18.1 C
Athens
Δευτέρα 17 Μαρτίου 2025

Μια μικρή – μεγάλη πολιτική επιθεώρηση με τον Γεράσιμο Γεννατά

Τίποτα δεν είναι εύκολο στη ζωή, ούτε στη σκηνή, όλα έχουν κάποιο βαθμό δυσκολίας. Όμως ένα από τα πιο όμορφα πράγματα που μας συμβαίνουν, είναι οι δύσκολες προκλήσεις που έχουμε την τύχη να αντιμετωπίσουμε. Είναι αυτές που προσφέρουν τη μεγαλύτερη ικανοποίηση και ανταμοιβή σ’ έναν απαιτητικό καλλιτέχνη. O Γεράσιμος Γεννατάς κοιτάζει στα βάθη των πραγμάτων και προβληματίζεται. Περιπλανιέται έξω από τις σιδηροτροχιές. Είναι ένας ηθοποιός παρεμβατικός, με άποψη, πολιτικοποιημένος. Κατατοπισμένος, πολύ καλά καταρτισμένος, με ξεκάθαρη γνώμη, με ικμάδα, με μεγάλη κι ολοζώντανη πνευματική καλλιέργεια. Είναι επικοινωνιακός, τετραπέρατος, ανήσυχος σαν το κύμα που κυλάει αδιάκοπα. Επιπλέον, σέβεται αληθινά τον εαυτό του και το κοινό του. Με τη θεατρική ομάδα του «Ναυτίλος», σε σκηνοθετική επιμέλεια Θανάση Χαλκιά, παρουσιάζει στον Χώρο Τέχνης Δια Δύο την αιχμηρή πολιτική επιθεώρηση “Πατριδογνωσία” ή “Τίποτα πια δεν είναι για συγγνώμη”. Σατιρίζοντας καταστάσεις και πρόσωπα μέσα από κείμενα πρωτότυπα -“μπερδεμένα” με Μαγιακόφσκι, Λειβαδίτη και άλλους- μοιράζεται μαζί μας ιδέες, συναισθήματα και σκέψεις. Σ’ αυτή τη μικρή σε διάρκεια επιθεώρηση, αλλά μεγάλη σε ιδέες, ο θεατής περνά από έκρηξη σε έκρηξη. Η παράσταση δεν είναι μια αρνητική κριτική στην κοινωνία και την πολιτική. Είναι μια κατάφαση φλογερή και παράφορη, μια δυναμική κατευθυντήρια βολή, είναι το ανάβρυσμα της λαϊκής οργής.

Κορυφαίες στιγμές το απίστευτα ξεκαρδιστικό κείμενο «Ο εφοριακός της γειτονιάς σας» και η εκπληκτική αλληγορία του Μπρεχτ, επίκαιρη όσο ποτέ, «Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι».
Απέριττο, συγκλονιστικό και γενναίο το ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη «Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο», που συγκινητικά ερμηνεύει ο Γεράσιμος Γεννατάς.
Στην παράσταση ακούγονται ζωντανά, σε πρώτη εκτέλεση, έξοχα μελοποιημένα ποιήματα των Μπρεχτ, Μαγιακόφσκι, Λασκαράτου, Έλιοτ, Σαχτούρη, Τζόις, απ’ τον ίδιο το συνθέτη Γιώργο Κομπογιάννη στο πιάνο και τους μουσικούς Διονύση Βερβιτσιώτη στο βιολί, Κώστα Στάικο στα πνευστά και Έλλη Φιλίππου στο τσέλο.
Η Ελλάδα, η Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά κι ο κόσμος ολόκληρος αποτελούν μια αρένα ανθρώπινης εξαθλίωσης όπου πρωταγωνιστούν σύγχρονοι τύραννοι, με θεατές τους λαούς, και σκηνές από σκληρούς αγώνες και προδομένα όνειρα. Το θέατρο δεν εξηγεί ούτε δίνει λύσεις αλλά νιώθει και περιγράφει. Ευτυχώς στους φειδωλούς καιρούς μας, όταν δεν μπορούμε να αντέξουμε, έχουμε την τέχνη με μια βαθιά και σταθερή δύναμη να μας εμψυχώνει.

Συντελεστές

Κείμενο: Γεράσιμος Γεννατάς και Γιώργος Γαλίτης
Επιλογή Κειμένων: Γεράσιμος Γεννατάς, Γιώργος Κομπογιάννης
Σκηνοθεσία: Θανάσης Χαλκιάς
Σύνθεση Τραγουδιών: Γιώργος Κομπογιάννης
Σχεδιασμός Φωτισμών: Χριστίνα Κάμμα
Βοηθός Σκηνοθέτη – Κατασκευές: Βασιλική Τσακίρη
Μουσικοί: Γιώργος Κομπογιάννης πιάνο, Διονύσης Βερβιτσιώτης βιολί, Κώστας Στάικος πνευστά και Έλλη Φιλίππου τσέλο.
Ερμηνεύει ο Γεράσιμος Γεννατάς.

