«Αγωνιζόμαστε για να προφτάσουμε την αυγή και το αύριο, για να δημιουργήσουμε νέους χρόνους κι εποχές, στο μπόι των ονείρων μας, στο μπόι των ανθρώπων – Έτσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα, με την καρδιά μας και με το αίμα μας».
Μια αμφιλεγόμενη μορφή της ελληνικής ιστορίας, ήρωας για τους κομμουνιστές και την αριστερά, παράνομος του ΚΚΕ και προδότης για κάποιους άλλους. Ναι, ήταν μια αμφιλεγόμενη φυσιογνωμία, όμως δεν μπορούμε να αρνηθούμε κάτι. Ήταν μια αξιοπρόσεκτη φυσιογνωμία, που υποστήριζε τα πιστεύω του μέχρι τον θάνατό του. Αν αυτά ήταν θετικά ή αρνητικά, θα το κρίνει η Iστορία.
Γεννήθηκε στην Αμαλιάδα το 1915. Ο πατέρας του είχε ξενοδοχείο και η οικογένειά του είχε μια οικονομική άνεση. Ήταν καλός μαθητής και πέρασε με εξετάσεις στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Από τα 19 του χρόνια εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Δεν αποφοίτησε ποτέ γιατί συνελήφθη ως μέλος του παράνομου ΚΚΕ και φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία στα χρόνια του Μεταξά.
Το 1940, όταν ξέσπασε ο πόλεμος, ήταν ακόμα στη φυλακή. Ζήτησε μαζί με πολλούς συγκρατούμενούς του κομμουνιστές να πολεμήσει στην πρώτη γραμμή, αλλά η τότε κυβέρνηση αρνήθηκε το αίτημά του. Τον Απρίλιο του 1941, παραδόθηκε ως κομμουνιστής κρατούμενος στους Γερμανούς.
Δύο χρόνια αργότερα θα δραπετεύσει και αμέσως θα ενταχθεί στον ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο. Ο τίτλος που θα πάρει είναι εκείνος του πολιτικού επιτρόπου. Από το 1944 υπήρξε στενός συνεργάτης του Άρη Βελουχιώτη, όταν αυτός κατέβηκε με τους συντρόφους του στη νότια Ελλάδα.
Στον Εμφύλιο που ακολούθησε διατήρησε τον τίτλο του πολιτικού επιτρόπου, αυτή τη φορά της 10ης Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Η ήττα στον Εμφύλιο έφερε σε δύσκολη θέση όλα τα μέλη του ΚΚΕ, αφού το κόμμα κρίθηκε ξανά παράνομο. Ο Αύγουστος του 1949, θα βρει τον Νίκο Μπελογιάννη πολιτικό πρόσφυγα στην Πολωνία.
Ένα χρόνο αργότερα, με εντολή του Νίκου Ζαχαριάδη, θα επιστρέψει στην Αθήνα για να ανασυγκροτήσει τις παράνομες οργανώσεις του ΚΚΕ. Έξι μήνες μετά θα συλληφθεί, θα δικαστεί με βάση τον Αναγκαστικό Νόμο 509/1947, που θεωρούσε εγκληματική οργάνωση το ΚΚΕ και το είχε κηρύξει παράνομο. Επίσης, κατηγορήθηκε ως κατάσκοπος της Σοβιετικής Ένωσης.
Η πρώτη του δίκη άρχισε τον Οκτώβριο του 1951 μαζί με άλλους 92 κατηγορούμενους και έκτακτο στρατοδίκη, τον μετέπειτα δικτάτορα του 1967, Γεώργιο Παπαδόπουλο. Δύο μήνες μετά το δικαστήριο θα επιβάλει 12 θανατικές καταδίκες. Όμως η διεθνής κατακραυγή θα αναγκάσει τον πρωθυπουργό Νικόλαο Πλαστήρα να δηλώσει ότι οι ποινές δεν θα εκτελεστούν.
Όμως η Ασφάλεια ανακαλύπτει παράνομους ασυρμάτους στην Καλλιθέα και στη Γλυφάδα, με τον Μπελογιάννη να παίρνει το φταίξιμο ως επικεφαλής της ανασυγκρότησης του ΚΚΕ. Οι στρατοδίκες επιστρατεύουν τον νόμο περί κατασκοπείας. Έτσι το 1952, ο Μπελογιάννης θα δικαστεί ξανά.
