Πάνω: Μίχος Κωστόπουλος. Μοναδικός Δάσκαλος. Σπάνιος Άνθρωπος. Στοχαστής και Ιδεολόγος.
Τρία κείμενα. Τρία τελευταία χειρόγραφα ως αποχαιρετισμός στον δάσκαλο των δημοσιογράφων Μίχο Κωστόπουλο. Στον αρχισυντάκτη με το γλυκύτερο χαμόγελο. Γράφουν: Ντόρα Κωνσταντίνου, Ελένη Σπανοπούλου και Ντίνα Εξάρχου.
Της Ντόρας Κωνσταντίνου
Έφτασε λοιπόν ο Μίχος στην εφημερίδα -αφήνοντας τη λαμπρή προδιαγεγραμμένη καριέρα που τον περίμενε στον αστικό Tύπο- για να υπηρετήσει την «Αυγή του» και νομίζω ότι έκλεψε τις καρδιές όλων των νέων που πασχίζαμε να γίνουμε δημοσιογράφοι στις συνθήκες μιας φτωχής εφημερίδας της ανανεωτικής Αριστεράς. Εμείς, κορίτσια και αγόρια, διαθέταμε ενθουσιασμό και εκείνος διέθετε κάτι παραπάνω από τη συντροφικότητα όπως την αντιλαμβανόταν η ηγεσία: Δημοκρατικότητα, φιλικότητα, καλοσύνη, οικειότητα και απαράμιλλη σεμνότητα. Συγχρόνως, έκρινε και διόρθωνε τη δουλειά μας με ζυγιασμένη αυστηρότητα, χωρίς τους συνηθισμένους διευθυντικούς αυταρχισμούς.
Εδώ, δεν πρέπει να ξεχάσω να αναφέρω και το μεγάλο του ταλέντο: Να καπνίζει ασυστόλως!!! Πολλές φορές δύο και τρία τσιγάρα συγχρόνως, έτσι για να τα βρίσκει εύκολα ολόγυρα! Αργότερα θα πλήρωνε το βαρύτατο αντίτιμο.
Εγώ από τη μεριά μου είχα πάντα φιλόδοξο στόχο τον χώρο της υγείας αλλά ο αρχισυντάκτης μου, μου αναθέτει κάποια στιγμή, ένα άσχετο κατά τη γνώμη μου ρεπορτάζ. Το γράφω, σε τόσες παραγράφους, το αφήνω στο γραφείο του, το κοιτάζει και μου λέει κυρά μου… (εκείνη η γλύκα του «κυρά μου» έμεινε αξέχαστη σε όλα τα κορίτσια, σε όλες τις φίλες του)… Κυρά μου, λοιπόν… να κάνουμε κάποιες διορθώσεις. Ωχ σκέφτομαι, θα πάρει τα μολύβια του, θα διαγράψει, θα αφαιρέσει πάει το ρεπορτάζ. Τίποτε απ’ όλα αυτά. Πήρε το ψαλίδι, έκοψε τις παραγράφους, τις ξεχώρισε, τις ένωσε με διαφορετική σειρά. Φυσικά θαύμασα ένα εντελώς διαφορετικό και πολύ καλό κείμενο.
Νομίζω πως ήταν η στιγμή που τον ερωτεύθηκα – χώρια που ήταν και γκόμενος! Xώρια που είχε το μέγα χάρισμα της σπατάλης αισθημάτων μα και των χρημάτων! Αφού λοιπόν τον ερωτεύθηκα, έδωσα μιαν άλλη… διάσταση στο φλερτ, χαρίζοντας του καθημερινά μανταρίνια! Γιατί μανταρίνια;;;
Έτσι λοιπόν ανάμεσα σε μανταρίνια και διορθωμένα χειρόγραφα ξεκίνησε η κοινή ζωή, σε συνθήκες πολύ ιδιαίτερες αφού ακόμη διατηρούσαμε τις ελπίδες και τον ενθουσιασμό μας για μια διαφορετική σύγχρονη δημοκρατική αριστερή εφημερίδα. Στη διατήρηση αυτής της πίστης συνέβαλαν όχι απλά οι περγαμηνές που κουβάλαγε αλλά κυρίως το μεγάλο χάρισμα που διέθετε ο Κωστόπουλος. Δεν ήταν ένας κατά συνθήκη ευγενής τύπος. Ήταν ένας πολύ καλός τύπος που νοιαζόταν αληθινά για όλες και όλους εμάς κι αυτό διαχεόταν και το εισπράτταμε καθημερινά. Και νομίζω ότι για εκείνη την υπερχειλίζουσα καλοσύνη και τρυφερότητα, τον θυμάται ακόμη και σήμερα η φουρνιά των τότε νεαρών δημοσιογράφων (και σημερινών συνταξιούχων).
Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε, το πείραμα για τη διαφορετικότητα απέτυχε. Ο αρχισυντάκτης κρίθηκε αιρετικός, καθώς θεωρούσε αυτονόητη τη συμμετοχή όλων μας, κομματικών αλλά και μη κομματικών μελών, στη διαμόρφωση της «Αυγής», με σκέψεις, παρατηρήσεις και προτάσεις – άποψη που αδυνατούσε να αντιληφθεί η ηγεσία γαντζωμένη στα κομματικά μοντέλα ενός παρελθόντος
Όπως ήταν φυσικό, η παραίτηση ήταν αναπόφευκτη. Τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Και εμποδίζοντας εκείνη τη δημιουργική προσπάθεια, η λεγόμενη αριστερή ανανέωση υπέστη ήττα. Ήττα που την ακολουθεί και σήμερα.
Πάντως τα μανταρίνια έπαιξαν το ρόλο τους, με αποτέλεσμα να μείνουμε μαζί. Όλα αυτά τα χρόνια παρακολούθησα το πόση απογοήτευση του έδωσε η αδυναμία της Aριστεράς να υπερβεί τις ιδεοληψίες και τα στερεότυπα στο χώρο του εντύπου της και όχι μόνο. Την κουβάλαγε μαζί του ακόμη και όταν ακολούθησε μιαν άλλη διαδρομή ως αρχισυντάκτης στη δημόσια ραδιοτηλεόραση όπου ανέδειξε πάλι ικανούς και άξιους δημοσιογράφους. Από τη άλλη όμως κουβάλαγε και ένα θησαυρό. Τον σεβασμό και την αγάπη των νέων ανθρώπων που τον γνώρισαν από κοντά και δούλεψαν κοντά του. Αυτή η αγάπη άλλωστε ήταν η μόνη στην κυριολεξία περιουσία του. Ένας υπέροχος πένης!
Στο σεντούκι των θησαυρών, έκρυβε αξιοπρέπεια, σεμνότητα, καλοσύνη, απίστευτη τιμιότητα, αφάνταστη τρυφερότητα, βαθιά προσήλωση στους δημοκρατικούς θεσμούς και βαθιά αγάπη στη δημοσιογραφία και τις αρχές που θα έπρεπε να την ορίζουν.
Αγαπούσε κάθε έκφραση του πολιτισμού. Λάτρευε τον Διονυσάκη Σολωμό (πάντα έτσι τον αποκαλούσε), τον Σικελιανό και τον Καβάφη, τον Σεφέρη και τον Παλαμά, τον Μπετόβεν και τον Βέρντι, τον Μάνο και τον Έλβις, τους Μπιτλς και τον Παβαρότι, τη Μέριλιν και τον Γούντι, τους Pink Floyd, τον Σινάτρα και τον Μοντάν, τον Φρεντ Αστέρ και τον Τζιν Κέλι, τη Μαχάλια, την Έλα και τον Λιούις, τον Φελίνι και τον Παζολίνι, τη Μαρία Κάλλας και τη Νάνα Μούσχουρη, τον Σέξπιρ και τον Τζόις, τον Στίβεν Χόκινγκ, την κλασική μουσική και την τζαζ, το μπαλέτο και την όπερα, τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, τον αμερικανικό και ευρωπαϊκό κινηματογράφο.