Χρήσιμα

“Πατριδογνωσία” ή “Τίποτα πια δεν είναι για συγγνώμη”
Τιμή εισιτηρίου: 15, 00 και 10, 00 μειωμένο (κάρτα ανέργων, πολυτέκνων, φοιτητικό)
Στον Χώρο Τέχνης Δια Δύο
Σπ. Πάτση 99, Βοτανικός
210-34.66.048
Στάση μετρό Κεραμεικός

Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο, Τάσος Λειβαδίτης

Πιστεύω σε κείνον που χτίζει, κι αγεροκρέμεται μες στον ουρανό,
σαν Θεός, και κατευνάζει το χάος,
πιστεύω σε κείνον που θερίζει, και το δρεπάνι του κυματίζει ολόφωτο
σαν τα λαγόνια της αγαπημένης μου,
πιστεύω σε κείνον που αγαπάει, όπως πιστεύω και σε κείνον που μισεί,
πιστεύω σε κείνον που αμαρτάνει και ζητάει με δάκρυα να τον συγχωρέσουν
πιστεύω και σε κείνον που αμαρτάνει συγχωρνάει μονάχος τον εαυτό του και προχωράει,
πιστεύω στη μέρα που σου δίνει τα πράγματα μες στο φως
πιστεύω και στη νύχτα που ξαναδίνει τα πράγματα μες στην καρδιά σου,
πιστεύω στο αλάτι και στο κάρβουνο, στις μέλισσες και τα παιδιά
πιστεύω στις πολιτείες, που η βουή τους, σαν τους ραψωδούς,
έξω απ’ το παράθυρό σου, τραγουδάει την οδύσσεια της καθημερινότητας,
πιστεύω και στη σιωπή, τα βράδια, στους κάμπους,
όταν ακούς ν’ αναστενάζουν από γήινη ευτυχία τα καρπούζια,
πιστεύω στους αντρείους, όπως πιστεύω και στους δειλούς,
και τρέχω μ’ εκείνον που χυμάει στην έφοδο και πέφτει μες στις σφαίρες και το θρίαμβο,
και πέφτω κι εγώ μαζί του,
και φεύγω με κείνον που λιποτακτεί και κλαίει, και που είναι απ’ όλους
περιφρονημένος – μα ζωντανός.
Και κλαίω κι εγώ μαζί του.
Η αφθονία της πίστης μου είναι ένας άλλος, έκτος, δίχως όνομα, ωκεανός,
που ταξιδεύω πάνω του
χωρίς χάρτες και τιμόνια, με μόνο την καρδιά για οδηγό,
γιατί η αγάπη πούχω μέσα μου μπορεί κι ένα ακυβέρνητο καράβι να τ’ οδηγήσει στο δρόμο το σωστό,
πιστεύω στα κατώφλια, στα γυμνά ποδάρια, στους σιδερένιους γερανούς και τα πορτοκάλια,
πιστεύω και στον ανθρωπάκο, στη γωνιά του δρόμου, που βγάζει το καπέλο του
και χαιρετάει ταπεινά, την ώρα που οι άλλοι τον σκουντάν και τον χλευάζουν.
Και δοξάζομαι κι εγώ μαζί του.
Πιστεύω στους μεγάλους εφευρέτες, τους ήρωες, τους ποιητές,
που αλλάζουνε, με μια χειρονομία, τη γεωγραφία και τα πεπρωμένα
πιστεύω και στα ταπεινά βόδια που σηκώνουνε στη ράχη τους,
σα δόξα, το αιώνια ανάλλαχτο κι ολοπόρφυρο δειλινό,
πιστεύω σε σας που κρατάτε ψηλά τις σημαίες και προχωράτε μες στον ενάντιο άνεμο,
πιστεύω και σε σένα που σηκώνεις σα σημαία την καρδιά σου,
και προχωράς μες στο ενάντιο πλήθος.
Πιστεύω στο άπειρο, μπορώ να κάθομαι ώρες και να διαβάζω τον ουρανό,
τα χείλη μου είναι βαρειά απ’ την κερήθρα των άστρων
και συχνά έστειλα την ψυχή μου να παραθερίσει στο άγνωστο,
πιστεύω και στη γλυκειά ετούτη γη, γεμάτη μαχαιρώματα
και ζεστούς γυναικείους κόρφους,
πιστεύω στο χώμα, αυτό το χώμα που πατάω και που με καρτερεί κει κάτω, μες στη σκοτεινιά, όπου σαλεύουν οι ρίζες,
κοιμούνται οι νεκροί, και τραγουδάνε κιόλας μεθυσμένα τ’ αυριανά κρασιά,
πιστεύω και σε κείνα που δεν πιστεύω,
Αμήν.

Μπ. Μπρεχτ από το έργο του «Ιστορίες του Κυρίου Κόινερ»

«”Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι”, ρώτησε τον κύριο Κ., η κόρη της σπιτονοικοκυράς του, “θα φερόντουσαν τότε καλύτερα στα μικρά ψαράκια;”.
“Βέβαια”, απάντησε αυτός, “αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι, θα έκτιζαν στη θάλασσα γερά κουτιά για τα μικρά ψαράκια. Εκεί μέσα θα έβαζαν όλων των ειδών τις τροφές, φυτά και μικρά ζωάκια. Θα πρόσεχαν ώστε τα κουτιά να έχουν πάντα φρέσκο νερό, και θα έπαιρναν κάθε απαραίτητο μέτρο υγιεινής. Όταν, για παράδειγμα, κανένα ψαράκι θα πληγωνόταν στα πτερύγιά του, θα του τα έδεναν αμέσως, ώστε να μην πεθάνει μέσα στους καρχαρίες προτού να έρθει η ώρα του.
Για να μην είναι τα ψαράκια ποτέ λυπημένα θα γίνονταν μεγάλα πάρτυ στο νερό. Γιατί τα ευτυχισμένα ψαράκια είναι πιο νόστιμα από τα λυπημένα.
Και, φυσικά, θα υπήρχαν και σχολεία στα μεγάλα κουτιά. Εκεί τα μικρά ψαράκια θα μάθαιναν πώς να μπαίνουν κολυμπώντας στο στόμα των καρχαριών. Θα χρειάζονταν, για παράδειγμα, γεωγραφία για για να μπορούν να βρουν τους καρχαρίες που θα τεμπέλιαζαν κάπου εκεί. Το κύριο μάθημα θα ήταν, φυσικά, η ηθική μόρφωση των μικρών ψαριών. Θα διδάσκονταν πως το σπουδαιότερο και το ωραιότερο πράγμα για ένα μικρό ψαράκι είναι να προσφέρει τον εαυτό του χαρούμενα, και πως όλα πρέπει να πιστεύουν στους καρχαρίες, και πάνω απ’ όλα όταν λένε πως θα φτιάξουν ένα ωραίο μέλλον. Θα τα μάθαιναν ότι το μέλλον τους είναι σίγουρο μόνο εφόσον μάθουν να υπακούουν. Και πως όλα πρέπει να αποφεύγουν όλες τις ταπεινές, υλιστικές και μαρξιστικές τάσεις και να πληροφορούν αμέσως τους καρχαρίες, αν κάποιο απ’ αυτά θα είχε τέτοιες τάσεις…
Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι θα έκαναν φυσικά και πολέμους αναμεταξύ τους, για να κυριέψουν ξένες ψαροκασέλες και ξένα ψαράκια. Τους πολέμους θα έβαζαν να τους κάνουν τα δικά τους ψαράκια. Θα δίδασκαν στα ψαράκια ότι ανάμεσα σ’ αυτά και τα ψαράκια των άλλων καρχαριών υπάρχει τεράστια διαφορά. Τα ψαράκια, θα διακήρυσσαν, είναι, ως γνωστόν, βουβά, αλλά σωπαίνουν σ’ εντελώς διαφορετικές γλώσσες και γι’ αυτό δεν μπορούν να καταλάβουν το ένα το άλλο. Σε κάθε ψαράκι που θα σκότωνε στον πόλεμο μερικά άλλα ψαράκια εχθρικά, που σωπαίνουν σε άλλη γλώσσα, θ’ απένειμαν ένα μικρό παράσημο από θαλασσινά φύκια και τον τίτλο του ήρωα.
Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι, θα υπήρχε, βέβαια, και τέχνη. Θα υπήρχαν ωραίες εικόνες με δόντια καρχαριών, σε υπέροχα χρώματα, με τα στόματά τους και τους λαιμούς τους σα γνήσια γήπεδα όπου κανείς μπορεί να κυλιστεί και να παίξει. Τα θέατρα στο βυθό της θάλασσας θα έδειχναν έργα με ηρωικά μικρά ψαράκια να κολυμπούν ενθουσιασμένα μέσα στο λαιμό των καρχαριών, και η μουσική θα ήταν τόσο όμορφη που θα οδηγούσε τα ψαράκια σαν σε όνειρο, και αυτά κάνοντας τις πιο όμορφες σκέψεις θα κυλούσαν μέσα στο λαιμό των καρχαριών.
Και θα υπήρχε, βέβαια, και θρησκεία που θα δίδασκε ότι η αληθινή ζωή αρχίζει ουσιαστικά μέσα στα στομάχια των καρχαριών. Και αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι, τότε τα μικρά ψάρια θα έπαυαν να είναι ίσα μεταξύ τους, όπως τώρα. Μερικά θα είχαν θέσεις και θα ήταν πιο πάνω από τα άλλα. Και τα μεγαλύτερα ψάρια θα είχαν δικαίωμα να τρώνε τα μικρότερα. Και αυτό θα ήταν υπέροχο για τους καρχαρίες, γιατί τότε θα μπορούσαν να καταβροχθίζουν ακόμα μεγαλύτερες μπουκιές. Και τα πιο σπουδαία από τα μικρά ψάρια, αυτά που θα είχαν θέσεις, θα διάταζαν τα άλλα. Και θα γινόντουσαν δάσκαλοι, αξιωματικοί και μηχανικοί που φτιάχνουν κουτιά.
Με λίγα λόγια, θα μπορούσε να υπάρξει πολιτισμός στη θάλασσα μόνο αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι”.

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -