Του Παναγιώτη Μήλα
Ασφαλώς «τα ράσα δεν κάνουν τον παπά», το βέβαιο όμως είναι ότι κάνουν …τηλεθέαση και το ακόμη πιο σίγουρο είναι ότι «Το πολύ το κυρ’ ελέησον» δεν το βαριέται κανείς.
Για τον λόγο αυτό οι σεναριογράφοι των τηλεοπτικών σειρών ακολουθούν με απόλυτη επιτυχία τον δρόμο και τα βήματα του παπά – Φώτη, του παπά – Γρηγόρη και του πατέρα Ιωάννη.
Ο Παντελής Ζερβός [το 1960], στην «Μανταλένα», ως παπά-Φώτης, ο Θανάσης Βέγγος [το 1962], στην ταινία «Υπερήφανοι», ως παπά-Φώτης, ο Λυκούργος Καλλέργης [το 1975], στον «Χριστό», ως παπά Γρηγόρης και ο Σταύρος Ζαλμάς [το 1998], στο «Άγγιγμα Ψυχής», ως πάτερ Ιωάννης, άνοιξαν τους δρόμους της επιτυχίας.
Επομένως δεν είναι καθόλου περίεργο που και σήμερα οι τηλεοπτικοί ρασοφόροι σημειώνουν υψηλά νούμερα τηλεθέασης.
***
Αρχίζω με τον Αλέξανδρο Μπουρδούμη, ο οποίος φέτος, μετά το ξεκίνημα της δεύτερης χρονιάς ως παπά-Ανδρέας …χαιρέτισε «τον Πλάτανο», λόγω άλλων επαγγελματικών υποχρεώσεων – και άφησε μόνη την Κική.
***
Με έντονο χιουμοριστικό εκτόπισμα ο Δημήτρης Σταρόβας, στην «Τούρτα της μαμάς», ως παπά-Ζάχος.
***
Ασκητικά ζει ως άγαμος ιερεύς, παρέα μόνο με τον παπαγάλο του ο Ορφέας Αυγουστίδης, στην «Καρτ ποστάλ», ως παπά-Σταύρος.
***
Κλασικός εκπρόσωπος του Θεού με πολύ γήινες διαστάσεις, ο Γιάννης Δρακόπουλος, στα «Καλύτερά μας χρόνια», ως παπά-Θόδωρος.
***
***
Δυναμικός ο Κωστής Σαββιδάκης, στις «Άγριες μέλισσες», ως παπά-Γρηγόρης.
***
***
***
***
Όμως εκτός από τους κληρικούς του πρώτου βαθμού δεν πρέπει να ξεχνάμε και τους υψηλόβαθμους στους οποίους τον Ιανουάριο του 1882 ο Γεώργιος Σουρής αφιέρωσε το παρακάτω σατιρικό ποίημα:
«Δεσποτάδες»
Ἡ μίτραις ἡ δεσποτικαῖς ἐβγῆκαν στὸ παζάρι,
λοιπὸν ἀμέσως λύσετε, Δεσπόταις, τὸ κεμέρι*,
ὅποιος θὰ δώσῃ πιὸ πολλά, ἐκεῖνος καὶ θὰ πάρῃ
τοῦ Ἐπισκόπου τὸ ραβδὶ στὸ ἅγιό του χέρι.
Λοιπὸν ἐμπρός, Δεσπόταις μου, εἰς τὴν δημοπρασία,
πρέπει νὰ δίνῃ κἄτι τι θαρρῶ κι’ ἡ Ἐκκλησία.
Ὅσον παρᾶ θὰ δώσετε γιὰ τὸ Δεσποτιλίκι,
ὁ παντοδύναμος Θεὸς διπλὸ θὰ σᾶς τὸν δώσῃ…
Ἐκεῖνο τὸ φαρδὺ φαρδὺ Δεσποτικὸ μανίκι
πόσα καὶ πόσα πράγματα δὲν εἰμπορεῖ νὰ χώσῃ!
Γιὰ σᾶς ἡ μίτραις ἡ βαριαῖς, γιὰ σᾶς τὰ πετραχήλια,
γιὰ σᾶς οἱ πολυέλαιοι καὶ τὰ χρυσᾶ καντήλια.
Πόσος παρᾶς, πόση τιμὴ καὶ δόξα σᾶς προσμένει!
Καὶ μὲ τὸν ὕψιστο Θεὸ ἀκόμα θὰ μιλᾶτε,
αὐτὸς θὰ σᾶς μυριπλουτῇ, αὐτὸς θὰ σὰς παχαίνῃ,
καὶ ἕνα βῷδι μόνοι σας θ’ ἀντέχετε νὰ φᾶτε.
Ἡ μίτρα στὸ κεφάλι σας ἀκτῖνες θὰ σκορπίζῃ,
κι’ ὁ διᾶκος μὲ τὸ θυμιατὸ θὲ νὰ σᾶς λιβανίζῃ.
– Πολλὰ τὰ ἔτη, Δέσποτα, θέλω παππᾶς νὰ γίνω…
– Πιστεύω πὼς δὲν ἔρχεσαι μὲ χέρια ἀδειανά,
– Ἂς χειροτονηθῶ παππᾶς, καὶ ὅσα θὲς σοῦ δίνω,
ὡς τόσο πάρε κάμποσα, Δεσπότη μου, λιανά.
Καὶ ὁ δεσπότης τὸν παππᾶ ἀπ’ τὰ μαλλιὰ ἁρπάζει,
καὶ Ἄ ξ ι ο ς καὶ Ἄ ξ ι ο ς ὁ κόσμος τοῦ φωνάζει.
– Πολλὰ τὰ ἔτη, Δέσποτα… ἔλα στὸ τάδε σπίτι,
μιὰν ὤμορφη ἀρχόντισσα νὰ ἐξομολογήσῃς…
– Ἔλα νὰ θάψῃς, Δέσποτα, τὸν τάδε μακαρίτη,
– Ἔλα τοῦ δεῖνα ἄρχοντα τὸ Δράκο νὰ βαπτίσῃς.
– Ἔλα νὰ κάμῃς ἁγιασμὸ καὶ νὰ μᾶς μνημονέψῃς.
– Ἔλα καὶ μιᾶς Μαγδαληνῆς τὸν πόνο νὰ γιατρέψῃς.
– Πάρε αὐτὸ τὸ βούτυρο, πάρε κι’ αὐτὸ τὸ μέλι,
πάρε κουρμάδες**, κάστανα καὶ λάδι δυὸ τουλούμια…
ὁ γέρο παππᾶ Γιακουμῆς γιὰ δῶρο σοῦ τὰ στέλλει,
σοῦ στέλλει κι’ ὁ παππᾶ Φωκᾶς δέκα κουτιὰ λουκούμια.
– Ἔλα μαζί μας, Δέσποτα, νὰ φᾷς καὶ νὰ γλεντήσῃς,
καὶ σήκωσε τὸ χέρι σου γιὰ νὰ μᾶς εὐλογήσῃς.
Ὅπου πατήσῃς, Δέσποτα, ἐκεῖ κι’ ἡ εὐτυχία,
Μαγδαληναῖς ἀπὸ μπροστὰ καὶ διᾶκοι ἀπὸ πίσω,
οἱ ἄγγελοι τριγύρω σου πετοῦνε μ’ ἁρμονία,
καὶ ὅταν ψάλλῃς, σοῦ βαστοῦν τὰ Χερουβεὶμ τὸ ἴσο.
Κι’ ἐδῶ ἡ καλοπέρασις, παρᾶς, τιμὴ μεγάλη,
καὶ βασιλεία οὐρανῶν εἰς τὴν ζωὴν τὴν ἄλλη.
Ἐμπρὸς λοιπὸν μὲ τοῦ Θεοῦ τὴν δύναμι, Δεσπόταις,
συλλογισθῆτε τῇς τιμαῖς καὶ τὰ καλὰ τὰ τόσα,
τὸν κύριον ἡμῶν Χριστόν, τῇς πάπιαις καὶ τῇς κότταις,
καὶ τὸ πουγγί σας λύσετε καὶ δῶστε ὅσα ὅσα.
Ἔ! ἀλὰ οὔνα, ἀλὰ τρέ, εἰς τὴν δημοπρασία,
γιὰ νὰ μὴ χάσετε καὶ σεῖς κι’ ἐμεῖς κι’ ἡ Ἐκκλησία.
*κεμέρι το: δερμάτινη ζώνη με ειδικές θήκες, στις οποίες φυλούσαν τα χρήματά τους σε παλαιότερες εποχές, πορτοφόλι, βαλάντιο, κομπόδεμα,
**Κουρμάδες ή Θρούμπες ή Σταφιδολιές ή Χαμάδες