6.8 C
Athens
Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025

Προμηθέας Αλειφερόπουλος, ήθος σε λεξιλόγιο ζωής

Υπάρχουν νέοι άνθρωποι που γι’ αυτούς το θέατρο είναι άσκηση και αλληγορία. Συσσωρεύουν βιώματα, υψώνουν πόντο πόντο τον πήχη και υπερπηδώντας κάθε εμπόδιο ανέρχονται στην κλίμακα της τέχνης τους. Αυτός είναι και ο λόγος που εργάζονται, πασχίζοντας να ανεβάσουν το επίπεδο της προσφοράς τους. Τον βλέπω. Κάθεται ακριβώς μπροστά μου, στη μεγάλη τραπεζαρία του Εθνικού Θεάτρου, και πίνει τον καφέ του, με διάχυτη την κούραση από την πολύωρη πρόβα στο γοητευτικό, νεανικό του πρόσωπο. Μια κούραση που προσθέτει αρρενωπή εκφραστικότητα στα όμορφα χαρακτηριστικά του. Ανάκατα καστανόξανθα μαλλιά, λαμπερά ανοιχτόχρωμα μάτια. Αλλά κυρίως η ωριμότητά του, η υπευθυνότητά του, το γενναιόδωρο βλέμμα του, η αγάπη που τον εμπνέει και την εισπράττεις κάθε στιγμή στο μεστό του λόγο, είναι τα χαρακτηριστικά που σε κατακτούν σ’ αυτόν τον ιδιαίτερα φιλικό και ευχάριστα αποδεκτό άνθρωπο. Όπως και να ‘χει, ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος θα σου δημιουργήσει μια θετική προδιάθεση με τον τρόπο συμπεριφοράς του. Ίσως γι’ αυτό είναι σήμερα ένας από τους πιο σπουδαίους νέους ηθοποιούς μας. Κυρίως γιατί έχει ένα βαθύτερο, σιωπηρό και ευγενές κίνητρο. Δεν αρκείται μόνον στην επιβεβαίωση από τον κόσμο. Επιθυμεί να κάνει το καλύτερο. Γιατί γνωρίζει ότι στην ευθεία που οδηγεί στο καλό θέατρο ένας είναι ο αντίπαλος, ο προηγούμενος εαυτός σου. Ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος ανακαλύπτει τα δυνατά του σημεία και μαθαίνει να δημιουργεί μέσα από αυτά. Εξερευνά όσο μπορεί καλύτερα τις ερμηνείες που ως θέαμα απλώνει μπροστά στα έκπληκτα και ορθάνοιχτα μάτια μας. Σε μια εποχή που οι τέχνες αντιμετωπίζονται ως αναλώσιμη πολυτέλεια και οι σταθερές μας κλονίζονται, αισθάνομαι αφάνταστα τυχερή που γνώρισα έναν καλλιτέχνη σπάνιο, τρυφερό, με ανώτερο, μα και συγκινητικό, λεξιλόγιο ζωής. Τον Προμηθέα! Διότι διαθέτει αυτό που κάποτε ονομάζαμε “ήθος” και σήμερα σπανίζει αλλά και γιατί είναι ολόκληρος ένα αυθόρμητο, γλυκό, αμυδρό και συνεσταλμένο μεν,  φιλοπαίγμον δε, χαμόγελο.

Διαβάστε τη συζήτησή μας.

Τη φωτογράφηση πραγματοποίησε ο Αντώνης Ψαρράς.

* Γεννήθηκα στην Αθήνα. Μεγάλωσα στη Δάφνη και εκεί έμεινα όλα τα χρόνια του γυμνασίου. Ο πρώτος μου αδελφός, ο επόμενος από μένα, γεννήθηκε όταν εγώ ήμουν ήδη έξι ετών, οπότε ζούσα αρκετά μοναχικά μικρός. Έπαιζα μόνος με παιχνίδια –όχι ηλεκτρονικά– με παιχνίδια πραγματικά. Ήταν ωραία χρόνια. Δεν ήταν άσχημα, κι ας ήμουν μόνος. Δημιουργούσα ιστορίες ολόκληρες και τις ζούσα. Mετά, με το σχολείο, άλλαξαν τα πράγματα και έκανα τις πρώτες μου παρέες. Βέβαια μου πήρε πολύ χρόνο –σχεδόν έως το γυμνάσιο– μέχρι να αποβάλω αυτή τη μοναχικότητα. Αν και ποτέ δεν ήμουν της παρέας, του βγαίνω, του κάνω… Δυστυχώς δεν πρόλαβα -οριακά, λόγω οικογένειας- αυτό που έζησαν άλλοι. Την παρέα και το παιχνίδι έξω στη γειτονιά. Δεν το έζησα. Είχε αρχίσει ο γονιός τα «φοβάμαι να βγεις έξω», και δεν είχε άδικο… 

Και δεν υπήρχαν και οι προσφερόμενοι χώροι τότε, όπως παλιότερα…

* Ναι, αν και η Δάφνη ήταν γειτονιά, όμως δεν είχε αλάνες. Έπρεπε να βγεις στο δρόμο… Βέβαια πέρασα πολύ όμορφα με τον παππού και τη γιαγιά τους οποίους λάτρεψα πολύ. Ήταν σαν δεύτεροι γονείς μου, μιας και οι γονείς μου ήταν χωρισμένοι. Έτσι τώρα έχω πολλές οικογένειες διάσπαρτες και τρία αδέλφια… Εκεί που άρχισα να ξεπετάγομαι λοιπόν ήταν στο γυμνάσιο. Το ενδιαφέρον από τα κορίτσια. Όλα αυτά σε ξυπνάνε. Κατόπιν άρχισε η πιο μεγάλη… αλητεία με τις κοπάνες και όλα αυτά. Ειδικά όταν συνειδητοποίησα ότι δεν με ενδιαφέρει να σπουδάσω τίποτα άλλο πέρα από την υποκριτική, τη σκηνοθεσία ή κάτι τέτοιο…

Αυτό πώς το σκέφτηκες; Πώς το αποφάσισες;

* Τυχαία. Με πήραν σε μια παράσταση στο σχολείο μου. Εντελώς τυχαία. Με «βούτηξε» μια καθηγήτρια γιατί εγώ τότε έπαιζα μπάσκετ… Δεν το διάλεξα εγώ. Ήμουνα στην πρώτη γυμνασίου. Με πήρε, λοιπόν, επειδή με είχε ακούσει να διαβάζω, και επειδή της έλειπαν δύο ρόλοι από τις «Νεφέλες» του Αριστοφάνη που προετοίμαζε. Έκανε casting κρυφά μέσα στο μάθημα. Διάβαζα εγώ, γέλαγε εκείνη που με άκουγε και έτσι με διάλεξε και μου έδωσε να κάνω τον Άδικο Λόγο… Όταν φτάσαμε στην παράσταση, αλλά και στις πρόβες, μου άρεσε πολύ. Εκείνη την ώρα, λοιπόν, πολύ γρήγορα, από το πρώτο λεπτό, είπα μέσα μου «να μην τελειώσει αυτό που ζω». Θυμάμαι πολύ εκείνη τη μέρα, αν και δεν πήρα τότε την απόφαση να ακολουθήσω αυτό το δρόμο.

Θέλω να σε ρωτήσω κάτι για τη Δραματική Σχολή. Εκεί συνάντησες κάποιους δασκάλους. Τι θυμάσαι από αυτούς; Τι σου έδωσαν; Τι κράτησες;

* Στην Ελλάδα υπάρχουν πάρα πολλές σχολές. Είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχουν τόσες. Κάποιοι άλλοι λένε το αντίθετο υποστηρίζοντας ότι όλοι έχουν το δικαίωμα. Εγώ πιστεύω ότι οι σχολές δίνουν, από ένα σημείο και μετά, κενά όνειρα σε ανθρώπους. Δηλαδή μπαίνοντας κάποιος σε μια σχολή θεωρεί ότι αποδεικνύει ότι έχει ταλέντο και ότι μπορεί να το κάνει αυτό. Τελικά όμως δεν αποδεικνύει τίποτα γιατί στις περισσότερες σχολές δεν χρειάζεται ούτε καν να δώσεις εξετάσεις. Απλώς, πληρώνεις για να μπεις. Κι αν έχουν εξετάσεις, έχουν τόσο λίγους υποψηφίους –αφού υπάρχουν πολλές σχολές – οπότε τους δέχονται όλους. Όποιος πάει τον δέχονται. Και ακούς κάτι αναλογίες μέσα στην τάξη: Δέκα κορίτσια, δύο αγόρια… Δεν μπορεί να γίνει σωστή δουλειά έτσι. Κανονικά θα έπρεπε να είναι μισοί μισοί ή έστω πέντε με τέσσερις, ώστε όλες οι σκηνές να μπορούν να δουλευτούν σωστά. Πιστεύω ότι έχουν βιομηχανοποιηθεί οι σχολές. Υπάρχουν χώρες με τεράστια θεατρική παραγωγή, στη Βόρεια Ευρώπη, Σουηδία, Δανία, που έχουν δύο σχολές και την ίδια στιγμή η Ελλάδα έχει είκοσι αναγνωρισμένες σχολές. 

Τι άποψη έχεις γι’ αυτό; Για την πληθώρα σχολών;

* Αυτό το θεωρώ λίγο ανήθικο. Κάποιοι πατάνε πάνω στα όνειρα άλλων ανθρώπων. Βγαίνουν λοιπόν πεντακόσιοι ηθοποιοί κάθε χρόνο ενώ έχουμε 90% ανεργία. Κι αυτοί έχουν πληρώσει τρία χρόνια, οι οικογένειές τους δεν ξέρουν και πληρώνουν για να ελπίζουν, όταν ξαφνικά βρίσκονται μπροστά στη σκληρή πραγματικότητα. Καμιά σχολή στην Ελλάδα δεν νομίζω να είναι τέλεια. Αν ανακαλύψεις στην Ελλάδα έναν δάσκαλο, έστω έναν, που να σου βρει κάποια «κλειδιά», τότε είσαι τυχερός. Διαφορετικά αυτά τα «κλειδιά» θα πρέπει να τα βρεις μόνος σου.

Εσύ από τη σχολή που σπούδασες, τη Σχολή του Θεάτρου Τέχνης τι πήρες;

* Εγώ πήρα πολλά από τη σχολή μου, αν και σαφέστατα δεν την πέτυχα στην ακμή της,  όμως ακόμα διατηρούσε κάτι από το ήθος και από κάποιες αρχές που είχε κληρονομήσει. Χαρακτηριστικό της σχολής μου –τουλάχιστον τότε– ήταν ότι σου κράταγε τα μυαλά στο κεφάλι σου. Δεν σου φούσκωνε τα μυαλά. Αυτό είναι πολύ σημαντικό πράγμα. Σε κάποιες άλλες σχολές δεν είναι έτσι. Δηλαδή, αυτή η αυστηρότητα –που είναι ονομαστή στο Τέχνης– σε μας πια δεν ήταν όπως τότε επί Καρόλου Κουν. Απλώς είχε μείνει κάτι το οποίο σε έκανε να καταλάβεις ότι δεν ήρθες εδώ για να γίνεις σταρ, ήρθες εδώ για να γίνεις ηθοποιός και ηθοποιός σημαίνει αφοσίωση, σημαίνει δουλειά, σημαίνει ότι είσαι εργάτης. Μπορεί βέβαια να είναι υπέρ το δέον αυτό το «είσαι εργάτης» ή λίγο εκτός εποχής, παρ’ όλα αυτά η αλήθεια είναι μία και το βασικό να μη φύγουν τα μυαλά σου πάνω από το κεφάλι σου. Οπότε πήρα σίγουρα πολλά πράγματα. Πήρα πολλά ακόμη και από τους καθηγητές με τους οποίους διαφωνούσα. Δηλαδή και για μας τους νέους που αμφισβητούμε τους παλιότερους –όπως είναι πολύ υγιές– το να μη συμφωνείς με έναν παλιό τρόπο, που φαντάζει στα μάτια σου παλιός, αλλά το να μάθεις, ενώ δεν συμφωνείς, να τον υπηρετείς, είναι πολύ σημαντικό μάθημα. Γιατί όταν θα βγεις στη δουλειά δεν θα γουστάρεις όλα όσα σου λένε οι σκηνοθέτες σου. Πολλές φορές δεν θα τα καταλαβαίνεις ή δεν θα τα καταλαβαίνεις επειδή δεν σε αφορούν. Όμως πρέπει να μάθεις ότι το έργο το φτιάχνει κάποιος άλλος και εσύ πρέπει να βρεις και τον δικό σου τρόπο να το υπηρετήσεις. Αυτό πιστεύω είναι μεγάλο μάθημα. Ο σκηνοθέτης είναι το μάτι από κάτω. Αυτός θα διευθύνει, αυτός είναι ο «μαέστρος» κι εγώ δεν μπορώ να παίζω με το δικό μου τέμπο. Φυσικά θα βάλω τη δικιά μου ποιότητα αλλά μέχρις ενός ορισμένου σημείου.

Όταν παίζεις ένα ρόλο, όπως τώρα που υποδύεσαι τον Μπάμπη (στην «Αυλή των Θαυμάτων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα), όταν φεύγεις είσαι ο ρόλος; Διατηρείς στοιχεία του ή βγαίνεις από το «ρούχο»;

* Αν θέλετε να απαντήσω απλά, ναι βγαίνω. Ίσως είναι και ίδιον της γενιάς μου. Δεν πιστεύω καθόλου στην ταύτιση. Πιστεύω ότι είναι έως και επικίνδυνο για έναν ηθοποιό αν δεν έχει έλεγχο πάνω στη σκηνή και δεν μπορεί να καταλάβει τι κάνει, μπορεί αν πρέπει να… πνίξει κάποιον, να τον πνίξει στην πραγματικότητα… Δηλαδή όταν… παραμυθιάζεσαι ότι «τώρα εγώ είμαι ο Οθέλλος, και η Δυσδεμόνα με πρόδωσε», τότε δηλαδή τι πρέπει να κάνεις; Να τη σκοτώσεις; Βέβαια δεν είμαι ούτε της άλλης σχολής του «όλα από μακριά».

Από την άλλη μπορεί ένας ρόλος να σε επηρεάσει και στη ζωή;

* Πιστεύω στη σύνθεση. Αυτό έχει σημασία. Οι ακραίες απόψεις είναι σημαντικές και πρέπει να υπάρχουν αλλά νομίζω ότι το ζητούμενο είναι η ισορροπία ανάμεσα σε αυτές. Δεν αρνούμαι βέβαια ότι με επηρεάζει στη ζωή μου.  Ίσως όμως είναι και θέμα απειρίας αυτό. Δηλαδή δεν είμαι αρκετά έμπειρος ώστε να μην μπορεί να με επηρεάζει ο ρόλος. Και κυρίως στις πρόβες όταν κάνουμε την αναζήτηση των στοιχείων του ρόλου. Επειδή τότε τεστάρεις την αλήθεια, τεστάρεις τα κοινά σου σημεία. Εγώ για παράδειγμα δεν είμαι καβγατζής στις σχέσεις μου και δη στις ερωτικές. Όμως την περίοδο που κάνω τον Μπάμπη θα τσεκάρω σε έναν καβγά που θα ανάψουν λίγο τα αίματα –ασυνείδητα– θα τσεκάρω λοιπόν να σπρώξω λίγο παραπάνω και να φωνάξω αναζητώντας το στοιχείο μου που μπορώ να κρατήσω παίζοντας τον Μπάμπη.

Τώρα, σχετικά με αυτό που μου λες, θέλω να αναφερθώ σε ένα περιστατικό που πιθανότατα θα το ξέρεις. Σχετικό με τη Μαρίκα Κοτοπούλη, που, όταν έμαθε για τη δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη, είχε πέσει κάτω και έξυνε το πάτωμα με τα νύχια, όπως λένε εκείνη τη στιγμή τής βγήκε στην επιφάνεια η διαστροφή του επαγγέλματος και σκέφτηκε ότι έτσι θα μπορούσε να παίξει την Ηλέκτρα…

* Σε όλα τα δραματικά συμβάντα της ζωής μου, πάντα μου έχει έρθει μια παρόμοια σκέψη στο μυαλό. Και είναι τρομερό γιατί σε ενοχοποιεί αυτό σαν ηθοποιό. Γιατί σε κάνει να διερωτάσαι: Μα, καλά. Τι είμαι; Είμαι αναίσθητος; Είμαι γουρούνι; Εδώ ο κόσμος καίγεται κι εγώ σκέπτομαι την τέχνη; Αλλά νομίζω πως πρέπει να καταλάβεις ότι αυτή είναι η φύση σου και αυτή είναι η κλίση σου.

