Ποια είναι η ιστορία της διάσημης φωτογραφίας από την εξέγερση στο Παρίσι του ’68 και της γυναίκας πίσω από αυτή; Ποια είναι η διαδρομή του κοριτσιού που έγινε pop σύμβολο, που αποκληρώθηκε από την αριστοκρατική οικογένειά της και ενεπλάκη σε δικαστικές διαμάχες ακριβώς γι’ αυτό το ιστορικό «κλικ»;
Μια πανέμορφα αγέρωχη κοπέλα, στους ώμους ενός άντρα, ανεμίζει μια σημαία, το Μάη του 1968, στο εξεγερμένο Παρίσι.
Δημοσιεύτηκε σε εκατοντάδες έντυπα. Έγινε αφίσα. Και στη χώρα μας έγινε σύμβολο της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος και ιδίως έμβλημα της θρυλικής, για πολλούς λόγους, Β´ Πανελλαδικής.
Πολλά και διάφορα ακούστηκαν γι᾽ αυτό το κορίτσι, όπως και για το κορίτσι που παίζει, γυμνό, σκάκι με τον κοστουμαρισμένο Marcel Duchamp.
Η ιστορία είναι λίαν ενδιαφέρουσα και έχει να κάνει με την αβανγκάρντ τέχνη, με την τζαζ, με τον undergound κινηματογράφο, με την εγγλέζικη αριστοκρατία και με την pop κουλτούρα.
Η κοπέλα της φωτογραφίας, λοιπόν, την οποία φωτογραφία οφείλουμε στον Jean-Pierre Rey (1936 – 1995), ήταν εγγονή του Maurice Arnold de Forest (1879 – 1968), κόρη του γιου του, του John Gerard.
Ο de Forest ήταν διπλωμάτης, λίαν εύπορος, φίλος του Ουίνστον Τσώρτσιλ, και χρίστηκε μάλιστα Κόμης στο Λίχτενσταϊν.
Η κοπέλα άκουγε, και ακούει ακόμη και σήμερα, στο όνομα Caroline de Bendern. Εργάστηκε ως μοντέλο στη Νέα Υόρκη. Συνδέθηκε φιλικά με εμπρηστικές μορφές των sixties, όπως ο Andy Warhol και ο Lou Reed.
Η Caroline βρέθηκε στο παλλόμενο Παρίσι της δεκαετίας του ’60, όπως πολλά κορίτσια της αριστοκρατίας που αναζητούσαν την περιπέτεια. Και εδώ, θα εργαστεί ως μοντέλο και θα καλλιεργήσει ένα πάθος για την τζαζ.
Θα συμμετάσχει στο σκληρό underground φιλμ Détruisez-vous / The Silent Gun του Serge Bard (1946), ένα φιλμ που προβλήθηκε τον Απρίλιο του 1968, ένα άγριο ποιητικό μανιφέστο, ένα προοίμιο στα γεγονότα του Μάη.
Στις 13 Μαΐου του 1968, η είκοσι οχτώ χρονών Caroline θα κατεβεί στη μεγάλη διαδήλωση που προχωρεί προς το Odéon για να προβεί στην κατάληψή του, ύστερα από παρότρυνση του δαιμόνιου μεταντανταϊστή καλλιτέχνη και οργανωτή happening, του Jean-Jacques Lebel (1936).
Έχει μαζί της και σείει μια σημαία των Βιετγκόνγκ. Είχε αρνηθεί να κρατήσει την κόκκινη του κομμουνισμού ή τη μαύρη της αναρχίας. Ύστερα από ώρες στους δρόμους, τα πόδια της πονάνε, είναι πρησμένα.
Ο γιγάντιος Ζαν Ζακ Λεμπέλ (Γάλλος καλλιτέχνης και θεωρητικός) της λέει να ανεβεί στους ώμους του. Η Caroline ανεβαίνει, συνεχίζει να σείει τη σημαία του Βιετνάμ.
Ο φωτογράφος Jean-Pierre Rey του πρακτορείου Gamma, καλύπτει τη διαδήλωση και απαθανατίζει τη στιγμή.
Δύο φωτογραφίες είναι γνωστές, αλλά η μία είναι πασίγνωστη: αυτή στην οποία δεν φαίνεται σχεδόν καθόλου ο Lebel.
Η φωτογραφία δημοσιεύτηκε στο Paris Match, εν συνεχεία, στις 24 Μαΐου του 1968, στο Life, και έγινε σύμβολο. Δεκάδες χιλιάδες αφίσες τυπώθηκαν. Εκατοντάδες έντυπα την αναπαρήγαγαν.
Ο αριστοκράτης και δισεκατομμυριούχος παππούς της Caroline, λίγο έλειψε να πνιγεί όταν είδε τη φωτογραφία, καθώς απολάμβανε το πρόγευμά του, και έσπευσε να αποκληρώσει την εγγονή του, κάτι που κόστισε στην Caroline το λίαν σεβαστό ποσόν των επτάμισι εκατομμυρίων λιρών!
Μετά την εξέγερση του Μάη, η Caroline ασχολήθηκε με την τζαζ και με τον κινηματογράφο. Παντρεύτηκε τον σημαντικό σαξοφωνίστα και συνθέτη Barney Wilen (1937 – 1996), και έκανε φωνητικά σε δίσκους του.
Επίσης, σκηνοθέτησε το φιλμ A l’intention de Mlle Issoufou a Bilma, το 1971, με σάουντρακ του Wilen.
Το 2006, συμμετείχε στο ντοκιμαντέρ «Barney Wilen, the rest of your life» του Stéphane Sinde, ένα πολύ ενδιαφέρον πορτρέτο του θρυλικού τζαζίστα.
Στο ντοκιμαντέρ συμμετέχει επίσης ο επιστήθιος φίλος του Wilen, ο Jacques Thollot (1946-2014), ντράμερ και συνθέτης της τζαζ, παιδί-θαύμα των κρουστών, ο οποίος μάλιστα παντρεύτηκε την Caroline και έζησε μαζί της, στη Νορμανδία, έως τον θάνατό του.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι τρεις φορές έκανε μήνυση η Caroline στον Jean-Pierre Rey για τα δικαιώματα της περιλάλητης φωτογραφίας. Αλλά και τις τρεις δικαιώθηκε ο Rey!
“Ήμουν μόλις 27 χρονών. Μόλις είχα γυρίσει από τη Νέα Υόρκη: εκεί εργαζόμουν ως μανεκέν, έκανα παρέα με τον Λου Ριντ και τον Άντι Γουόρχολ, μαχόμουν ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ και υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων. Γνώριζα το Παρίσι, είχα μεγαλώσει στο Παρίσι.
Επέστρεψα για να γυρίσω ένα φιλμ. Τα απογεύματα έσμιγα με τους φοιτητές, τα βράδια μετέφερα τούβλα από το πλακόστρωτο για τα οδοφράγματα, καπνίζαμε τσιγαριλίκια… Την ημέρα της διαδήλωσης, στις 13 Μαΐου, με πονούσαν πραγματικά τα πόδια μου. Με συνόδευε ο Ζαν-Ζακ Λεμπέλ, του ζήτησα να με σηκώσει στους ώμους. Είχα μια βιετναμέζικη σημαία στα χέρια, την ανέμισα. Υπήρχαν φωτογράφοι, οπότε έχοντας συνείδηση της σημασίας της σημαίας μου, πόζαρα για τον φακό.
Ο Μάης του ’68 δεν είχε μεγάλο αντίκτυπο στη ζωή μου, αυτή η φωτογραφία όμως είχε.
Βλέποντάς την στο εξώφυλλο του «Ρaris Μatch», o παππούς μου έγινε έξαλλος: μου έκοψε το επίδομα και με αποκλήρωσε», λέει χρόνια αργότερα η Caroline de Bendern.
Σε μια άλλη περίπτωση δηλώνει: “Ήμασταν καθ’ οδόν προς τη Βαστίλη. Ανέβηκα στους ώμους ενός φίλου. Ζητούσαν κάποιον να κρατάει τη σημαία κι εγώ άρπαξα την ευκαιρία διότι πόνεσαν τα πόδια μου απο το περπάτημα. Δεν ήθελα την κόκκινη σημαία γιατί οι κομμουνιστές σαμπόταραν το κίνημα, ούτε τη μαύρη γιατί δε γνωρίζω τίποτα για τους αναρχικούς. Πήρα τη σημαία του Βιετνάμ γιατί είναι σύμβολο ενός πολέμου που όλη η νεολαία κατακρίνει. Ξαφνικά νιώθω το ενδιαφέρον όλων επάνω μου και παίρνω πόζα… Θέλω να είμαι ωραία μπροστά στο πλήθος που ακτινοβολεί, με το βαρύ σύμβολο στο χέρι μου, δεν παίζω πια κανένα ρόλο… γίνομαι αυτό που παρίστανα…εγώ, η Αγγλίδα αριστοκράτισσα αντιλήφθηκα τη βαρύτητα της στιγμής και την ευθύνη μου”.
Η Καρολάιν ντε Μπέντερν έγινε γνωστή, χάρη στη διάσημη φωτογραφία της, ως «η Μαριάν του ’68».
Η εξέγερση του Μάη του ’68 τελικά δεν πέτυχε πολιτικά τον σκοπό της, ίσως εξαιτίας της ατολμίας της Αριστεράς, αλλά η πολιτισμική της επίδραση ήταν τεράστια. Πλούτισε τη γαλλική γλώσσα τουλάχιστον με μια λέξη (soixante-huitard, κατά λέξη εξηνταοχτάρης, που σημαίνει τη γενιά που συμμετείχε στον Μάη του ’68 και επηρεάστηκε από το πνεύμα του: σήμερα οι soixante-huitards είναι εξηνταοχτάρηδες και κυριολεκτικά ή ακόμα μεγαλύτεροι) και την παγκόσμια κινηματική παράδοση με πλειάδα από συνθήματα που δεν έχουν γίνει όλα κλισέ.
- Πηγές: lifo.gr, Τα Νέα