Μαρία Ράπτη: «Χάρτινο μουσείο παράξενων γεγονότων», από τις «Εκδόσεις Θερμαϊκός»
Του Παναγιώτη Μήλα
Το κυνήγι του κρυμμένου ποιητή είναι «σιωπηλό». Τα μυστικά δάχτυλα ψάχνουν στο βεστιάριο της Βασίλισσας ενώ είναι τα ράφια κενά, από τη στάχτη.
Ο περίπατος των Σκιών συνεχίζεται ανάμεσα στα isoptera με το πράσινο χρώμα. Στο μεταξύ έγινε ανάκληση των bombyx mori τη στιγμή που το cocun και η Aris Regina αναζητούν το θραύσμα και το φίδι. Όπως διαπιστώνω οι ημέρες της Πανδώρας δεν έχουν τελειωμό.
Αν και είναι Κυριακή, το μουσείο είναι ανοικτό. Όπως είναι ανοικτό και κάθε μέρα και κάθε ώρα του 24ωρου. Το μουσείο αυτό δεν το κλείνει κανείς. Ούτε τις μέρες του καύσωνα… Η περιήγηση έχει ήδη αρχίσει. Στις 15 αίθουσες μάς περιμένουν τα εκθέματα. Βλέπω την όμορφη δασκάλα, την πιανίστρια αλλά και την ηλικιωμένη γυναίκα στο λυκόφως. Πιο ‘κεί στέκεται η υφάντρα με τον σιδερά και τον Πρόεδρο. Συζητούν για τα μάρμαρα που στερεύουν και τις ελιές που επεκτείνονται όταν ένα σύννεφο από ασπριδερές πεταλούδες διακόπτει την κουβέντα τους. Να όμως και ο πάτερ Ευτύχιος που έχει πρόβλημα με τις σωληνώσεις του νερού αλλά και τους τερμίτες.
Κάτω από βροχή –που είναι πολύτιμο γιατρικό– συνεχίζω τη βόλτα μου. Εδώ είναι και ο Συγγραφέας, και ο Δρομέας, και ο Ποιητής, και η Γριά αλλά και οι ξαφνιασμένοι οδηγοί. Γιατί άραγε;
Ίσως φταίνε τα πολυκαιρισμένα κλιμακοστάσια και οι λαβυρινθώδεις διάδρομοι που σχηματίζουν οι βιβλιοθήκες. Ίσως φταίει το ότι βρίσκομαι μπροστά σε μια λευκή κόλλα με ένα μολύβι στο χέρι και ένα κερί αναμμένο στο δωμάτιο…
«Μεγάλες αλλαγές θα δουν τα μάτια μας. Πρέπει να παρθούν μέτρα τούτη τη νύχτα», λέει ο Πατέρας καθώς υψώνει το ποτήρι και γύρω από το τραπέζι όλοι τον ακούν και τον παρακολουθούν. Παρατηρούν και τον γελωτοποιό που κάτι έχει φέρει. Τον προσέχει σε κάθε του βήμα ο Βασιλιάς με τη Βασίλισσα. Δεν τον χάνει από τα μάτια της ούτε η Βασιλοπούλα με τον Ιππότη της. Την ίδια στιγμή παραδίπλα το τελευταίο μολύβι είναι πάνω σε λευκές σελίδες και βρίσκεται ανάμεσα στο πληκτρολόγιο και την ψηφιακή γραφίδα.
Να όμως και η Άννα με τη μαμά και το μαγκάλι αναμμένο. Βλέπουν ότι στην πόλη κυκλοφορούν μόνο στρατιωτικά αμπέχονα και ο αδύνατος Άζα. Κυκλοφορούν όμως παντού και οι φήμες για τις συνήθειες της Συμμορίας. Εκεί απέναντι περιμένει ο θεατρώνης και οι δύο γυναίκες μπροστά από το τροχόσπιτο την ώρα η σκηνή της παράστασης ετοιμάζεται στο τσίρκο.
Από το γραφείο μου βλέπω τις αετοφωλιές στα ψηλώματα των βουνών και μέσα στη θύελλα τον γέρο-Ζακ και την Κάιλιν. Βλέπω την πλατεία του χωριού στη μεγάλη γιορτή της Άνοιξης. Βλέπω και τις μέλισσες, και τις ακίνητες σκιές. Βλέπω και τις ξανθοκάστανες μπούκλες όταν ένα χέρι με αρπάζει δυνατά από τον ώμο και με γυρίζει…
– Καλά, τόση ώρα εμένα δεν με βλέπεις;
– Σε βλέπω και σένα κοπέλα μου. Τώρα μόλις θα έλεγα για σένα, αφού αυτό το μουσείο είναι δικό σου. Είναι το «Χάρτινο μουσείο παράξενων γεγονότων». Έχει 15 αίθουσες και 212 σελίδες. Εσένα σε λένε Μαρία Ράπτη. Γεννήθηκες στην αυγουστιάτικη Θεσσαλονίκη, αλλά για κάποιον περίεργο λόγο προτιμούσες πάντα τις ψυχρές μέρες. Ξέρω πως όταν βρέχει ξυπνάς ευτυχισμένη, παίζεις θέατρο στη σκηνή και αλλού, σπούδασες Ιστορία και Αρχαιολογία, δουλεύεις ως φιλόλογος, κάνεις μεταπτυχιακό στο θέατρο, συλλέγεις και διαβάζεις μανιωδώς βιβλία και αγαπάς τα δέντρα περισσότερο από μερικούς ανθρώπους.
– Τι άλλο ξέρεις για μένα;
– Ξέρω ότι με το βιβλίο σου «Χάρτινο μουσείο παράξενων γεγονότων» από τις «Εκδόσεις Θερμαϊκός» μου χάρισες μοναδικές –θεατρικές θα έλεγα– ώρες. Είναι σαν να είδα 15 μονόπρακτα το ένα μετά το άλλο. Ήταν όλα μαγευτικά. Κάθε στιγμή περίμενα τον επόμενο ήρωα. Κάθε στιγμή περίμενα την ανατροπή, γι’ αυτό θα ήθελα όταν μπορέσω να σου κάνω ένα δώρο.
– Τι δώρο θα μου έκανες;
– Αν μου δινόταν η ευκαιρία να παραβώ κάθε γνωστό νόμο του Σύμπαντος, θα το έκανα μόνο για να σε βοηθήσω να συναντήσεις τον Μπρεχτ σε ένα βερολινέζικο καφέ… Τότε και αυτή η συνάντηση θα έμπαινε στο μουσείο σου που είναι ένα μουσείο από χαρτί. Με γεγονότα παράξενα, όπως αυτά που μας συμβαίνουν κάθε μέρα.