Όπως επίσης αυτά μπορείς να τα φυλάξεις σε ορισμένα κουτάκια της μνήμης. Μπορείς να τα χρησιμοποιήσεις κάποια δεδομένη στιγμή σε ρόλο… Ίσως…

* Μπορεί να μη σκεφτείς καν για ποιο ρόλο. Μπορείς όμως να πεις, κοίτα τι έγινε; Κοίτα αυτό πώς μου βγήκε; Και να το κρατάς. Να παρατηρήσεις τον εαυτό σου τον ίδιο. Όπως παρατηρείς τους γύρω σου. Αυτό είναι το αγαπημένο μου παιχνίδι από μικρός…

Αυτό είναι ίδιον του καλλιτέχνη… Για πες μου τώρα κάτι άλλο. Εσύ είσαι ένας ευπαρουσίαστος άνθρωπος. Ως ηθοποιός θέλεις να αρέσεις; Και μήπως αυτό είναι τροχοπέδη;

* Σίγουρα είναι τροχοπέδη, αν και δεν ξέρω κάποιον που να μην του αρέσει να αρέσει. Αδύνατον μου φαίνεται ακόμη και αυτός που προσπαθεί να μην αρέσει επειδή έχει κάποιο θέμα -γιατί υπάρχουν και τέτοιοι άνθρωποι- στην ουσία το θέμα το έχει επειδή ήθελε να αρέσει και τελικά δεν αρέσει. Πιστεύω, για τον εαυτό μου, ότι εγώ δεν έχω τέτοιο θέμα. Ποτέ δεν θεωρούσα τον εαυτό μου τρομερά όμορφο και κυρίως επάνω στη σκηνή δεν έχω στο μυαλό μου την εμφάνιση. Έτσι νιώθω εγώ, ενώ ο άλλος από κάτω μπορεί να λέει «κοίτα πόσο ωραιοπαθής είναι αυτός». Για μένα δεν νομίζω ότι είναι τροχοπέδη. Φυσικά είναι τροχοπέδη για κάποιον ηθοποιό. Ειδικά αυτός που είναι πάρα πολύ όμορφος πρέπει να λυτρωθεί από αυτό γιατί ποτέ δεν θα πάει παρακάτω. Γι’ αυτό στη μικρή μου πορεία στο θέατρο αλλά και κυρίως στην τηλεόραση προσπάθησα να αποφύγω ρόλους καθαρούς «ζεν», όχι ότι μου έχουν δοθεί πολλές ευκαιρίες -να το ξεκαθαρίσω- γιατί δεν είμαι αυτή η φυσιογνωμία, αλλά αυτοί οι ρόλοι οι πρωταγωνιστικοί εγκλωβίζουν τον ηθοποιό, είναι ρόλοι άχρωμοι. Έχω δει πολλούς καλούς συναδέλφους να εγκλωβίζονται σε τέτοιους ρόλους, σε τυπικούς ρόλους «ζεν» επειδή οφείλεις να παίξεις ένα πράγμα. Φυσικά πολλοί έχουν καταφέρει να ξεπεράσουν αυτό το όριο και εκεί είναι μαγεία. Λίγο, ειδικά στην τηλεόραση, επειδή είναι πιο ρηχοί, δεν έχουν αυτό το βάθος, ούτε έχεις το χρόνο να τους δουλέψεις, εκεί αυτοί οι ρόλοι νομίζω ότι είναι εξαιρετικά επικίνδυνοι, σχεδόν σε καταδικάζουν, εννοώ πάντα υποκριτικά. Για την καριέρα μπορεί να είναι θεϊκό…

Μπορεί να σε ταυτίσουν με αυτούς τους ρόλους. Μετά όμως μεγαλώνει ο άνθρωπος…

* Είχα διαβάσει μια συνέντευξη του Τζέρεμι Άιρονς που το έλεγε αυτό. Πέρασα –έλεγε– μια περίοδο ύφεσης μετά τα 40, τα 45 μέχρι να μεγαλώσω αρκετά. Πέρασε μια περίοδος που τι ήμουν;  Ήμουν ζεν πρεμιέ; Όχι. Ήμουν μεγάλος; Όχι. Ήμουν ένα ενδιάμεσο πράγμα και εκεί έκανα τις χειρότερές μου ταινίες επειδή δεν είχα δουλειά…

Σωστά. Ας πούμε κάτι ακόμη για την πρόβα και την παράσταση για να ολοκληρώσουμε…

* Πολλοί ηθοποιοί προτιμούν την πρόβα. Για μένα όμως η επιτομή είναι η παράσταση. Δεν υπάρχει θέατρο αν δεν υπάρχει κοινό και γι’ αυτό προτιμώ την παράσταση. Για το κοινό γίνεται η παράσταση. Από τους θεατές παίρνεις ενέργεια.

Το νιώθεις αυτό, έστω κι αν δεν τους βλέπεις;

* Πάντα το νιώθεις. Ακόμη κι αν εσύ είσαι πολύ κλειστός, πάντα το νιώθεις, είτε προς το καλό είτε προς το κακό.

Στον κινηματογράφο χρησιμοποιείς άλλα εκφραστικά μέσα; Άλλη γλώσσα;

* Έχω παίξει σε δύο ταινίες μεγάλου μήκους (Το «Τangsten» και το «Γάλα») και έχω σκηνοθετήσει μία μικρού μήκους. Ο κινηματογράφος είναι η μεγάλη μου αγάπη. Πιθανότατα να είναι και μεγαλύτερη από το θέατρο. Απλώς δεν μου έχει δοθεί η ευκαιρία να ασχοληθώ με αυτό. Στη χώρα μας είναι δύσκολες οι συνθήκες για την 7η τέχνη. Οι δύο ταινίες που έπαιξα ήταν μεγάλη εμπειρία για μένα. Ειδικά το «Γάλα», πέραν του ρόλου που είναι ογκώδης και δύσκολος, πρόκειται για ένα θεατρικό έργο που μεταφέρθηκε στο σινεμά και αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον για μένα. Επειδή η εμπειρία μου είναι κατά βάση θεατρική, ήθελα να δω πώς θα γινόταν η μεταφορά του θεατρικού λόγου στη μεγάλη οθόνη. Αυτό έχει μεγάλη δυσκολία. Η γλώσσα του κινηματογράφου είναι παραπλήσια αλλά είναι άλλη. Γενικά έχω παρατηρήσει ότι στον κινηματογράφο συνήθως αυτός που δεν κάνει τίποτα είναι ο καλύτερος. Λέγοντας τίποτα βέβαια, εννοώ φαινομενικά. Την πιο ωραία ατάκα την έχει πει ο Mάικλ Κέιν, ότι «ο ηθοποιός στον κινηματογράφο πρέπει να είναι σαν την πάπια. Απ’ έξω να κυλάει ήρεμα στο νερό και από μέσα τα πόδια να κωπηλατούν με μανία». Αυτό είναι μεγάλο «κλειδί» και ο ίδιος ο Κέιν είναι αυτό ακριβώς που λέει. Στον Κέιν δεν βλέπεις ποτέ τίποτα άλλο παρά μόνο τα μάτια του. Σχεδόν πάντα μισόκλειστα αλλά μέσα βλέπεις να γίνεται ο… «τρωικός πόλεμος». Αυτό είναι σπουδαίο.

Σου αρέσει ο κινηματογράφος ως μέσο;

* Μου αρέσει πολύ αυτό το μέσο. Και επίσης μου αρέσει να είμαι πίσω από την κάμερα. Δηλαδή ο κινηματογράφος με ενδιαφέρει πολύ και σκηνοθετικά και θα ήθελα κάποια στιγμή να καταφέρω να το κάνω.

Τι όμως δεν θα έκανες σε αυτή τη δουλειά που θα το θεωρούσες αναξιοπρεπές;

* Στη φάση που είμαι είναι εύκολο να χαρακτηρίζω πολλά πράγματα αναξιοπρεπή και ότι δεν τα θέλω ή δεν τα κάνω, διότι δεν έχω ευθύνη για άλλους. Όταν δεν έχεις την ευθύνη για άλλους τότε είσαι κύριος του εαυτού σου και λες «αυτό δεν το κάνω, και κάνω μόνο θέατρο και μόνο σινεμά, και δεν με νοιάζουν τα λεφτά». Όμως δεν θέλω να λέω μεγάλα λόγια. Προς το παρόν έτσι έχω λειτουργήσει κατά βάση. Με ελάχιστες εκπτώσεις από το δικό μου γούστο. Όμως αν είχα παιδιά δεν ξέρω τι θα έκανα, και όταν θα έχω, αν έχω, νομίζω ότι θα αλλάξουν όλα. Γι’ αυτό και δεν μπορώ να κρίνω κανέναν που κάνει το οτιδήποτε. Αυτό που ίσως μπορώ να πω είναι ότι αυτό που θεωρώ αναξιοπρεπές είναι το να μην είσαι έντιμος με αυτό που κάνεις, ό, τι και να είναι αυτό. Μην το φτύσεις ποτέ. Όσο μπορείς.

Είναι δύσκολο αυτό;

* Είναι πολύ δύσκολο, μου έχει τύχει και μένα να κάνω κάτι που δεν μου αρέσει καθόλου, που δεν με εκφράζει ή που ντρέπομαι ακόμα, αλλά για μένα είναι ο κανόνας μου πως πρέπει να δώσεις ό, τι καλύτερο μπορείς και τελικά έτσι θα βγεις κερδισμένος. Αλλά ο θεατής θα είναι εκεί για την κάθε παράσταση, για την κάθε μέρα, αλλά και για μία φορά. Δεν έχεις λοιπόν το δικαίωμα να βαριέσαι. Φυσικά το έχεις σαν άνθρωπος και καλά κάνεις αλλά στη σκηνή πρέπει να δώσεις ό, τι καλύτερο μπορείς. Δεν μπορείς κάθε μέρα το 100% σαφώς… αλλά ό, τι καλύτερο πρέπει να το δώσεις.

Κάθε μέρα, κάθε μέρα, όπως κι αν είσαι… Είναι το «γέλα παλιάτσο», που έλεγαν οι παλιότεροι;

* Ακριβώς. Άλλωστε ο θεατής θα σε δει μία φορά μόνο στη συγκεκριμένη παράσταση. Δεν θα σε δει και αύριο.

Στην «Αυλή των Θαυμάτων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη συντελούνται ανατροπές και μικρά θαύματα. Το έργο βασίζεται στην έλλειψη σταθερότητας και σιγουριάς στη ζωή του Έλληνα. Αυτή η αστάθεια που υπάρχει και στις μέρες μας…

* Όταν ήρθε αυτό το έργο στα χέρια μας για να το προετοιμάσουμε, πολλοί από μας είμαστε πολύ αρνητικοί επειδή η «Αυλή» είναι ένα έργο πασίγνωστο που έχει παιχτεί άπειρες φορές. Όλοι στις δραματικές σχολές ή έχουμε παίξει ή έχουμε δει αποσπάσματα από αυτό το έργο και γι’ αυτό φάνταζε στα μάτια μας αρκετά γραφικό. Είναι και εκτός εποχής. Ο λόγος είναι διαφορετικός. Οι χαρακτήρες είναι πιο παλιοί. Ο τρόπος που εκφράζονται. Ο τρόπος που σκέπτονται. Η πρώτη –δική μου– αντίδραση ήταν αρνητική. Είπα «όχι αυτό»!

Όταν το μελέτησες όμως…
 
* Κάθομαι λοιπόν να το διαβάσω γνωρίζοντας και το ρόλο που επρόκειτο να υποδυθώ. Το διαβάζω –αν και το είχα διαβάσει και πριν από χρόνια– και ενώ το έβλεπα ότι είναι γραφικές οι ατάκες, ότι ο Μπάμπης είναι πολύ γραφικός, ίσως από τους πιο γραφικούς μέσα στο έργο, παρ’ όλα αυτά το διάβαζα και έλεγα «όμως κοίταξε να δεις, είναι εργάρα…». Σε πιάνει και όσο προχωράει, ανεβαίνει. Στη δε τρίτη πράξη, με τον Στέλιο, λες «κοίτα, σου μιλάει, σε αγγίζει…». Όταν δε καθίσαμε και το δουλέψαμε με τον Γιάννη Κακλέα, το σκηνοθέτη μας, εκεί πια καταναλώσαμε πολύ χρόνο στο τραπέζι… Το μισό χρόνο των δοκιμών τον περάσαμε στο τραπέζι. Που είναι σπάνιο αυτό. Να διαβάζουμε, να αναλύουμε. Και πόσω μάλλον σε ένα ελληνικό έργο να αναλύουμε. Συνήθως αυτό το κάνουμε σε ξένους συγγραφείς, πιο περίπλοκους ή σε αρχαίες τραγωδίες. Σε ένα ρεαλιστικό έργο συνήθως δεν χρειάζεται τόση ανάλυση. Παρά ταύτα αυτά εμείς το «λιώσαμε». Πολλές φορές αυτό μας κούραζε στην πρόβα και λέγαμε «πάμε να παίξουμε». Όμως τελικά βρήκαμε πράγματα μέσα σε αυτό.

Τα οποία συνδέονται με το σήμερα;

* Ναι. Βρήκαμε συνδέσεις με τη ζωή μας, με το τώρα. Με ανθρώπους που ξέρουμε αλλά και με μας. Εγώ, κακά τα ψέματα, στη θέση του Μπάμπη, είμαι αυτή τη στιγμή, που αναρωτιέται «να μείνω, να φύγω;» όλο αυτό το χρόνο. Και πριν μάθω για την «Αυλή» αυτό αναρωτιόμουν και κατά τη διάρκεια αυτό αναρωτιέμαι. Η ειρωνεία είναι βέβαια ότι ο Μπάμπης αποφασίζει στο τέλος του έργου, αφού βέβαια έχει προσπαθήσει να φύγει και δεν τα έχει καταφέρει, ότι «όχι, εδώ θέλω να μείνω και δεν πάω πουθενά». Εγώ τείνω προς την άλλη μεριά δυστυχώς, εγώ θέλω να φύγω δηλαδή… Βλέπω ότι οι φίλοι μου φεύγουν για έξω. Ο ένας πάει Βαλκάνια, ο άλλος πάει Αγγλία. Οι μισοί μου φίλοι είναι έξω. Αυστραλία, έχω γνωστούς που φύγανε. Δεν απέχει πάρα πολύ… αλλά κυρίως αυτό που λέει ο Καμπανέλλης, είναι ότι δηλαδή δεν θέλει να μιλήσει για τα γεγονότα και τους χαρακτήρες, αλλά για τον εσωτερικό μηχανισμό του Έλληνα, σαν αρχέτυπο. Αυτό δεν μπορεί να μη σου μιλήσει. Αυτό είναι μάλλον που κατάφερε αυτός ο συγγραφέας για να κάνει το έργο του διαχρονικό και να μας μιλάει τώρα. Ένας συνάδελφος, ο Χρήστος Λούλης, μού είπε: «Σας έβλεπα να κάνετε κάτι αντριλίκια, που ήταν παλιά,  και δεν τα κάνουμε τώρα, αλλά και πάλι έλεγα, ναι έτσι είναι ο άντρας…». Και καταλαβαίνω τι εννοεί, γιατί ο Καμπανέλλης σου μιλάει σε ένα θυμικό, όχι στη λογική και στα σύγχρονα βιώματα. Σου μιλάει σε κάτι άλλο που υπάρχει είτε το θέλεις, είτε όχι. Και αυτό είναι σπουδαίο.

Αυτό που διαφαίνεται επίσης στο έργο είναι η έμφυτη αισιοδοξία του Έλληνα και η τάση για αντίσταση. Κάτι που συνδέεται πάλι με τους καιρούς τους δικούς μας…

* Φυσικά και συνδέεται. Το βλέπεις έξω. Απλώς ο φόβος μου αυτή τη στιγμή είναι αν η αισιοδοξία μένει στην αισιοδοξία και δεν γίνεται μια πράξη αισιόδοξη. Μια πράξη που θα φέρει αίσιες εξελίξεις. Δηλαδή καλό είναι να είσαι «έξω καρδιά», απόλυτα καλό, μου αρέσει να βλέπω έξω ανθρώπους να γλεντάνε, και ας λένε οι Γερμανοί ότι «να οι Έλληνες γλεντάνε με τα λεφτά μας», γιατί η αλήθεια δεν είναι αυτή. Η αλήθεια είναι ότι κάποιοι άνθρωποι γλεντάνε με τα λεφτά των άλλων, πάντα. Και αυτό συμβαίνει σε όλον τον κόσμο…

Φυσικά, αν… ροκανίσαμε κάτι -εμείς οι περισσότεροι- είναι τα δικά μας λεφτά. Αυτά που έχουμε δουλέψει τίμια και ώρες ατέλειωτες…

* Όμως για να επανέλθω. Καλή είναι λοιπόν η αισιοδοξία αλλά χρειάζεται και αντίδραση, γιατί όταν βλέπω να πηγαίνουν πολιτικοί στην παρέλαση και να τους αποδοκιμάζουν νιώθω ωραία, αλλά την ίδια μέρα βλέπω άλλον πολιτικό μεγάλου κόμματος να πηγαίνει σε άλλο μέρος και να τον χειροκροτούν. Και διερωτώμαι γιατί; Έχασα όλες μου τις ελπίδες όταν το είδα… Δηλαδή τώρα αποδοκιμάζουν το κυβερνών κόμμα και η αντιπολίτευση που ήταν κυβερνών κόμμα πριν από τέσσερα χρόνια και τους βγάλαμε κακήν κακώς και τους βρίζαμε, τώρα δηλαδή είναι πάλι καλοί; Αυτό το «χρυσόψαρο» δεν το μπορώ. Αυτό δεν σε πάει πουθενά. Καλή η αισιοδοξία, καλό αυτό αλλά το πρόβλημα για μένα είναι η λαμογιά, το ρουσφέτι. Και μπορεί να μη φταίμε. Μπορεί να μας έχουν εκμαυλίσει σαν λαό και αυτό μπορεί να ξεκινάει από την τουρκοκρατία κ.λπ. Έχουμε άπειρες δικαιολογίες, αλλά τελικά εμείς τι κάνουμε; Κάτι πρέπει να κάνουμε. Και αν όλοι σκέπτονται το «πώς θα βολευτώ» τότε… Αλλά αυτό το βλέπεις παντού. Το βλέπεις στη δουλειά… Δεν τον εκτιμώ αυτόν, αλλά αυτός έχει μια σημαντική θέση. Άρα πρέπει να έχω καλή σχέση μαζί του. Οκέι! Να είμαι ευγενικός μαζί του. Αλλά μέχρις εκεί. Γιατί να πουλιέμαι; Τελικά εγώ του δίνω δύναμη μαζί με τους άλλους που σκέπτονται έτσι. Αν δεν το έκανα εγώ, ούτε ο διπλανός μου κι ο παραδιπλανός μου, δεν θα είχε καν  δύναμη αυτός που δεν αξίζει…

Αξία! Αλήθεια, ποια πράγματα για σένα έχουν αξία στη ζωή;

* Έχουν οι στιγμές που είμαι παρών. Αυτές οι στιγμές. Και με την έννοια που το λένε κάποιες εσωτεριστικές θρησκείες –που πάντα με ενδιέφεραν, χωρίς όμως να είμαι ποτέ φανατισμένος σε κάτι– αλλά αυτές οι στιγμές με ενδιαφέρουν, που ζω στο τώρα και δεν σκέφτομαι τι θα κάνω μετά ούτε τι έκανα πριν. Ένα από αυτά τα δύο. Το παρελθόν και το μέλλον, τη σκιά αυτή του παρελθόντος και του μέλλοντος που ζούμε συνήθως. Αυτές οι στιγμές έχουν ενδιαφέρον για μένα. Η αγάπη, αν και ακούγεται πολύ χριστιανικό και κλισέ, νομίζω ότι είναι το κλειδί για όλα αυτά. Γιατί η αγάπη μπορεί να είναι αγάπη για έναν άνθρωπο, μπορεί όμως να είναι και αγάπη για την ομορφιά στο σύνολό της. Βλέπω το δέντρο και πραγματικά βλέπω την ομορφιά του και αμέσως το δέντρο λάμπει. Μπορεί να λάμπει στα μάτια μου. Δεν λέω ότι επηρεάζω αναγκαστικά το περιβάλλον αλλά λάμπει στα μάτια μου. Άρα εγώ είμαι πιο ευτυχισμένος. Άρα γιατί να μην το αγαπήσω. Δεν ξέρω, μπορεί να ακούγονται πολύ αφελή αυτά, αλλά έτσι τα βλέπω.

Η οικογένεια;

* Βεβαίως. Επίσης η οικογένεια έχει πολύ μεγάλη σημασία για μένα. Αλλά οικογένεια ουσιαστική, όχι οικογένεια υποχρεωτική, κατ’ ανάγκην οικογένεια… οι a-priori σημαντικές σχέσεις και οι δεσμοί. Φυσικά πρέπει να υπάρχει σεβασμός σε αυτούς τους δεσμούς αλλά το σημαντικό είναι οι άνθρωποι που εκτιμάς. Αυτό είναι το σημαντικό. Και μακάρι να εκτιμάς τη μάνα σου και τον πατέρα σου και τα αδέλφια σου και τη γυναίκα σου. Μακάρι, μα σημασία έχει η αλήθεια σου ποια είναι και για μένα η οικογένεια είναι πολύ σημαντική. Και η πυρηνική κυρίως οικογένεια. Δηλαδή η οικογένεια που σε γέννησε και μετά η οικογένεια που εσύ δημιουργείς. Η έννοια του ζευγαριού και της συντροφικότητας με γεμίζει πάρα πολύ. Πιθανότατα να μιλάω έτσι επειδή είμαι καλά, νομίζω όμως και όταν δεν ήμουν καλά πάλι έτσι μιλούσα.   

Οι μακροπρόθεσμοι στόχοι σου ποιοι είναι; Θέλεις να πας στο εξωτερικό; Να σκηνοθετήσεις ταινίες; Να παίξεις μεγάλους ρόλους;

* Ναι! Τα θέλω όλα αυτά. Μόνο που με αγχώνει αν τα βάζω σαν στόχους. Οι μακροπρόθεσμοι στόχοι μου φαίνονται ασύλληπτοι κάπως. Προτιμώ τους βραχυπρόθεσμους. Θέλω να σκέπτομαι αλλιώς. Να βλέπω το επόμενο βήμα. Δεν λέω ότι τα καταφέρνω πάντα. Πολλές φορές πνίγομαι στα μακροχρόνια όνειρα ή σε εικόνες από αυτά, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει αύριο. Σίγουρα η πρώτη μου σκέψη είναι -όσο πιο μακροχρόνια γίνεται- πως θα ήθελα να ζήσω ένα διάστημα έξω με την κοπέλα μου αν όλα είναι καλά. Να δούμε πράγματα καινούργια, να ανοίξουν τα μάτια μας, το μυαλό μας, η ψυχή μας και να συλλέξω εμπειρίες. Να ζήσω άλλα πράγματα. Το θέλω πάρα πολύ. Είτε δουλέψω έξω, σε κάτι που με ενδιαφέρει, είτε όχι δεν πειράζει. Φυσικά όμως ονειρεύομαι να μπορέσω να δουλέψω έξω. Ξέρω ότι αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο αλλά δεν πειράζει. Θέλω να ζήσω τις εμπειρίες. Μπορεί σε έξι μήνες να φρικάρω και να πω δεν πάω στην Ελλάδα, παίζω το θέατρό μου και είμαι καλά… Μπορεί… αλλά θέλω να το δοκιμάσω οπωσδήποτε. Το θέλω από αρκετά μικρός και πάντοτε έλεγα –από 18, 19 χρονών– θέλω να φύγω έξω, να κάνω σκηνοθεσία αλλά φοβάμαι μήπως αν μου πάνε καλά τα πράγματα εδώ πέρα, γλυκαθώ και δεν το κάνω ποτέ… Και όντως αυτό πάει να γίνει σε ένα βαθμό. Και η Φαίδρα, η κοπέλα μου, ήταν η αφορμή για να το σπάσω αυτό. Δηλαδή βρήκα έναν άνθρωπο λίγο μικρότερο από μένα αλλά λίγο πιο ελεύθερο, που θέλει παρόμοια πράγματα και αυτό μου έδωσε κουράγιο γιατί -όπως είπα- είμαι της συντροφικότητας, δεν είμαι τόσο τυχοδιώκτης. Αυτό μου έδωσε φτερά και έτσι ελπίζω να τα καταφέρουμε.

Θα τα καταφέρετε. Είναι ωραίο να πραγματοποιήσετε τις προσδοκίες σας…

* Αν και είναι πολύ δύσκολο αντικειμενικά.

Νέοι είστε. Προσπαθήστε.

* Αυτό θα κάνω. Λέω πάμε και βλέπουμε. Ό, τι γίνει… Βέβαια εγώ αμφιταλαντεύομαι αν και οι κοντινοί μου μού λένε: «Φύγε, αφού θέλεις να το ζήσεις φύγε, αλλιώς θα το κουβαλάς πάνω σου για μια ζωή». Όμως υπάρχει μέσα μου και κάτι άλλο. Βουλιάζει το πλοίο κι εμείς το εγκαταλείπουμε οι νέοι και φεύγουμε; Τι κάνουμε; Δηλαδή υπάρχει μέσα μας αυτό το πράγμα. Υπάρχει στους νέους το ότι θέλουμε να προσφέρουμε στον τόπο. Κι αν δεν το κάνουμε εμείς ποιος θα κάνει; Αλλά πόσο μπορούμε;

Πες μου τι θα έπαιρνες μαζί σου σε μια βαλίτσα αν έπρεπε να βάλεις μια ταινία και ένα μουσικό CD;

* Αν ήταν ταινία μάλλον θα ήταν το «Barry Lyndon» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Μια ταινία που δεν πέτυχε πολύ στην Αμερική. Πέτυχε μόνο στην Ευρώπη. Τη λατρεύω. Μουσική, μάλλον Μπετόβεν θα έπαιρνα μαζί μου, αν και δεν ακούω πολλή κλασική μουσική, μου αρέσει ακόμη η τζαζ, η ροκ, όπως και η ηλεκτρονική μουσική…

Πάμε στη γειτονιά σου. Τι θα ήθελες να αλλάξεις στη νοοτροπία του γείτονά σου;

* Κυριολεκτικά θα ήθελα να τον κάνω λιγότερο νευρικό, λιγότερο υστερικό και περισσότερο φιλόζωο, επειδή ταλαιπωρήθηκα πολύ με τους γείτονες για το σκύλο μου, μέχρι που αναγκάστηκα να τον στείλω στον πατέρα μου στη Σπάρτη. Να κάνω το γείτονα πιο άνθρωπο για να μπορούμε να συνεννοούμεθα και να βγάζουμε μιαν άκρη. Δυστυχώς όμως αυτά δεν γίνονται.

Ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα;

* Από μικρός τα λατρεύω… αν και δεν είχα ζώο στο σπίτι. Όταν όμως έγινα 18 και έφυγα από το σπίτι αμέσως πήρα ένα γάτο. Καταλαβαίνεις πώς περνούσε αυτός ο γάτος με έναν 18χρονο… Σήμερα τρώμε, αύριο δεν τρώμε… Πολλά χάδια, βασανιστήρια τρυφερά και μαζί στον ύπνο. Πέρασαν και πολλές γάτες από τη ζωή μου. Έμενα τότε σε μονοκατοικία για 3-4 χρόνια και παράλληλα πήρα και σκύλο. Πέρυσι όμως που μετακόμισα και ζούμε με τη Φαίδρα σε σπίτι χωρίς κήπο, σε διαμέρισμα, άρχισε να δυσκολεύει το πράγμα. Ήταν μεγάλος ο σκύλος. Λυκόσκυλο, γερμανικός ποιμενικός. Δεν μπορούσα να τον βλέπω να στενοχωριέται και έτσι τον πήγα στη Σπάρτη. Βρήκα αυτή τη λύση και έτσι τώρα περνάει καλά και χωρίς εμένα…

Τα ζώα είναι επικοινωνία…

Ναι. Τα λατρεύω. Τρομερή επικοινωνία, έκκληση ενέργειας. Αποφόρτιση, κυρίως με τις γάτες μού συμβαίνει αυτό. Στα 21 μου είχα γυρίσει σπίτι και είχα τρομερό πονοκέφαλο. Σπάνιο για μένα. Ειδικά τότε. Θυμάμαι λοιπόν ότι είχα τον Χοντρό, το γάτο μου, μόλις με είδε, ήρθε μου τρίφτηκε, εγώ τον χαϊδεύω. Πάει λοιπόν αμέσως και ξαπλώνει στο κρεβάτι μου κι εγώ ακουμπάω το κεφάλι μου στην κοιλιά του… Κοιμήθηκα εκεί 10 λεπτά. Πάνω στην κοιλιά του. Μόλις ξύπνησα είχαν περάσει όλα…

* Το www.catisart.gr ευχαριστεί τον Αντώνη Ψαρρά για τη φωτογράφηση.

 

 

 

 

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -