«Είπες εδώ και χρόνια: “Κατά βάθος είμαι ζήτημα φωτός”»
ΠΑΝΩ ΣΕ ΜΙΑ ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΗ ΑΧΤΙΝΑ
Φύλλα από σκουριασμένο τενεκέ για το φτωχό μυαλό που είδε το τέλος· τα λιγοστά λαμπυρίσματα, φύλλα που στροβιλίζουνται με γλάρους αγριεμένους με το χειμώνα. Όπως ελευθερώνεται ένα στήθος οι χορευτές έγιναν δέντρα ένα μεγάλο δάσος γυμνωμένα δέντρα. — Καίγουνται τ’ άσπρα φύκια Γραίες αναδυόμενες χωρίς βλέφαρα σχήματα που άλλοτε χορεύαν μαρμαρωμένες φλόγες. Το χιόνι σκέπασε τον κόσμο. — Οι σύντροφοι μ’ είχαν τρελάνει με θεοδόλιχους εξάντες πετροκαλαμήθρες και τηλεσκόπια που μεγάλωναν πράγματα – καλύτερα να μέναν μακριά, που θα μας φέρουν τέτοιοι δρόμοι; Όμως η μέρα εκείνη που άρχισε μπορεί δεν έσβησε ακόμη με μια φωτιά σ’ ένα φαράγγι σαν τριαντάφυλλο και μια θάλασσα ανάερη στα πόδια του Θεού. — Είπες εδώ και χρόνια: «Κατά βάθος είμαι ζήτημα φωτός». Και τώρα ακόμη σαν ακουμπάς στις φαρδιές ωμοπλάτες του ύπνου ακόμη κι όταν σε ποντίζουν στο ναρκωμένο στήθος του πελάγου ψάχνεις γωνιές όπου το μαύρο έχει τριφτεί και δεν αντέχει αναζητάς ψηλαφητά τη λόγχη την ορισμένη να τρυπήσει την καρδιά σου για να την ανοίξει στο φως.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Γ. Σεφέρη, «Ποιήματα», εκδ. Ίκαρος.
Ο Γεώργιος Σεφέρης γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1900. Ο ίδιος και ο Οδυσσέας Ελύτης είναι οι μόνοι Έλληνες ποιητές που έχουν τιμηθεί με Νόμπελ Λογοτεχνίας. Η ποίησή του επηρεάστηκε από τον Τ.Σ. Έλιοτ και τον Έζρα Πάουντ. Το γεγονός όμως που έβαλε τη σφραγίδα του στη συνείδηση του ποιητή ήταν η εθνική καταστροφή του 1922 κι ο ξεριζωμός του μικρασιατικού ελληνισμού. Κινείται στις λογοτεχνικές κατηγορίες της ποίησης, της πεζογραφίας, των δοκιμίων, των μεταφράσεων και των μελετών. Η σκέψη και η γραφή του ανανέωσαν τον προσανατολισμό της νεοελληνικής λογοτεχνίας, συνδυάζοντας τη γνώση της παράδοσης με τα παγκόσμια ιδεολογικά ρεύματα.