Ο ίδιος, σε ηλικία 30 ετών με το ψευδώνυμο Αλέξης Δριμάρης, εξέδωσε τον «Μολδάβα», έργο ποιητικό σε τρία μέρη, αφιερωμένο σε μια «πιτσιρίκα με πλεξούδες» και αργότερα πρώτη του σύζυγο, τη Βουβούλα Σκούρα. Μια ελεγεία για την αγάπη, την ελπίδα, την αριστερά.
Αξίες ακαταμάχητες που πλούτισαν όλη του τη ζωή. Μέχρι το τέλος παρέμεινε σταθερά προσηλωμένος στις ιδέες της Ανανεωτικής Αριστεράς, υποστηρίζοντας πεισματικά την ευρωπαϊκή προοπτική καθώς και τη δημιουργία μιας ευρείας συμπαράταξης των δημοκρατικών δυνάμεων.
Μετά από όλα αυτά τι απομένει να πω; Μάλλον για το κρυφό του ελάττωμα! Δεν ήξερε να λέει μερικές έστω, υπέροχες… βρωμοκουβέντες, ούτε καν τη λέξη των Πανελλήνων που αρχίζει από μ..! Η απόλυτη βρισιά του ήταν «να σου βράσω τον Αχλαδόκαμπο» αλλά έτσι και την ξεστόμιζε σήμαινε ότι δεν ήθελε να σε ξαναδεί!!! Είχα… προειδοποιηθεί σχετικά από την αγαπημένη φίλη Ναταλί Γκούφα και πρόσεχα!!!
Πάντως με τα χρόνια κάτι κατάφερα, τον προπόνησα!…
Χρόνια ωστόσο με επιβαρυμένη υγεία και συνεχή επιδείνωση λόγω της αποφρακτικής πνευμονοπάθειας. Η τελευταία χρονιά ήταν εξαιρετικά δύσκολη και δηλώνω ότι χαίρομαι που έπαψε να υποφέρει.
Μόνο που το ταξίδι του είναι πολύ μοναχικό και σκοτεινό.
Να τον θυμάστε.
Ντ. Κ.
(Πέμπτη, 30 Οκτωβρίου 2015)
…Κυρά μου, να κάνεις μια δυο διορθωσούλες
Της Ελένης Σπανοπούλου
Σκέφτομαι πως χθες το βράδυ μας άφησε για πάντα ένας άρχοντας της δημοσιογραφίας: Ο Μίχος Κωστόπουλος. Πλήρης ημερών έσβησε στο σπίτι του, στα χέρια της λατρεμένης του συντρόφου και δημοσιογράφου επίσης Ντόρας Κωνσταντίνου. Απορώ πώς μπορώ και γράφω έτσι ήρεμη την είδηση του θανάτου του. Όλη τη νύχτα έφερνα και ξανάφερνα στο μυαλό τον αγαπημένο μου δάσκαλο και πρώτο μου Αρχισυντάκτη στην «Αυγή». Ποτέ η γλυκύτητα, ο πολιτισμός, η γραφή της ενημέρωσης, η πολιτική στάση, η αρχοντιά και η αξιοπρέπεια δεν θα έχουν καλύτερο πρόσωπο απ’ όσο είχαν στη στάση ζωής αυτού του Άντρα, Πολίτη, Δημοκράτη, Αγωνιστή, Συντρόφου, Φίλου και Ανθρώπου που ήταν ο Μίχος μας.
Με δίδαξε, με έμαθε με υπομονή και σοφία την έντιμη στάση στη δουλειά. Μειλίχια αυστηρός και συγκρατημένα τρυφερός ο Μίχος αφήνει στίγμα γραφής, δουλειάς και ζωής σε όλους όσοι τον γνωρίσαμε και τον αγαπήσαμε γι’ αυτή την απέραντη κατανόηση ζωής.
Στη νίκη αλλά και στην ήττα πάντα να βαδίζεις με το κεφάλι ψηλά! Αυτό κάνω Μίχο μου και θ’ αγκαλιάζω την Ντόρα σου τώρα που δεν θα ‘σαι πια εδώ.
Δεν θα πω εγώ ποιος ήσουν στη Δημοσιογραφία και τι έκανες. Οι παλαιότεροι θυμούνται τον «Ταχυδρόμο». Πιο πολλοί σύντροφοι αναπολούν τις μέρες στην «Αυγή» του 1974. Εγώ όμως θα σε θυμάμαι πάντα στο πλευρό της Ντόρας χαμογελαστό και τρυφερό όσο λίγοι. Θα σε θυμάμαι και θα ευλογώ τη στιγμή που έπιασες το χειρόγραφό μου στα χέρια σου και μου είπες: «Έλα εδώ κυρά μου να δεις τι καλά που έγραψες και να κάνεις μια δυο διορθωσούλες».
Άρχοντά μας, κάθε φορά που το καράβι θα περνάει από την Τήνο θα θυμάμαι το καθρεφτάκι του χαιρετισμού σου. Ότι πολύ σ’ αγαπήσαμε όσοι κοινωνήσαμε της Φιλίας και του Μεγαλείου σου.
Αντίο Δάσκαλε!
Αντίο Κύρη μας!
Ε. Σπ.
(Τρίτη, 27 Οκτωβρίου 2015)
…πρόσεξε μη μου κάνεις καμία πατάτα
Της Ντίνας Εξάρχου
Αντιγράφω από την ανακοίνωση της ΕΣΗΕΑ για τον θάνατο του Μίχου Κωστόπουλου:
«Το 1974 με την αποκατάσταση της δημοκρατίας έγινε ο πρώτος αρχισυντάκτης στη μεταδικτατορική “Αυγή” διδάσκοντας δημοσιογραφικές αρχές, ήθος και ευγένεια τους νέους συντάκτες».
Ήμουν και εγώ τότε μια νέα συντάκτρια στην «Αυγή» και τα διδασκόμουν και εγώ όλα αυτά από τον Κωστόπουλο, τον ευπατρίδη της ελληνικής δημοσιογραφίας, τον ποιητή του «Μολδάβα».
Μόλις είχα μπει στο επάγγελμα ή μάλλον μόλις με είχε ρίξει ο Μίχος στον… ωκεανό χωρίς σωσίβιο!
«Πρόσεξε, κυρά μου, έχε το νου σου, γιατί δεν προλαβαίνω να ελέγξω τα χειρόγραφά σου. Πρόσεξε μη μου γράψεις καμιά πατάτα…» μου έλεγε και μου ξαναέλεγε τιμώντας με, με την εμπιστοσύνη του.
Εγώ τι έπρεπε να κάνω; Δεν έπρεπε να κόψω το σβέρκο μου για να τον τιμήσω δέκα και είκοσι και τριάντα φορές παραπάνω από ό, τι με τιμούσε ο ίδιος;
Το έπραξα. Τον έκοψα τον σβέρκο μου και τον τίμησα τον Μίχο, που έφυγε από τη ζωή κοντά στα ενενήντα του ανήμερα στα γενέθλιά του.
Δεν θα πω τα τετριμμένα:
«Η δημοσιογραφία μας έγινε φτωχότερη… Η κοινωνία μας έμεινε ορφανή από έντιμους ανθρώπους… Η ανανεωτική Αριστερά άδειασε από ιδεολόγους…».
«Καλό ταξίδι, Μίχο μου, με το μπαστουνάκι σου» θα του πω απλά και θα κλάψω σαν μικρό παιδί.
Ντ. Ε.
(Παρασκευή, 30 Οκτωβρίου 2015)
ΥΓ1. Τα παραπάνω κείμενα της Ντόρας Κωνσταντίνου, της Ελένης Σπανοπούλου και της Ντίνας Εξάρχου είναι παρμένα από τις προσωπικές τους σελίδες στο Facebook.
ΥΓ2. Το κείμενο που ακολουθεί το έγραψα στις 22 Ιουλίου 2015. Έχει τον τίτλο: Από την «Αυγή» του 1965 μέχρι την «Αυγή» του 1975. «Ταξίδι» από την Ομήρου στην Ασκληπιού…
Επιμέλεια αφιερώματος: Παναγιώτης Μήλας