Γράφει η Μαρία Γίτσα
Αγαπημένε μου, υπό το φως του δειλινού, υπό τη σκιά του έλατου, υπό τον ήχο των νυσταγμένων τριζονιών κι υπό τη σιωπή των πυγολαμπίδων, εδώ ψηλά στο βουνό, στο ελεύθερο βουνό έκατσα να γράψω.
Έκατσα να γράψω για τα σημάδια των γερόντων, των καιρών και της αλλιώτικης ζωής. Τα έλατα είναι γεμάτα στις κορφές τους από κουκουνάρια, από καρπούς… θα έχουμε βαρύ χειμώνα λένε… έτσι μετρούσαν απ’ τα χτες το αύριο που θα ξημερώσει…
Τα δέντρα και η φύση δεν τους πρόδωσε ποτές.. κι αυτό το καλοκαίρι είναι γεμάτο σημάδια… πολλές σφήκες μας περιτριγυρίζουν… βαρύς χειμώνας λένε… οι γέροντες που κουβαλούν στις πλάτες τους διπλά και τρίδιπλα καλοκαίρια από μένα… σεβασμός κι εμπιστοσύνη στη σοφία της εμπειρίας…
Κι ευθύς όπως καταλαβαίνεις άρχισα να σκέφτομαι τις προετοιμασίες που πρέπει να κάνω ώστε να με βρει έτοιμη το βάρος του χειμώνα..
Μα δεν με φόβισε το κρύο… αυτό θα το αντέξω… μ’ αρέσει εξάλλου να ζεσταίνεις το κορμί… κάτω από πουπουλένια παπλώματα να χουχουλιάζεις, είτε ακούγοντας τον ήχο της βροχής, είτε μυρίζοντας το λευκό της νιφάδας… και μια γουλιά από κόκκινο κρασί να καίει ηδονικά τον ουρανίσκο…
Και το μεγάλο μυστικό, η κρυφή επιθυμία, στο μονό καναπέ να παλεύεις να στριμώξεις την αγκαλιά… να στριφογυρίζεις ώσπου να βρεις τη γωνιά σου να κουρνιάσεις…
Κι εδώ δίπλα στο παγκάκι οι γέροντες μιλάνε για σημάδια… να κρυφακούσω προσπαθώ μα οι φωνές από παιδάκια που περπατούν στη νυχτιά του δάσους με αποσπά…
Σκοτείνιασε πια, το φεγγάρι νυχάκι στο σεντόνι τ’ ουρανού… κομμένο αρχίζει να γεμίζει, να κάνει το δικό του κύκλο, να γιομίσει το αυγουστιάτικο…
Λίγο πιο πέρα στις πλάκες του κήπου τα μυρμήγκια δουλεύουν ακούραστα, ομαδικά, μαζεύουν την τροφή σιγά σιγά χωρίς να σηκώσουν κεφάλι… εργάτες του καλοκαιριού..
Το δροσερό αεράκι ανατριχιάζει το κορμί και η βοή του σαν εξαγνισμός.
Μια ανάσα και γεμίζουν τα πνευμόνια από οξυγόνο. Ανάγκη να το πράξω, να καθαρίσω το μέσα μου, να ηρεμήσω τη μορφή μου συντροφιά με μια μελωδία που δεν χωράει στα φύλλα του πενταγράμμου.
Γιατί άλλωστε να τη χωρέσω…;
Αρκεί που οι πεταλούδες της έναστρης νύχτας γυρεύουν το φως μαζί με μένα…
Αρκεί που ακούω το νερό της πηγής να φτάνει από την κορυφή να με δροσίσει…
Αρκεί που ψάχνω της αδερφές Πλειάδες και την Πούλια όχι στα φύλλα ενός βιβλίου αλλά στον ουρανό που απλώνεται μπροστά μου..
Αρκεί που μια σκέψη φέρνει χαμόγελο στα χείλη και δάκρυ στα μάγουλά μου…
Αρκεί για τώρα, για εδώ… αύριο άλλη μέρα…
Με εκτίμηση,
Το “γαλάζιο τίποτα”
* H Μαρία Γίτσα είναι ηθοποιός.
Πίνακες:
* The Letter, Mary Cussatt
* Woman with a Parasol, Monet
* The Starry Night, Vincent van Gogh