλους τους Έλληνες. Γιατί ο καθένας από εμάς έχει τα δικά του βιώματα από εκείνη την εποχή που άφησε τη σφραγίδα της, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο στη ζωή μας.
Οι δικές μου μνήμες οδηγούν τη σκέψη μου στην Αμοργό, όπου νέα κοπέλα, αφήνοντας πίσω δύο μικρά παιδιά και ένα βρέφος στη μητέρα μου να τα φροντίζει, με την καρδιά γεμάτη αγωνία αλλά προπαντός γεμάτη αγάπη, πήγαινα να συναντήσω τον άνδρα μου που ήταν εξόριστος, ως αντιστασιακός Αξιωματικός του Ναυτικού.
Εκεί ένιωσα και δεν θα το ξεχάσω ποτέ, πόση ζεστασιά και πόση καλοσύνη μπορεί να χωρέσει ένα τόσο δα καμαράκι.
Ήταν η αλληλεγγύη των ντόπιων που μας κράτησε όρθιους και τους ευχαριστώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου για αυτή τους την αγάπη και τη συμπαράσταση.
Όλοι τότε μαζί και ο κίνδυνος απέναντί μας. Το τότε δεν συγκρίνεται με το τώρα.
Γιατί ο εχθρός, ο κίνδυνος είναι διαφορετικός.
Όμως και τότε, όπως πάντα στην ιστορία μας, έτσι και σήμερα, όλοι μαζί, σαν μια γροθιά, θα τα καταφέρουμε.
Θα νικήσουμε».