16.4 C
Athens
Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

«Ο χορός του Ζαλόγγου» όπως τον είδαν οι Θεόφιλος, Διονύσιος Σολωμός και Σπυρίδων Περεσιάδης

Επιμέλεια: Παναγιώτης Μήλας

 

Την Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 1803 οι Σουλιώτισσες χόρεψαν το χορό του Ζαλόγγου και έπεσαν στον γκρεμό μαζί με τα παιδιά τους, για να μην παραδοθούν στους Τούρκους. Αυτές οι μανάδες με την πράξη τους έδωσαν νέα ώθηση στους αγώνες των Ελλήνων για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού.

Ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός, ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος, ο συγγραφέας Σπυρίδων Περεσιάδης αλλά και ο σύγχρονος γλύπτης Γιώργος Ζογγολόπουλος αφιέρωσαν έργα τους στη θυσία αυτών των γυναικών.

 

***

 

«Εις τον θάνατον του Λόρδου Μπάιρον»

Του Διονυσίου Σολωμού
(Απρίλιος 1824)

[…]

101

Τὲς ἐμάζωξε εἰς τὸ μέρος
τοῦ Τσαλόγγου τὸ ἀκρινὸ
τῆς ἐλευθεριᾶς ὁ ἔρως
καὶ τὲς ἔμπνευσε χορό.

102

Τέτοιο πήδημα δὲν τὸ εἶδαν
οὔτε γάμοι, οὔτε χαρές,
καὶ ἄλλες μέσα τους ἐπήδαν
ἀθωότερες ζωές.

103

Τὰ φορέματα ἐσφυρίζαν
καὶ τὰ ξέπλεκα μαλλιά,
κάθε γύρο ποὺ ἐγυρίζαν
ἀπὸ πάνου ἔλειπε μιά.

104

Χωρὶς γόγγυσμα κι ἀντάρα
πάρα ἐκείνη μοναχά,
ὁποῦ ἔκαναν μὲ τὴν κάρα,
μὲ τὰ στήθια, στὰ γκρεμά.

105

Στὰ ἴδια ὄρη ἐγεννηθῆκαν
καὶ τὰ ἀδάμαστα παιδιά,
ποὺ τὴν σήμερο ἐχυθῆκαν
πάντα οἱ πρῶτοι στὴ φωτιά.

 

[…]

 

***

 

«Ο χορός του Ζαλόγγου», ή «Οι Σουλιώτισσες» του Claude Pinet , ελαιογραφία σε καμβά, Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη.

 

Δέκα χρόνια μετά την «Γκόλφω», που είναι ένα «δράμα ειδυλλιακόν εις πράξεις πέντε», ο Σπυρίδων Περεσιάδης γράφει μια «Εθνική τραγωδία εις πράξεις τέσσαρας» με τον τίτλο «Ο χορός του Ζαλόγγου». Το βιβλίο εκδόθηκε το 1903 στην Αθήνα από τον Εκδοτικό Οίκο Γεωργίου Δ. Φέξη. Το κείμενο έχει την υπογραφή του Σπύρου Περεσιάδου (1864-1918) ενώ την επιμέλεια υπογράφει ο Νικόλαος Ι. Λάσκαρης (1868-1945). Το βιβλίο φυλάσσεται στη Θεατρική Βιβλιοθήκη της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Η πρώτη παράσταση δόθηκε το Σάββατο 25 Ιουνίου 1904 στο «Θέατρο Αθήναιον».

Στο έργο του Περεσιάδη η σκηνική οδηγία της σκηνής ζ΄ της τέταρτης πράξης αναφέρει χαρακτηριστικά πως «όλες οι γυναίκες σχηματίζουν αλυσίδα ελληνικού χορού και ψάλλουν το κάτωθι άσμα. Ανεβαίνουν στην κορυφή του βράχου και εκ περιτροπής γκρεμίζονται στην άβυσσο» και συνεχίζει βάζοντας τις γυναίκες να τραγουδούν το γνωστό δημοτικό τραγούδι «Έχετε γεια βρυσούλες, λόγοι, βουνά, ραχούλες». Οι Σουλιωτοπούλες χαρακτηρίζονται από τον Δράκο ως Νεράιδες. (σκηνή β’, πράξη β’). Έντονο είναι επίσης το θρησκευτικό στοιχείο (προσευχές, εκκλησίες) και συχνά τα δημοτικά τραγούδια (η δεύτερη πράξη ξεκινάει με ένα δημοτικό τραγούδι για το Σούλι).

 

***

 

Ο φιλόλογος Αλέξης Πολίτης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, υποστήριξε σε άρθρο του στο περιοδικό «Ο Πολίτης» (2005), ότι τραγούδι, που συνόδευε το χορό, το πασίγνωστο «Έχε γεια καημένε κόσμε» αναφέρεται για πρώτη φορά το 1908. Από το έτος αυτό το θεατρικό έργο «Ο Χορός του Ζαλόγγου», διαδόθηκε ευρύτατα στον ελλαδικό χώρο, μέσα από παραστάσεις «μπουλουκιών» και ερασιτεχνικών τοπικών θιάσων.

***

«O Χορός του Ζαλόγγου»
Στίχοι: Σπύρος Περεσιάδης
Μουσική: Ιωάννης Σακελλαρίδης

*
Έχε γεια καημένε κόσμε,
έχε γεια γλυκιά ζωή
Και ‘συ δύστυχη πατρίδα
έχε γεια παντοτινή.

Έχετε γεια βρυσούλες
λόγγοι, βουνά, ραχούλες
Έχετε γεια βρυσούλες
και σεις Σουλιωτοπούλες

Στη στεριά δε ζει το ψάρι
ούτ’ ανθός στην αμμουδιά
Κι οι Σουλιώτισσες δεν ζούνε
δίχως την ελευθεριά.

Έχετε γεια βρυσούλες
λόγγοι, βουνά, ραχούλες

 

***

 

«Ο Χορός του Ζαλόγγου» είναι ένα έμμετρο τετράπρακτο δραματικό ειδύλλιο. Είναι γραμμένο σε δημοτικοφανή δεκαπεντασύλλαβο ανομοιοκατάληκτο στίχο και δημοτική γλώσσα. Τα πρόσωπα που παίρνουν μέρος στη δράση είναι δέκα από τα οποία τέσσερις γυναίκες.
Συμμετέχει Χορός ένοπλων αντρών και γυναικών. Οι χαρακτήρες του έργου είναι πρόσωπα που συμμετέχουν ο καθένας με τον δικό του τρόπο στις περιπέτειες του γένους κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, λίγο πριν από την επανάσταση του 1821. Ανάμεσα στους χαρακτήρες διακρίνουμε διάφορες στερεοτυπικές κατηγορίες ανθρώπων, όπως ήταν οι αγωνιστές και οι προδότες. Κυρίως όμως βλέπουμε τη συμβολή και την αγωνιστικότητα των γυναικών που τολμούν να «απαρνηθούν» ακόμα και να σκοτώσουν το μέλος της οικογένειας που δείλιασε και να ταχτούν απέναντί του, προκειμένου να στηρίξουν τον εθνικό αγώνα.
Ο Δράκος διακατέχεται από ερωτικό παραλήρημα όταν αντικρίζει την αρματωμένη κλεφτοπούλα Κρίνω ως άλλη ένοπλη θεά Αθηνά. Προβάλλεται το εθνικό καθήκον ως η υπέρτατη αξία, ξεπερνώντας τα μητρικά και συζυγικά καθήκοντα. Η κόρη και η γυναίκα του προδότη Πήλιου όχι μόνο δεν στηρίζουν την απόφασή του να συνεργαστεί με τον Αλή αλλά φτάνουν στο σημείο να τον σκοτώσουν. Επίσης το γεγονός ότι η Κρίνω θεωρεί δίκαιο να στιγματιστεί ως η αδερφή του προδότη και να πληρώσει με την προσωπική της δυστυχία σ’ αυτό, αποδεικνύει πως το εθνικό καθήκον είναι ανώτερο από τον έρωτα και τη ζωή. Το έργο τελειώνει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπου, σύμφωνα με τη θρυλική ιστορία δεκαοχτώ χρόνια πριν από την ελληνική επανάσταση, έγινε μια ομαδική αυτοκτονία γυναικών από το όρος του Ζαλόγγου στο Σούλι.

 

***

 

«Ο χορός του Ζαλόγγου», λεπτομέρεια από του έργο του Ανδρέα Βρανά.

Ο δημοσιογράφος Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης σε κείμενό του αναφέρει όλα όσα προηγήθηκαν πριν φτάσουν οι Σουλιώτισσες, σ’ αυτή τη συγκλονιστική πράξη.

 

«Το θέρος του 1803, ο Αλή πασάς πολιορκεί το Σούλι, σφίγγει το κλοιό και οι πολιορκημένοι Σουλιώτες υποφέρουν από έλλειψη τροφίμων και πολεμοφοδίων. Όμως, με τη βοήθεια ενός Σουλιώτη προδότη, του Πήλιου Γούση, καταλαμβάνει το στρατηγικής σημασίας χωριό Αβαρίκο, κυκλώνοντας τους Σουλιώτες. Μερικοί καταφεύγουν στο Κούγκι και άλλοι στο λόφο της Μπίρας. Από τις θέσεις αυτές, αποκρούουν τις λυσσώδεις επιθέσεις των Αλβανών.

Το Νοέμβρη, η θέση των Σουλιωτών γίνεται τραγική και στα μέσα Δεκέμβρη καταφθάνει ο αντιπρόσωπος της Ρωσίας στην Πολιτεία των Επτανήσων, Μοτσενίγος, με ρητή διαταγή του Ρώσου καγκελαρίου, κόμη Βοροτσώφ να επέμβει, δαπανώντας όσα χρειάζονταν για να διασώσει το Σούλι. Αρκετοί Σουλιώτες, εξαντλημένοι από την πείνα και τις κακουχίες, αποφασίζουν μέσα στην απόγνωση τους να εφορμήσουν με τα γιαταγάνια στα χέρια και με γιουρούσια διασπούν τον κλοιό των πολιορκητών και διαφεύγουν.

Στις 12 Δεκεμβρίου 1803, ο καλόγερος Σαμουήλ στο Κούγκι, με πέντε μοναχούς, προβαίνει σε μια παράτολμη ενέργεια. Μόλις μπήκαν οι άντρες του Αλή Πασά, βάζει φωτιά στην πυριτιδαποθήκη και ανατινάσσονται στον αέρα μαζί με πολλούς Αλβανούς.
Έξαλλος ο Αλής διατάσσει γενική επίθεση εναντίον των Σουλιωτών, που έφευγαν σε δυο κατευθύνσεις. Η μια προς την Πάργα και η άλλη προς το χωριό Ζάλογγο. Οι πρώτοι, πολεμώντας γενναία έφτασαν στον προορισμό τους, αλλά οι 100 οικογένειες που κατέφυγαν στο Ζάλογγο, δέχτηκαν τις μανιώδης επιθέσεις των Αλβανών. Ένα σώμα με τον Κίτσο Μπότσαρη κατόρθωσε να διαφύγει με απώλειες, διασπώντας τις γραμμές των πολιορκητών.

Όμως, 22 γυναίκες με τα παιδιά τους και έξι άντρες που εγκλωβίστηκαν, για να μην πέσουν στα χέρια των Αλβανών, αφού έριξαν πρώτα τα παιδιά τους στον γκρεμό από το ψηλότερο σημείο, το βράχο «Στεφάνι», στη συνέχεια έπεσαν και οι ίδιες, προτιμώντας το θάνατο από την ατίμωση και την αιχμαλωσία.

Ο κόμης Γεώργιος Μοτσενίγος (Ζάκυνθος, περ. 1765 – Βενετία, 1836), Επτανήσιος διπλωμάτης στην υπηρεσία της Ρωσίας, εντυπωσιασμένος από τη συγκινητική θυσία των Σουλιωτισσών, ενημέρωσε την Αγία Πετρούπολη για όσα έγιναν, τα οποία αναφέρει και ο λόρδος Βύρων σε ποίημα που έγραψε αργότερα για το χορό του Ζαλόγγου.

***

Ο Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης θυμίζει ότι απαντήσεις στους σημερινούς αμφισβητίες του γεγονότος, έχουν δοθεί και από τον στρατιωτικό – συγγραφέα Χριστόφορο Περαιβό και από τον ιστοριοδίφη – συγγραφέα Γιάννη Βλαχογιάννη.

 

***

 

Επίσης ο Κοντογιαννίδης δημοσιεύει αποσπάσματα ξένων που βρίσκονταν στο Ζάλογγο τη συγκεκριμένη περίοδο. Οι απόψεις τους διίστανται μόνο στον αριθμό των γυναικών:

•Ο Φραγκίσκος Πουκεβίλ, Γάλλος διπλωμάτης και περιηγητής, γράφει στο 3τομο βιβλίο του: «Ηρωικό θάρρος 60 γυναικών που κινδύνευαν να παραδοθούν στη σκλαβιά των Τουρκαλβανών. Ρίχνουν τα παιδιά τους πάνω στους πολιορκητές σαν να ήταν πέτρες. Έπειτα, πιάνοντας το τραγούδι του θανάτου και κρατώντας η μια το χέρι της άλλης, ρίχτηκαν στο βάθος της αβύσσου».

•Ο Κλωντ Φωριέλ, Γάλλος ιστορικός και ακαδημαϊκός, αναφέρει: «Οι περισσότερες απ’ τις 60 γυναίκες ήταν μητέρες, αρκετά νέες, και είχαν μαζί τα παιδιά τους, άλλες στο βυζί ή στην αγκαλιά, άλλες τα κρατούσαν από το χέρι. Η κάθε μια πήρε το δικό της, το φίλησε για τελευταία φορά και το έριξε ή το έσπρωξε γυρνώντας το κεφάλι στον διπλανό γκρεμό. Μετά, πιάστηκαν από τα χέρια και άρχισαν ένα χορό, κοντά στην άκρη του γκρεμού και μία μία ρίχνεται κάτω στο φοβερό βάραθρο ως την εξηκοστή».

•Ο Ιάκωβος Μπαρθόλντι, Πρώσος διπλωμάτης-περιηγητής, έγραψε στο βιβλίο «Ταξίδι στην Ελλάδα 1803-04»: «39 γυναίκες γκρεμίστηκαν από τα βράχια με τα παιδιά τους, που μερικά βύζαιναν ακόμα».

•Ο Γουλιέλμος Μαρτίνος Ληκ, Άγγλος στρατιωτικός-περιηγητής, έγραψε στο σύγγραμμα «Περιήγηση στην Ελλάδα»: «Έξι άνδρες και 22 γυναίκες ρίχτηκαν από τα βράχια από το ψηλότερο σημείο του γκρεμνού, προτιμώντας έτσι να μην πέσουν ζωντανοί στα χέρια των εχθρών τους. Πολλές γυναίκες που είχαν παιδιά, τις είδαν να τα ρίχνουν με δύναμη προτού εκείνες κάνουν το μοιραίο πήδημα».

 

***

 

Ο λαϊκός μας ζωγράφος Θεόφιλος Χατζημιχαήλ, στο έργο του με τον τίτλο «Ο Χορός του Ζαλόγγου», γράφει: Οι Σουλιόταις να μην υποκίψουν εις τον ζυγόν του Αλή πασα απεφάσισαν οι γυναίκες αυτών να ανέβου εις τους βράχους του Ζαλόγγου εκυμάτισαν κύκλο χορόν και εγκρεμίζοντο από τους βράχους του Ζαλόγγου εις τον Αχέρωντα ποταμόν του Σουλίου το 1808. οι δε άνδρες έπεσαν μαχόμενοι». Το έργο του Θεοφίλου Γ. Χ. Μιχαήλ με ημερομηνία 1929 – που βλέπουμε στην αρχή του κειμένου – βρίσκεται στο Μουσείο Θεόφιλου, στη Βαρειά Μυτιλήνης.

 

***

 

Το μνημείο στο μαρτυρικό Ζάλογγο. Έργο του Γιώργου Ζογγολόπουλου.

 

 

Για το επιβλητικό μνημείο που τοποθετήθηκε στο Ζάλογγο οι εργασίες κατασκευής ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 1954 και ολοκληρώθηκαν το 1960 υπό την γενική επίβλεψη του Γιώργου Ζογγολόπουλου και του Πάτροκλου Καραντινού, οι οποίοι παραιτήθηκαν από οποιαδήποτε αμοιβή τους σχετική με το έργο. Η τεχνική εφαρμογή ανατέθηκε στον μαρμαροτεχνίτη Ελευθέριο Γυφτόπουλο ύστερα από πρότασή του Ζογγολόπουλου και του Καραντινού. Στην ανατολική πλευρά της βάσης του έργου, σώζεται από τα αρχικά στάδια κατασκευής του πλάκα η οποία αναγράφει: «Γεώργιος Ζογγολόπουλος γλύπτης, Πάτροκλος Καραντινός αρχιτέκτων, τεχνική επιμέλεια Ελευθέριος Γυφτόπουλος». Τα εγκαίνια έγιναν το Σάββατο 10 Ιουνίου 1961.

 

 

 

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -