12.8 C
Athens
Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2024

«Ο Βυσσινόκηπος» από τη Μαίρη Βιδάλη. Μια καλοστημένη παράσταση, με υπέροχες ερμηνείες

Γράφει η θεατρολόγος Μαρία Μαρή

«Ο Βυσσινόκηπος» του Άντον Τσέχωφ, αφηγείται την ιστορία ενός κόσμου που χάνεται ανεπιστρεπτί. Ένας κόσμος αγκιστρωμένος σε παλιές δόξες, που δεν μπορεί να αποχαιρετήσει.

Η ζωή αλλάζει και οι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να το αποδεχτούν. Ζούνε με τις μνήμες του παρελθόντος, κλείνοντας τα μάτια στο μέλλον που έρχεται ταχύτατα κατά πάνω τους.

Ο Τσέχωφ θεωρούσε τον Βυσσινόκηπο κωμωδία. Γιατί είναι πράγματι κωμικό το πόσο μικροί αποδεικνύονται οι άνθρωποι αυτοί, με τα πάθη, τις ανασφάλειες και τα συμπλέγματά τους, απέναντι στη ζωή που τους οδηγεί σ’ ένα μέλλον που δεν μπορούν ούτε να φανταστούν, ούτε να αποφύγουν.

Το έργο

Η Λιούμπα επιστρέφει στο σπίτι της από το Παρίσι μετά από απουσία πέντε ετών, συντετριμμένη από έναν έρωτα και καταχρεωμένη. Το σπίτι της με τον τεράστιο Βυσσινόκηπό του είναι υποθηκευμένα κι εκείνη μοιάζει ανίκανη να τα σώσει από το ξεπούλημα, ενώ παράλληλα δεν κατανοεί το κρίσιμο της στιγμής.

Στο σπίτι θα συναντήσει τον Γκάγεφ, τον φλύαρο και φιλάρεσκο αδελφό της, που δεν κατάφερε ποτέ να μεγαλώσει και έχει μάθει να τον προσέχει ο υπηρέτης του. Επίσης τον Λοπάχιν, τον γιο του κολίγου τους, που είναι πλέον έμπορος με πολλά λεφτά.

Στο σπίτι βρίσκονται ακόμη η Βάρυα, η ψυχοκόρη της, ο Τροφίμωφ, αιώνιος φοιτητής, δάσκαλος του γιου της, ίνδαλμα της μικρής Άνια, γεμάτος επαναστατικές ιδέες, ο Επιχόντωφ, ο γραμματέας, που θέλει τόσο πολύ να παντρευτεί την υπηρέτρια Ντουνιάσα, που αγαπάει τον Γιάσα, τον υπερόπτη υπηρέτη, που τον βλέπει σαν τρόπο να διαφύγει από τη σκληρή πραγματικότητα, ο Πίσχιν, ο κτηματίας που αναζητεί διαρκώς λίγα δανεικά και τέλος ο αιωνόβιος Φιρς που απομένει με τη μοναξιά του και πάντα πιστός στον Βυσσινόκηπο.

Η παράσταση

Αναδεικνύεται επί σκηνής εντελώς ρεαλιστικά ο ρωσικός τρόπος σκέψης και ύπαρξης. Στη σκηνή ξεδιπλώνεται η εγκαρτέρηση, το χιούμορ, η ασυνεννοησία, τα συγκρατημένα πάθη, η απογοήτευση, η απέραντη θλίψη.

Η Λιούμπα (Μαίρη Βιδάλη), πανέμορφη, αρχοντική μπαίνει στο σπίτι, υπερβολικά συγκινημένη αναγνωρίζει κάθε γωνιά και ζει τις μνήμες της. Στην ουσία απλώς παρακολουθεί, ανυπεράσπιστη, τον κόσμο της να χάνεται. Μαζί της η κόρη της Άνια και η Σαρλότ, μια ιδιόρρυθμη γκουβερνάντα, που κάνει μαγικά και διασκεδάζει την ομήγυρη.