Η δίκη θα ξεκινήσει στα μέσα Φεβρουαρίου. Ο Μπελογιάννης αρνείται τις κατηγορίες. Στην υπερασπιστική του γραμμή εντάσσει και όσα έκανε ο ίδιος αλλά και το ΚΚΕ για την πατρίδα, κατά τη διάρκεια της κατοχής. Η δίκη θα πάρει μεγάλη δημοσιότητα και έξω από τα σύνορα. Τότε θα γίνει γνωστός και ως ο «άνθρωπος με το γαρύφαλλο», από ένα κόκκινο γαρύφαλλο που κρατούσε στην δίκη του καθημερινά. Ακόμα και ο Πάμπλο Πικάσο, εμπνεύστηκε από την εικόνα του να κρατάει το γαρύφαλλο.
Η κυβέρνηση Πλαστήρα έλαβε εκείνη την περίοδο πάνω από 250.000 τηλεγραφήματα για να σωθεί. Πάμπλο Πικάσο, Ζαν – Πωλ Σαρτρ, Τσάρλι Τσάπλιν, Ζαν Κοκτώ ακόμα και ο στρατηγός Σαρλ Ντε Γκολ, έστειλαν μηνύματα για τη διάσωσή του. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Σπυρίδων, έκανε παρέμβαση υπέρ του: «Έχω συγκλονιστεί από το ηθικό μεγαλείο του Μπελογιάννη. Το θεωρώ ανώτερο και από των πρώτων χριστιανών, γιατί ο Μπελογιάννης δεν πιστεύει ότι υπάρχει μέλλουσα ζωή».
Όμως την 1η Μαρτίου, ο Μπελογιάννης μαζί με άλλους πέντε συντρόφους του, ανάμεσά τους και η σύντροφός του Έλλη Παππά, θα καταδικαστούν σε θάνατο. Λίγο αργότερα, ο Νίκος Πλουμπίδης, στέλεχος του ΚΚΕ, θα στείλει μια επιστολή, αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τους ασυρμάτους, ενώ υποσχέθηκε ότι θα παραδοθεί αν αφήσουν ελεύθερο τον Μπελογιάννη. Το ΚΚΕ χαρακτηρίζει την επιστολή ως τέχνασμα της Ασφάλειας, αλλά διαγράφει τον Πλουμπίδη ως συνεργάτη τους. Η Ασφάλεια από την άλλη τη θεωρεί γνήσια, αλλά αρνείται οποιαδήποτε συνδιαλλαγή με τον καταζητούμενο Πλουμπίδη.
Τα ξημερώματα της 30ης Μαρτίου του 1952, τέσσερις από τους έξι καταδικασθέντες, ανάμεσά τους και ο Μπελογιάννης (η Έλλη Παππά πήρε χάρη λόγω του παιδιού του Μπελογιάννη που γέννησε στη φυλακή, ενώ χάρη πήρε και ο νεαρός τότε Τάκης Λαζαρίδης), θα οδηγηθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα και θα εκτελεστούν δια τυφεκισμού.
Η εκτέλεση έγινε λίγο μετά της 4, μια ασυνήθιστη ώρα, μάλλον για να αποφύγουν οι αρχές τους υπέρμαχους της απονομής χάριτος. Ο Μπελογιάννης με τον θάνατό του, έγινε ένας από τους μεγαλύτερους ήρωες της Αριστεράς στην Ελλάδα, αλλά και εκτός. Λίγες μέρες αργότερα, διάφορες σοσιαλιστικές χώρες έδωσαν το όνομά του σε πλατείες, ενώ «Μπελογιάννης» ονομάστηκε και ένα χωριό στην Ουγγαρία που στέγαζε Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες. Το όνομα του χωριού υπάρχει μέχρι και σήμερα.
Ο Μπελογιάννης ή ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο έχει προκαλέσει σημαντικές ιστορικές διχογνωμίες για τον ρόλο του στον εμφύλιο πόλεμο.
Δυστυχώς για όσους θέλουν να παρουσιάζουν τον Μπελογιάννη ως ένα αριστερό ιδεολόγο ανθρωπιστή, η πραγματικότητα είναι ότι διαδραμάτισε πολύ σκοτεινό ρόλο στις κτηνωδίες του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο.
Ο Γιάννης Καραμούζης, στέλεχος του ΕΑΜ Μεσσηνίας και μέλος της Λαϊκής Επιτροπής, ήταν παρών και γράφει: «…τόσον ο Άρης όσον και ο Κουλαμπάς έβαλαν πόστα τα στελέχη του ΕΛΑΣ γιατί δεν εξετελέσθησαν όλοι επί τόπου, αλλά τους έπιασαν ζωντανούς»
Η διαταγή, που εκδόθηκε και γραπτώς, είναι η Ε.Π.Ε. 330 της ΙΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου με την υπογραφή του Βελουχιώτη και ημερομηνία 15 Σεπτεμβρίου 1944.
Στο σχετικό απόσπασμα διαβάζουμε: «…..
Διά τελευταίαν φοράν διακηρρύσσομεν δημοσία ότι πας ανήκων εις τα Εθνοπροδοτικά Τάγματα, όστις ήθελε παραδοθή ημίν και παραδώση τον οπλισμόν του εντός 24 ωρών από της κοινοποιήσεως της παρούσης θα του εξασφαλισθή απολύτως η ζωή και η ελευθερία επανόδου εις την οικίαν του.
Μετά την εκπνοήν της άνω προθεσμίας πας εξ αυτών συλλαμβανόμενος κατά την διάρκειαν της μάχης ή άλλως ένοπλος θα τυφεκίζεται επί τόπου».
Ο Καραμούζης γράφει: «…
Ο Άρης και οι αντιπρόσωποι του κόμματος Κουλαμπάς και Ν. Μπελογιάννης είχαν πάρει την απόφασιν.
Όλοι έπρεπε να εκτελεσθούν…».
Σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες, και ο ίδιος ο Βελουχιώτης δεν έφυγε με «άδεια χέρια» από το Μπεζεστένι.
Όταν, μεταξύ των κρατουμένων, ανεγνώρισε τον χωροφύλακα Χαράλαμπο Κουτσόγιαννη από τη Στερεά Ελλάδα «…διέταξε έναν αντάρτη και τον πήρε…»!
Με απόφαση δύο Μεσσήνιων καπετάνιων του ΕΛΑΣ, του διοικητή του 8ου Συντάγματος Λακωνίας, ταγματάρχη Σωτήρη Ρουμπέα, και του επιτελάρχη της 9ης ταξιαρχίας, λοχαγού Σταύρου Νικολόπουλου, ορίσθηκε μια διμοιρία του 1ου Τάγματος του 8ου Συντάγματος Λακωνίας του ΕΛΑΣ, γύρω στους 35 αντάρτες, από τα χωριά του Πάρνωνα, να μείνουν στον Μελιγαλά για να εκτελέσουν τους αιχμαλώτους. Μαζί με αυτούς συγκροτήθηκε και μια Ομάδα 30 περίπου Πολιτοφυλάκων και εφεδροΕΛΑΣιτών από τον Μελιγαλά και τη γύρω περιοχή.
Επικεφαλής των δύο ομάδων εκτελεστών, της διμοιρίας του ΕΛΑΣ και των Πολιτοφυλάκων, τέθηκαν ο Γιώργος Μάντζαρης από τον Μελιγαλά, ο Νίκος Μητρόπουλος από το Κορυφάσσιο, και ο Δημήτρης Πιρπιρής από τους Γαργαλιάνους.
Ο Παντελής Μούτουλας, που, για το έργο του “ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ 1941-45”, συνέλεξε μαρτυρίες από ολόκληρη την Πελοπόννησο αναφέρει: «…
Τις εκτελέσεις, κατά τη συνήθη τακτική του ΕΛΑΣ, ανέλαβε αντάρτικο τμήμα από άλλη περιοχή, για να μην μπορούν οι εκτελεστές να αναγνωριστούν μελλοντικά.
Οι ενδείξεις οδηγούν σε μια διμοιρία του 8ου Συντάγματος από μαχητές της περιοχής Κοσμά-Τσιταλίων-Ασωπού…».
Ο Γιάννης Καραμούζης γράφει για το ίδιο θέμα: «…συγκροτήθηκε από τμήματα του ΕΛΑΣ εκτελεστικό απόσπασμα, υπό την διοίκησιν του Γ. Μάντζαρη και του Ν. Μητροπούλου».
Ενώ γίνονται αυτά, οι αυτοδικίες από αντάρτες και καπετάνιους του ΕΛΑΣ συνεχίζονται.
Αιχμάλωτοι καλούνται ονομαστικά έξω από το Μπεζεστένι και εκτελούνται.
Πιο συχνά σφάζονται, υπό απίστευτα φρικιαστικές συνθήκες.
Το σύνολο των θυμάτων των αυτοδικιών υπολογίζονται σε 100-150, συμπεριλαμβανομένων αυτών της πρώτης ημέρας, αμέσως μετά την είσοδο του ΕΛΑΣ στον Μελιγαλά.
Η διαταγή του Βελουχιώτη για εκκαθάριση των κρατουμένων, είτε δόθηκε όπως την παρουσιάζει ο Μπελάς, είτε με την πιο δραματική, φρικτή μορφή της:
–«Γιατί τους φυλάτε ακόμη όλους αυτούς.
Μαχαίρι», όπως είπαν άλλοι, είχε την ίδια απήχηση στα μέλη της Επιτροπής.
Αντί πλέον να κρίνουν ποιοι θα εκτελούνταν, ανέλαβαν να σχεδιάσουν την εκτέλεση όλων των κρατουμένων.
Η Επιτροπή κάλεσε σύσκεψη να συζητήσει τον τόπο και τον τρόπο εκτέλεσης και ταφής των πτωμάτων.
Τότε κάποιος έριξε την ιδέα να χρησιμοποιηθεί το μεγάλο φρεάτιο, η Πηγάδα, που είχε ανοιχτεί λίγα χρόνια πριν με πρωτοβουλία του ήδη νεκρού προέδρου της Κοινότητος του Μελιγαλά, Αλκιβιάδη Παπαδόπουλου, σε αναζήτηση πηγής νερού για την Κοινότητα.
Η Πηγάδα βρίσκεται βορειοδυτικά του Μελιγαλά, στα 2 περίπου χιλιόμετρα, προς το Νεοχώρι.
Όταν είχε ανοιχτεί λίγα χρόνια νωρίτερα, το βάθος της Πηγάδας έφθανε τα 27-28 μέτρα, αλλά το 1944 λόγω προσχώσεων το βάθος της είχε περιορισθεί στα 16-17 μέτρα.
Η διάμετρός της ήταν περίπου 8 μέτρα.
Για το ίδιο θέμα ο Καραμούζης γράφει: «…οι πολιτικές οργανώσεις στο σύνολό τους ζητούσαν και επραγματοποιείτο η εκτέλεσης κάθε συγχωριανού των που ευρέθη στου Μελιγαλά. Είναι γεγονός ότι, πολλά άτομα, ενδιαφέρθηκαν να σωθούν οι συμπατριώτες των ή μερικοί εξ αυτών.
Πολλοί κατόρθωσαν και γλίτωσαν πολλούς.
Γενικό φαινόμενον όμως και το σύνηθες ήτο, ότι οι οργανώσεις ησχολούντο με το να συλλέγουν ή να παρουσιάσουν στοιχεία “ότι τα άτομα του χωριού των ήταν υπεύθυνα γιά εγκλήματα και προδοτικές πράξεις”.
Αυτό ήταν το γενικό πνεύμα…».
Τι αναφέρεται στο βιβλίο του Ιωάννη Μπουγά:
“…Άρχιζε όμως να γεμίζει το Μπεζεστένι και ο τόπος γύρω από σκοτωμένους.
Τότε σκεφτήκανε το πηγάδι που το είχε βγάλει ο μακαρίτης ο Πρόεδρος, ο Παπαδόπουλος, για να βρει νερό για τον Μελιγαλά. Άρχισαν τότε να τους παίρνουν από εδώ το Μπεζεστένι και να τους πηγαίνουν εκεί,50-50, 100-100, 70, ανάλογα.
Δεμένους με σύρμα. Σε τριάδες, δυάδες, όπως τύχαινε.
-Εσύ μπάρμπα Γ. είδες με τα μάτια σου τέτοια κουστωδία να τους πηγαίνουν για την Πηγάδα;
– Ναι, και βέβαια! Δεν τους περνούσανε από δώ (σ.σ. όχι από τον κεντρικό δρόμο του Μελιγαλά που γινόταν η συνέντευξη).
Τους πηγαίνανε από κεί, τον άλλο δρόμο, του Τσίτουρα που τον λένε.
Ήταν ο Γυμνασιάρχης, ο Παναγιώτης, τον εκτέλεσαν με το παιδί του. (σ.σ. φαίνεται ότι ο Δήμος Μελιγαλά ονόμασε τον δρόμο με το όνομα του νεκρού Γυμνασιάρχη).
Τους πηγαίνανε δεμένους με το σύρμα.
Οι περισσότεροι ήταν σχεδόν γυμνοί και ξυπόλητοι.
Τα ρούχα τους και τα παπούτσια τα είχαν πάρει πριν να φύγουν από εδώ.
Πηγαίνοντας εκεί πέρα, στον τόπο της Πηγάδας, που τότε ήτανε κατηφορικό προς τα κάτω, τώρα είναι διαφορετικά, σταματούσανε στο πάνω μέρος σε μιά ελιά. Εκεί σταμάταγε η φάλαγγα. Κάτω ήταν το απόσπασμα.
Ένας ένας, άμα είχε τίποτε ρούχα του λέγανε “βγάλτα”.
Τα αφήνανε εκεί στην ελιά. Μετά του λέγανε προχώρα εκεί κάτω. Πήγαινε εκεί κάτω ο άνθρωπος, τον εκτελούσανε.
Οι άλλοι εδώ πάνω τα βλέπανε.
Σκέψου ο τελευταίος τι έβλεπε μέχρι να έρθει η σειρά του.
Εκεί λένε ότι τους ακούγανε να τραγουδάνε “έχε γειά καϋμένε κόσμε…” οι άνθρωποι.
Το χειρότερο ήταν αυτό.
Που βλέπανε αυτοί που περίμεναν τι γινότανε στους προηγούμενους.
Άντε τώρα να είναι 50, 100, και να περιμένεις.
Να βλέπεις εκεί κάτω άλλον να τον σφάζουν, άλλον να τον ντουφεκάνε, άλλον να του κόβουν το χέρι, ….
Όλους, παιδιά, παπάδες….
Αυτό ήταν απαράδεκτο πράγμα που έγινε.
Και το πράγμα είναι ότι αυτοί που εκτελούσανε τον κόσμο γίνανε ήρωες.
Εγώ δεν λέω, μπορεί και από αυτούς πέντε, δέκα, κάτι να έκαναν.
Αλλά να σκοτώσουνε όλο τον κόσμο;
Θυμάμαι ήταν ένας εξάδερφος της μάννας μου απο του Κατσαρού, και τον σκότωσαν τελευταία ώρα, με την τελευταία αποστολή. Παρότι ψάχνανε άνθρωποι να τον βρούνε, να τον βγάλουνε, διότι ήταν αθώος, δεν είχε κάνει τίποτα αυτός…”
Η οργανωμένη σφαγή στην Πηγάδα κράτησε τέσσαρες ημέρες. Ξεκίνησε το Σάββατο, 16 Σεπτεμβρίου, και τελείωσε την Τετάρτη το μεσημέρι, 20 Σεπτεμβρίου.
Οι απολογητές του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ, υποστηρίζουν ψευδώς ότι τα θύματα ήταν ταγματασφαλίτες και μόνο λίγοι άμαχοι, και ότι όλοι εκτελέστηκαν μετά τη μάχη σε μια έκρηξη αυτοδικιών, σε αντίποινα όσων είχαν υποφέρει τα γύρω χωριά από αυτούς νωρίτερα. Τι είδους αντίποινα και αυτοδικίες όμως ήταν αυτές που είχαν θύματα ολόκληρες οικογένειες; Με θύματα μαθητές και μαθήτριες 16 και 17 ετών; Τι μπορεί να είχαν κάνει στα μέλη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ οι μαθητές και οι μαθήτριες; Μεταξύ των θυμάτων μπορεί κανείς να διακρίνει εκατοντάδες περιπτώσεις που περισσότερα από ένα μέλη μιας οικογενείας εκτελέστηκαν, τι ακριβώς έγκλημα μπορεί να έκαναν όλες αυτές οι οικογένειες του Μελιγαλά και των γύρω χωριών και κωμοπόλεων; Πόσο τυχαίο μπορεί να είναι ένα γεγονός με θύματα τόσες οικογένειες;
Σε όλες τις ΕΑΜικές πηγές αναφέρεται, αορίστως και χωρίς συγκεκριμένα στοιχεία, ότι οι ταγματασφαλίτες του Μελιγαλά ήταν υπεύθυνοι εγκλημάτων.
Βεβαιωμένη είναι η εκτέλεση από ταγματασφαλίτες του χωριού Λεύκη, κρυφά από το διοικητή του ΤΑ ταγματάρχη Στούπα, του μέλους της ΟΠΛΑ Γαργαλιάνων Γεωργίου Παυλέα.
Φαίνεται ότι ο Παυλέας είχε κάποια εγκληματική δράση στην επίθεση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ στη Λεύκη (την 10/10/1943), ή είχε κατηγορηθεί για κάτι τέτοιο.
Επίσης, ο Σπύρος Ξιάρχος αναφέρει γύρω στα 15 ονόματα θυμάτων του Τάγματος από την περιοχή του Μελιγαλά, χωρίς να αναφέρει τίποτε για τη δράση τους και τις συνθήκες θανάτου τους. Αν για παράδειγμα, όλοι τους ή μερικοί απ’αυτούς, ήταν ένοπλα μέλη της ΟΠΛΑ που σκοτώθηκαν σε συμπλοκές με το ΤΑ ή σε δικές τους ενέδρες γύρω από τον Μελιγαλά;
Δεν πρέπει να λησμονείται ότι σε όλη την περίοδο ύπαρξης του ΤΑ του Μελιγαλά, συνέχιζαν τη τρομοκρατική δράση τους η ΟΠΛΑ και η Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ στη Μεσσηνία.
Ο Κατοχικός Εμφύλιος δεν είχε σταματήσει ποτέ.
Το ΤΑ Μελιγαλά είχε και αυτό αρκετούς νεκρούς και τραυματίες από ενέδρες του ΕΛΑΣ και της Πολιτοφυλακής του ΕΑΜ.
Τα περισσότερα θύματα το ΤΑ του Μελιγαλά τα είχε στην ανατίναξη της αμαξοστοιχίας στο Ρούτσι τον Ιούλιο 1944, όταν επέστρεφε από την Τρίπολη.
Ο ΕΛΑΣ έδειξε από νωρίς τις προθέσεις του στην Πελοπόννησο.
Η διάλυση της αντιστασιακής ομάδας του Στούπα, με τη μάχη της Λεύκης και οι πρώτες σφαγές (κατόπιν φρικτών βασανιστηρίων, οι επώνυμες μαρτυρίες αναρίθμητες) αθώων Ελλήνων πολιτών από τον ΕΛΑΣ, έδειξαν πού πήγαινε το πράγμα.
Κι όμως, αν και στην Αθήνα αλλά και αλλού ήδη είχαν αρχίσει να γίνονται πολλά “παράξενα”, λίγοι μπόρεσαν να υποθέσουν πού πήγαινε το πράγμα.
Αυτό, αν και ήδη οι μισοί Έλληνες και παραπάνω (όσοι αρνούνταν να συμπλεύσουν με το όργιο αίματος) είχαν ήδη χαρακτηριστεί από το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ “δωσίλογοι”, “προδότες”, “ταγματασφαλίτες”, “φασίστες” και άλλα.
Ακολούθησαν οι δολοφονίες του ταγματάρχη Χρήστου Καραχάλιου και του ίλαρχου Τηλέμαχου Βρεττάκου, αλλά και των δεκάδων συναγωνιστών τους ανταρτών.
Φυσικά, οι κομμουνιστές απέκρυπταν μέσω τρομοκρατικών μεθόδων τη γνωστοποίηση της ύπαρξης των στρατοπέδων συγκέντρωσης όπως εκείνα στο χωριό Χαλβάτσου και στην Ποταμιά (δύο από τα περίπου 35 στρατόπεδα που διατηρούσε ο ΕΛΑΣ), όπου δεινοπάθησαν εκατοντάδες Έλληνες.
Όλα δια χειρός του αιμοσταγούς και διεστραμμένου Γενικού Αρχηγού του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου Θανάση Κλάρα ή Άρη Βελουχιώτη (ανέλαβε το πόστο τον Απρίλιο του 1944, σκορπώντας τον όλεθρο), που έπνιξε στο αίμα το Βαλτέτσι (σκότωσαν εκεί οι κομμουνιστοσυμμορίτες πολλά γυναικόπαιδα), στο όνομα της “εκστρατείας” για το “κυνήγι της αντίδρασης”, αλλά και το Φενεό, όπου χάθηκαν εκατοντάδες Έλληνες, που ρίχτηκαν στο εκεί σπήλαιο.
Την ίδια ώρα, ο Μπελογιάννης, ο ηθικός αυτουργός των σφαγών στην Πελοπόννησο, οργάνωνε τους κομμουνιστές φανατίζοντάς τους, επιβάλλοντας μάλιστα την αρχή της “οικογενειακής ευθύνης” που οδήγησε στις μαζικές σφαγές.
Ακολούθησε η μάχη του Μελιγαλά (13-15 Σεπτεμβρίου 1944) και η σφαγή, μετά την πτώση της πόλης, άνω των χιλίων κατοίκων.
Ο Μπελογιάννης, μαζί με τον Κουλαμπά και τον Πανταζή Φράγκο, ζήτησαν από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ να μη μείνει τίποτα όρθιο και ζωντανό στο Μελιγαλά, ενώ από τον ασύρματο ο σφαγέας Άρης Βελουχιώτης διέταζε “προκειμένου περί ταγματασφαλιτών δεν πρέπει να γίνεται λόγος περί αιχμαλώτων”, όπως διαβάζουμε στο εξαιρετικό βιβλίο του διαπρεπούς ομογενή μας Γιάννη Μπουγά (με τίτλο “Ματωμένες μνήμες 1940-45”, εκδόσεις Πελασγός και γεμάτο αυθεντικές προσωπικές μαρτυρίες, ηχογραφημένες, από μάρτυρες των γεγονότων, στο συγγραφέα).
Όλα τα σπίτια των μη αριστερών λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν, ενώ οι “αντιδραστικοί” οδηγούνταν δεμένοι με καλώδια και σύρματα και κατά δεκάδες στην Πηγάδα στο Μπεζεστένι (δύο χλμ. ΒΔ του Μελιγαλά), όπου και δολοφονούνταν, αλλά και στα γύρω χωριά (μόνο στο Νεοχώρι εκτελέστηκαν 150 άτομα, ενώ στο Σολάκιο και στην Ανθούσα, 200).
Τα πτώματά τους τα πετούσαν στο βάραθρο.
Αυτές ήταν οι εντολές από τους Άρη Βελουχιώτη, Νίκο Μπελογιάννη, Νικολόπουλο, Κλάπα, Ρουμπέα, Μπλάνα, Ωριών, Κουλαμπά, Ακρίτα, Βασίλη Μπράβο, Στάθη Καναβό, Τάκη Δορκοφίκη, Γιάννη Καραμούζη, Ηλία Δεδούση και Στέλιο Διακουμογιαννόπουλο και την κομμουνιστική σία που παρείχε τις “καταστάσεις” του ΕΑΜ (πολλοί εκ των δραστών των δολοφονιών στο Μπεζεστένι ζουν ακόμη και παίρνουν σύνταξη αντιστασιακού, εκ των οποίων και κάποιος αντάρτης του ΕΛΑΣ από το χωριό Πλατύ, ο Μ., που έσφαξε ενώπιον πολλών μαρτύρων τον ίδιο τον αδελφό του, θέλοντας προφανώς να δώσει τα διαπιστευτήριά του).
Παραθέτουμε ονόματα μερικών εκ των κομμουνιστών δραστών των μαζικών δολοφονιών στην Πηγάδα, για την ιστορία:
Κωνσταντίνος Μπράβος, Διονύσιος Ελ. Σκλήρης, Ηλίας Σκλήρης, Σπύρος Ξιάρχος, Σπύρος Τζαβελέας, Χρήστος Νερούλιας, Αλέξανδρος Καραβίτης, Θόδωρος Καραβίτης, Παναγιώτης Νέζης, Γεώργιος Νέζης, Κωνσταντίνος Μάνεσης, Κυριάκος Μακρής, Χρήστος Γεωργανάς…
Δεν τους ξεχνούμε. Οικογένειες ολόκληρες Ελλήνων ξεκληρίστηκαν δια χειρός τους…
Πηγή: www.bankingnews.gr