Ο Φιρς (Περικλής Τσαμαντάνης), η απόλυτη εκπροσώπηση του παλαιού καθεστώτος είναι εμφανώς συγκινημένος που τη βλέπει. Αυτός πρόσεχε τη Λιούμπα και τον αδελφό της, τον Γκάγεφ από τότε που ήταν μικρά. Τώρα που τη βλέπει μπορεί πια να πεθάνει, όπως δηλώνει. Αυτός ο γεράκος με τρεμάμενη φωνή και λυγισμένη από τον χρόνο κορμοστασιά ενθάρρυνε τη συναισθηματική ανωριμότητα του Γκάγεφ συντηρώντας την κοινωνική επιταγή και δεν τον άφησε να μεγαλώσει πραγματικά.

Ο Γκάγεφ (Οδυσσέας Σταμούλης) έχει το μυαλό του συνεχώς στο μπιλιάρδο. Καλοντυμένος, πάντα, φέρεται ανώριμα, δεν μεγάλωσε ποτέ και όταν πια πωλείται ο Βυσσινόκηπος, κλαίει σαν μικρό παιδί στην ποδιά της αδελφής του, εκλιπαρώντας παρηγοριά και σωτηρία.
Συγκλονιστική η ερμηνεία του ηθοποιού, δημιουργεί έναν Γκάγεφ, που δεν μπορεί κανείς παρά να τον αγαπήσει και να τον λυπηθεί.

Τα τρία αυτά πρόσωπα η Λιούμπα, ο Γκάγεφ και ο Φιρς εκπροσωπούν το καθεστώς, που παρέρχεται. Τα δύο αδέλφια ζουν νοερά σε ένα παράλληλο σύμπαν και η πραγματικότητα θα τους συνθλίψει. Ο Φιρς είναι πάντα ο υπηρέτης, και παρά την απελευθέρωση των δουλοπάροικων, δεν υφίσταται πέρα από αυτόν του τον ρόλο και μοιραία εμμένει σ’ αυτόν μέχρι το τέλος και ακολουθεί την πορεία του παλιού καθεστώτος.

Ο Λοπάχιν, αλλά και ο Τροφίμωφ, ο ιδεαλιστής δάσκαλος του νεκρού παιδιού της Λιούμπα εναντιώνονται στη μοιρολατρία, που χαρακτήριζε τότε τη ρωσική κοινωνία και παρακινούν τους γύρω τους να δρουν για τη διαμόρφωση της μοίρας τους. Ο Λοπάχιν (Μπάμπης Χατζηδάκης) απεγνωσμένα προειδοποιεί τη Λιούμπα και τον Γκάγεφ ότι το κτήμα τους θα δημοπρατηθεί το φθινόπωρο. Συμβουλή του είναι να διαιρεθεί σε οικόπεδα που θα πουληθούν για θερινές κατοικίες. Και μόνο η σκέψη της καταστροφής του Βυσσινόκηπου τους θλίβει και απορρίπτουν κάθε συζήτηση. Ο Λοπάχιν εκπροσωπεί το νέο κόσμο, που δεν έχει χώρο για τη Λιούμπα και τους ομοίους της.

Εξαιρετική η σκηνή που ο αγενής και κομπλεξικός Λοπάχιν επιτέλους παίρνει την «εκδίκησή» του ως νέος ιδιοκτήτης του Βυσσινόκηπου. Η λεπτή ερμηνεία της Μαίρης Βιδάλη και του Μπάμπη Χατζηδάκη αποκαλύπτουν λεπτομέρειες της ψυχοσύνθεσης και των δυο. Ο Λοπάχιν σέβεται τη Λιούμπα, αλλά χαιρέκακα πανηγυρίζει που κέρδισε τον Βυσσινόκηπο, ενώ την είχε προειδοποιήσει και εκείνη τον αγνοούσε, νιώθει μια άγρια ικανοποίηση ότι έπιασε το θήραμά του, αυτή, που τον έβλεπε σα γιο του κολίγα της.

Ο Τροφίμωφ (Κωνσταντίνος Τσιομίδης) είναι η φωνή του ίδιου του Τσέχωφ. Ένας άνθρωπος οραματιστής μιας δίκαιης κοινωνίας, βασισμένης πάνω στον κόπο του καθενός, ιδανικός μέντορας για την Άνια (Ροδούλα Χαμηλοθώρη), τόσο δροσερή και γλυκιά φωνάζει την ανάγκη της να βγει από το τέλμα αυτής της αριστοκρατίας και να ξεχυθεί στον κόσμο. Διαπνέονται από ρομαντικές ιδέες και δεν βλέπουν ότι είναι ερωτευμένοι.

Η σκηνοθεσία του Γιάννη Μόρτζου συνδύασε σωστά το δράμα με την κωμωδία. Σε αυτό συνέβαλε η κλοουνερί της Σαρλότ (Μαρλέν Κάραλη), που τους διασκεδάζει με το παιχνίδι με τα χαρτιά, το τραγούδι της Ντουνιάσα και η δροσερή παρουσία της Άνια.

Ο Επιχόντωφ (Χρήστος Μαραθιάς), ο γραμματέας, που σκοντάφτει σε κάθε του βήμα, παθαίνει το ένα ατύχημα μετά το άλλο και όλο γυροφέρνει την Ντουνιάσα, που δεν χάνει την ευκαιρία να τον εξευτελίζει.

Ο Πίσχιν (Βασίλης Τραϊφόρος), ένας γείτονας κτηματίας, προκαλεί και εκείνος το γέλιο. Μπερδεύεται στα πόδια των κατοίκων του σπιτιού και ενοχλεί, καθώς ζητά φορτικά δανεικά από όλους. Ο Γιάσα (Σωτήρης Αντωνίου), ένας υπερφίαλος υπηρέτης, έχει γοητεύσει την Ντουνιάσα, αλλά ανυπομονεί να επιστρέψει στο Παρίσι με τη Λιούμπα, καθώς έχει μάθει πια στη σαμπάνια και το χαβιάρι.

Υπέροχη η φωνή της Ντουνιάσα (Κατερίνα Σωτηρίου), απαιτητική ερμηνεία, καθώς τραγουδά με συνοδεία αντίστοιχης ηχογραφημένης μουσικής του Θάνου Γεωργουλά , ειδικά για την παράσταση.

Η Βάρυα (Ρόουζ Μουτζούρη) είναι εγκλωβισμένη στο ρόλο της. Υπέροχη, αλλά αδικαίωτη. Ένα ρόδο που μαραίνεται. Αυστηρή και ευαίσθητη, φροντίζει το σπίτι. Θα μείνει πάντα η πιστή εργάτρια, ο πυλώνας κάποιου άλλου σπιτιού, αφού θα πρέπει να εγκαταλείψει τον Βυσσινόκηπο.

Ο σκηνοθέτης Γιάννης Μόρτζος ακολούθησε απολύτως το κείμενο του Άντον Τσέχωφ, με τη μέθοδο διδασκαλίας του Κάρολου Κουν και έτσι ο Τσέχωφ του δεν έχει ενταχθεί σε πειραματικές διασκευές. Παρουσίασε στη σκηνή την «πραγματικότητα» όσο πιο κοντά στην «αληθινή ζωή» γινόταν και μας χάρισε μια καλοστημένη παράσταση, με υπέροχες ερμηνείες.

***

ΤΟ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ ΣΑΣ ΕΔΩ ΜΕ ΕΝΑ «ΚΛΙΚ»

«Ο Βυσσινόκηπος» του Άντον Τσέχοφ από Μαίρη Βιδάλη και Γιάννη Μόρτζο στο «Διάχρονο»

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -